Ποιος θυμάται τις εξαγγελίες της κυβέρνησης πως ο εορτασμός της Πρωτομαγιάς μεταφέρεται για μετά τη λήξη των μέτρων; Πού είναι η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ να κάνουν τους «κανονικούς» και «υγειονομικά ορθούς» εορτασμούς της Εργατικής Πρωτομαγιάς; Προφανώς και σιωπούν και «προετοιμάζονται» για τη συνέχεια της μάχης. Και αν για την κυβέρνηση της ΝΔ δεν περιμέναμε κάτι άλλο, η εκκωφαντική συνοδοιπορία του «θα λογαριαστούμε μετά» ξεφεύγει από τα όρια της ταξικής συνθηκολόγησης. Το ΤΙΝΑ μετατρέπεται σε έγκριση και συμφωνία με την κυβερνητική πολιτική.
Δυστυχώς το πρόβλημα είναι παγκόσμιο. Για πρώτη φορά μετά από ενάμιση αιώνα, οι εργατικές οργανώσεις εγκατέλειψαν οικειοθελώς τη διαδήλωση της Εργατικής Πρωτομαγιάς. Αποσύρθηκαν στο διαδίκτυο και στο σπίτι τους αναβάλλοντας την ταξική πάλη. Πολλές φορές στο παρελθόν, λόγω της κρατικής καταστολής είτε μετέτρεπαν τη διαδήλωση σε μέρα ταξικής σύγκρουσης ή η αναβολή γίνονταν για λόγους αδυναμίας αναμέτρησης με την κατασταλτική μηχανή (πχ δικτατορίες, φασιστικά καθεστώτα κλπ).. Ο μη εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς φέτος, φυσικά, και δεν έπεσε από τον ουρανό. Η συνθηκολόγηση των ρεφορμιστικών δυνάμεων με τις αστικές επιλογές απάντησης στην κρίση, έχουν διαμορφώσει ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τις δυνάμεις που αναφέρονται στην αντικαπιταλιστική στρατηγική. Η αδυναμία (ή ανικανότητα, από μια άλλη σκοπιά) να καταθέσουν μια διαφορετική στρατηγική ανατροπής του καπιταλισμού, τις οδηγεί σε μια συνολική «ανημποριά» αντίστασης στις επιθέσεις του κεφαλαίου. Θα χρειαστούν τρομαχτικές ανακατατάξεις ώστε να ξεπεραστεί το βάρος της εθελοντικής απόσυρσης της Εργατικής Πρωτομαγιάς.
Το ελληνικό «εργαστήρι»
Για άλλη μια φορά το κίνημα στην Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα προς μελέτη. Η συγκρότηση της εργατικής διαδήλωσης, σπάζοντας την πολιτική της καραντίνας που προσπαθούσε να επιβάλλει ο αστισμός, αποτελεί σταθμό για την ανασύνταξη του ταξικού κινήματος. Ούτε αυτή η «εξαίρεση» έπεσε από τα σύννεφα. Αποτελεί συνέχεια των πολιτικών «πειραμάτων» που εκτυλίσσονται. Μετά την εξέγερση του Γρηγορόπουλου, το αντιμνημονιακό κίνημα και οι πλατείες, η πολιτική του κυβερνητισμού του ΣΥΡΙΖΑ και το δημοψήφισμα, το κίνημα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες, οι αντιφασιστικές νίκες στα τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής, το σπάσιμο της εθνικής ενότητας στο Μακεδονικό και δεκάδες άλλες μεγάλες ή μικρές προτάσεις, συγκροτούν ένα σύνολο θετικών και αρνητικών εμπειριών που πρέπει να αξιολογηθούν από το ταξικό κίνημα.
Η ίδια η διαδήλωση της Πρωτομαγιάς κινητοποίησε πάνω από 3.000 αγωνιστές (δεν περιλαμβάνονται τα μέλη του ΚΚΕ) που πλαισίωσαν την πολιτική του #menoumestodromo. Για να φτάσουμε στην 1η Μάη έπρεπε να δοθούν τρεις προηγούμενες μάχες συγκρότησης. Η συμβολική παρουσία και η μη-ακύρωση της συγκέντρωσης της 21ης Μάρτη ήταν μια πρώτη πολιτική δήλωση μη-συνθηκολόγησης. Παρ` όλο που συμμετείχαν μόνο η ΟΡΜΑ και το ΣΕΚ, δεν αφέθηκε η πολιτική σκηνή στην εθνική ενότητα που επεδίωκε ο αστισμός με πρόφαση την πανδημία. Οι συγκεντρώσεις στα νοσοκομεία την ημέρα της υγείας στις 7 Απρίλη, ήταν μια δεύτερη μάχη. Έπρεπε να αντιμετωπιστεί η πολιτική απόσυρσης και ανάθεσης. Κόντρα στις λογικές που προσπαθούσαν να περιορίσουν τις δράσεις μόνο στο προσωπικό των νοσοκομείων, στήθηκαν συγκεντρώσεις από οργανώσεις και αγωνιστές με φυσική παρουσία. Τρίτη μάχη ήταν η συγκέντρωση στο Υπουργείο Εργασίας στις 14 Απρίλη. Κρίσιμο και αποφασιστικό ρόλο έπαιξε η ΠΕΝΕΝ, μιας και ήταν το μοναδικό σωματείο που αμφισβήτησε στην πράξη την πολιτική «απόσυρσης» και «καραντίνας» μιας και πραγματοποίησε δράσεις αλλά και συνέδριο στις 31/3. Η συγκέντρωση «μαζικών αντιπροσωπειών» από δεκάδες σωματεία ήταν ένα στοχευμένο βήμα ώστε να γίνει μια συγκέντρωση που ξεπέρασε τα 150 άτομα και έθεσε τις αποφασιστικές βάσεις για να χτιστεί η διαδήλωση της Πρωτομαγιάς. Ο χώρος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έστω και με τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις του, έστω και με διστακτικότητα και με κάποια καθυστέρηση μπήκε στη μάχη του #menoumestodromo. Η ΟΡ.Μ.Α. στήριξε με όλες της τις δυνάμεις τις πρωτοβουλίες της ΠΕΝΕΝ προβάλλοντας την ολομέτωπη αμφισβήτηση της πολιτικής ΝΔ – Τσιόδρα και την υποστήριξη ανεξάρτητης ταξικής πολιτικής από μεριάς του ταξικού κινήματος.
ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ και η αντίληψη «θα τα πούμε μετά»
Η πολιτική συνθηκολόγησης του ΣΥΡΙΖΑ με τις επιλογές της ΝΔ για τον COVID – 19 δεν ήταν καινούριο φαινόμενο. Οι πρώτες κορώνες περί «ακροδεξιάς» το Σεπτέμβρη του `19, έχουν αντικατασταθεί από τη στρατηγική υποστήριξη του Μητσοτάκη. Η υπερψήφιση της Προέδρου της Δημοκρατίας, η ένταξη στον εθνικό κορμό κόντρα στις «παράλογες τουρκικές διεκδικήσεις» και η αποδοχή του ρατσιστικού κλεισίματος των συνόρων ενάντια σε πρόσφυγες και μετανάστες, δείχνουν έναν επικίνδυνο κατήφορο που μπορεί να μην έχει πάτο. Φυσικά και στην πανδημία ο ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξε τις πολιτικές Τσιόδρα και χρησιμοποιεί και αυτός το άλλοθι του Κορονοϊού, για να δικαιολογήσει την ταξική συνθηκολόγησή του.
Αυτή η συνθηκολόγηση δεν λειτουργεί μόνο «πιεστικά» προς τις δυνάμεις της Αριστεράς και της Αναρχίας αλλά ανατροφοδοτείται και από τη δική τους, ξεχωριστή υποχωρητικότητα. Μεγάλα κομμάτια του κινήματος ανέστειλαν τη λειτουργία τους και μετατράπηκαν, στην καλύτερη των περιπτώσεων, σε ιντερνετικό καφενείο. Η ταξική ανάλυση αντικαταστάθηκε από διαταξικές αναλύσεις περί μάχης της κοινωνίας με τον κοινό εχθρό (πανδημία) που θα αντιμετωπιστεί από την «επιστημονική κοινότητα». Ανασυρθήκαν επιχειρήματα «κοινού καραβιού που είμαστε όλοι πάνω». Ακόμα και στο επίπεδο αλληλεγγύης, δυνάμεις εγκατέλειψαν την αντίληψη «Ρομπέν των Δασών» (να τα πάρουμε από τους πλούσιους, να τα δώσουμε στους φτωχούς) και προσχώρησαν στην αντίληψη του «κατά Λουκά ευαγγέλιο» (ο έχων δυο χιτώνες, δίνει τη μια σε αυτόν που δεν έχει). Η απαλλοτρίωση του πλούτου μετατράπηκε σε έκκληση παραχώρησης.
Το ΚΚΕ προσπάθησε να υποστηρίξει την πολιτική της καραντίνας. Οι πρώτες ανακοινώσεις των σωματείων του ήταν «μένουμε στο σπίτι αλλά δεν σιωπούμε». Μόνο όταν υπήρχε κίνηση από ταξικές δυνάμεις αναγκαζόταν να κάνει κινήσεις για να μην κατηγορηθεί για αδράνεια. Τη συγκέντρωση της 7η Απρίλη στα νοσοκομεία την υποστήριξε με καθυστέρηση και δεν μπόρεσε να την κρατήσει «κρυφή». Οι συγκεντρώσεις των σωματείων ήταν δημόσια ανακοινωμένες και μπόρεσε να συστρατευθεί ευρύτερος κόσμος κόντρα στις προθέσεις του ΠΑΜΕ που ήθελε να είναι αυστηρά εργαζομένων των νοσοκομείων. Στις 10/4 ανακοινώνεται η συγκέντρωση στο Υπ. Εργασίας και μία μέρα μετά το Συνδικάτο Οικοδόμων στις 11/4 να καλεί τη δική του, μία ώρα νωρίτερα στον ίδιο χώρο και να ανακοινώνεται μέρα δράσης στα σουπερμάρκετ στις 14/4. Η συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς του ΠΑΜΕ στήθηκε εν κρυπτό ακόμα και από τα μέλη των σωματείων και των ΔΣ τους και δεν θα γινόταν καν αν δεν υπήρχαν τα μαζικά καλέσματα για τις διαδηλώσεις.
Η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ σε μια (όχι πρωτοφανή) σύμπνοια αποσιώπησαν εντελώς τις χιλιάδες διαδηλωτών και πρόβαλαν τη συμβολική παρουσία του ΠΑΜΕ ως ένδειξη «πειθαρχημένης συμφωνίας των εργαζομένων στον κοινό αγώνα ενάντια στην πανδημία».
Το πρόβλημα είναι πως όσες δυνάμεις υποστηρίζουν τη στρατηγική του «θα λογαριαστούμε μετά», θα έχουν ενισχύσει τη στρατηγική ανάθεση στην κοινοβουλευτική ψήφο κόντρα στη λογική ανεξάρτητου ταξικού κινήματος. Όσες αντι-ΣΥΡΙΖΑ κορώνες κι αν βγάζουν, έχουν παραδεχτεί στην πράξη πως η μάχη δεν γίνεται στο δρόμο αλλά «δια αντιπροσωπειών». Από την ώρα που η ψήφος είναι το εργαλείο αλλαγής πολιτικής (και το Facebook μέσο κοινωνικοποίησής της), στέλνουν τον κόσμο του αγώνα να αγκαλιάσει το μεγαλύτερο, υπαρκτό κοινοβουλευτικό εργαλείο που μπορεί να την υλοποιήσει.
Για την υπεράσπιση της κομμουνιστικής στρατηγικής
Η ΟΡ.Μ.Α. υποστήριξε το πολιτικό σπάσιμο της καραντίνας για πολλούς λόγους. Η υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων και η μάχη ενάντια στις πολλαπλές επιθέσεις του κεφαλαίου, ήταν το ελάσσων επιχείρημα.
Θεωρούμε πως ο κυρίαρχος σκοπός των ταξικών οργανώσεων δεν είναι να οργανώνουν τη συμμετοχή (έστω και αγωνιστική) των εργαζομένων και της νεολαίας στην καπιταλιστική καθημερινότητα ως «κοινωνικός εταίρος», αλλά να προβάλλουν ένα σχέδιο αντίπαλο, μια πολιτική ανατροπής της καπιταλιστικής κανονικότητας. Όταν το αστικό κράτος «οργανώνει» και προβάλλει πως μόνη απάντηση στην κρίση (είτε υγειονομική, είτε οικονομική) είναι η ατομική υπευθυνότητα, μοναδικός τρόπος είναι να υποστηριχθεί μια στρατηγική κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης που δημιουργεί συλλογικές συνθήκες άμυνας στην πανδημία. Η ιατρική καραντίνα λχ δεν είναι «μένω σπίτι μου και με βοηθάνε οι γνωστοί και φίλοι», αλλά χτίζεται ένα σύστημα υγειονομικής προστασίας & οικονομικής ασφάλειας που να μπορεί να υποστηρίξει ανθρώπινες και αποτελεσματικές συνθήκες διαβίωσης.
Οι οργανώσεις της εργατικής τάξης δεν είναι συμπληρωματικές του κράτους, δεν είναι κοινωνικά καπιταλιστικά σωματεία και δεν αναστέλλουν τη δράση τους. Είναι ο στρατός και η αστυνομία της τάξης μας. Είναι οι δομές μας που οργανώνουν τον αντικαπιταλιστικό αγώνα. Οι οργανώσεις της τάξης οφείλουν να λειτουργούν σε ακόμα μεγαλύτερη ενεργητικότητα σε πανδημίες τύπου COVID-19 γιατί το αστικό κράτος βρίσκεται σε οριακή κατάσταση αδυναμίας και θα λειτουργήσει σε συνθήκες εξαίρεσης. Οι οργανώσεις στην Αφρική δεν αναστέλλουν όταν υπάρχει έξαρση έμπολα ή ελονοσίας. Οι οργανώσεις σε Ουκρανία και Ιαπωνία δεν θα μείνουν σπίτι τους μέχρι να περάσουν οι επιπτώσεις του πυρηνικού ατυχήματος Τσέρνομπιλ & Φουκουσίμα, ούτε μέχρι να βρεθεί φάρμακο που να γιατρεύει τη ακτινοβολία ραδιενέργειας. Θα πρέπει να προβάλλουν τον διαφορετικό τρόπο που η κομμουνιστική στρατηγική αντιμετωπίζει τους όποιους κινδύνους, να αναδεικνύουν την ταξικότητα των επιπτώσεων και θα χρησιμοποιούν όπλα, γυλιούς, μάσκες, ολόσωμες φόρμες ή ότι άλλο εκτιμούν για να συνεχίσουν να μείνουν στο δρόμο του αγώνα. Αν δεν έχουν να πουν τίποτα διαφορετικό από την αστική διαχείριση, τότε μπαίνει σε κριτική βάσανο η αντικαπιταλιστική τους ταυτότητα.
Η υποστήριξη των διαδηλώσεων και της φυσικής παρουσίας – στράτευσης στην ταξική μάχη, είναι μια μάχη που δίνεται με τον μεταμοντερνισμό εδώ και χρόνια. Τα Τάγματα Εφόδου δεν αντιμετωπίζονται με υπομνήματα ΔΣ, ο φράκτης στον Έβρο δεν πέφτει με likes, οι απεργιακές φρουρές δεν στήνονται με κοινωνική απόσταση. Ο πόλεμος, η πείνα, η ανεργία, η καταστολή δεν είναι ένα facebook event αλλά η σκληρή καθημερινότητα και δεν αντιμετωπίζεται με συναυλίες στα μπαλκόνια μας. Η οργάνωση διαδηλώσεων δεν είναι «βόλτα», αλλά δεν είναι και αυτοσκοπός. Είναι ο ζωντανός πολιτικός διάλογος που κάνουν οι οργανώσεις της τάξης με τον κόσμο τους και κάθε Κράτος Έκτακτης Ανάγκης προσπαθεί να διακόψει αυτό το διάλογο.
Η υπεράσπιση των «συμβόλων» των ιστορικών αγώνων της εργατικής τάξης (όπως η εξέγερση του Σικάγο το 1886) δεν μπορεί να είναι υπό συζήτηση. Η αστική τάξη σε όλο τον πλανήτη προσπαθεί να διαλύσει κάθε τι που μπορεί να λειτουργήσει υπονομευτικά στην «τάξη». Σε κάποιες χώρες απαγορεύεται και στις υπόλοιπες γίνεται προσπάθεια μουμιοποίησής της. Η Κομμουνιστική Εξέγερση θα έρθει ως ιστορική συνέχεια των μαχών της τάξης.
Η Εργατική Πρωτομαγιά στην Αθήνα του 2020 θα είναι ένα μικρό (ή μεγαλύτερο) κομμάτι στο παζλ για την ανατροπή του απάνθρωπου καπιταλιστικού συστήματος.