Το βράδυ των εκλογών του Μαΐου μια εικόνα, από τις πολλές που παρελαύνουν από τα τηλεοπτικά εκλογικά σόου, άλλαξε ξαφνικά το πεδίο συζήτησης, πέρα φυσικά των ίδιων των αποτελεσμάτων.
Ενώ σε όλη την χώρα, σε κάθε νόμο και κάθε περιφέρεια, κυριάρχησε το μπλε χρώμα της ΝΔ, κάπου ψηλά, μια πιτσιλιά χάλασε τη μαγική εικόνα του Μητσοτάκη. Αλλά αυτή η πιτσιλιά δεν έπεσε οπουδήποτε, αλλά στη Ροδόπη, το κέντρο της Θράκης και της τουρκικής μειονότητας.
Ξάφνου, μία καταιγίδα ξέσπασε πάνω από τα κεφάλια των συμπολιτών μας για την λάθος επιλογή τους.
Πέραν φυσικά της πλήρους συμφωνίας όλων των πολιτικών δυνάμεων εκείνες τις ημέρες για το είδος της μειονότητας, μουσουλμανικής θρησκευτικής και όχι εθνικής τουρκικής, που άλλωστε αποτελεί πυρήνα της κρατικής προπαγάνδας και πολιτικής δεκαετίες τώρα, ο Μητσοτάκης ο ίδιος και στη συνέχεια όλοι οι υπουργοί και τα στελέχη του αλλά φυσικά και όλη η υπόγα της Πειραιώς άνοιξε έναν ανοικτό πόλεμο.
Πρώτα φυσικά απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, που τόλμησε να έχει την εκλογική πρωτιά σε αυτή την μισοξεχασμένη και ταλαιπωρημένη επαρχία, ζητώντας να ομολογήσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι δεν έχει καμμιά σχέση με τούρκους πράκτορες, προξενεία. Και γιατί βγάζει βουλευτές με τουρκικά μουσουλμανικά ονόματα. Φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ, από το παρελθόν του ήδη, δεν μπορούσε να ψελλίσει καμία διαφοροποίηση ως προς το είδος της μειονότητας, καθώς και ο ίδιος δεν αμφισβητεί τα κρατικά χαρακτηριστικά που της έχουν αποδοθεί. Κάπου παραπέρα το ΚΚΕ στο ίδιο μήκος με μια γενικόλογη κριτική και καταγγελιολογία μιλώντας για τα συμφέροντα της μουσουλμανικής μειονότητας όμορφα και τακτοποιημένα.
Ξαφνικά στη συζήτηση που ανοίγει κάθε μετριοπαθή φωνή (και όχι καμία διεθνιστική επαναστατική) φορτώνεται με κατηγορίες όπως «εγκάθετος του Προξενείου» ή ως «πράκτορας του Ερντογάν». Ξανά η Συνθήκη της Λωζάνης, διαβασμένη κάθε φορά όπως μας συμφέρει, πολλές φορές ακόμα και αδιάβαστη. Ξανά να βγαίνουν φωνές που να ζητούν από τους Έλληνες βουλευτές της μειονότητας δηλώσεις πίστης στο ελληνικό κράτος.
Το θέμα πήρε άλλη στροφή όταν η Μπακογιάννη, γνωστή για τις σχέσεις με το πολύ μεγάλο κεφάλαιο και το βαθύ κράτος, έκανε μία μήνι περιοδεία στην περιοχή.
Εκεί σε μία εξόχως σκηνοθετημένη σκηνή, η Μπακογιάννη καθισμένη στην βεράντα ενός απλού σπιτιού, δίπλα από τρεις μαντηλοφορούσες νεαρές γυναίκες χαμηλοβλεπούσες και αμίλητες, περικυκλωμένες και υπό τη σκιά μιας παρέας υπουργών και κρατικών στελεχών με σκληρά και αδρά χαρακτηριστικά έδωσε το μήνυμα, που ολοκληρώνεται στην πλήρη αποκάλυψή του στην τελική φράση «Αν δεν μας στηρίξετε, τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα».
Εδώ η επιτομή βαθέως κράτους και ακροδεξιάς κυβέρνησης ανοικτά και προκλητικά ρίχνει τον μανδύα: «οι εκλογές είναι η γιορτή της δημοκρατίας» απειλώντας μάλιστα πάνω από το πιο αδύναμο κομμάτι της μειονότητας, τις γυναίκες. Ίσως γιατί οι συγκεκριμένες ήταν αρκετά νέες και δεν έζησαν την εποχή της μπάρας και του αγκαθωτού συρματοπλέγματος που περιέκλειε τα μειονοτικά χωριά και η μετακίνηση ήταν ελεγχόμενη από την Αστυνομία και τον Στρατό. Ούτε τις τεράστιες διοικητικές δυσκολίες, προσκόμματα και απειλές πάνω στα κεφάλια της μειονότητας, όπως η πρόσβαση στην τριτοβάθμιας εκπαίδευση, η επισκευή του σπιτιού, μια αγοραπωλησία γης κλπ, που ίσχυαν μέχρι τη δεκαετία του 1990.
Τελικά οι απειλές δεν φάνηκαν να είχαν κάποιο αποτέλεσμα, καθώς στις εκλογές του Ιούνη τα αποτελέσματα παρέμειναν σχεδόν τα ίδια. Το μήνυμα είχε περάσει όμως. Η μειονότητα, θα βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής της κυβέρνησης και του κράτους.
Η κυβέρνηση της ΝΔ είναι διατεθειμένη να ανοίξει κάθε μέτωπο απέναντι στους ελληνοτουρκικούς ανταγωνισμούς.
Από το μέτωπο του Έβρου, το έπος όπως το διαφημίζει, που άγνωστο ακόμα πόσους νεκρούς από τα ελληνικά πυρά άφησε πίσω του, και τον φράκτη που κάθε τόσο τρέχει όλη η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία να φωτογραφηθεί δίπλα του κερδίζοντας ένα ενθύμιο ενός απάνθρωπου έργου. Από τις γελοιότητες των αμφιλεγόμενων νησίδων στον Έβρο που άγνωστο πόσους νεκρούς έχουν αφημένους πάνω τους από την αδιαφορία της ελληνικής αστυνομίας.
Και φυσικά το μεγαλύτερο έγκλημα όλων, τις βίαιες επαναπροωθήσεις, κατά μήκος όλων των θαλάσσιων συνόρων, όπου πιθανά δεκάδες χιλιάδες έχουν πνιγεί με την άμεση ή έμμεση επέμβαση του Λιμενικού.
Δίπλα από μία κούρσα εξοπλισμών καθώς στην προηγούμενη τετραετία δρομολογήθηκαν πολεμικές αγορές πολλών δισεκατομμυρίων, και ήδη συζητιούνται στα γραφεία των στρατοκρατών (ο σημερινός ΑΓΕΕΘΑ είναι εξαιρετικά φιλόδοξος για τις εξελίξεις) νέες αγορές, μετατρέπουν την συγκεκριμένη κυβέρνηση πέραν της ακροδεξιάς φιλελεύθερης πολιτικής της και στην πλέον πολεμοκάπηλη των τελευταίων δεκαετιών.
Αν όμως όλα τα παραπάνω αποτελούν το περιβάλλον όπου αναπτύσσονται τα σχέδια της κυβέρνησης και της αστικής τάξης για την εξωτερική πολιτική της και τη δημιουργία κλίματος φόβου και υποχώρησης, θα ήταν λάθος αν μέναμε μόνο σε αυτή τη γενική εικόνα.
Στο μικροσκόπιο της ανάλυσης πρέπει να βάλουμε όλους αυτούς του μικρούς και μεγάλους παράγοντες που οδήγησαν τον Μητσοτάκη να δράσει έτσι.
Το πιο προφανές είναι η ανάγκη της ΝΔ να μειώσει τις εκλογικές διαρροές της προς το νέο αστερισμό των ακροδεξιών κομμάτων που μπαίνουν στη νέα βουλή. Η ΝΔ όχι μόνο αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως τον φορέα της ελληνικής ακροδεξιάς, αλλά φροντίζει να το καλλιεργεί συνεχώς και να το επιδεικνύει στα γνώριμα ακροατήριά της. Χωρίς τις κραυγές ενός Βελόπουλου, ή τον οχετό ενός Σπαρτιάτη, αλλά με την ισχύ της κρατικής πολιτικής.
Δεν θα ξεχάσουμε όμως ότι δίπλα στο σκάνδαλο των υποκλοπών, που εν πολλοίς από όσα επιμελώς διέρρευσαν, τα περισσότερα αφορούσαν μάλλον τα εσωτερικά της ΝΔ και το οικογενειακό χόμπι των παρακολουθήσεων, κάποιες πλευρές ήταν κάπως πιο ενδιαφέροντες. Όπως η δήλωση του βουλευτή, πρώην αντιπροέδρου της Βουλής και πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Χαράλαμπου Αθανασίου, που δήλωσε σε συνέντευξή του «ας υποθέσουμε ότι ένας βουλευτής έχει θρησκευτικό προσανατολισμό εντελώς διαφορετικό από τους ορθόδοξους. Ας πούμε ένας μουσουλμάνος βουλευτής της Βορείου Ελλάδος -δεν λέμε ότι υπάρχει καμία αιχμή, προς Θεού. Αν υποθέσουμε ότι δίνει κάποια πληροφορία στην γείτονα χώρα, από πού θα μπουν οι μετανάστες κλπ. Γιατί δεν πρέπει να ελεγχθεί; Εδώ προέχει η Εθνική Ασφάλεια»
Πιο ανοικτή ομολογία από έναν καθ’ ύλη αρμόδιο, δύσκολο να υπάρξει. Μία τόσο ανοικτή δήλωση παρακολούθησης Ελλήνων πολιτών και μάλιστα βουλευτών να παρακολουθούνται λόγω θρησκεύματος και μόνο στην υποψία κάποιας αιχμής, είναι απόδειξη του βάθους που μπορεί να φτάσει η κυβέρνηση της ΝΔ κόντρα στα κοινωνικά, ατομικά και πολιτικά δικαιώματα.
Μπορεί οι απαγορεύσεις του παρελθόντος και οι διοικητικές πιέσεις να έχουν πάψει να υπάρχουν εδώ και 30 χρόνια στα μειονοτικά χωριά, παρόλα αυτά μια σειρά από παρεμβάσεις, καθυστερήσεις και αναβολές δημιουργούν τρομερές δυσκολίες στους κατοίκους της Δυτικής Θράκης. Ειδικά στον χώρο της εκπαίδευσης καθώς εδώ και δεκαετίες υπάρχει μια συνειδητή κρατική πολιτική εκπαιδευτικής απομείωσης του τουρκικού πληθυσμού, ολοένα και λιγότεροι και λιγότερες να φτάνουν στα ελληνικά πανεπιστήμια. Έτσι η συντριπτική πλειοψηφία οδηγείται σε χαμηλής ειδίκευσης εργασίες με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον και το βιοτικό επίπεδό τους, ενώ όσοι μπορούν να καταφεύγουν σε Τουρκικά πανεπιστήμια.
Το διαίρει και βασίλευε, πάγια τακτική της αστικής τάξης, για μια ακόμα φορά στην πλήρη ανάπτυξή του στη Δυτική Θράκη, προκειμένου να κρατήσει χωρισμένους τους Έλληνες και Τούρκους εργάτες και αγρότες.
Δεν πρέπει ως αριστερά της ανατροπής να υποτάσσουμε τον λόγο και τη δράση μας σε καμία περίπτωση όταν υπερασπιζόμαστε μειονότητες. Δεν μπορεί να υπάρχει πάλη για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας όταν αυτή δεν ξεκινά από τους πιο καταπιεσμένους. Η κυρίαρχη πάλη ενάντια στην αστική τάξη είναι για τον διαχωρισμό εργατών ανάλογα την εθνότητα, το θρήσκευμα, το χρώμα.
Για την τουρκική μειονότητα της Δυτικής Θράκης μπορείτε να βρείτε ένα εξαίρετο άρθρο στο τεύχος 36 της Αντιφασιστικής Φρουράς με τίτλο «Προσοχή! Τούρκοι στην Ελλάδα!» γραμμένο από δύο εξαιρετικούς συντρόφους, τους Ιμπράμ Ονσούνογλου και Μουσταφά Τσολάκ Αλή. Το άρθρο γράφτηκε στα πλαίσια του ειδικού αφιερώματος «200 Χρόνια Ελληνικού Κράτους, Η Μαύρη Βίβλος Ελληνικού Καπιταλισμού».
Α.Ω.