Ο ελληνικός στρατός ξηράς μεταπολιτευτικά χρειάστηκε να αποτινάξει από πάνω του ένα φορτίο ρετσινιάς που τον στιγμάτιζε επί πολλές δεκαετίες. Η εγκατάλειψη ενός ολόκληρου κομματιού του ελληνισμού στα μαχαίρια των τσετών το ’22, η εγκατάλειψη του μετώπου στη Μακεδονία απέναντι στους επελαύνοντες ναζί το ’41 σχεδόν χωρίς τουφεκιά και η ανικανότητα του εθνικού κομματιού να παρατάξει συντεταγμένη αντίσταση ενάντια στις δυνάμεις κατοχής το ‘41-’44, όπως επίσης το στίγμα της δικτατορίας και η προδοσία της Κύπρου το ’74, ήταν πάρα πολλά για να μην συγκεντρώσουν πάνω του την κοινωνική απέχθεια.
Παρ’ όλα αυτά η παγιωμένη εθνική προπαγάνδα, αποδεκτή και από τις δυνάμεις της αριστεράς, περί επικίνδυνων εξωτερικών εχθρών σε συνδυασμό με τον μικρό πληθυσμό της χώρας, δεν επέτρεψε την μετατροπή του σε καθαρά μισθοφορικό στρατό όπως στην συντριπτική πλειοψηφία του καπιταλιστικού κόσμου. Ο ελληνικός στρατός ξηράς συνέχισε να στηρίζεται στην υποχρεωτική θητεία, συνθήκη που από τη μία τον καθιστά δυσκίνητο, και από την άλλη ευάλωτο στις κοινωνικές πιέσεις. Με άλλα λόγια ένας στρατός με περίπου 90,000 μόνιμους στρατιωτικούς και 30-40,000 βοηθητικούς οπλίτες θητείας το χρόνο, που λειτουργεί εδώ και δεκαετίες κυρίως ως μια πελατειακή δεξαμενή ψηφοφόρων των ελίτ (δεν βρίσκεις ούτε καν συριζαίο πλέον έστω και με κιάλια), είναι λογικό να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί εύκολα σαν κατασταλτικός μηχανισμός πρώτης γραμμής.
Εντούτοις έχουμε μπει για τα καλά πια σε μια νέα φάση κρίσης. Τα αστικά επιτελεία το έχουν αντιληφθεί και αυτό που τους ενδιαφέρει κυρίως είναι η επόμενη μέρα μετά την κρίση του κορονοϊού. Βασικό μέλημά τους είναι η προετοιμασία των κατασταλτικών μηχανισμών πριν από οποιαδήποτε «κοινωνική» πολιτική, που στόχος της είναι να προσφέρει στην εργατική τάξη τα απολύτως απαραίτητα που χρειάζεται για να επιβιώνει ώστε να δουλεύει μειλίχια.
Ο στρατός δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτή τη διαδικασία. Κάποια στιγμή όλοι αυτοί οι βολεμένοι σαπιοκοιλιάδες θα έπρεπε να κάνουν και κάτι παραπάνω από το να ψηφίζουν σωστά. Πως όμως να βγάλεις όλους αυτούς τους τύπους στο δρόμο χωρίς να φαίνονται γραφικοί; Τα σχέδια που είχαν καταστρωθεί στην αρχή της κρίσης του 2010 και προετοίμαζαν το στρατό με ασκήσεις αντιμετώπισης άοπλου πλήθους πάγωσαν με την έλευση του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Η νέα κυβέρνηση όμως, βρήκε μια πολλή καλή ευκαιρία να ξανανοίξει τη συζήτηση για μια πιο εντατική προετοιμασία του στρατού με σκοπό την περαιτέρω χρήση του εκτός στρατοπέδων, αλλά εντός της χώρας, εκμεταλλευόμενη το Μακεδονικό και την τρομοκρατική ενέργεια του έλληνα φασίστα στην Αλβανία. Από ‘κει και πέρα έχοντας ως κεκτημένη την εμπειρία των φρικαλεοτήτων ενάντια στους Αλβανούς μετανάστες στα σύνορα τη δεκαετία του ’90 και υποστηριζόμενη από πλήθος ακροδεξιών εθνοφυλάκων κατέστησε τον στρατό ξηράς υπεύθυνο για το κυνήγι των προσφύγων στον Έβρο.
Η συζήτηση περί ατομικής ευθύνης που έχει ανοίξει με το ξέσπασμα της πανδημίας, συμπληρώνει το κάδρο που προβάλει το στρατό ως αναγκαίο μέσο για την προστασία των πολιτών από τους ανεύθυνους εαυτούς τους. Και βέβαια αυτή η συζήτηση περνάει πάνω από τα κεφάλια των πιο «απείθαρχων» οπλιτών θητείας. Το μπρα ντε φερ που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στο λαϊκό στοιχείο του στρατού και στους μισθοφόρους της δεξιάς μέσα στα στρατόπεδα όλης της Ελλάδας, με αφορμή τον εγκλεισμό και τη στοχοποίηση των φαντάρων όσον αφορά τα έκτακτα μέτρα πρόληψης του ιού, ενδεχομένως να κρίνει σε μεγάλο βαθμό το ρόλο που θα παίξει ο στρατός ξηράς τις επόμενες εβδομάδες. Πάνω από 100 στρατόπεδα σε όλη τη χώρα βρίσκονται σε αναβρασμό για την απαράδεκτη στάση του ΓΕΕΘΑ και των ανωτέρων.
Ένας πραγματικός αγώνας αμφισβήτησης των κατασταλτικών μεθοδεύσεων του κράτους τείνει να ανοίξει στον κομβικότερο πυρήνα του: στο στρατό.