Οι απεργίες και οι καταλήψεις στριμώχνουν τον Μητσοτάκη
Το τελευταίο 6μηνο της 4ετίας για την κυβέρνηση ΝΔ περιλαμβάνει τη συνέχεια της αντεργατικής αντιμεταρρύθμισης που ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2019. Είναι ακριβώς το σκληρό ακροδεξιό πρόγραμμα της ΝΔ και μπορούμε να πούμε ότι προμηνύει το περιεχόμενο της ενδεχόμενης επόμενης 4ετίας της, αν δεν βάλουμε ένα τέλος. Η ΝΔ με στέρεη βάση το σαρωτικό αντεργατικό ν. Χατζηδάκη επιμένει στην απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων σε παιδεία, υγεία, πολιτισμό, αυτοδιοίκηση και όχι μόνο. Προχωράει στη διάλυση του κοινωνικού κράτους και των δημόσιων παροχών, εισάγοντας ή παραχωρώντας υπηρεσίες στα ιδιωτικά συμφέροντα. Ο υψηλός πληθωρισμός και η ακρίβεια βασικών αγαθών και ενέργειας έρχονται αγκαλιά με μια νέα μορφή εργασιακών σχέσεων καταδυνάστευσης των εργαζομένων, αποδυναμωμένων και ανήμπορων μπροστά στις επιταγές του κεφαλαίου.
Το εργατικό κίνημα αναθαρρεύει
Με το νέο έτος ανεβαίνει η θερμοκρασία και η κινητικότητα των εργατικών αγώνων. Ήδη από το φθινόπωρο με τις μαζικές διαδηλώσεις της πανελλαδικής γενικής απεργίας στις 9/11 και του Πολυτεχνείου 17/11 φάνηκε ότι η αγωνιστική διάθεση των εργαζομένων, των ανέργων και της νεολαίας βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Μπορούμε να πούμε ότι σπάει μαζικά πλέον η σιωπή που έπεσε την περίοδο της καραντίνα ’20 & ’21. Ο εργαζόμενος κόσμος ψάχνει τις ταξικές αντιστάσεις μέσα στα σωματεία του και μέσα από επιτροπές και συντονιστικά αγώνα.
Μόλις τις τελευταίες εβδομάδες πραγματοποιούνται πολλαπλές 24ωρες απεργίες από διάφορους κλάδους. Ακόμα δοκιμάζονται τα εργαλεία της κατάληψης δημόσιων κτηρίων ως μέσο πάλης. Το μήνυμα που περνάει σε κάθε απεργία, κατάληψη ή διαμαρτυρία είναι ότι η διογκωμένη λαϊκή αγανάκτηση και η αγωνιστικότητα ξεπερνάει τα στενά «συντεχνιακά» αιτήματα και γίνεται εναντίωση στην ακροδεξιά κυβέρνηση της ΝΔ.
Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ μετά την 24ωρη απεργία της 9/11, αρνείται να αφουγκραστεί τις ανάγκες των εργαζομένων και των ανέργων. Την στιγμή που ανοίγουν αγωνιστικές κινητοποιήσεις και απεργίες σε πληθώρα κλάδων τα όργανα τους απέχουν από τη μάχη. Η ακρίβεια, η πολεμοκαπηλεία και τα εργατικά δικαιώματα θα έπρεπε να είναι προμετωπίδα κι όχι διακηρύξεις.
Στον χώρο της Δημόσιας Υγείας, η ΝΔ συνεχίζει το καταστροφικό έργο της κόβοντας κονδύλια που καταλήγουν σε ιδιώτες αντί να ενισχύσει το ΕΣΥ. Η ιδιωτικοποίηση των νοσοκομείων δεν έρχεται απλώς με μια σφραγίδα κι έναν νόμο, αλλά, κατορθώνεται με πλάγιες οδούς γιατί ο ρόλος του κράτους και του κρατικού χρήματος μπορεί να ανατροφοδοτήσει την ιδιωτική επιχειρηματικότητα, που θα κερδίζει χωρίς κόστος βασιζόμενη σε πελάτες από το κράτος. Η διάλυση των δομών και η υποβάθμιση της δημόσιας δωρεάν περίθαλψης έρχονται μέσα από την υποστελεχοποίηση υγειονομικού και λοιπού προσωπικού στα νοσοκομεία και στις υπηρεσιές. Η μη ανανέωση των συμβάσεων εργασίας σε προσωπικό νοσηλευτικό – καθαριότητας – τραπεζοκόμους – μάγειρες κ.ά. με ταυτόχρονη ανάθεση σε εργολάβους, η μεταφορά – και όχι κατάργηση – των «ράντζων» σε ιδιωτικά θεραπευτήρια, η άδεια ιδιωτικού ιατρείου από γιατρούς του δημοσίου που πιθανά θα αναδιαμορφώνουν τον χρόνο εργασίας τους και θα «προτείνουν» εξετάσεις και επεμβάσεις εκτός δημόσιας κάλυψης, οι αλλαγές στα ασφαλιστικά ποσοστά αναπηρίας και οι επιτροπές επιδομάτων είναι μερικές από τις πολύ σοβαρές ρυθμίσεις που εφαρμόζει η ΝΔ.
Σημαντική παράμετρος στον αναγκαίο αγώνα των υγειονομικών είναι πως η επιστροφή μεγάλου μέρους των ανεσταλμένων εργαζόμενων λόγω μη εμβολιασμού κόβιντ, επανένωσε συναδέλφους που πλέον θέλουν να σταθούν πλευρό-πλευρό απέναντι στην κυβερνητική πολιτική.
Αξιοσημείωτα παραδείγματα συγκρότησης μαζικού αγώνα ακόμα και σε τοπικό επίπεδο αποτελούν τα πάνδημα συλλαλητήρια σε Ιεράπετρα (2/2) και Μεσολόγγι (15/2) κόντρα στην υποβάθμιση-κλείσιμο των αντίστοιχων νοσοκομείων. Τα σωματεία εκεί έπαιξαν έναν ρόλο πολιτικού κέντρου και συντονισμού των τοπικών κοινωνιών για να ριχτούν στη μάχη χιλιάδες κόσμου και να υπερασπιστούν την περίθαλψή τους. Αυτό είναι το νήμα του αγώνα και η σκυτάλη που μπορούν να πάρουν και τα κεντρικά νοσοκομεία της Αθήνας και να οικοδομηθεί ένας κεντρικός πολιτικός αγώνας που θα συγκεραστεί με τις γειτονιές και τους λοιπούς εργασιακούς χώρους. Στην Αθήνα πραγματοποιήθηκε 24ωρη απεργία με διαδήλωση από την ΟΕΝΓΕ (22/2) μετά από το 2μηνο πάγωμα των ομοσπονδιών στην υγεία και την απεργία ενάντια στο νομοσχέδιο του Νοέμβρη.
Στον χώρο της Παιδείας, η κυβέρνηση επιμένει στην εφαρμογή της ατομικής αξιολόγησης και των ψηφιακών ψηφοφοριών. Η αξιολόγηση δεν τίθεται για να κρίνει την παιδαγωγική διαδικασία και το επίπεδο της εκπαίδευσης, αλλά φέρνει επιπλέον ευθύνες στους δασκάλους και γραφειοκρατικές διαδικασίες σύνταξης εγγράφων αντί για ενίσχυση και πρόοδο της διαπαιδαγώγησης των μαθητών. ΔΟΕ και ΟΛΜΕ με πλειοψηφικές αποφάσεις προχώρησαν σε 24ωρη απεργία (15/2) και συνεχείς διαμαρτυρίες αποχής από ψηφιακές διαδικασίες είτε για την αξιολόγηση είτε για την τηλεκπαίδευση που επανέφερε ως «λύση» για τα κλειστά σχολεία της κακοκαιρίας η Κεραμέως.
Στις 15/2 έγινε πραγματικότητα αι το πρώτο Επαγγελματικό Μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, δηλαδή μια σύμπραξη του Μετσόβιου Πολυτεχνείου με την ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, που θα καθορίζεται από ιδιωτικά επιχειρηματικά συμφέροντα τα οποία και θα εξυπηρετεί. Είναι κι αυτός ένας τρόπος ιδιωτικοποίησης της (ανώτατης) εκπαίδευσης, που πατάει στο μοντέλο που έχει ταχθεί να χτίσει η ΝΔ με την Κεραμέως.
Στον χώρο του Πολιτισμού, το ΠΔ85/2022 έρχεται να απορρυθμίσει ακόμα περισσότερο τα δικαιώματα των εργαζόμενων στις τέχνες. Ο αγώνας αφορά την κατοχύρωση των εργασιακών δικαιωμάτων στον καλλιτεχνικό χώρο, όχι απλώς την απόσυρση ενός αντιδραστικού και άδικου νόμου και είναι πολιτικός αγώνας. Οι σπουδαστές απέχουν από τα μαθήματα, κλείνουν σχολές, καταλαμβάνουν τα Κρατικά Θέατρα και ουσιαστικά χάνουν την εκπαιδευτική χρονιά τους. Η παραίτηση δεκάδων καθηγητών στις σχολές Εθνικού Θεάτρου – σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πάτρα – αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο αντίστασης στην κυβερνητική πολιτική. Οι εργαζόμενοι ρισκάρουν τις θέσεις τους και το εργασιακό μέλλον τους αντιλαμβανόμενοι την επιτακτική ανάγκη στήριξης των σπουδαστών και εργαζόμενων στις τέχνες. Δεν θέλουν να γίνουν ούτε απεργοσπάστες, ούτε υποχείρια της ακροδεξιάς κυβέρνησης. Δείχνουν τον δρόμο της ρήξης για την ανατροπή των κυβερνητικών διατάξεων. Μετά από δύο μήνες αγώνων και κυρίως αμέσως μετά την κλιμάκωση με τις καταλήψεις των σπουδαστών και εργαζομένων και τις παραιτήσεις των καθηγητών στις σχολές, ο Μητσοτάκης ενέδωσε στην πίεση και κάλεσε συνάντηση.
Παράλληλα, δίνεται ένας επίμονος αγώνας από τους εργαζόμενους που υπάγονται στο Υπουργείο Πολιτισμού με κομβικό ρόλο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων. Η κυβέρνηση ψήφισε νόμο μετατροπής των πέντε μεγάλων δημόσιων μουσείων σε μη κρατική οντότητα (ΝΠΔΔ) με διορισμένο ΔΣ με σκοπό να τα μετατρέψει σε επιχειρήσεις προς ιδιωτικό όφελος. Οι εργαζόμενοι προχώρησαν σε 24ωρη απεργία την ημέρα ψήφισης αλλά και 48ωρη τις επόμενες ημέρες έχοντας την συμπαράσταση επιστημονικών φορέων και συλλόγων, όπως και των αγωνιστών σπουδαστών και εργαζόμενων στις τέχνες. Σύσσωμος ο κλάδος ηθοποιών, μουσικών, χορευτών μέσα από τα σωματεία και την ομοσπονδία τους έχει προβεί σε επαναλαμβανόμενες 24ωρες απεργίες. Έναν ανυποχώρητος αγώνας που εμπνέει, αποκτά ολοένα περισσότερη συμμετοχή με κάθε νέα κινητοποίηση και κατάληψη σε κάθε νέα σωματειακή συνέλευση και αναγνωρίζεται πλέον από ολόκληρη την κοινωνία.
Η ΠΝΟ μέσα από τις πιέσεις των ενώσεων όλων των ειδικοτήτων πραγματοποίησε 48ωρη απεργία σε όλες τις κατηγορίες πλοίων (8-9/2), «δένοντας» το εφοπλιστικό κεφάλαιο της ποντοπόρου ναυτιλίας και μπλοκάροντας έναν κομβικό τομέα της οικονομίας, σε έναν αδιάλειπτο αγώνα των σωματείων των ναυτεργατών απέναντι στα νομοθετήματα Χατζηδάκη – Υπ. Ναυτιλίας – εφοπλιστών. Μαζί τους οι εργαζόμενοι στην COSCO και στις προβλήτες εμπορευματοκιβωτίων απέργησαν μέσω της ΕΝΕΔΕΠ (7/2).
Εργαζόμενοι στις δημόσιες ΑΕ τηλεπικοινωνιών και τεχνολογικών υποδομών, σε ΗΔΙΚΑ και ΕΔΥΤΕ, συνέχισαν με 48ωρη απεργία (15-16/2) μετά την 24ωρη στις 24/1.
Οι εργαζόμενοι στην αυτοδιοίκηση ΠΟΕ-ΟΤΑ είχαν πραγματοποιήσει 24ωρη απεργία (17/1) ύστερα από το θάνατο εργαζόμενης και μάλιστα ανασφάλιστης στην καθαριότητα του Δήμου Ξυλοκάστρου. Η ασυδοσία της κυβέρνησης στους δήμους έχει δημιουργήσει ένα καθεστώς εξαθλιωμένων συμβασιούχων εργαζομένων που δεν ανανεώνονται και ρισκάρουν τη ζωή τους για να επιβιώσουν. Πρόκειται για έναν κλάδο που έχει πληγεί ήδη από τις ελαστικές συμβάσεις που εφάρμοσε ο Βορίδης εν μέσω κορονοϋστερίας και αναζητά τον αγωνιστικό δρόμο που θα ξεφύγει από δράσεις εκτόνωσης της αγανάκτησης και της επισφάλειας.
Οι συνταξιούχοι είναι, επίσης, ένα κομμάτι της εργατικής τάξης που έχει υποστεί πλήγματα και περιθωριοποίηση, και η κυβέρνηση το θυμάται ευκαιριακά. Πέρυσι τέτοια εποχή, η κυβέρνηση μοίραζε πρόστιμα των 80 ευρώ σε κάθε έναν και μία άνω των 65 που δεν έκανε αναμνηστική δόση εμβολιασμού. Φέτος σε κλίμα προεκλογικό, η κυβέρνηση προχωράει σε ψηφοθηρία προβάλλοντας στα Πετσωμένα ΜΜΕ ότι μοιράζει επιδόματα και αυξήσεις. Στην πράξη δίνει ψίχουλα εν μέσω βαθιάς ύφεσης και εκτοξευμένης ακρίβειας των βασικών αγαθών και ενέργειας. Οι περικοπές, η μη καταβολή αναδρομικών και η καθυστέρηση καταβολής συντάξεων είναι η πραγματικότητα που ζουν οι συνταξιούχοι και δεν απαλύνεται με επιδόματα – φιλοδωρήματα.
Να κλιμακώσουμε την αντικυβερνητική μάχη
Η προεκλογική περίοδος δεν μπορεί να είναι περίοδος αναμονής. Είναι ώρα μάχης για να διώξουμε την κυβέρνηση μια ώρα αρχύτερα. Η μαζικότητα των απεργιών του τελευταίου διαστήματος αποδεικνύει κυρίως την αγωνιστική διάθεση των εργατών και της νεολαίας, παρά την οργανωμένη στρατηγική ρήξης των συνδικάτων. Κι αυτό γιατί μέχρι τώρα δεν έχει επιτευχθεί η απεργιακή συμπόρευση μεταξύ των κλάδων. Αυτό ακριβώς είναι και το διακύβευμα που οφείλουμε να υπερασπιστούμε. Οι επιμέρους διεκδικήσεις ανά κλάδο πρέπει να αποκτήσουν ακόμα πιο πολιτικά χαρακτηριστικά αντικυβερνητικής μάχης μέσα και από τον συντονισμό τους. Απαιτείται μια συνολικότερη αντίσταση για να παλευτεί η πολύπλευρη ακροδεξιά επίθεση που δεχόμαστε ως εργατική τάξη τα 4 τελευταία χρόνια. Θέλουμε να ενώσουμε τους αγώνες των σπουδαστών και των φοιτητών με τους αγώνες των ναυτεργατών, των υγειονομικών, των καθηγητών, των αθλητών και όλων, μαζί με τις κινητοποιήσεις τις αντιπολεμικές, και τους αγώνες κατά της γυναικείας καταπίεσης και υπέρ των δικαιωμάτων των μεταναστών και των προσφύγων. Οι καταλήψεις και οι απεργίες στριμώχνουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη κι αυτό μπορεί να είναι μόνο η αρχή της δικής μας αντεπίθεσης. Να τις κάνουμε κέντρα αγώνα και συλλογικοποίησης, κέντρα εξόρμησης για τις γειτονιές και τους εργασιακούς χώρους. Να δώσουμε αυτή τη μάχη κλιμάκωσης τώρα που έχουμε ένα εργατικό κίνημα που δοκιμάζει και ψάχνει την πρωτοποριακή δράση, τώρα που η κυβέρνηση βρίσκεται σε τριγμούς και μας δείχνει την πολιτική αστάθεια της. Ως ΟΡΜΑ στεκόμαστε στο πλευρό αυτών των αγώνων και θα βάλουμε όλες μας τις δυνάμεις να μην χαθεί η ευκαιρία συγκρότησης της δικής μας ταξικής αντεπίθεσης.