Συνέντευξη με τον Δημήτρη Αντωνίου Νικητής στη μάχη με πρυτανεία και κυβέρνηση
O Δημήτρης Αντωνίου είναι συνδικαλιστής συμβασιούχος διοικητικός υπάλληλος του ΕΚΠΑ που διώχθηκε επειδή υλοποιώντας απόφαση του σωματείου του έκλεισε τον σέρβερ του πανεπιστημίου Αθήνας κατά την διάρκεια των φοιτητικών κινητοποιήσεων. Πρόσφατα μόνο, η σύμβαση εργασίας του ανανεώθηκε για 20η χρονιά!
Όταν πήρατε την απόφαση να υλοποιήσετε την απόφαση του Συλλόγου για συμβολική (1 ώρας) κινητοποίηση ενάντια στις διαδικτυακές εξετάσεις, περιμένατε τέτοια αντίδραση από την Πρυτανεία και την κυβέρνηση;
Η αλήθεια είναι πως όχι. Υπήρχαν πολλές δυσκολίες πριν την κινητοποίηση και δεν ήμασταν καθόλου σίγουρες και σίγουροι για τη συμμετοχή του κόσμου, θεωρούσαμε πως μάλλον δεν θα πάει καλά και ακόμα και αν τελικά πετυχαίναμε κάτι για λίγη ώρα συμβολικά, το πανεπιστήμιο και το κράτος δεν θα έδιναν σημασία, με σκοπό την υποβάθμισή της. Θεωρήσαμε όμως ότι έπρεπε να γίνει ακόμα και αν τελικά ήταν εσωτερικής κατανάλωσης, κι ας έμενε μόνο ως μια έμπρακτη δήλωση αλληλεγγύης στον αγώνα του φοιτητικού κινήματος. Ήταν και αυτό σημαντικό.
Η πραγματικότητα έδειξε ότι ακόμα και αυτή η ελάχιστη έμπρακτη κίνηση ενόχλησε και εξόργισε πάρα πολύ το κράτος. Ξεκίνησε μια ακραία επίθεση με κάθε μέσο εναντίον μας, αξιοποιώντας τόσο το δίκτυο των ΜΜΕ που έχει στήσει όλα αυτά τα χρόνια, όσο και το νομικό οπλοστάσιο που πατάει σε μια διαλυμένη εργατική νομοθεσία και στις επισφαλείς και ελαστικές σχέσεις εργασίας.
Δύο συμπεράσματα βγαίνουν από αυτό. Το πρώτο είναι το διαχρονικό σύνθημα «ο μόνος χαμένος αγώνας είναι αυτός που δεν δόθηκε». Ακόμα και αν οι εκτιμήσεις λένε πως μια κίνηση δε θα έχει κάποιο σοβαρό αποτέλεσμα, μερικές φορές αξίζει να το προσπαθήσεις. Μπορεί να δημιουργήσεις από το ελάχιστο ένα σημαντικό πολιτικό και κινηματικό γεγονός που θα δώσει μια άλλη οπτική και μια άλλη κατεύθυνση σε έναν αγώνα έστω και για λίγο.
Το δεύτερο είναι πως το κράτος έχει στενεύσει τόσο πολύ τα περιθώρια στα οποία μας επιτρέπει να κινηθούμε, που ακόμα και μικρές συμβολικές κινήσεις μπορεί να αποτελέσουν στόχο ακραίας και δυσανάλογης καταστολής. Πολλές φορές αρκεί μια δημόσια δήλωση ή ένα κείμενο για να οδηγηθείς μπροστά στα πειθαρχικά όργανα, το δικαστήριο ή ακόμα και στην απόλυση. Ξεχνάνε όμως πως η μηδενική ανοχή, μπορεί να οδηγήσει σε δυναμικές αντιδράσεις.
Μετά την εκδικητική αναστολή εργασίας και τη μη ανανέωση της σύμβασης εργασίας σου, τελικά επαναπροσλήφθηκες. Παρ’ όλο που για εικοστό χρόνο δεν μονιμοποιήθηκες, είναι μια σημαντική νίκη. Δημιουργήθηκε μια μεγάλη συμπαράσταση στην δίωξή σου. Πώς εσύ ο ίδιος και το σωματείο σου ενταχθήκατε σε αυτό, και ποια συμπεράσματα έβγαλες;
Η απάντηση σε κάθε μορφή καταστολής είναι η αλληλεγγύη. Μόνες και μόνοι μας δεν καταφέρνουμε τίποτα. Μαζί μπορούμε να καταφέρουμε πολλά. Η επαναπρόσληψη είναι αποτέλεσμα ακριβώς αυτής της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης στον δρόμο, αλλά και με ψηφίσματα. Δεν νιώσαμε ποτέ πως δεν έχουμε στήριξη, το αντίθετο, από την πρώτη στιγμή πολύς κόσμος βρέθηκε δίπλα μας και έβαλε πλάτη.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να διεκδικούμε αυτά που θέλουμε.
Πώς είδες τους φοιτητικούς αγώνες από την «πρώτη εποχή» για την πανεπιστημιακή αστυνομία έως τώρα για τα ιδιωτικά, την συμπόρευση με αυτούς των εργαζομένων στις σχολές (καθηγητικό, διοικητικό, τεχνικό και καθαρισμό) είτε μέσω των συλλογικών οργάνων τους είτε ατομικά;
Ξέρουμε πως εδώ και πολλά χρόνια το κίνημα έχει καμφθεί. Δεν έχει τη δυναμική που είχε την εποχή των πρώτων μνημονίων και πιο πριν, η κοινωνία αυτή την περίοδο αναμετριέται με μια βαθιά κατάθλιψη, μια εσωστρέφεια και προφανώς με τους κοινωνικούς αυτοματισμούς της. Αυτό δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστα τα αμφιθέατρα των Πανεπιστημίων.
Παρ’ όλα αυτά το φοιτητικό κίνημα πάντα έχει μια δυναμική που του επιτρέπει, ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες, να παίρνει μπρος πολύ γρήγορα και να βγαίνει στον δρόμο για να διεκδικήσει. Έτσι βρήκε τη δύναμη να αντισταθεί στην Πανεπιστημιακή Αστυνομία και να πάρει μια νίκη, αλλά και να καταφέρει να οργανώσει έναν αγώνα πολλών εβδομάδων ενάντια στην εμπορευματοποίηση της παιδείας και να φέρει την κοινωνία αναγκαστικά σε μια θέση να το σκεφτεί και να το συζητήσει. Δεν ήταν όλα ρόδινα, προβλήματα υπήρχαν. Η συμπόρευση με τα ευρύτερα κομμάτια της Πανεπιστημιακής κοινότητας (διδακτικό, ερευνητικό, εργαστηριακό και διοικητικό προσωπικό) άργησε πάρα πολύ να έρθει και όταν ήρθε έγινε με μικρή συμμετοχή από την δική μας πλευρά.
Το γεγονός όμως ότι η συμπόρευση αυτή έγινε, έχει τεράστια σημασία γιατί έδειξε προς το κράτος ότι κάποιες δυναμικές, που αυτό μπορεί να τις θεωρούσε τελειωμένες, υπάρχουν ακόμα και περιμένουν μια αφορμή να εκφραστούν. Και κυρίως έδειξε στο κράτος ότι θα βρίσκει αντίσταση σε πρακτικές και πολιτικές που βάλλονται τόσο ξεκάθαρα εναντίον μας.
Η κυβέρνηση της ΝΔ ήδη από την προηγούμενη τετραετία, έχει οργανώσει ένα σύστημα νόμων για τη δίωξη της απεργίας, της συγκέντρωσης και της διαδήλωσης, την καταγραφή και έλεγχο των σωματείων μέσω της υποχρεωτικής καταγραφής τους, κλπ. Πως βλέπεις την αντιμετώπισή τους από σωματεία, και ομοσπονδίες, οργανώσεις και συλλογικότητες;
Η κυβέρνηση της ΝΔ δεν κάνει τίποτα παραπάνω από το να συνεχίζει αυτό που ήδη έχει ξεκινήσει εδώ και δεκαετίες. Το κράτος έχει συνέχεια και όποτε βρίσκει ευκαιρία βάζει νέα όρια και νέα εμπόδια στο κίνημα. Είτε γιατί η έκφραση του είναι μια κυβέρνηση σκληρής και νεοφιλελεύθερης δεξιάς όπως η τωρινή είτε γιατί είμαστε σε ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης και «αναγκάζεται» μια δήθεν αριστερή κυβέρνηση να επιβάλει μέτρα.
Σίγουρα η κυβέρνηση της ΝΔ έχει αναβαθμίσει την καταστολή. Καταστολή όμως δεν είναι μόνο το ξύλο και οι άμεσες διώξεις, αλλά και η πιο σιωπηλή, υπόγεια καταστολή που προκύπτει από τις επισφαλείς σχέσεις εργασίας, τους αντεργατικούς νόμους, την τρομοκρατία που φέρνει η αυστηροποίηση του ποινικού συστήματος, αλλά και την ίδια την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής μέσω της ακρίβειας, της διάλυσης των κοινωνικών υπηρεσιών, της παιδείας, της υγείας κτλ. Αυτά έχουν ξεκινήσει χρόνια πριν.
Βρισκόμαστε τώρα σε μια περίοδο που το κράτος νιώθει ότι μπορεί να κάνει το πλαίσιο πιο αυστηρό και την επιβολή πιο άμεση. Εμείς πρέπει να κινηθούμε με γνώμονα τις αρχές μας και τα εργαλεία που ξέρουμε ότι έχουν δουλέψει στο παρελθόν και τα έχουμε αφήσει λίγο στην άκρη, γιατί περάσαμε από μια μεγάλη περίοδο στην μεταπολίτευση που δεν ήταν τόσο απαραίτητα. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό, άλλωστε και το κράτος δεν καινοτομεί ιδιαίτερα στην καταστολή, απλά αναβαθμίζει. Ο δρόμος είναι ανοιχτός, ας τον διεκδικήσουμε και πάλι με συντροφικότητα και αλληλεγγύη.