Η ραγδαία άνοδος της Χρυσής Αυγής από το 2009 ως το 2013, η σχετική εκλογική σταθεροποίησή της στο 7% ακόμα και μετά τις διώξεις της ηγεσίας της και το ξεδόντιασμα του μαχητικού μηχανισμού τα τελευταία 2 χρόνια, έχουν δημιουργήσει πολλαπλά ερωτήματα στο αντιφασιστικό κίνημα. Παράλληλα, η εμφάνιση Φάρατζ και Τραμπ, τα ξενοφοβικά κόμματα που μεγαλώνουν ακόμα και στη Γαλλία, Γερμανία, κεντρική Ευρώπη και Σκανδιναβία και οι «εξεγέρσεις» στην Ουκρανία και Βενεζουέλα δημιουργούν ένα περιβάλλον που δεν μπορεί να προσεγγιστεί «κατά περίπτωση».
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΦΑΣΙΣΤΙΚΑ & ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ Ή ΜΟΝΟ ΠΑΡΑΚΡΑΤΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ;
Τα τελευταία εβδομήντα χρόνια το εργατικό κίνημα στη Δύση είχε ξεχάσει την πολεμική τακτική. Η οικονομική ανάπτυξη επέτρεπε τη διαμόρφωση δημοκρατικών μηχανισμών διαμεσολάβησης. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία και οι κρατικοί θεσμοί έδιναν ένα στέρεο πλαίσιο εγγυήσεων και οι οργανώσεις του κινήματος έχτιζαν την τακτική τους μέσα από ένα πρόγραμμα διεύρυνσης οικονομικών και κοινωνικών κατακτήσεων. Λεφτά υπήρχαν, απλά μπορούσε να γίνει δικαιότερη κατανομή προς τα ασθενέστερα τμήματα και μεγαλύτερη συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων. Ακόμα και στις μεγαλύτερες στιγμές του εργατικού κινήματος τη δεκαετία του `60 και του `70, ποτέ η αστική τάξη δεν αμφέβαλλε για τη στρατηγική της. Έτσι τα ακροδεξιά πολιτικά επιτελεία σχηματίζονταν ως παρακρατικοί μηχανισμοί υποστήριξης της «κεντρικής εθνικής γραμμής».
Πλέον, όμως, η παγκόσμια οικονομική κρίση έχει ανοίξει τον ασκό του Αιόλου. Η δημοκρατία της ΕΕ και των ΗΠΑ φαντάζει ανίκανη να παράξει ένα σχέδιο ξεπεράσματός της. Η λαϊκή αγανάκτηση δεν αναζητεί μόνο «λύσεις» αλλά νέα πολιτικά οράματα. Οι οργανώσεις της εργατικής τάξης δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα και συνέχιζαν να αντιπολιτεύονται με λογικές «αιτημάτων». Σε μια περίοδο ανάπτυξης ένας εργαζόμενος μπορούσε να προσληφθεί πχ διαμέσου ρουσφετιού και οι ταξικές οργανώσεις απαντούσαν με την πολιτική της διεκδίκησης περισσότερων και κοινωνικών προσλήψεων μέσα από τα συνδικάτα και τη μείωση του ωραρίου (χωρίς τη μείωση αποδοχών). Σήμερα η κρίση έχει διαλύσει τους μαζικούς ρουσφετολογικούς μηχανισμούς, αλλά και η διεκδίκηση αυξήσεων με μειωμένο ωράριο βρίσκεται στο δάσος μαζί με το Μονόκερο και το Χρυσόμαλλο Δέρας.
Σε αυτό το περιβάλλον οι φασιστικές και ακροδεξιές οργανώσεις απάντησαν με ένα πολιτικό πρόγραμμα ξενοφοβικό και ρατσιστικό. Το «Δουλειά μόνο για Έλληνες» δεν είναι «ρεαλιστικό» και εφαρμόσιμο πρόγραμμα αλλά προταγματικό. Η Χρυσή Αυγή δεν αντικατέστησε το κύκλωμα προσλήψεων των κομμάτων, ούτε τα Τάγματα Εφόδου στον Άγιο Παντελεήμονα έφεραν την ανάπτυξη και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου. Δοκίμασε, όμως, να στήσει ένα ευρύτερο πεδίο κοινωνικών συνεργασιών που να υποστηρίξουν (ή να ανεχτούν) το «πραξικόπημά» της.
Η ευρύτερη περιθωριοποίηση και αποϊδεολογικοποίηση των οργανώσεών μας, έχει επιτρέψει τη διεκδίκηση του λαϊκού και εργατικού κινήματος από την άκρα δεξιά. Τα δημοκρατικά κινήματα στην καπιταλιστική περιφέρεια βρίσκονται σε πλήρη στρατηγική σύγχυση. Η αντικυβερνητική Μαϊντέν στην Ουκρανία κερδήθηκε από τα φασιστικά τάγματα του Δεξιού Τομέα. Η «αραβική άνοιξη» παραδόθηκε στα σχέδια πραχτόρικων οργανώσεων αφού ο αποτυχημένος αντιιμπεριαλισμός έχει μεταλλαχτεί σε οργανώσεις Αλ-Κάιντα και Ίσις. Στη Βενεζουέλα το λούμπεν προλεταριάτο συσπειρώνεται γύρω από τη δεξιά και διαδηλώνει ενάντια στην κυβέρνηση, παρ` όλο που υπάρχει ένα τεράστιο διεθνές σαμποτάζ ενάντια στη χώρα του. Στην Τουρκία, μόνο οι υποστηρικτές του Ερντογάν είχαν τη οργανωτική και πολιτική ετοιμότητα να αντιμετωπίσουν το αμερικάνικο πραξικόπημα και οι τούρκικες και κουρδικές οργανώσεις της αριστεράς και της αναρχίας δέχονται τεράστια πλήγματα από το αναβαπτισμένο καθεστώς. Ακόμα και στην Αγγλία το «αντι-ΕΕ» κίνημα διεκδικείται από ένα εθνικιστικό κίνημα αστικής Βρετανικής «υπερηφάνειας».
Ποιος μπορεί να ξεχάσει το κίνημα των πλατειών στην Ελλάδα το 2011; Αυτό το αντι-μνημονιακό περιβάλλον, δεν ήταν ένα συμπαγές προοδευτικό κίνημα. Η «πάνω πλατεία» με τις ελληνικές σημαίες και η «κάτω πλατεία» των «προοδευτικών» συνυπήρχαν προς χάριν του ενιαίου αγώνα. Ο Μίκης Θεοδωράκης δημιουργούσε την οργάνωση «ΣΠΙΘΑ» μαζί με τα επαγγελματικά επιμελητήρια όλης της χώρας. Η επιλογή της διαταξικής «ενότητας στη δράση», οδήγησαν στην υποτίμηση του φασιστικού κινήματος και τη μερική κοινωνική νομιμοποίηση των ακτιβιστών της ακροδεξιάς. Το 2011 κατά τη διάρκεια των μαζικών συνελεύσεων της «Πλατείας» στο Σύνταγμα και των δύο 48ωρων πανελλαδικών απεργιών, δεν χτίστηκε η παραμικρή σοβαρή αντιμετώπιση του πογκρόμ που έστηναν δυο στενά παρακάτω στην Αχαρνών τα Τάγματα Εφόδου της Χρυσής Αυγής.
Αν αυτή την περίοδο η ακροδεξιά έχει τιθασευτεί από το αστικό σύστημα, τα επιτελεία της οργανώνονται για την επόμενη κρίση.
Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ
Τα εργαλεία που χρησιμοποιήσαμε το προηγούμενο διάστημα και κυριαρχούν σα βασική «γραμμή» του αντιφασιστικού κινήματος είναι, μεν, ηρωικά, αλλά σχετικά αναποτελεσματικά. Αναγνωρίζουν πλευρές του προβλήματος αλλά δεν μπορούν να φτάσουν στην καρδιά του προβλήματος.
Ο φασισμός δεν είναι πρόβλημα «παιδείας». Στην Ελλάδα δεν διογκώθηκε τη δεκαετία του `60 ή στη Χούντα. Στη Μεταπολίτευση, μάλιστα, εκατομμύρια νεολαίοι στελέχωσαν τις ταξικές οργανώσεις της αριστεράς και της αναρχίας έχοντας μεγαλώσει σε συνθήκες ήττας και παρανομίας. Το αντίθετο συνέβη μετά το 2009. Μια γενιά μεγαλωμένη γιορτάζοντας το «Πολυτεχνείο» και την «Εθνική Αντίσταση», λίγους μήνες μετά την εξέγερση του Γρηγορόπουλου, εκατοντάδες πιτσιρικάδες έλκονται από την φασιστική λογική και σχηματίζουν ομάδες επίθεσης σε πρεζόνια, άστεγους και μετανάστες. Πρέπει να αποδεχτούμε πως κάθε ατομικό σύστημα αξιών ή ηθικής, κάθε οικογένεια ή παρέα, κάθε μικροσύστημα μπορεί να συνθλιβεί κάτω από ένα αμείλικτο δίλημμα επιβίωσης. Ακόμα και η απώλεια δουλειάς ή η οικονομική ανέχεια δεν αρκούν να εξηγήσουν μια μαζική μεταστροφή. Αυτά τα γεγονότα απλά απονομιμοποιούν την παλαιά κοινωνική σταθερά. Το οργανωμένο προταγματικό σύστημα είναι αυτό που θα διαμορφώσει τα αμείλικτα ερωτήματα και θα δώσει τις κατευθύνσεις λύσης.
Οι φασίστες δε μορφώνονται, δεν πείθονται να μην ψηφίσουν Χρυσή Αυγή, δεν είναι παραπλανημένοι. Από την άλλη δεν δημιουργούμε αυτόνομες ζώνες ασφαλής επιβίωσης των «δικών μας». Δεν έχουμε ούτε κοινό, διεκδικήσιμο κοινωνικό πεδίο, αλλά ούτε προσπαθούμε να ζούμε σε παράλληλο σύμπαν. Η κοινωνία οργανώνεται με έναν ενιαίο τρόπο. Μόνο όταν η κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι κυρίαρχη και οι δυνάμεις του κομμουνισμού και του φασισμού είναι σε επίπεδο περιθωρίου, μπορεί να συνυπάρχουν σε επίπεδο συμμοριών ή σε γραφικές φιγούρες. Το μεγάλωμα κάποιας πτέρυγας θα φέρει τον αφανισμό της άλλης.
Ο φασισμός δεν είναι εχθρός του εργάτη και της εργατικής τάξης. Δεν έχει κανένα πρόβλημα με αυτόν που δουλεύει σε εργοστάσιο και κοιτάει τη δουλειά του. Ο φασισμός είναι ενάντια στον οργανωμένο, στο συνδικαλισμένο, στον κομμουνιστή εργάτη. Ο φασισμός είναι ενάντια στην εργατική τάξη που θέλει να πάψει να είναι κυριαρχούμενη. Κατ` επέκταση ο φασισμός δεν είναι καν εχθρός της γυναίκας, του μαύρου ή του εβραίου. Η Χρυσή Αυγή είχε αλβανούς μέσα στο κόμμα της, η Λεπέν έχει μαύρους υποψήφιους, ο Χίτλερ, προφανώς, δεν ήταν από την άρια φυλή. Οι φασιστικές οργανώσεις είναι αντίθετες με τον αλλοεθνή ως ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ. Δεν έχουν κανένα θέμα με την ομοφυλοφιλική πράξη κατ `οίκον, αλλά με την ομοφυλόφιλη υπερηφάνεια που συγκροτεί κοινωνική αναγνωρισιμότητα. Ο φασισμός διαμορφώνει μια νέα ενιαία ταυτότητα η οποία αναπαραγάγει την ταξική κυριαρχία μέσα από ένα αναβαπτισμένο όραμα. Δε δημιουργεί, κανένα καινούριο ρατσιστικό πρότυπο από τα υπάρχοντα αστικά. Η υπεράσπιση, λοιπόν, του φεμινισμού, του μετανάστη, του απεργού δεν είναι μια αυταπόδεικτη, πανανθρώπινη αξία.
Τα φασιστικά κόμματα δεν είναι κάποια τσιράκια, κάποιοι εντολοδόχοι της αστικής τάξης. Δεν υπάρχει μια ενιαία αστική τάξη που συνεδριάζει σε κάποια γραφεία και διορίζει πολιτικά επιτελεία. Η δημιουργία ενός ναζιστικού κόμματος δεν γίνεται «κατ` εντολή», αλλά είναι αποτέλεσμα επιλογών ενός αστικού επιτελείου και η διεκδίκηση της πολιτικής ηγεμονίας και διαχείρισης του συστήματος. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί ο ενδοαστικός εμφύλιος, είτε παίρνει μορφές εθνικών πολέμων, είτε πολιτικών εκκαθαρίσεων (όπως πχ η φυλάκιση αστών πολιτικών από τη Χούντα ή τη δικαστική δίωξη της Χρυσής Αυγής). Κατ `αντιστοιχία δεν υπάρχει κάποιο επιτελείο της εργατικής τάξης που αποφασίζει να ιδρύσει ένα εργατικό κόμμα. Ούτε τα κόμματα και οι συλλογικότητες της αριστεράς και της αναρχίας έχουν ψευδοανταγωνισμούς μεταξύ τους. Ο πολιτικός ανταγωνισμός των συλλογικοτήτων που αναφέρονται στο σοσιαλισμό και την κοινωνική επανάσταση δεν είναι «σχέδιο» των εργατών κομμουνιστών για να θολώσουν τα νερά. Μπορούν να συνεργαστούν για μια κρίσιμη μάχη, αλλά μπορούν να φτάσουν και στα όπλα όπως έγινε στην Κροστάνδη ή στον Ισπανικό Εμφύλιο. Με αυτό τον τρόπο τα φασιστικά κόμματα μπορούν να συνεργαστούν ή να επιτεθούν στα δημοκρατικά πολιτικά κόμματα και θεσμούς.
Ο φασισμός δεν συγκροτεί κινήματα αντιπολίτευσης. Δεν είναι ομάδα πίεσης, δεν είναι κοινωνική ομάδα διεκδίκησης αιτημάτων ή αλλαγής πολιτικής. Ο φασισμός δεν είναι ο ρατσισμός, ο εθνικισμός ή η πολεμοκαπηλεία, μόνο, και δεν πιέζει τη Δημοκρατία για αλλαγή πολιτικής. Έτσι κι αλλιώς, το αστικό κράτος έχει συγκροτηθεί πάνω σε αυτές τις αρχές. Τα πιο δημοκρατικά κράτη, πολλές φορές, δημιουργούν μεγάλες εθνικές σφαγές, έχουν βαθειά αντικομμουνιστική πρακτική ή αναπαράγουν ρατσιστικές πρακτικές. Τα φασιστικά κόμματα συγκροτούν κινήσεις εξουσίας. Μέσα από συγκρότηση κοινωνικών συμμαχιών, διαλύουν τις αντικαπιταλιστικές οργανώσεις και προοπτικές και ανατρέπουν το Κοινωνικό Συμβόλαιο προς όφελος της αστικής τάξης.
Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΩΣ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΤΑΞΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
Τα φασιστικά κόμματα πετυχαίνουν μόνο όταν θολώνουν το πολιτικό πρόσημό τους στην εργατική τάξη. Δεν θα εμφανιστούν πχ σα διάσπαση της ΝΔ, ούτε θα αναμασάνε το «Αγών» μου του Χίτλερ κλαίγοντας νοσταλγικά τις χαμένες πατρίδες. Πραξικόπημα δεν θα κάνουν αυτοί που αναπολούν τη Χούντα, αλλά αυτοί που θέλουν «να σώσουν την πατρίδα». Ο Παπαδόπουλος το 1967 δεν έβγαζε λόγους για το Μεταξά, αλλά έκανε τη «δουλειά» την κρίσιμη ώρα.
Πολύ περισσότερο τα φασιστικά κινήματα εμφανίζονται ως κομμάτια του εργατικού κινήματος και καπηλεύονται τις μεθόδους και τα εργαλεία του αντικαπιταλιστικού κινήματος. Στη δεκαετία του `20 προσπαθούν να πλασαριστούν ως πτέρυγα του σοσιαλιστικού κινήματος (εθνικός – σοσιαλισμός κόντρα στον κοινωνικό σοσιαλισμό). Στην Ιταλία ο Μουσολίνι δεν προήλθε από τη «δεξιά» αλλά από το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Οι Ναζί, είχαν και τάση φιλο-μπολσεβίκων, οι εθνομπολσεβίκοι. Προφανώς, στο μεγάλωμά τους άρχισαν να γίνονται πιο καθαροί οι στόχοι τους, αλλά πλέον ήταν αργά για το ταξικό κίνημα. Ο ηγέτης του ΚΚΓ εκτελέστηκε από τους ναζί και λίγα χρόνια πριν τους θεωρούσε ακίνδυνους, αφού πρωταρχικό πρόβλημα θεωρούσε τους σοσιαλιστές. Οι φασίστες δεν χτίζουν καμπάνιες 20-30-70 χρόνων. Ή θα πάρουν την εξουσία ή θα διαλυθούν. Σήμερα δεν έχει νόημα να εμφανιστούν με σοσιαλιστικό ή κομμουνιστικό προσωπείο γιατί οι οργανώσεις του κινήματος το έχουν πετάξει μόνες τους! Θα προσαρμοστούν στα προτάγματα που κυριαρχούν. Το αντι-μνημόνιο, η το αντι-ΕΕ είναι βασικά εργαλεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά στις «δικτατορίες» των αραβικών χωρών και της ανατολικής Ευρώπης, η υπεράσπιση της «Δημοκρατίας» και η ΕΕ ως όραμα λύτρωσης προβάλλεται στα διαλυμένα κομμάτια της εργατικής τάξης.
Η καταστολή των ταξικών οργανώσεων έρχεται με πολλούς τρόπους. Δεν είναι μόνο μέσα από αναμέτρηση δυνάμεων κυριαρχίας. Δεν έρχεται μόνο με συγκρότηση Ταγμάτων εφόδου ή ομάδων απεργοσπαστών που διαλύουν τις οργανώσεις του κινήματος. Μέσα από την πολιτική πάλη εξαναγκάζουν τις οργανώσεις της αριστεράς και της αναρχίας να παραδοθούν εγκαταλείποντας τα όπλα τους αμαχητί.
Οι παρελάσεις στις γειτονιές και οι πικετοφορίες, οι περιφρουρημένες συγκεντρώσεις και αφισοκολλήσεις, τα λάβαρα και τα παλούκια, οι εισβολές σε διευθυντές εφοριών, είναι ένα μικρό μέρος της οργανωμένης πολιτικής πάλης που έχει επιδείξει το ταξικό κίνημα όταν βρίσκεται σε θέση μάχης. Πολύ περισσότερο οι μαχητικές περιφρουρήσεις συγκεντρώσεων, απεργιών και συνελεύσεων σωματείων και φοιτητικών συλλόγων, η διεκδίκηση κατοχύρωσης πολιτικής και ταξικής καθαρότητας των κοινωνικών ενώσεων της τάξης, μέχρι και ο έλεγχος προσλήψεων και ελέγχου εργασίας από τις εργατικές ενώσεις, δίνουν μόνο ένα ψήγμα ταξικής «βίας» από το στρατόπεδο της αριστεράς και της αναρχίας. Στη Γαλλία πριν από καμιά 15αρια χρόνια πολλές φορές το συνδικάτο βάσης και οι εργαζόμενοι κρατούσαν όμηρο το διευθυντή μιας επιχείρησης μέχρι να ανακαλέσει τις απολύσεις που είχαν γίνει.
Δυστυχώς ο τρόπος αντιφασιστικής πάλης που κυριάρχησε ήταν η υπεράσπιση της μη-βίας . Οι μαζικές οργανώσεις του κινήματος αφοπλίστηκαν εθελοντικά όποτε η Χρυσή Αυγή έμεινε ως περιθωριακή «βίαιη» οργάνωση. Ο Μαχητικός Αντιφασισμός έδωσε μια ηρωική μάχη, αλλά οι οργανώσεις του ήταν κοινωνικά απομονωμένες όποτε δεν μπορούσε να ανατραπεί η περιθωριοποίηση της βίας. Η εξέγερση του Γρηγορόπουλου δεν έχτισε μαζική οργάνωση εξέγερσης και αυτό φάνηκε στο κίνημα των Πλατειών το 2011, όπου η βία έμεινε στα Λουλουδάδικα της Βουλής και της δημιουργίας εντυπώσεων.
Πράγματι, το παιχνίδι της νομιμότητας έπιασε. Η Χρυσή Αυγή έγινε η βίαια, δολοφονική ομάδα. Αυτή που στήνει ένοπλες μοτοπορείες, ελέγχει γειτονιές, επιτίθεται σε πολιτικούς αντιπάλους. Το καθεστώς μέσα από τη δικαστική δίωξη επέβαλλε το μονοπώλιο της βίας. Όμως με τι κόστος! Οι οργανώσεις της αριστεράς και της αναρχίας έχασαν μια ιστορική ευκαιρία το 2011 να ανυψώσουν τη δική μας μαζικά νομιμοποιημένη κοινωνική και πολιτική βία. Όχι τυφλή και με πογκρόμ σε εδαφικές περιοχές, αλλά στοχευμένη σε ταξικούς αντιπάλους. Η ταύτιση της πολιτικής «βίας» με το φασισμό είναι μια τεράστια ήττα που πρέπει να ανατραπεί. Η εγκατάλειψη από τις οργανώσεις της αριστεράς και της αναρχίας των εργαλείων της βίας σαν μέθοδος πάλης και κοινωνικών κατακτήσεων, η αδυναμία να υπερασπίσουν την ταξική βία απέναντι στην τρομοκρατική φασιστική βία τις καθιστά ευνουχισμένες. Η αόριστη αναφορά σε κάποια φαντασιακή, μελλοντική επαναστατική βία που «ΘΑ» εμφανιστεί κάποτε, καθιστούσε τις οργανώσεις του κινήματος ακόμα πιο αδύναμες μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα που διαμόρφωναν τα Τάγματα Εφόδου. Ακόμα και μετά τις δικαστικές διώξεις ο τρόμος που είχε επικρατήσει στο ταξικό κίνημα λειτουργούσε παραλυτικά. Την επομένη της ανόδου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ οι φασίστες διοργανώνουν τη φιέστα των Ιμίων και οι χιλιάδες αντιφασίστες διαδηλωτές δεν τολμάνε να αναμετρηθούν μαζί τους. Ως προς αυτό τον τομέα οι ναζί είχαν πετύχει: ο πασιφισμός και η περιθωριακή βία ήταν οι όψεις του ίδιου αναποτελεσματικού νομίσματος και έπρεπε να εμφανιστεί το νέο, αναβαπτισμένο κίνημα του Μαχητικού Αντιφασισμού για να αντιστρέψει τους συσχετισμούς δυνάμεων.
Η ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΠΑΛΗ ΩΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ
Η αντιφασιστική μάχη δεν είναι μόνο ηθικά και απλά ανθρωπιστικά σωστή. Η αντίθεση στον κοινωνικό κανιβαλισμό, στη διάλυση κάθε ανθρώπινης αξιοπρέπειας, στη μετατροπή της εργατικής τάξης σε πειραματόζωο, είναι όρος ύπαρξης του σύγχρονου πολίτη. Η αστική δημοκρατία προώθησε ένα όραμα για την ανθρωπότητα ενός λειτουργικού περιβάλλοντος κόντρα στην εξαθλίωση των προηγούμενων αιώνων. Μετά από δύο αιώνες τα αδιέξοδα της καπιταλιστικής οικονομίας γεννάνε τα ίδια και χειρότερα εφιαλτικά σενάρια για το λαό.
Δεν είναι μόνο όροι επιβίωσης και αυτοσυντήρησης. Η ανάπτυξη φασιστικών οργανώσεων και κινήματος θα διαλύσει κάθε μαχόμενο ταξικό οργανισμό και θα πισωγυρίσει πολλές δεκαετίες το εργατικό κίνημα.
Το ταξικό εργατικό κίνημα, αν θέλει να δημιουργήσει όρους υπέρβασης αυτού του αδιεξόδου, οφείλει να «περάσει» πάνω από την εμπροσθοφυλακή του συστήματος. Αν δεν μπορεί να λύσει αυτό τα χαμηλό εμπόδιο, ποτέ δε θα αποκτήσει την εμπιστοσύνη για να τα βάλει με τις διεθνείς ιμπεριαλιστικές μηχανές. Η συγκρότηση μιας μαχόμενης ταξικής οργάνωσης που αντιμετωπίζει τις φασιστικές οργανώσεις το εμπλουτίζει και με συγκεκριμένη εμπειρία. Μαθαίνει να δημιουργεί στόχους και να κατοχυρώνει κατακτήσεις. Να δημιουργεί μηχανισμούς όχι πίεσης, ακτιβισμού ή προπαγάνδας, αλλά νίκης και ηγεμονίας. Εκπαιδεύει το πολιτικό δυναμικό του να αναγνωρίζει την Εξουσία και να τη διαχωρίζει από την Αντιπολίτευση. Θα μαθαίνει να καταστρέφει εχθρικά κέντρα πολιτικής και διαμορφώνει τα δικά του. Ταυτόχρονα βλέπει την πολιτική βία σαν δύναμη κοινωνικής νομιμοποίησης. Η δύναμη των πολιτικών κέντρων δεν βρίσκεται στην οργανωτική μικροκλίμακα αλλά στα κοινωνικά πεδία που οργανώνει και εκπροσωπεί.
Τέλος, πρέπει εντός του ταξικού κινήματος να δοθεί στρατηγική μάχη ενάντια στις θολές και αμφίσημες στρατηγικές. Πρέπει να έχουμε υψηλή ετοιμότητα να κλείσουμε κερκόπορτες ανάπτυξης λαϊκίστικων διαταξικών κινημάτων ή λογικές «ίσων αποστάσεων». Η συγκρότηση αντικομμουνιστικής προπαγάνδας από το αστικό μπλοκ δεν μπορεί να μπει σε ζυγαριές. Η υπεράσπιση κοινωνικών αιτημάτων (πχ γήπεδο, υποβάθμιση γειτονιάς από ναρκωτικά κλπ), «εργατικών» αιτημάτων (πχ απολύσεις, πλειστηριασμοί κατοικιών κλπ), πολιτικών αιτημάτων (αντιμνημόνιο, αντι-ΕΕ κλπ) πρέπει να μην αφήνουν κανένα περιθώριο εκμετάλλευσης από την ακροδεξιά.
Το σπάσιμο της λυκοφιλίας των «δημοκρατικών» κυβερνήσεων θα ανοίξει ένα νέο στάδιο αστάθειας παράλληλα με την οικονομική εξαθλίωση διευρυμένων λαϊκών κομματιών. Αυτό που θα μετρηθεί στο αυριανό «παράθυρο» ακυβερνησίας που θα ανοίξουν οι αστικές τάξεις, είναι αν θα υπάρχουν οργανώσεις έτοιμες να καταθέσουν σχέδιο αντικαπιταλιστικής διεξόδου ή θα το διεκδικήσει η ακροδεξιά περιγράφοντας την κρίση ως «εθνική ταπείνωση».