Ο εθνικισμός έχει τον τρόπο να αφομοιώνεται ακόμα και σε κομμάτια του κινήματος μέσα από απλές πολιτικές διεργασίες. Όποτε οργανώσεις ανακαλύπτουν μεγαλύτερους κινδύνους από την τουρκική μειονότητα και τους μουσουλμάνους, αρνούμενοι να αντιπαρατεθούν στη ρατσιστική πολιτική του ελληνικού αστισμού στο μακεδονικό ζήτημα το «τερματίζουν». Καταπίνουν αμάσητη όλη τη σωβινιστική αφήγηση του «ενιαίου ελληνικού έθνους» και αρνούνται τη στοιχειώδη αναγνώριση του μακεδονικού έθνους και της μακεδονικής μειονότητας. Οι εξαγγελίες περί «αλληλεγγύη των λαών των Βαλκανίων» όχι μόνο είναι κούφιες αλλά θεωρώντας τη Μακεδονία ως ένα «κατασκευασμένο προτεκτοράτο του ΝΑΤΟ» τότε μάλλον η «αλληλεγγύη» απευθύνεται στους υπόλοιπους «υπαρκτούς» λαούς ενάντια στους «πράκτορες του ιμπεριαλισμού». Το θαρρετό βήμα προς την υποταγή στην εθνική ενότητα που επιδιώκει το κεφάλαιο, έχει γίνει!
19ος αιώνας: ο αιώνας «κατασκευής» των παγκόσμιων εθνοτήτων
Η συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα είναι μια ιδεολογική κατασκευή της αστικής επανάστασης και δεν υπήρχε «προαιώνια».
Οι κάτοικοι χωριών της Ευρώπης αλλάζανε ηγεμόνα είτε με πόλεμο είτε ως οικονομική συναλλαγή μεταξύ των ηγεμόνων τους, χωρίς να αισθάνονται καμιά «εθνική» ταπείνωση. Η κυριαρχία των καπιταλιστικών οικονομικών σχέσεων, όμως, έφερε και νέες ιδεολογικές αναζητήσεις για την εξυπηρέτηση των νέων στόχων. Η γαλλική επανάσταση του 1789 έφερε για πρώτη φορά την αντίληψη πως οι κάτοικοι στην Γαλλική επικράτεια συγκροτούν το Γαλλικό έθνος ανεξαρτήτου οικονομικής τάξης. Τότε, η συμμετοχή των πληβείων τάξεων με ισότιμη πολιτική αναγνώριση και συμμετοχή ήταν μια προοδευτική αντίληψη. Μέσα από την επέκταση των ανταγωνισμών του κεφαλαίου σε διεθνές επίπεδο, η έννοια του ενιαίου έθνους έδωσε ένα σημαντικό εργαλείο στους αστούς. Μέσα από την ενιαία εθνική ταυτότητα η αστική τάξη πρόσδενε στο άρμα της ένα μαζικό στρατό εργατών και αγροτών για την εξυπηρέτηση των στόχων της και ένα ολόκληρο έθνος στρατεύεται κάθε φορά στους νέους στόχους των αφεντικών. Αυτή η διαδικασία απόκτησης ενιαίας εθνικής ιδεολογικής ταυτότητας δεν ήταν ούτε «φυσική», ούτε εύκολη.
Η συγκρότηση των εθνικών ταυτοτήτων στο 19ο αιώνα έπρεπε να περάσει το βάσανο του πολέμου, των εξεγέρσεων και τη δημιουργία εθνικών κρατών που θα φροντίσουν να «κατοχυρώσουν» αυτή τη ταυτότητα. Η συγκρότηση πχ του Γερμανικού ή Ιταλικού έθνους ήταν μια τέτοια διαδικασία που έπρεπε να περάσει πάνω από τα συντρίμμια πανίσχυρων Βασίλειων που φαινόντουσαν ανίκητα. Ποιος θυμάται μετά από 150 χρόνια τα φοβερά βασίλεια της Πρωσίας και του Πεδεμόντιου που σκορπούσαν τρόμο στους λαούς της Ευρώπης;
Μέχρι τις μέρες συνεχίζουν να δημιουργούνται νέα έθνη. Μέσα από τους αντιαποικιακούς αγώνες του 20ου αιώνα έγινε μια τεράστια προσπάθεια συγκρότησης του Παναραβικού Εθνικισμού και σε μικρότερη κλίμακα του Αφρικανικού Έθνους. Η αποτυχία τους οφείλεται στην κυριαρχία του Δυτικού Ιμπεριαλισμού και στην άγρια καταστολή πολλών εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων. Η κυριαρχία κάποιων αστικών εθνικών σχηματισμών πολλές φορές εμποδίζει την εμφάνιση άλλων. Έτσι οι ινδιάνοι της Βόρειας Αμερικής ποτέ δεν συγκροτήθηκαν σαν ενιαίο έθνος, ενώ η σημερινή διαδικασία συγκρότησης ενιαίας αφρικανικής ή αραβικής ταυτότητας προσκρούει στις επιδιώξεις του διεθνούς κεφαλαίου. Ποτέ ένα έθνος δεν προκύπτει ως μια ομαλή και φυσιολογική διαδικασία.
Η συγκρότηση και του ελληνικού έθνους, είναι μια ιδεολογική κατασκευή που ξεκίνησε το 18ο αιώνα και έπρεπε να περάσει έναν αιώνα πολέμων και εθνοκαθάρσεων για να κατοχυρώσει την κυριαρχία του στα νότια Βαλκάνια. Όπως όλα τα έθνη, έπρεπε να βρει κάποιες ιδεολογικές αναφορές που να δημιουργούν αίσθηση αναγκαιότητας και κοινωνικής νομιμοποίησης μεταξύ των αγροτικών μαζών, των πληβείων των πόλεων και της ανερχόμενης αστικής τάξης. Οι έλληνες Διαφωτιστές προσπάθησαν να δημιουργήσουν αναφορές και συνδέσεις με την Αρχαία Ελληνική Δημοκρατία για να βρουν μια συνάφεια με το αναδυόμενο δημοκρατικό κίνημα. Δεν είχαν προτάξει ούτε αιματολογικά, ούτε φυλετικά κριτήρια. Όντας εχθρικοί στην Οθωμανική που ήταν ο καταπιεστής των λαών στην Βαλκανική, στη Βυζαντινή που θεωρούσε τα ελληνικά φύλα ειδωλολάτρες και ήταν υπό διωγμό και Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με την οποία είχαν ταυτιστεί άλλα ευρωπαϊκά έθνη, δύσκολα θα μπορούσαν να ισχυριστούν «καθαρότητα» μετά από 1500 χρόνια φυλετικών προσμίξεων.
Η συγκρότηση του Μακεδονικού έθνους
Η πολυφυλετική Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ο «Μεγάλος Ασθενής» της Ευρώπης στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι δυναμικές αστικές τάξεις των Βαλκανίων διεκδικούσαν κομμάτι της κληρονομιάς της πάνω στην οποία θα έκτιζαν τα νέα κράτη τους και αυτό γινόταν με «μάχιμους» όρους. Αν η Ελλάδα αναγνωρίστηκε το 1830, έπρεπε να φτάσουμε στα τέλη του 19ου αιώνα για να συγκροτηθούν η Σερβία και η Βουλγαρία. Ανάμεσα σε αυτές τις δυνάμεις εκτυλίχτηκε ένας τρομαχτικός ανταγωνισμός που έφερε δύο Βαλκανικού Πολέμους και συνεχίστηκε για άλλα 10 χρόνια στον Α` Παγκόσμιο Πόλεμο και στην Μικρασιατική Εκστρατεία. Φυσικά με λίγα χρόνια καθυστέρηση εμφανίστηκαν και τα Τουρκικά και Μακεδονικά εθνικά κινήματα. Για τους Τούρκους «αναγνωρίζουμε» την επανάσταση των Νεότουρκων στα 1908, αλλά η ελληνική ιστοριογραφία αποκρύβει την εξέγερση του Ίλιντεν το 1903.
Στο χώρο της γεωγραφικής Μακεδονίας είχε αρχίσει να εμφανίζεται ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού που δεν θεωρούσε τον εαυτό ούτε Έλληνα, ούτε Σέρβο, ούτε Βούλγαρο, ούτε Τούρκο. Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο εθνικιστής έλληνας συγγραφέας Στρατής Μυριβήλης «δε θέλουν νάναι μήτε “Μπουλγκάρ” (Βούλγαροι), μήτε “Σρρπ” (Σέρβοι) μήτε “Γκρρτς” (Έλληνες). Μοναχὰ “Μακεντὸν ορτοντόξ”.» [1] Το 1899 συγκροτείται η ΕΜΕΟ (Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση) με σκοπό την ανακήρυξη κράτους στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με σύνθημα «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες». Ο Ίωνας Δραγούμης γραμματέας στο ελληνικό προξενείο στη Μπίτολα (Μοναστηρι) και από τους πρωτεργάτες του ελληνικού εθνικισμού έγραφε το Φλεβάρη του 1903 στην ελληνική κυβέρνηση: «Οι περισσότεροι Μακεδόνες θα ξεσηκωθούν… Τι τους ενδιαφέρει αυτούς ο ελληνισμός; Εμείς θα απομείνουμε με μειονότητα στη γύμνια μας… Αυτοί οι καημένοι (Μακεδόνες) ούτε τη Βουλγαρία θέλουν, ούτε την Ελλάδα, το μόνο που θέλουν είναι η ελευθερία τους… ότι αυτοί δεν αγωνίζονται για να κάνουν τη Μακεδονία βουλγαρική αλλά να την κάνουν αυτόνομο κράτος, η Μακεδονία στους Μακεδόνες».
Η εξέγερση ξεκινά στις 20 Ιουλίου 1903 του Αη-Ηλία (στα Μακεδονικά Ίλιντεν) με κέντρα το Μοναστήρι και την Έδεσσα. Στις 21 του μηνός συγκροτείται στο απελευθερωμένο Κρούσοβο η βραχυχρόνια Μακεδονική Δημοκρατία που μετά από 10 μέρες ηττήθηκε από τις δυνάμεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρ` όλα αυτά η ένοπλη αντίσταση συνεχίστηκε μέχρι τον Οκτώβρη του ίδιου έτους όπου ανακοινώθηκε η κατάπαυση πυρός. Εννιά χιλιάδες νεκρού, πάνω από 12 χιλιάδες καμένα σπίτια σε 200 χωριά ήταν ο φόρος αίματος των Μακεδόνων αγωνιστών.
Το πολιτικό κίνημα των Μακεδόνων στο Μεσοπόλεμο
Το βασικό πρόβλημα του Μακεδονικού εθνικισμού ήταν η συγκρότηση του στις αγροτικές επαρχίες της Μακεδονίας και η μειωμένη παρουσία του στις πόλεις. Είχε μειωμένο ειδικό βάρος στην υπό συγκρότηση αστική τάξη, αφού απουσίαζε από τις μεγάλες πόλεις και τις κυρίαρχες οικονομικές δραστηριότητες της βιοτεχνίας, βιομηχανίας και του εμπορίου απ` όπου αναδυόταν οι νέες αστικές τάξεις.
Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων και του Α` Παγκοσμίου Πολέμου δημιουργούνται οι πρώτες εσωτερικές διαφοροποιήσεις στο εθνικό Μακεδονικό κίνημα. Η διάσπαση της ΕΜΕΟ σε φεντεραλιστές και τσεντραλιστές [2] δείχνει την κρίση στρατηγικής της αδύναμης Μακεδονικής αστικής τάξης. Απέναντι στους συνεχιστές της υπεράσπισης της «ανεξαρτησίας» εμφανίζεται η «ρεαλιστική» στρατηγική της «αυτονομίας» μέσα στο Βουλγάρικο κράτος. Η πολυεθνική σοσιαλιστική οργάνωση της Θεσσαλονίκης Φεντερασιόν που αποτέλεσε και ιδρυτικό μέλος του ΣΕΚΕ (μετέπειτα ΚΚΕ) αποτελούσε μια διεθνιστική απάντηση μέσα στο εθνικιστικό βόρβορο του Α` Παγκοσμίου Πολέμου. Η δυναμική εμφάνιση της Ρώσικης Επανάστασης έφερε και έναν τρίτο «παίχτη» στο παιχνίδι. Ο συνδυασμός της στρατηγικής της «Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας στα Βαλκάνια» με την ισότιμη και ανεξάρτητη συμμετοχή των Μακεδόνων μαζί με Έλληνες, Βούλγαρους, Τούρκους, Αλβανούς και Εβραίους έδωσε μια εναλλακτική κατεύθυνση για το Μακεδονικό προλεταριάτο.
Φυσικά το ελληνικό κράτος δεν είχε καμία αυταπάτη για την εθνολογική σύνθεση των «Νέων Χωρών» (όπως ονόμαζαν τη σημερινή Βόρεια Ελλάδα). Ήδη από το 19ο αιώνα ο Χ. Τρικούπης είχε πει «Όταν έλθη ο μέγας πόλεμος, η Μακεδονία θα γίνει ελληνική ή βουλγαρική κατά τον νικήσαντα. Αν τη λάβωσιν οι Βούλγαροι θα εκσλαβίσωσι τον πληθυσμόν. Αν ημείς την λάβωμεν, θα τους κάνωμεν όλους Ελληνας μέχρι της Ανατολικής Ρωμυλίας» [3] ΟΙ ελληνικές κυβερνήσεις επειδή είχαν προσηλωθεί ενάντια στο Βουλγαρικό κράτος, δεν είχαν κανένα απολύτως πρόβλημα να αναφέρουν ρητά και σε δημόσια κείμενα και χάρτες το Μακεδονικό έθνος. Η έκδοση του αλφαβητάριου ABECEDAR από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας το 1925, αποσκοπούσε στην διδασκαλία της μακεδονικής γλώσσας στις Νέες Χώρες, ενδυναμώνοντας την ιδεολογική ανεξαρτησία των Μακεδόνων απέναντι στους Βούλγαρους.
Η παγκόσμια κρίση στη δεκαετία του 30, η άνοδος του φασισμού και του εθνικισμού οδήγησε όλες τις χώρες σε μαζικές εθνικές εκκαθαρίσεις με σκοπό την εθνικιστική περιχαράκωση στους «εχθρούς του έθνους». Το κυνηγητό των Μακεδόνων στην ελληνική επικράτεια είναι πλέον αμείλικτο.
Μεταξάς – 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος και οι Μακεδόνες Αντάρτες
Μέσα σε είκοσι χρόνια η μεταβολή των εθνικών συσχετισμών στις χώρες των Βαλκανίων γίνεται με τέτοια σφοδρότητα που θα την ζήλευαν και οι πιο ακραιφνής ναζιστικές ομάδες της Χιτλερικής Γερμανίας. Απίστευτες μετακινήσεις πληθυσμών και τρομαχτικές διώξεις για λόγους γλώσσας, θρησκείας και πολιτιστικών κληρονομιών. Η μαζική αλλαγή των σλαβικών τοπωνυμιών με «χριστιανικά» ονόματα συνεχίζεται σε κάθε περιοχή που εμφανίζεται στους χάρτες. Χαφιέδες γύριζαν στα χωράφια της Μακεδονίας και έκοβαν πρόστιμο (από 25 ως 100 προπολεμικές δραχμές) σε κάθε «σλάβικη» λέξη που ξέφευγε από κάποιο φουκαρά ακόμα και ως βρισιά.
Η ΕΜΕΟ διαλύεται το 1934 από το βασιλιά της Βουλγαρίας και η δίνη του εθνικισμού παρασέρνει και τους Μακεδόνες. Πολλά στελέχη αποδέχονται τη φασιστική κυριαρχία και γίνονται «δοσίλογοι» του έθνους, όπως ακριβώς και οι δικοί μας γερμανοτσολιάδες που συμμάχησαν με τις δυνάμεις του Άξονα.
Η δημιουργία του SNOF, του Σλαβομακεδονικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου που εντάσσεται στο ΕΑΜ και συμμετέχει στην ΠΕΕΑ (στην κυβέρνηση του Βουνού) με τον Κ. Κεραμίτζεφ, είναι από τις πιο ένδοξες στιγμές του εργατικού κινήματος στον ελλαδικό χώρο. Η συμμαχία του ΕΑΜ με την ελληνική αστική τάξη, τους άγγλους και τους αμερικάνους δεν επιτρέπει την αναγνώριση του «Μακεδονικού» και το SNOF εκδιώκεται από τις τάξεις του ΕΛΑΣ. Η Μακεδονική ηγεσία στρέφεται στη Γιουγκοσλαβία και στον Τίτο υποτάσσοντας και αυτή το εθνικό ζήτημα στα ταξικό. Μόνο μετά την έναρξη του Εμφυλίου ένα τμήμα Μακεδόνων συγκροτεί το NOF, εντάσσεται στο Δημοκρατικό Στρατό και δίνει κι αυτό μια τελευταία ηρωική μάχη. Μετά τη συντριβή του Αντάρτικου, υποχωρεί στην υπό ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Μέχρι σήμερα, παρ` όλη την επίσημη αναγνώριση της εθνικής αντίστασης από το Ελληνικό Κράτος που έγινε στη δεκαετία του 80, οι «μη έλληνες το γένος αντάρτες του Εμφυλίου» εξαιρέθηκαν από την αμνήστευση και παραμένουν μέχρι σήμερα εχθροί του ελληνικού κράτους, τους απαγορεύει να μπουν στην Ελλάδα αυτούς και τους απογόνους τους και να επισκεφτούν τα χωριά που γεννήθηκαν.
Η Μακεδόνες και η Μακεδονική μειονότητα σήμερα
Το ελληνικό κράτος στις απογραφές μέχρι το 1951 κατέγραφε τους «μη έλληνες το γένος» αλλά μετά θεωρήθηκαν «απόρρητες πληροφορίες» και έπαψαν να δίνονται στη δημοσιότητα. Το 1928 αναγνώριζαν 82000 και στα 1951 είχαν απομείνει 42000. Προφανώς έχουν περιοριστεί οι αριθμοί για ευνόητους λόγους, αλλά ακόμα και αυτοί οι αριθμοί δεν μπορούν να αποκρύψουν την ύπαρξη μιας ισχυρής μειονότητας στον Ελλαδικό χώρο. Εύλογα αναρωτιέται ένας καλόπιστος συνομιλητής, μήπως η ύπαρξη της μακεδονικής μειονότητας ανήκει στο χώρο της ιστορίας και δεν υπάρχει θέμα σήμερα.
Κατ` αρχήν η πολιτική αποδοχή των εγκλημάτων του ελληνικού κράτους είναι στοιχειώδες καθήκον του ταξικού κινήματος για την αποκατάσταση της διεθνιστικής αλληλεγγύης στα Βαλκάνια. Όπως δεν μπορεί να υπάρχει στρατευμένος στο κίνημα αμερικάνος ή ισπανός που να μην έχει αποδεχτεί τα εγκλήματα απέναντι στους Ινδιάνους ή της Ιεράς Εξέτασης, έτσι και δεν μπορεί να υπάρχει ταξική οργάνωση του κινήματος που να μην καταγράφει τις εθνικιστικές θηριωδίες της ελληνικής αστικής τάξης. Όμως η εθνική καταπίεση των Μακεδόνων στην Ελλάδα δεν ανήκει στο παρελθόν αλλά είναι γεγονός που συνεχίζεται μέχρι τη σύγχρονη ιστορία του ελληνικού κράτους.
Σε απόρρητο έγγραφο της ΥΠΕΑ (Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας, η παλιά ΕΥΠ) στα 1982 που ήρθε στη δημοσιότητα στα 1989, αναφερόταν: «2) Στις δημόσιες Υπηρεσίες και κυρίως στα εκπαιδευτικά ιδρύματα να υπηρετεί υπαλληλικό προσωπικό, το οποίο να αγνοεί το τοπικό ιδίωμα., 7) Επισήμανση σε κάθε χωριό των ατόμων που λόγω των συγγενικών τους δεσμών και της προσωπικότητάς τους επηρεάζουν ευρύ κύκλο συγχωριανών τους και η με κάθε τρόπο (έστω και έναντι χρηματικής αμοιβής) προσέγγιση αυτών και χρησιμοποίησή τους κατάλληλα, ώστε να γίνουν φορείς καταπολεμήσεως της χρήσεως του ιδιώματος στον κύκλο τους. 8) Η πρόσληψη στις ένοπλες δυνάμεις, Σώματα Ασφαλείας, στο Δημόσιο και στους οργανισμούς υπαλλήλων καταγόμενων από την περιοχή Φλωρίνης, κατ’ εξαίρεση, και η τοποθέτησή τους υποχρεωτικά σε άλλες περιοχές της χώρας. 9) Η ενθάρρυνση εκ μέρους της ηγεσίας του Στρατεύματος σύναψης γνωριμιών και γάμων στρατιωτικών, που υπηρετούν εκεί και κατάγονται εκτός Ελλάδος, με γυναίκες που ομιλούν το ιδίωμα.» [4]
Το πανηγύρι του Αη- Ηλία στο χωριό Μελίτη (Βοσταράνι) ήταν επί χρόνια χώρος στρατιωτικών και αστυνομικών επιχειρήσεων. Το καλοκαίρι του 1990 ο νομάρχης και η αστυνομία διάλυσε συγκέντρωση 500 ανθρώπων. Στα 1991 επειδή είχε δοθεί προκαταβολική απαγόρευση κινητοποιηθήκαν 5 με 6 χιλιάδες κατοίκους και το πανηγύρι έγινε. Δεν είναι τυχαίο που το Ουράνιο Τόξο μια οργάνωση για τα δικαιώματα των Μακεδόνων πήρε στη Φλώρινα 6% στις εκλογές του 1995 και 4% στις ευρωεκλογές του 2009. Μπορούμε να υποθέσουμε πως τα ποσοστά των Μακεδόνων είναι πολλαπλάσια αφού καμιά εθνοτική ομάδα δεν κινείται με ενιαίο και ομοιογενή τρόπο, ειδικά σε συνθήκες διωγμού και καταστολής.
Ένα ακόμα τρανταχτό παράδειγμα απόδειξης πως «κάτι τρέχει στα χωριά της Μακεδονίας», είναι η ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού» στα 1991 που αναφέρεται σε μια εθνότητα κυνηγημένη από το ελληνικό κράτος που ζει διχοτομημένη ανάμεσα στη συνοριακή γραμμή. Τα γυρίσματα στη Φλώρινα έγιναν κάτω από τις αφόρητες πιέσεις του ακροδεξιού Μητροπολίτη Καντιώτη που αφόρισε τον Αγγελόπουλο και τον Μαστρογιάννι, τους επικήρυξε και έβαλε τις καμπάνες της επικράτειας να βαρούν πένθιμα όλο το 24ώρο όλες τις ημέρες που κράτησαν τα γυρίσματα και οργάνωσε αντιδραστικές συγκεντρώσεις. Οι φωνές στη ταινία προστέθηκαν στα στούντιο αργότερα ενώ όλη η Μακεδονική μειονότητα συμμετείχε με κάθε τρόπο στα γυρίσματα. Φυσικά η ταινία ήταν χρηματοδοτούμενη από το Γαλλικό Κράτος και μόνο μετά τη συμμετοχή της στο Φεστιβάλ των Καννών βρήκε διανομή στην Αθήνα κι αυτή σε ένα μόνο κινηματογράφο. Θα μπορούσε να φέρει τέτοια κοινωνική και πολιτική αναστάτωση μια ταινία αν δεν πάταγε σε ένα υπαρκτό και εύφλεκτο πρόβλημα που γίνεται προσπάθεια να κρυφτεί κάτω από το χαλί;
Το οικονομικό θαύμα στα μέσα της δεκαετίας του 90 και η πρόσδεση στο Ευρώ, φαίνεται να λύνει τα εθνικά ζητήματα της Μακεδονικής (όπως και της Τουρκικής) μειονότητας δια της οικονομικής ενσωμάτωσης. Η παρατεταμένη οικονομική κρίση, όμως, έχει αρχίζει να μην μπορεί να κρύβει το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Ο κίνδυνος εθνικιστικής εμπλοκής αυξάνεται μέρα με την ημέρα.
Η αναγνώριση του Μακεδονικού Έθνους, λοιπόν, δεν είναι υποταγή στις εθνικιστικές πολιτικές που εκφράζει η αστική τάξη της Μακεδονίας. Ο κίνδυνος να χρωματίσουμε ως «εργαλείο του ιμπεριαλισμού» το «γείτονα λαό», είναι υποκρισία και ανοίγει το δρόμο προς την υποταγή των ταξικών συμφερόντων της εργατικής τάξης στην Ελλάδα στο σωβινισμό του επιθετικού ελληνικού κεφαλαίου. Η αναγνώριση των πολιτικών διεργασιών που συμβαίνει στη Μακεδονική εργατική τάξη είναι όρος για την απεμπλοκή των δυνάμεων της εργασίας από τις στρατηγικές του κεφαλαίου και η προώθηση της Κομμουνιστικής στρατηγικής μπορεί να γίνει μόνο ξεπερνώντας τις εθνικιστικές ιδεοληψίες.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Γ. Νεκρατζάς: Η στενή εθνολογική συγγένεια των σημερινών Ελλήνων, Βουλγάρων και Τούρκων
Δ. Λιθοξόου: Μειονοτικά ζητήματα και εθνική συνείδηση στην Ελλάδα
Τ. Κωστόπουλος-Λ.Εμπειρίκος-Δ.Λιθοξόου, Μια συζήτηση στη Φιλοσοφική: Ελληνικός εθνικισμός – Μακεδονικό ζήτημα
Ι.Φ. Φαλλμεράϋερ: Περί της καταγωγής των σημερινών ελλήνων
Συλλογική έκδοση εκδόσεων Εργατικής Δημοκρατίας: Η Κρίση στα Βαλκάνια, το Μακεδονικό και η εργατική τάξη
Επίσης το ιστολόγιο http://abecedar.blogspot.gr του Ουράνιου Τόξου, κόμματος των Εθνικά Μακεδόνων στην Ελλάδα, τα αρχεία του ΓΕΣ για τους Βαλκανικούς Πολέμους και το 16τομο έργο της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους
Αλέξανδρος Γανδής
[1] «Η Ζωή Εν Τάφω» Πρώτη έκδοση 1924. Η πρόταση περιλαμβάνονταν στις δύο κατοπινές εκδόσεις του μυθιστορήματος (1930, 1932), αλλά αργότερα, απαλείφεται στις μεταπολεμικές εκδόσεις, καθώς μετά τη δεκαετία του 1930 δεν ήταν πλέον αποδεκτό στην ελληνική κοινωνία να αναφέρεται κανείς στη σλαβική γλώσσα που ομιλούνταν στη Μακεδονία ως «μακεδονική»
[2] Φεντεραλιστές: αναζητούσαν Μακεδονική αυτονομία σε ομόσπονδο κράτος, Τσεντραλιστές: ακροδεξιοί που έβλεπα τους Μακεδόνες ως τμήμα του Βουλγαρικού Κράτους
[3] (Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. ΙΔ, σ.18)
[4] Περιοδικό ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΣ, τεύχος 79, Σεπτέμβριος 1989