Η 28 Οκτωβρίου είναι η εθνική επέτειος σε σχέση με την εμπλοκή της Ελλάδας στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Μια μέρα που είχε πάρει χαρακτηριστικά αντίστασης στα χρόνια της κατοχής αλλά σήμερα είναι ξεκάθαρα ένα κομμάτι μυθιστορίας του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Στα χρόνια της κατοχής μνημόνευε τις στρατιωτικές επιτυχίες του ελληνικού λαού απέναντι στο φασιστικό στρατό του Μουσολίνι αλλά η ανακήρυξη της σε εθνική επέτειο μεταπολεμικά είναι περισσότερο για να συσκοτίσει και να αποκρύψει πολλά από τα γεγονότα της περιόδου 40-44. Αλλά αυτό δεν είναι άλλωστε όλες οι εθνικές επέτειοι ανά τον κόσμο.
Πολλές φορές ακούμε την ερώτηση “για ποιο λόγο οι εθνικές επέτειοι στην Ελλάδα είναι για την αρχή του πολέμου και όχι για το τέλος του”. Πολλές απαντήσεις δίνουν οι ιστορικοί αλλά το να συγχέουμε τις δυο ημερομηνίες των εθνικών εορτών προσπαθώντας να βρούμε κοινές μεθοδολογίες και μοτίβα, περισσότερο συσκοτίζει παρά εξηγεί το λόγο που επιλέχτηκαν αυτές οι δυο ημερομηνίες ως πυλώνες παρασκευής της εθνικής μυθιστορίας.
Η 28η Οκτωβρίου του 1940 είναι η μέρα που η Ελλάδα εισέρχεται στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Το τελεσίγραφο για την παράδοση της χώρας φτάνει στα χέρια του δικτάτορα Μεταξά για την παράδοση της χώρας στην φασιστική Ιταλία, ο Μεταξάς αρνείται ότι έχει την δυνατότητα να το υλοποιήσει και μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα ξεκινάει ο πόλεμος. Η έκβαση της πρώτης φάσης των μαχών γέρνει προς την μεριά της Ελλάδας, τα φασιστικά στρατεύματα καθηλώνονται στα Αλβανικά εδάφη και μετά την συμβολή των στρατευμάτων της Ναζιστικής Γερμανίας την άνοιξη του επόμενου έτους η Ελλάδα παραδίνεται και ξεκινάει η περίοδος της κατοχής.
Ήταν εκείνη η περίοδος που χρησιμοποιήθηκε η ημερομηνία της 28ης Οκτωβρίου σαν μια μέρα έκφρασης και δράσης απέναντι στα ναζιστικά στρατεύματα. Το ΕΑΜ από την πρώτη χρονιά όρισε αυτή τη μέρα σαν μέρα διαδηλώσεων απέναντι στην κατοχή με πρόταγμα την λαϊκή κυριαρχία και το επανέλαβε και τα επόμενα χρόνια της κατοχής. Η αρχική λοιπόν αφήγηση για την 28η Οκτωβρίου είναι μια μέρα αντίστασης ‘των από τα κάτω’ απέναντι σε ένα πολύ σκληρό καθεστώς φασιστικής κατοχής. Το Όχι, το “έπος του σαράντα” η “γραμμή Μεταξά” και ο κεντρικός ρόλος που αποδόθηκε στον δικτάτορα σαν μεγάλο λαοπρόβλητο ηγέτη και τιμονιέρη του έθνους είναι μεταγενέστερες αφηγήσεις που ήρθαν να εξυπηρετήσουν τις πολιτικές ανάγκες του δωσιλογικού καθεστώτος που αναδύθηκε στα χρόνια μετά τον πόλεμο.
Η συνθηκολόγηση της Ελλάδας με την Ναζιστική Γερμανία γίνεται στις 20 Απριλίου του 1940. Η ελληνική αστική τάξη αντιλαμβάνεται την κατοχή της Ελλάδας σαν το καινούργιο status quo αφού ο ναζιστικός επεκτατισμός δεν δείχνει να αμφισβητείται αλλά και σαν μια τεράστια ευκαιρία συσσώρευσης που η πολεμική συνθήκη είναι μια χρυσή περίοδος. Από την αρχή την κατοχής δημιουργείται η τάξη των δωσίλογων που παρόλο που στις μεταγενέστερες αφηγήσεις αναφέρεται σαν ένα φαιδρό μειοψηφικό κομμάτι οι πραγματικές του διαστάσεις είναι κατά πολύ μεγαλύτερες. Αυτό το κομμάτι της κοινωνίας δέχεται το μίσος όλων των υπολοίπων όχι μόνο λόγω της ιδεολογικής τους αναφοράς σαν προδότες και συνεργάτες των κατακτητών άλλα ξεκάθαρα λόγω των υλικών συνθηκών που απορρέαν από αυτή την συστράτευση. Μια κατάσταση αισχροκέρδειας τόσο χυδαίας όπου οι όροι “λαδέμπορας” και “μαυραγορίτης” υπάρχουν έως της μέρες μας και μάλιστα επανανοηματοδοτήθηκαν ιδιαίτερα μέσα στα χρόνια της κρίσης παρομοιάζοντας πρακτικές με εκείνες της κατοχής, μιας μαύρης εποχής για κάποιους χρυσής για κάποιους άλλους. Χαρακτηριστικό σημείο της εποχής οι διαδηλώσεις της 28ης Οκτωβρίου του 1943, οι οποίες έγιναν με κεντρικό τους σύνθημα “θάνατος στους προδότες” αναφερόμενες σε όλους αυτούς που συνεργάστηκαν με τους ναζί.
Ο παράγοντας που αλλάζει τα δεδομένα στην κατεχόμενη Ελλάδα είναι η ίδρυση του Ε.Α.Μ. (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και ιδιαίτερα από την στιγμή της δημιουργίας του στρατιωτικού σκέλους του, του Ε.Λ.Α.Σ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός) δύο οργανώσεις που μονοπώλησαν σχεδόν ολοκληρωτικά το αφήγημα που ονομάστηκε Εθνική Αντίσταση. Το αντάρτικο που μεγαλώνει στα βουνά και οι συνεχόμενες νίκες επί των κατακτητών αλλάζουν τα δεδομένα στην αντίληψη για τον συσχετισμό αλλά και τις δυνατότητες που ανοίγονται με βάση τα νέα δεδομένα. Υπάρχει πλέον ένα αντίπαλο δέος απέναντι στους δωσίλογους και η εμφυλιοπολεμική συνθήκη αρχίζει να αναδύεται. Ειδικά στην Αθήνα οι μάχες που γίνονται είναι επί το πλείστον μεταξύ ανταρτών και δωσίλογων.
Τα εθνικά χαρακτηριστικά είναι δομικό κομμάτι από την ίδρυση του Ε.Α.Μ. κατά την συνταγή των “λαϊκών μετώπων”, το εργαλείο που χρησιμοποιούσαν τα κομμουνιστικά κόμματα στην Ευρώπη εκείνη την περίοδο. Βασίστηκε στην λογική της συνεργασίας των κομμουνιστών με προοδευτικές δυνάμεις του αστισμού απέναντι στους φασίστες. Με αυτό τον τρόπο διεκδικούσαν την δημιουργία μαζικών δομών που θα ήταν δυνατό να ανταπεξέλθουν στη καλπάζουσα πορεία που είχε ο φασισμός την περίοδο του μεσοπολέμου. Αυτό σήμαινε την υποταγή των επαναστατικών διεργασιών για την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας στην ενιαιομετωπική αντιπαράθεση με τον κοινό εχθρό. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα υλοποίησης αυτής της γραμμής ήταν στα χρόνια του Ισπανικού εμφυλίου οπού το ΚΚΙ για να διατηρήσει το λαϊκό μέτωπο επιτέθηκε και συνέτριψε τις επαναστατικές διεργασίες που γινόντουσαν από τους αναρχικούς στην Καταλονία. Η τραγική εξέλιξη για τους αναρχικούς αλλά και για τους κομμουνιστές ήρθε δυο χρόνια αργότερα με την επικράτηση του Φράνκο και του φασισμού σε όλη την Ισπανία.
Σε αυτό το σημείο παρατηρείται η αντίφαση μεταξύ γραμμής και πραγματικότητας παρόλη την συνεχή αναφορά στην γραμμή που εκπονούνταν από τη Μόσχα του “μεγάλου πατριωτικού πολέμου” τα προεόρτια του επικείμενου εμφύλιου ήταν εκκωφαντικά. Οι μάχες μεταξύ των αντάρτικων ομάδων του Ε.Λ.Α.Σ. με εκείνες του Ε.Δ.Ε.Σ. από προβοκάτσια που έστησαν οι Άγγλοι “σύμμαχοι” καθώς και με τα τάγματα ασφαλείας της κατοχικής κυβέρνησης Ράλλη δημιουργούσαν μια συνθήκη για την μετατροπή του πολέμου από εθνικοαπελευθερωτικό σε ταξικό. Και μπορεί οι μάχες στα βουνά να γίνονταν με τον πιο πειθαρχημένο τρόπο από τα τάγματα του Ε.Λ.Α.Σ, στις πόλεις και ιδιαίτερα στην Αθήνα η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική οπού η καθημερινή τριβή με τους δωσίλογους δημιουργούσε ένα άσβεστο μίσος στα λαϊκά κομμάτια που οπλίζονταν για λόγους δικαίωσης αλλά και εκδίκησης. Το σύνθημα – αίτημα- πρόγραμμα του Ε.Α.Μ. “λαοκρατία” άρχισε να παίρνει μια φαντασιακή θέσμιση στα μυαλά των αγωνιζόμενων μαζών και η πεποίθηση ότι μετά την απελευθέρωση η κοινωνική πραγματικότητα θα είναι τελείως διαφορετική ισχυροποιούνταν μέρα με την μέρα περισσότερο.
Αυτήν την συνθήκη δεν μπόρεσε να αντιληφθεί η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. το οποίο όντας προσκολλημένο στη γραμμή των λαϊκών μετώπων κλώτσησε την κάθε δυνατότητα να χαράξει κάθε άλλη στρατηγική. Παρόλο που ο Ε.Λ.Α.Σ. στρατολογούσε μαζικά αγωνιστές και αναβάθμιζε τον εξοπλισμό του απαλλοτριώνοντας ολόκληρα τάγματα Ιταλών που του παραδίνονταν, το Ε.Α.Μ. βρέθηκε σε θέση αδυναμίας στις συμφωνίες του Λιβάνου, όπου αποδέχτηκε όλο το κατηγορητήριο που εξαπέλυσε η εξόριστη κυβέρνηση μέσω του Παπανδρέου και συμφώνησε στο σύνολο των θέσεων του. Φωτεινή εξαίρεση αποτελεί ο λόγος του Σαράφη από την ηγεσία του Ε.Λ.Α.Σ. Με πολύ έντονο τόνο υπερασπίστηκε τις πρακτικές και τις επιλογές του Ε.Λ.Α.Σ. και διεκδίκησε να ανατρέψει το κλίμα μειοδοσίας που καλλιεργούνταν στην σύσκεψη από την μεριά του Ε.Α.Μ. χωρίς βέβαια να καταφέρει κάποια ιδιαίτερη αλλαγή είτε στη στάση της κυβέρνησης απέναντι στο κίνημα είτε στο τελικό κείμενο του Λιβάνου.
Εκεί ήταν η πρώτη φορά που διαφαίνεται η κατάσταση που θα ακολουθήσει ο «εθνικός κορμός» τα επόμενα χρόνια. Τα συμφέροντα της Αγγλίας γίνονται η άμεση προτεραιότητα και για αυτό θα επιστρατευτεί κάθε μέσο. Ο αντικομουνισμός γίνεται ο στρατηγικός στόχος και θα πρέπει να επιτευχθεί πάση θυσία ακόμα και επί του συνόλου της Εθνικής αντίστασης. Τα όπλα της τρομοκρατίας, των δολοφονιών, των έκτακτων στρατοδικείων και εκτελέσεων που θα μονοπωλήσουν την κυρίαρχη πολιτική πρακτική του μεταπολεμικού κράτους απέναντι στους αγωνιστές της αντίστασης έχουν τις απαρχές τους μέσα στην κατοχή. Για ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του πολιτικού προσωπικού της εποχής φαίνεται πιο κανονικοποιημένη η κατάσταση της κατοχής, η Γερμανία είναι ανίκητη άλλωστε, παρά την κομμουνιστογενή εθνική αντίσταση. Ο φασισμός και ναζισμός εκείνη την εποχή αντιμετωπιζόταν από τον αστικό κόσμο ως μία ακραία, μεν, αλλά θεμιτή πολιτική προτάση.
Τον καιρό του μεσοπολέμου ο φασισμός έχαιρε την εκτίμηση μεγάλου ποσοστού της αστικής τάξης όχι μόνο στις χώρες που επικράτησε αλλά και παγκόσμια. Ήταν ο παράγοντας που σταμάτησε την κοινωνική επανάσταση σε κεντρικές χώρες της Ευρώπης όπως η Γερμανία η Ιταλία και η Ισπανία. Παρόλη την πολεμική συνθήκη που είχε εισέλθει ο κόσμος και η Σοβιετική ένωση ήταν με τη μεριά των συμμάχων δεν είχε υπάρξει ιδεολογική μεταστροφή, ο εχθρός ήταν ο κομουνισμός. Αυτή την κατάσταση αντιμετώπιζαν οι μαχητές του Ε.Λ.Α.Σ. και της Ο.Π.Λ.Α. (Οργάνωση Προστασίας Λαϊκού Αγώνα) στους δρόμους της Αθήνας έχοντας απέναντί τους όχι μόνο τους ναζί την χωροφυλακή και τα τάγματα ασφαλείας αλλά και οργανώσεις που ήταν μεν αντιστασιακές αλλά πρωτίστως αντικομμουνιστικές.
Αυτή η κατάσταση συντελούταν στους δρόμους και εύκολα πάρθηκε η απόφαση να αντιμετωπιστεί. Οι μάχες της Αθήνας ξεκινούσαν σχεδόν πάντα μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων και της χωροφυλακής ή των ταγματασφαλιτών. Οι κατοχικές δυνάμεις φτάνανε πάντα για να τις τελειώσουν λόγο της υπεροπλίας τους. Παρόλο που και από τις δύο μεριές βρισκόντουσαν Έλληνες ήταν ξεκάθαρο στους πάντες τι γινότανε. Ποιοι φωνάζανε “θάνατο στους προδότες” και ποιοι “θάνατο στους κομμουνιστές”. Ο εμφύλιος ήταν ήδη εδώ από τα πρώτα χρόνια της κατοχής και ο μόνος τρόπος να αποφευχθεί ήταν να διαλυθεί το αντίπαλο δέος πριν ξεσπάσει. Αυτό προσπάθησε να κάνει η Αγγλία, το Κ.Κ.Ε.όχι.
Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. δεν μπόρεσε να αντιληφθεί ότι η διαδικασία του Λιβάνου και της Καζέρτας ήταν η συνέχεια αυτής της σύγκρουσης με άλλα μέσα, με αποτέλεσμα να μην κατέβει στις συνομιλίες με όρους σύγκρουσης αλλά συναίνεσης και παραίτησης. Όταν αποβιβάστηκε ο Αγγλικός στρατός στην Αθήνα κάλεσε τον λαό να τους υποδεχτεί σαν απελευθερωτές. Απελευθερωτές σε μια πόλη που ήδη είχε απελευθερώσει με τα όπλα του και το αίμα του. Οι πρώτες πράξεις του εμφυλίου δεν άργησαν να φανούν. Λίγους μήνες μετά έχουμε τα γεγονότα των Δεκεμβριανών οπού και πάλι δεν χρησιμοποιείται η ισχύς των όπλων του Ε.Λ.Α.Σ που παραμένει μέχρι εκείνη τη στιγμή ανέπαφη αλλά ο δρόμος των ειρηνικών διεκδικήσεων. Σε αυτές τα Αγγλικά στρατεύματα απαντάνε σαν κατοχικές δυνάμεις που έτσι και αλλιώς αυτό ήτανε. Παρά τους αδυσώπητους αρνητικούς συσχετισμούς, αφού ο Ε.Λ.Α.Σ μάχεται μόνο με τις εφεδρικές του δυνάμεις, η έκβαση της μάχης μοιάζει να γυρίζει. Παρόλα αυτά εκεί διατάσσεται η εγκατάλειψη της.
Η συμφωνία της Βάρκιζας το Φλεβάρη του 45, παρά το πόσο αλλοπρόσαλλη μοιάζει αν την κρίνουμε με βάση το συσχετισμό δυνάμεων των δύο πλευρών, έρχεται σαν συνέχεια της πολιτικής των λαϊκών μετώπων που ακολουθούνταν από το Κ.Κ.Ε. και το Ε.Α.Μ. όλη την διάρκεια της κατοχής.
Η 28η Οκτωβρίου ορίστηκε σαν εθνική εορτή από το διάγγελμα του Γεωργίου Παπανδρέου το 1944 και από τότε υφαίνονται οι μεγάλες εθνικές αφηγήσεις γύρω από αυτή την μέρα. Συσκοτίζοντας και αποκρύπτοντας τα γεγονότα της εποχής αλλά και τα συγκριμένα περιεχόμενα που έλαβε τις τρεις προηγούμενες χρονιές. Από το “Ε.Α.Μ. – τσαρούχι “ του 41 στο “θάνατος στους προδότες” του 43, ακολούθησε η περίοδος της “λευκής τρομοκρατίας” οπού οι δολοφονίες και οι βασανισμοί των αγωνιστών του Ε.Α.Μ. έγιναν καθημερινό φαινόμενο. Το Κ.Κ.Ε. διεκδίκησε την ιστορική του παρακαταθήκη ορίζοντας την 28η Οκτωβρίου του 46 σαν μέρα ίδρυσης του Δ.Σ.Ε. (Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδος) αλλά πλέον η 28η Οκτωβρίου είναι μια μέρα εθνικής εορτής στα χέρια του αντιδραστικού εμφυλιοπολεμικού καθεστώτος.
Όλη η ιστορία της κατοχής και της αντίστασης μέσα από την ρομαντικοποιημένη μνήμη της αφήνει σήμερα μια γλυκόπικρη αίσθηση. Ο Άρης και οι μαυροσκούφηδες και άλλες ηρωικές στιγμές από την μια, οι χίτες και ταγματασφαλίτες από την άλλη αλλά και η δικαίωση του Μελιγαλά δίνουν στα γεγονότα εξωανθρώπινες και μυθικές διαστάσεις. Δυσκολεύουν τις επεξεργασίες και συσκοτίζουν τις πρακτικές. Ακόμα και το σύνθημα που καλώς ακούγετε σήμερα στις αντιφασιστικές πορείες αναφερόμενο στην αντιφασιστική παράδοση μας “ένας είναι ο δρόμος λαέ για να νικάς Ε.Α.Μ – Ε.Λ.Α.Σ – Μελιγαλάς” κρύβει μέσα μια τεράστια ιστορική αλλά και αναλυτική ανακρίβεια. Ο λαός δεν νίκησε έτσι, συντρίφτηκε.
Εύκολα οι ευθύνες αυτής της συντριβής πέφτουν σε μια αλλοπαρμένη ηγεσία που έδωσε τα όπλα στην Βάρκιζα έξω από κάθε λογική κλείνοντας το μάτι και στη συνωμοσιολογία. Αλλά αν ανατρέξουμε στη σειρά των γεγονότων θα δούμε ότι το καθένα υπαγορευόταν από το προηγούμενο.
Η Βάρκιζα από τα Δεκεμβριανά και τα Δεκεμβριανά από την Καζέρτα που ερχόταν σαν συνέχεια του Λιβάνου, και όλες αυτές οι συμφωνίες εκπορεύονται από την πατριωτική φύση του Ε.Α.Μ. που τα πρώτα τα ψήγματά της θα βρούμε στο διάγγελμα του Ζαχαριάδη για τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο στην στρατηγική των διαταξικών συνεργασιών στα λαϊκά μέτωπα και του “μεγάλου πατριωτικού πολέμου”.
Αν θέλουμε να περιγράψουμε έναν τρόπο για μια νικηφόρα έκβαση του δικού μας ταξικού στρατοπέδου θα πρέπει να ανατρέξουμε στης νίκες μας. Τότε που ο Μπλανκί καλούσε τους εξεγερμένους να πετάξουν την τρικολόρ στα σκουπίδια και στη θέση της να υψώσουν την κόκκινη σημαία από το αίμα των εργατών και ένα αιώνα αργότερα όταν οι μπολσεβίκοι το κάναν πράξη ξηλώνοντας την τσαρική σημαία. Όταν οι αναρχικοί στη Βαρκελώνη κόντρα στο λαϊκό μέτωπο κήρυτταν την επανάσταση κάνοντας τον κόσμο να γυρνάει διαφορετικά, έστω για ένα καλοκαίρι. Να μαθαίνουμε από τα λάθη μας και να μην ξεχνάμε ότι“ οι επαναστάσεις ίσαμε τώρα μας έφεραν μεγάλες ήττες, μα οι αναπόφευκτες αυτές ήττες συγκεντρώνουν τις εγγυήσεις για την αυριανή μεγάλη νίκη. Πάντα όμως με μια προϋπόθεση! Να συνειδητοποιήσουμε σε ποιες συνθήκες ηττηθήκαμε “(Ρόζα Λούξεμπουργκ).
Βίκτωρας Κοέν