Το κείμενο που ακολουθεί είναι συρραφή εκτεταμένων αποσπασμάτων από το ομότιτλο άρθρο του Σταύρου Κωτσόπουλου (Σταύρο Κότσεφ), όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Νέος Κόσμος», Δεκέμβρης 1961 (τεύχος 12/1961), σ. 63-71. Ο ίδιος, συμμετείχε ενεργά στις μάχες του αντιστασιακού κινήματος μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ-ΚΚΕ, όντας στην επιτροπή του Σλαβομακεδονικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΣΝΟΦ) και γραμματέας του ΕΑΜ Φλώρινας. Αργότερα, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, είχε πρωταγωνιστική πολιτική δράση προσκείμενος στο ΚΚΕ, σε μια προσπάθεια να βρεθεί βιώσιμη λύση στο «μακεδονικό». Για λόγους σεβασμού, έχει διατηρηθεί η ορθογραφία και το συντακτικό του πρωτότυπου κειμένου. Μέρος της τραγικότητας της περιόδου της Αντίστασης και του Εμφυλίου που ακολούθησε, είναι και το γεγονός ότι αρκετά από τα λόγια του Κωτσόπουλου μοιάζουν να είναι γραμμένα στο τώρα.
Στον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα ενάντια στους ξένους φασίστες εισβολείς, μεγάλη ήταν η συμμετοχή του σλαβομακεδονικού πληθυσμού. Τον Οχτώβρη του 1940, όταν επεκτάθηκε ενάντια στην Ελλάδα ή φασιστική Ιταλία, οι σλαβομακεδόνες πήραν δραστήριο μέρος στον πόλεμο κατά των ιταλών επιδρομέων. Παρά την άγρια εθνική καταπίεσή τους, τις διώξεις και την κακομεταχείρισή τους από το επίσημο ελληνικό κράτος, και ιδιαίτερα τη φασιστική κυβέρνηση του Μεταξά, που του απαγόρεψε ακόμα και να μιλάνε τη μητρική τους γλώσσα, στις κρίσιμε εκείνες στιγμές στάθηκαν πάλι στον αδελφό ελληνικό λαό και αγωνίστηκαν μαζί του για την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Ελλάδας. Για μια Ελλάδα πραγματικά ελεύθερη, όπου θα δημιουργούνταν οι προϋποθέσεις να ζήσουν και αυτοί στον τόπο τους, απολαμβάνοντας ισότιμα, με τους άλλους έλληνες, τα αγαθά της λευτεριάς. Στον εθνικοαπελευθερωτικό αυτό πόλεμο, στο μέτωπο και τα μετόπισθεν, οι σλαβομακεδόνες προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες και θυσίες.
Τα συντάγματα πεζικού 27ο της Κοζάνης, 28ο, 33ο, 90ό της Φλώρινας, 32ο της Καστοριάς και άλλα τμήματα του πυροβολικού και του ιππικού, όπου υπηρετούσαν πολλοί σλαβομακεδόνες μαχητές, βρέθηκαν από την πρώτη στιγμή του πολέμου στην πρώτη γραμμή του μετώπου Γράμμου-Πρέσπας και συμβάλανε στην απόκρουση της ιταλικής φασιστικής επιδρομής στον τομέα αυτόν. Οι ίδιες μονάδες βρέθηκαν στο πρώτο κλιμάκιο του ελληνικού στρατού, που πέρασε σε γενική αντεπίθεση, υποχρέωσε τον εχθρό να υποχωρήσει και τον κυνήγησε στο εσωτερικό της Αλβανίας. Στο Ιβάν, το Πόγραδετς, την Κλεισούρα, τη Μοράβα, το Τόμορε και άλλους τομείς του μετώπου, οι σλαβομακεδόνες μαχητές των παραπάνω μονάδων, όπως και αυτοί που υπηρετούσαν στα συντάγματα 30ό της Έδεσσας, 16ο της Βέρροιας, 65ο των Γιαννιτσών και σε άλλα τμήματα, μαζί με τους έλληνες συμπολεμιστές τους, παρά τις σκληρές συνθήκες εκείνου του χειμώνα, το λειψό εφοδιασμό, την ανεπάρκεια σε τρόφιμα και πυρομαχικά, εξαιτίας της προδοσίας της βασιλομεταξικής κλίκας, πολεμούσαν ασταμάτητα, με απαράμιλλη ανδρεία και αυτοθυσία και γράψαν λαμπρές σελίδες στην ιστορία του πατριωτικού πολέμου της Ελλάδας. Πολλοί σλαβομακεδόνες χύσαν το αίμα τους στο ίδιο χαράκωμα με του έλληνες συμπολεμιστές τους. Ακόμη και επίσημοι εκπρόσωποι του ελληνικού μεταβαρκιζιανού κράτους αναγνωρίζουν τους ηρωισμούς των σλαβομακεδόνων στον πατριωτικό πόλεμο ενάντια στη φασιστική Ιταλία. Ο ναύαρχος Ι.Π. Παπακυριακόπουλος, Βασιλικός Επίτροπος του ειδικού στρατοδικείου εγκληματιών πολέμου, στην αγόρευσή του στη δίκη των εγκληματιών Ραβάλι-Κάλτσεφ, που έγινε στις 6-9 Μάη του 1946 στην Αθήνα, είπε: «… οι σλαβόφωνοι επολέμησαν ηρωικώς είς το αλβανικόν μέτωπον εναντίον του άξονος».
Μα και στα μετόπισθεν ο σλαβομακεδονικός, όπως και ο ελληνικός, πληθυσμός της Δυτικής Μακεδονίας, βρισκόταν επί ποδός πολέμου. Ενήλικοι άνδρες, γέροι και γυναίκες ακόμα, δούλευαν νύχτα-μέρα στο καθάρισμα των δρόμων, απ’ το χιόνι, στο άνοιγμα νέων δρόμων, στη μεταφορά τροφίμων και πυρομαχικών. Οι κοπέλες και οι γυναίκες πλέκαν μάλλινα για το μέτωπο, δίναν ακόμα και από τις προίκες τους. Τα σπίτια, οι αχυρώνες, τα ζώα, τα αμάξια, οι ζωοτροφές, τα καυσόξυλα, όλα ήσαν στη διάθεση του αγώνα. Δεν υπήρχε κατοικημένοι σημείο στη Δ. Μακεδονία όπου να μην στάθμευε ένα στρατιωτικό αναρρωτήριο, εφοδιασμός, μοίρα αυτοκινήτων, μάχιμα τμήματα. Οι αθηναίοι πατριώτες που υπηρέτησαν στο 1ο και το 20ό σύνταγμα δεν μπορούν να ξεχάσουν τη θερμή φιλοξενία, τη στοργική φροντίδα, με την οποία περιέβαλε ο σλαβομακεδονικός πληθυσμός της Φλώρινας, του Αμυνταίου, του Ξυνού Νερού, της Βεύης, των Λόφων, της Λεπτοκαριάς, του Περάσματος και ων άλλων χωριών, όπου παρέμειναν τα συντάγματά τους πάνω από σαράντα μέρες. Παρόμοια αγάπη και φροντίδα προς τους έλληνες στρατιώτες έδειξαν κι όλα τα άλλα σλαβομακεδονικά χωριά, από όπου συνεχώς περνούσαν ή στάθμευαν στρατιωτικά τμήματα: το Αντάρτικο και τα χωριά της Πρέσπας, το Βατοχώρι, η Κρυσταλλοπηγή, το Μοσχοχώρι, η Ιεροπηγή, το Νεστόρι και όλα τα χωριά της Καστοριάς.
Και ενώ η συμμετοχή των σλαβομακεδόνων στον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο της Ελλάδας ενάντια στη φασιστική Ιταλία ήταν παλλαϊκή, η φασιστική δικτατορία του Μεταξά όχι μονάχα δε σταμάτησε τις διώξεις ενάντιά τους, αλλά και τις δυνάμωσε Αμέσως μόλις κηρύχθηκε ο πόλεμος, εκατοντάδες σλαβομακεδόνες πατριώτες από τις περιοχές της Φλώρινας, Καστοριάς, Κοζάνης, Έδεσσας, στάλθηκαν εξορία στα νησιά. Και πολλοί από αυτούς είχαν και ένα και δύο παιδιά στο μέτωπο, άλλοι αδέλφια ή στενούς συγγενείς… Μα και στο μέτωπο συνέβηκαν παρόμοιες περιπτώσεις. Τα μέτρα αυτά βρίσκονταν μέσα στα πλαίσια της βασιλομεταξικής δικτατορίας. Σε αυτή την κατάσταση διωγμού και διχασμού βρέθηκαν οι σλαβομακεδόνες, όταν, ύστερα από την προδοσία των πεμπτοφαλαγγιτών στρατηγών, εισέβαλαν στην Ελλάδα οι γερμανοί και ιταλοί καταχτητές με τους δορυφόρους τους βούλγαρους φασίστες. Στις δύσκολες εκείνες στιγμές , που απαιτούνταν περισσότερο από κάθε άλλη φορά ενότητα πάλης ολόκληρου του λαού της Ελλάδας μια μικρή μερίδα σλαβομακεδόνων, εξαιτίας της καταπιεστικής πολιτικής που εφάρμοζε ενάντιά τους το επίσημο ελληνικό κράτος, έδειχνε στην αρχή έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στο κίνημα του αντίστασης του ελληνικού λαού. Οι σλαβομακεδόνες αυτοί, κατεχόμενοι από το δικαιολογημένο μίσος ενάντια στην ελληνική αντίδραση, στην αρχή δεν μπόρεσαν να δουν ότι για τις διώξεις ενάντιά τους δεν φταίει ο ελληνικός λαός, που και ο ίδιος υπόφερε και υποφέρει από το καθεστώς της ελληνικής πλουτοκρατικής ολιγαρχίας. Δεν μπόρεσαν να δουν ότι το συμφέρον των σλαβομακεδόνων απαιτεί να συνενώσουν την πάλη τους στον κοινό πατριωτικό αντιφασιστικό αγώνα με τον ελληνικό λαό. Μερικοί παρασύρθηκαν από τα σωβινιστικά συνθήματα των βουλγάρων φασιστών και των οργάνων τους. Υπήρχε κίνδυνος να πάρει μεγαλύτερη έκταση η κίνηση αυτή και ν’ ανάψει ένας αδελφοκτόνος πόλεμος ανάμεσα σε σλαβομακεδόνες και έλληνες. Να πόσο επιζήμια για όλο το λαό, για την εθνικοαπελευθερωτική του πάλη αποδείχτηκε η πολιτική τω διώξεων κατά των σλαβομακεδόνων, που εφάρμοσαν παλιότερα και εφαρμόζουν και σήμερα οι αντιδραστικές κυβερνήσεις της Ελλάδας.
Αυτό όμως δεν κράτησε πολύ. Το ΚΚΕ, που ήταν και ο εμψυχωτής, ο οργανωτής και καθοδηγητής του κινήματος Εθνικής Αντίστασης είδε και επισήμανε έγκαιρα τους κινδύνους που εγκυμονούσε για το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα της Ελλάδας η κατάσταση αυτή και πήρε τα ανάλογα μέτρα για τη διόρθωσή της. Ακόμα και από τον Ιούνη του 1914, η ΠΕ Φλώρινας του ΚΚΕ, με προκήρυξή της, ξεσκέπασε και κατάγγειλε τη σωβινιστική προπαγάνδα του βουλγαρικού φασισμού και κάλεσε το σλαβομακεδονικό και ελληνικό πληθυσμό της Φλώρινας και της Καστοριάς σε κοινό αγώνα ενάντια στους καταχτητές, για την εθνική απελευθέρωση της Ελλάδας. Παρόμοια δουλία ανάπτυξαν και οι οργανώσεις του ΚΚΕ στην Έδεσσα, την Κοζάνη και αλλού. Το ΚΚΕ επανειλημμένα τοποθέτησε το ζήτημα αυτό στα ντοκουμέντα του. Έτσι, στην απόφαση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης (Δεκέμβρης 1942) γράφεται: «…Το κόμμα μας, αγωνιζόμενο για την πλήρη ισοτιμία των εθνικών μειονοτήτων, που ζουν στην Ελλάδα, πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια διαφώτισής τους έναντι του κινδύνου της φασιστικής αξονικής προσπάθειας να τις χρησιμοποιήσει σαν όργανά τους. Οι εθνικές μειονότητες πρέπει να οργανωθούν πάνω στη βάση του αντιαξονικού αγώνα και της κοινής αδελφικής αντιφασιστικής πάλης με τον ελληνικό λαό, για τη νίκη της Σοβιετικής Ένωσης και των συμμάχων της, που αποτελεί εγγύηση της ελεύθερης και αδελφικής συμβίωσης όλων των λαών».
Χάρη στην πολιτική του ΚΚΕ για πλήρη εθνική ισοτιμία στους σλαβομακεδόνες, την ασταμάτητη και γεμάτη αυτοθυσία δουλιά και δράση των μελών και στελεχών του «σλαβομακεδόνων και ελλήνων- χάρη στην εμπιστοσύνη, που τρέφαν οι σλαβομακεδόνες στο ΚΚΕ, το οποίο πάντα τους συμπαραστέκονταν, οι δισταγμοί που υπήρχαν στους λίγους σλαβομακεδόνες διαλύθηκαν γρήγορα. Οι σλαβομακεδόνες δεν τράβηξαν εκεί που τους έσπρωχνε η ελληνική αντίδραση, οι ξένες προπαγάνδες, οι κατοχικές αρχές με τα συχνές προκλήσεις, με την πολιτική του «διαίρει και βασίλευε», που στα χρόνια της κατοχής δυνάμωσε. Οι σλαβομακεδόνες, στη μεγάλη τους πλειοψηφία ακολούθησαν το δρόμο του κοινού αγώνα με τον αδελφό ελληνικό λαό και πρόσφεραν όχι λίγες υπηρεσίες και θυσίες στην πάλη για το διώξιμο των καταχτητών, για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Από τις πρώτες ακόμα μέρες της κατοχής, με την καθοδήγηση του ΚΚΕ και πρωτοπορεία του έλληνες και σλαβομακεδόνες κομμουνιστές, συγκροτούνται στη Δ. Μακεδονία οι πρώτες ομάδες Εθνικής Αντίστασης. Αυτές, εκτός από τη διαφωτιστική δουλιά που κάμουν ανάμεσα στον πληθυσμό, έχουν για σκοπό και τη συγκέντρωση όπλων και άλλου πολεμικού υλικού, για την προετοιμασία του ένοπλου αγώνα ενάντια στον καταχτητή…
Το τρομοκρατικό όργιο που ξαπόλυσαν οι καταχτητές με τη βοήθεια των ντόπιων οργάνων τους, όχι μόνο δεν αποθάρρυνε το λαό της Δ. Μακεδονίας αλλά αντίθετα δυνάμωσε την αγωνιστική του διάθεση και τη μαχητική ενότητα ανάμεσα στον ελληνικό και σλαβομακεδονικό πληθυσμό. Στις αρχές του 1943 η ανάπτυξη του ελασίτικου κινήματος στη Δ. Μακεδονία παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Χιλιάδες έλληνες και σλαβομακεδόνες νέοι απ’ όλες της περιοχές της Δ. Μακεδονίας πλαισιώνουν τις γραμμές του ΕΛΑΣ και αδελφωμένοι πολεμούν τους καταχτητές…
Στον κοινό εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, ο σλαβομακεδόνικος, όπως και ο ελληνικός πληθυσμός της Δ. Μακεδονίας, πρόσφερε πολλές θυσίες σε ανθρώπους και υλικά αγαθά. Χιλιάδες σλαβομακεδόνες και έλληνες αγωνιστές, μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, του ΕΑΜ, και της ΕΠΟΝ, μαχητές του ΕΛΑΣ στις δύσκολες εκείνες στιγμές βρέθηκαν πλάι στον λαό και πολέμησαν στην πρώτη γραμμή του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους καταχτητές… Τα δείγματα φιλίας και αλληλεγγύης των σλαβομακεδόνων προς τον ελληνικό λαό δεν είναι λίγα. Το καλοκαίρι του 1944 εκατοντάδες φορτία τρόφιμα συγκεντρώθηκαν από τις περιοχές της Καστοριάς, του Αμυνταίου, της Φλώρινας, της Πρέσπας και στάλθηκαν στον ορεινό πυροπαθή πληθυσμό της Ηπείρου. Συγκηνιτικές ήταν οι προσφορές των σλαβομακεδόνων το Δεκέμβρη του 1944 για τον ηρωικό λαό της Αθήνας. Εκατοντάδες χιλιάδες οκάδες τρόφιμα και μεγάλα χρηματικά ποσά συγκεντρώθηκαν στη Δ. Μακεδονία για την αγωνιζόμενη Αθήνα…
Όταν τον Οχτώβρη του 1944, χάρη στην προέλαση του Σοβιετικού Στρατού στα Βαλκάνια και τα χτυπήματα του ΕΛΑΣ, απελευθερώθηκε η Ελλάδα από τους καταχτητές, ο ελληνικός λαός, μαζί του και ο σλαβομακεδόνικος, γιόρτασαν πανηγυρικά τη μεγάλη νίκη της λευτεριάς. Οι σλαβομακεδόνες, στηριζόμενοι στις καταχτήσεις που κέρδισαν στην διάρκεια του αγώνα και στις διασυμμαχικές διακηρύξεις για τα δικαιώματα των λαών, περίμεναν τη δικαίωση των αγώνων τους και ετοιμάζονταν μαζί με τον ελληνικό λαό να ριχθούν σε μια ελεύθερη, δημιουργική δουλιά για το χτίσιμο μια καινούργιας χαρούμενη και ευτυχισμένης ζωής.
Αυτό όμως δεν έγινε, γιατί με την αγγλική επέμβαση ήρθε ξανά στην εξουσία η πλουτοκρατική αντίδραση της Ελλάδας, που δυνάμωσε το ξεπούλημα της χώρας στους άγγλους και μετά στους αμερικάνους ιμπεριαλιστές και ανέκοψε κάθε πορεία προς τα μπρος. Κήρυξε σε διωγμό το κίνημα της Εθνικής Αντίστασης και ξαπόλυσε μια άγρια τρομοκρατία ενάντια στο λαό και τους αγωνιστές του. Χιλιάδες σλαβομακεδόνες αγωνιστές της Αντίστασης πιάστηκαν, βασανίστηκαν, κλείστηκαν στις φυλακές και τα κάτεργα. Πολλές εκατοντάδες δολοφονήθηκαν και εκτελέστηκαν. Ακόμα και οι νεκροί αγωνιστές δεν εξαιρέθηκαν από τις διώξεις και τις συκοφαντίες… Ενάντια στους σλαβομακεδόνες πάρθηκαν και άλλα σκληρά μέτρα. Στις 4.8.53 ψηφίστηκε ειδικό νομοθετικό διάταγμα σχετικό με τον εποικισμό των παραμεθόριων περιοχών, ύστερα από πρόταση του Γ’ Σώματος Στρατού. Η πρόταση αυτή έλεγε:
«Επειδή εις πρώτην σειρά μπαίνει το ζήτημα της ασφαλείας, προτείνεται κατ’ αρχήν να επιστρέψουν οι παλαιοί κάτοικοι των πυκνοκατοικημένων χωρίων, όμως από αυτούς μόνο εκείνοι, οι οποίοι είναι αποδεδειγμένων εθνικών φρονημάτων…». Με βάση αυτό το διάταγμα, χιλιάδες σλαβομακεδονικές οικογένειες ξεκληρίστηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες και σήμερα ακόμα, 12 χρόνια μετά την λήξη του εμφυλίου πολέμου, παραμένουν χωρίς περιουσίες. Για να εγκατασταθούν ξανά σ’ αυτές υποχρεώνονται να καταφεύγουν στα δικαστήρια και να τις εξαγοράζουν με μεγάλα χρηματικά ποσά. Τα καλύτερα όμως κτήματα παραμένουν στην κατοχή των «εθνικοφρόνων» από τις άλλες περιοχές…
Το δικαίωμα των σλαβομακεδόνων να ζουν ελεύθεροι και ισότιμοι με τους έλληνες στα πλαίσια του ελληνικού κράτους, στον τόπο τους, είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους. Το δικαίωμα αυτό είναι σύμφωνο με τις καταστατικές αρχές του χάρτη του ΟΕΕ για «το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των στοιχειωδών ελευθεριών όλων, ανεξάρτητα από φυλή, γένος, γλώσσα και θρησκεία». Είναι σύμφωνο με τους ελεύθερους θεσμούς και αρχές των δημοκρατικών καθεστώτων για ισοτιμία και ισοπολιτεία όλων των πολιτών επικρατείας. Είναι σύμφωνο με τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας, γιατί η παραχώρηση δικαιωμάτων και ελευθεριών στη σλαβομακεδονική μειονότητα βοηθά στην ανάπτυξη πιο στενών φιλικών δεσμών ανάμεσα στους σλαβομακεδόνες και τον ελληνικό λαό, που είναι τόσο απαραίτητοι για την ειρηνική τους συμβίωση και δημιουργική τους εργασία.
Επιμέλεια: Θοδωρής Πρεκέζες