Η δολοφονία Ζακ δεν είχε μόνο φυσικούς αλλά και ηθικούς αυτουργούς
Στις 21 του περασμένου Σεπτέμβρη γίναμε θεατές μιας εν ψυχρώ δολοφονίας στο κέντρο της Αθήνας. Τα βίντεο που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο με το λιντσάρισμα του Ζακ Κωστόπουλου, αρχικά από τον ιδιοκτήτη του κοσμηματοπωλείου και τον συνεργό του και στην συνέχεια από την αστυνομία όπου ποδοπατούσε τον ήδη βαριά τραυματισμένο για να τον συλλάβουν, μας προκαλούν φρίκη και αποστροφή. Απάνθρωπες στιγμές που παραπέμπουν σε δυστοπικά μυθιστορήματα όπως το «1984» όπου ο Τζώρτζ Όργουελ γράφει χαρακτηριστικά «αν θέλεις μια εικόνα του μέλλοντος φαντάσου μία μπότα να πατάει το πρόσωπο ενός ανθρώπου για πάντα».
Η συνέχεια που ακολούθησε ήταν ο διασυρμός του νεκρού από τα media, αποκαλύπτοντας μερικώς την ταυτότητα του προσπαθώντας να του φτιάξουν ένα προφίλ ενός τοξικοεξαρτημένου οροθετικού ομοφυλόφιλου, που κλέβει για την δόση του. Την ίδια ώρα διάφορες Τατιάνες, πατώντας πάνω στην αλλοτρίωση της κοινωνίας και στην αποξένωση της από την διαφορετικότητα, έκαναν δημοσκοπήσεις θολώνοντας τα νερά για τις διαφορές μεταξύ αυτοάμυνας και αυτοδικίας.
Τι είναι όμως αυτό που κάνει την κοινωνία να αποδέχεται και πολλές φορές να επικροτεί πράξεις αυτοδικίας? Για αρχή ας απορρίψουμε την φράση «βγάλε τον φασίστα που κρύβεις μέσα σου». Αυτό το αποτρόπαιο γεγονός δεν θα γινόταν αν δεν υπήρχε ένα μαζικό φασιστικό πολιτικό κέντρο και μία υπό ανασυγκρότηση ακροδεξιά που να αμφισβητούν την αξία της ανθρώπινης ζωής.
Οι ακροδεξιές οργανώσεις βρίσκουν κοινωνικό έρεισμα στην φτωχοποιημένη «μεσαία» τάξη υιοθετώντας την λογική του νόμου της ζούγκλας και με γνώμονα τον μικροαστισμό, εκφράζονται φαινόμενα κοινωνικού κανιβαλισμού και ρατσισμού, μετατρέποντας έτσι τους νοικοκυραίους σε αδίστακτα κτήνη έτοιμα να σκοτώσουν στο όνομα της ατομικής ιδιοκτησίας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο συνεργός του κοσμηματοπώλη είναι οργανωτικό στέλεχος και εκπρόσωπος τύπου της εθνικιστικής οργάνωσης «πατριωτικό μέτωπο», όπου ηγετική φυσιογνωμία αυτού είναι ο Σταύρος Βιτάλης, που είχε λάβει μέρος το 1995 σε παραστρατιωτικές μονάδες που συμμετείχαν στα εγκλήματα πολέμου στην Βοσνία.
Όπως είχε πει και σε συνέντευξή του ο Ζακ, τον Φλεβάρη του 2017, «Από τότε που μπήκε η Χρυσή Αυγή στην Βουλή νομιμοποιήθηκε το να μην είναι ρατσιστές μόνο στο μυαλό τους αλλά να το εκφράζουν είτε λεκτικά είτε με σωματικές επιθέσεις». Άλλωστε οι πιο άμεσοι υποστηρικτές των δολοφόνων του αδικοχαμένου ακτιβιστή δεν ήταν άλλοι πέραν από μερικά ναζιστικά καθάρματα, που κατά την ολιγόλεπτη παρουσία τους στο σημείο της δολοφονίας φώναξαν τα μισαλλόδοξα ρατσιστικά συνθήματά τους ενάντια σε ομοφυλόφιλους και χρήστες ναρκωτικών. Όπως ακριβώς έκαναν όλες οι παρόμοιες γκρούπες, διακηρύσσοντας έναν πόλεμο ψεύδους ενάντια στον αποθανόντα παρουσιάζοντας τον σαν «υπάνθρωπο» και «εγκληματία που πλήρωσε για αυτό που έκανε», απαξιώνοντας τον όποιο λόγο ύπαρξης του.
Συμπερασματικά δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς, την κακή εκδοχή τους, ούτε το γενικό σύνολο της κοινωνίας ή έστω των μικροαστών έτσι αυθαίρετα. Οι απανταχού κυρ Παντελήδες είναι θύματα της καπιταλιστικής κρίσης που τους μεταλλάζει σε θύτες η απελπισία τους και η μοναδική εναλλακτική που προωθεί το σύστημα, αυτή του εθνικισμού και ρατσισμού.
Ας ξεφύγουμε από το δόγμα του «νοικοκυραίοι θα σας φάνε τα παιδιά σας» και να κατανοήσουμε ότι ο φασισμός πολεμάτε με αντιφασιστικούς αγώνες. Για αυτό ως αντιφασιστικό κίνημα καλούμαστε να έρθουμε αντιμέτωποι με την ρίζα του προβλήματος, τις οργανώσεις που αναπαράγουν και προωθούν τον φασισμό, ώστε να σταματήσουμε την οποιαδήποτε προσπάθειά τους, να αποκτήσουν μεγαλύτερη γείωση στην κοινωνία και να διαλύσουμε τον οργανωτικό ιστό τους. Με όπλο μας τον Μαχητικό Αντιφασισμό μπορούμε να απομονώσουμε και να τσακίσουμε τις ρητορικές και πρακτικές μίσους κάνοντας τες, απλά μια θλιβερή ανάμνηση.