Η αποχώρηση των ΗΠΑ
Η σταδιακή αποχώρηση των αμερικάνικων στρατιωτικών δυνάμεων από τη Συρία δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία. Αποτελεί συνέχεια μιας σταδιακής απόσυρσης των φυσικών δυνάμεών της από την παγκόσμια περιφέρεια. Μετά το Αφγανιστάν ήρθε η σειρά της Συρίας ενώ ακολουθεί και το Ιράκ. Ο χώρος της Μέσης Ανατολής γίνεται όλο και πιο αφιλόξενος για τις δυτικές δυνάμεις, αλλά το κύριο πρόβλημα είναι πως γίνεται πολύ κοστοβόρος.
Πριν εστιάσουμε στις εξελίξεις στη Συρία, πρέπει να εξηγηθεί η «στροφή» της αμερικάνικης πολιτικής. Ο Τραμπ, προφανώς, δεν είναι κανένας πασιφιστής πολιτικός ηγέτης που είναι ενάντια στον πόλεμο και στις επεμβάσεις. Το ακριβώς αντίθετο! Αποτελεί την πιο επιθετική πολιτική πτέρυγα του αμερικάνικου κεφαλαίου. Η οργάνωση των πραξικοπημάτων σε Βενεζουέλα – Βολιβία και η υποστήριξη της δεξιάς αντεπανάστασης στη Λατινική Αμερική είναι δείγμα, μόνο, των επιδιώξεών του για τη θέση των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκακιέρα.
Η αδυναμία των αμερικάνων να εγκαθιδρύσουν μια πειθήνια σε αυτούς κρατική μηχανή στη Συρία και η απόσυρσή τους (έστω και ως τακτική) , προφανώς και αποτελεί μια σημαντική θετική εξέλιξη. Η PAX AMERICANA δεν υπάρχει ούτε ως ονείρωξη του πιο πιστού αμερικανόφιλου και αυτό δίνει νέα περιθώρια για το εργατικό κίνημα. Όμως αυτή η εξέλιξη δεν αποτελεί ένα σύγχρονο «Βιετνάμ». Στη Μέση Ανατολή δεν υπάρχει κανένα στρατόπεδο που να προσομοιάζει έστω και μακρινά με κάτι σαν «κομμουνισμό», όπως διεκδικούσαν οι Βιετκόνγκ με τη συνεργασία τους με το σοσιαλιστικό στρατόπεδο της Ρωσίας και της Κίνας.
Η παρατεταμένη μηδενική ανάπτυξη και ο νέος κύκλος ύφεσης που αναμένουν οι αστοί οικονομολόγοι σε ολόκληρο τον πλανήτη, είναι ο λόγος αναδίπλωσης της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής. Μπροστά σε μια πιθανή κρίση οι αντοχές της κάθε οικονομίας θα δοκιμαστούν πολύ σκληρά. Ήδη οι ΗΠΑ με τη Lehman Bros και η ΕΕ με τις PIGS έχουν εξουθενωθεί σημαντικά. Η κλιμάκωση του παγκόσμιου οικονομικού πολέμου έχει σα σκοπό να μεταφέρει τις «αδυναμίες» στην αντίπαλη αστική τάξη. Είτε μέσα από το πετρέλαιο, είτε μέσα από δασμούς, είτε μέσα από δυσμενείς αξιολογήσεις Οικονομικών Οίκων, επιχειρείται η εξασθένιση κάθε εν δυνάμει ανταγωνιστή που φιλοδοξεί να αναμετρηθεί με τον κυρίαρχο αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Το κόστος διατήρησης στρατιωτικών δυνάμεων σε πολλές χώρες γίνεται δυσβάσταχτο για την αμερικάνικη οικονομία χωρίς να μπορεί να φέρει εντυπωσιακές αλλαγές. Η παρατεταμένη κρίση δεν αφήνει περιθώρια «σχεδίων Μάρσαλ» που να οδηγήσουν τις τοπικές αστικές τάξεις σε ανάπτυξη. Αντίθετα, η εργαλειακή χρήση τους ως proxy στρατός των δυτικών δυνάμεων τους αφήνει με γκρίνιες και δυσαρέσκειες. Ακόμα και στο Ιράκ όπου ξηλώσανε κάθε ίχνος δομής του παλαιού καθεστώτος και εγκαθιδρύσανε την κάθε πειθήνια μαριονέτα τους, η τοπική αστική τάξη βλέπει πως δεν συμμετέχει στο φαγοπότι του 21ου αιώνα και αρχίζει να διαμαρτύρεται. Η ιστορία των Ταλιμπάν και της Αλ Κάιντα ξεδιπλώνεται για άλλη μια φορά. Οι πιστοί συνεργάτες του Δυτικού Ιμπεριαλισμού αναζητούν τη δική τους θέση στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη.
Κρίση – ανταγωνισμοί και ευκαιρίες για τοπικούς χωροφύλακες
Η παραμονή του Άσαντ στην εξουσία και οι ρώσικες βάσεις στη Μεσόγειο δεν είναι το μοναδικό αποτέλεσμα. Η Μέση Ανατολή είναι ήδη αποσταθεροποιημένη και η κάθε κίνηση λειτουργεί σαν ντόμινο σε όλη την περιοχή. Ο ISIS αισθάνεται πως βρήκε μια χαραμάδα επιβίωσης, το Ιράν πως αποτράπηκε μια παραπέρα περικύκλωση του, αλλά πλέον η Τουρκία αναζητεί αναβαθμισμένη θέση στις εξελίξεις.
Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας έχει κλείσει μετά το ξέσπασμα της κρίσης του 2009. Μέχρι τότε οι κοινοί σχεδιασμοί με Ελλάδα και ελληνοκύπριους ήταν το κεντρικό μοτίβο. Πλέον η Ευρώπη – φρούριο δεν είναι μόνο για τους πρόσφυγες και μετανάστες αλλά και για κάθε περιφερειακή οικονομία. Το έμαθαν εξάλλου πρόσφατα και η Αλβανία με τη Μακεδονία. Οι γαλλογερμανικές τράπεζες μετά τα απανωτά σχέδια στήριξης των PIGS δεν έχουν καμία απολύτως όρεξη να δοκιμάσουν τις αντοχές τους με την τουρκική οικονομία. Για την τουρκική αστική τάξη η «εθνική ανάπτυξη» είναι στρατηγικός μονόδρομος. Σε αυτό το δρόμο θα έρθει σε σύγκρουση με παραδοσιακούς συμμάχους και θα πρέπει να επιβιώσει κόντρα στις δυσμενείς κρίσεις των Οικονομικών Οίκων που «πυροβολούν» το τουρκικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η νίκη του Ερντογάν απέναντι στο αμερικανοκίνητο πραξικόπημα και το πάγωμα των ταξικών δυνάμεων στην Τουρκία έδωσαν πνοή στο αστικό καθεστώς. Η αγορά των ρωσικών πυραύλων και η κόντρα ενάντια στον Αμερικανικό-Ισραηλινό-Ελληνοκυπριακό άξονα των ΑΟΖ της Μεσογείου έδωσαν πιστοποιητικά «εθνικού ηγέτη» στον Ερντογάν. Η σταδιακή εκκαθάριση του εσωτερικού μετώπου που είχε προκύψει μετά την Ταξίμ και το Γκιουλενικό πραξικόπημα, επέτρεψε στην τουρκική αστική τάξη να παρέμβει με δυναμικό τρόπο στη Συρία. Μετά το Αφρίν, σειρά είχε πρόσφατα η εκκαθάριση των τουρκοσυριακών συνόρων.
«Αντιτουρκισμός»: η παγίδα που κινδυνεύει να πέσει το ταξικό κίνημα στην Ελλάδα
Σε αυτές τις εξελίξεις παρακολουθούμε μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη στη γεωγραφία των ταξικών δυνάμεων στην Ελλάδα. Ξαφνικά υποστηρικτές των Κούρδων και της Ροζάβα βρίσκονται στο ίδιο μετερίζι με τους «αντιιμπεριαλιστές» υποστηρικτές του Άσαντ και της Ρωσίας. Ξαφνικά και για τις δυο μεριές ο «ιμπεριαλιστής» είναι η Τουρκία και ο Ερντογάν. Όλα τα περίτεχνα εργαλεία πολιτικής ανάλυσης διαλύονται μπροστά στην ευκολία εναντίωσης στον «τούρκο εχθρό». Ξαφνικά οι αντιιμπεριαλιστικές διαδηλώσεις για τη Συρία γίνονται βασικό θέμα για τα κανάλια και προβάλλονται εικόνες με εθνικές σημαίες που κατηγορούν το «φασίστα Ερντογάν». Είναι τόσο μεγάλη η εθνικιστική πίεση στο ελληνικό κίνημα όπου εξαφάνισε τους υποστηρικτές των «white helmets». Οι αντικαθεστωτικοί Σύριοι που εγκαταλείφθηκαν από τις Νατοϊκές δυνάμεις έτρεξαν να ενταχθούν ως σύμμαχοι του τουρκικού στρατού. Για κάποια κομμάτια της αριστεράς είναι ανεκτό να συνεργάζεσαι με την Αμερική αλλά όχι με την Τουρκία!
Σαν Οργάνωση στη μικρή μας πορεία εδώ και πέντε χρόνια έχουμε αντιταχθεί στην υποταγή των ταξικών συμφερόντων στην διαταξική γεωπολιτική στρατηγική. Σε κείμενό μας για τον πόλεμο τον Ιανουάριο του 2016 αναφέραμε πως «…οι οικονομικές αλληλεξαρτήσεις, η ιδεολογική ηγεμονία και οι δαιδαλώδεις γραφειοκρατικοί μηχανισμοί είναι μια πραγματικότητα. Μια στεγνή καταγραφή τους μπορεί να γεννήσει δυο και μόνο πολιτικές τοποθετήσεις. Η μία να περιμένει με θρησκευτική ευλάβεια κάποια μαζική κατάρρευση αυτού του συστήματος και η δεύτερη να εγκαταλείψει οποιαδήποτε ανεξάρτητη ταξική τοποθέτηση στο άμεσο μέλλον και να προσδεθεί σε κάποιο αστικό στρατόπεδο.» και παρακάτω «Δεν μπορούμε να βάζουμε την τακτική διακρατικών συμμαχιών χωρίς τη δημιουργία ενός υπαρκτού υποκειμένου.».
Η αλλαγή των συμμαχιών και οι εντάσεις των λυκοφιλιών των τοπικών αστικών τάξεων δεν πρέπει να μας μπερδεύουν. Στη Μέση Ανατολή και στη Συρία εκτυλίσσεται ένα μέρος της παγκόσμιας αποσταθεροποίησης και σε αυτό δεν επιλέγουμε συμμάχους, αλλά πάλη για να παραμένει ανοικτή αυτή η αστάθεια. Η αντι-Ερντογάν στρατηγική συγκαλύπτει τους μεγάλους παίχτες του ιμπεριαλισμού αλλά, κυρίως, ενισχύει ένα κεντρικό ιμπεριαλιστικό άξονα παρέμβασης: αυτό του ελληνικού κεφαλαίου, όπου μαζί με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ καιροφυλακτούν να σπεκουλάρουν πάνω στις ευκαιρίες διείσδυσής τους στην περιοχή.
Και πλέον δεν μπορούμε να πούμε πως υπάρχει κάποιο επαναστατικό κίνημα στο Κουρδιστάν να περιμένουμε κάτι από αυτό.
Η Ροζάβα και το PKK δεν μας προέκυψαν καν Ζαπατίστας
Δυστυχώς το κίνημα στη Ροζάβα δεν απέφυγε τις ιστορικές παθογένειες του Κουρδικού κινήματος.
Το κίνημα στο Συριακό Κουρδιστάν για να μπορούσε να παίξει ρόλο στη συγκρότηση μιας αντικαπιταλιστικής διαδικασίας, έπρεπε να υπερβεί παθογένειες και εθνικιστικές στρατηγικές που το είχαν οδηγήσει παλαιότερα στις αγκάλες των υπουργείων εξωτερικών της Ελλάδας και των ΗΠΑ. Η αυτοδιαχείριση και οι φεμινιστικές ευαισθησίες θα έπρεπε να είναι «λίπασμα» για μια άλλη στρατηγική τοποθέτηση. Όπως γράφαμε το 2016 το «κέντρο» των πολιτικών δυνάμεων δεν έπρεπε να είναι «ένα άλλο κράτος», αλλά σε συνεργασία με τα ταξικά κινήματα της περιοχής να παίξουν έναν αποσταθεροποιητικό ρόλο στην ιμπεριαλιστική σκακιέρα.
Μετά το Αφρίν είναι φανερό πως το PKK έχει οδηγηθεί σε ένα γεωπολιτικό «ρεαλισμό». Η συνεργασία με τις ΗΠΑ δεν είναι «στρατιωτική» για τον ISIS, αλλά στρατηγική ένταξη. Ακόμη και σήμερα οι ηγέτες των Κούρδων αναμένουν και αναζητούν μια «σωτήρια» παρέμβαση του Αμερικάνικου στρατού. Έχοντας εγκαταλείψει τις αραβικές συμμαχίες, έχοντας εγκαταλείψει μια αντικαπιταλιστική συμμαχία με την τουρκική εργατική τάξη, η πολιτική ηγεσία των Κούρδων οδηγείται σε ένα φορσέ συμβιβασμό άνευ όρων. Η στρατηγική ΤΙΝΑ αν είναι επώδυνη και καταδικαστέα στην ελληνική πραγματικότητα, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή σε μια άλλη περιοχή του πλανήτη.
Στο Μεξικό οι Ζαπατίστας βασιζόμενοι στους αυτόχθονες ιθαγενείς, δοκίμασαν να προβάλλουν μια στρατηγική για όλο τον πλανήτη. Δεν αυτοονομάστηκαν με εθνικό πρόσημο αλλά «χρησιμοποίησαν» το όνομα του λαϊκού επαναστάτη Ζαπάτα για να αναδείξουν τα πολιτικά οράματα. Ακόμα και σήμερα που δεν έχουν τη δυναμική του παρελθόντος, δεν έχουν οδηγηθεί σε εξευτελιστικούς συμβιβασμούς προς χάριν της «εθνικής αυτοδιάθεσης» και της «αυτοδιαχείρισης». Δυστυχώς το κίνημα στο Κουρδιστάν δεν μπόρεσε να συντάξει ένα πανανθρώπινο πολιτικό όραμα και δεν μπόρεσε να ενταχθεί στις γραμμές που διαπερνούν τα ταξικά κινήματα που αναφερόμαστε.