Κομμουνιστές, Επαναστατική Αριστερά και οι εκλογές του 2023
Έχουμε μπει, πλέον, σε προεκλογική περίοδο έστω και μη διακηρυγμένη.
Ο Μαρξ είχε πει πως κάθε τέσσερα χρόνια οι καταπιεσμένοι εκλέγουν τους εκπροσώπους της άρχουσας τάξης που θα συνεχίσουν να διαχειρίζονται αυτό το εκμεταλλευτικό σύστημα. Αύτη παραμένει μια σωστή διαπίστωση και καθήκον των κομμουνιστικών οργανώσεων είναι να ανατρέψουν αυτό το καθεστώς. Η συμμετοχή τους ή μη στις εκλογικές διαδικασίες οφείλει να υπακούει σε αυτό το κριτήριο και σχεδιασμό. Όμως δεν ισοπεδώνουμε την ιστορική εμπειρία και δεν ξεχνάμε πως η αστική δημοκρατία έχει καθιερώσει για πρώτη φορά το δικαίωμα συμμετοχής των πληβείων τάξεων στη διακυβέρνηση μετά από χιλιάδες χρόνια «ελέω θεού βασιλείας».
Η εξουσία, λοιπόν, αλλάζει με δύο μόνο τρόπους: με εκλογές ή με επαναστατικό δίκαιο. Προφανώς μέσα από εκλογές δεν ανατρέπεται ο καπιταλισμός. Στις εκλογές που ετοιμάζονται ένας κόσμος του ταξικού κινήματος θα υποστηρίξει ένα ψηφοδέλτιο «ρεαλισμού», ένα ρεφορμιστικό ψηφοδέλτιο που δεν θα του οργανώσει την ανατροπή του καπιταλισμού, αλλά θεωρεί πως θα πετύχει ένα μίνιμουμ που αυτό λέγεται «ανατροπή της κυβέρνησης της ΝΔ» ή που θα του στηρίζει τους συνδικαλιστικούς αγώνες που δίνει. Αυτό το δίλλημα θα μπορούσε να απαντηθεί και να διεκδικηθεί μόνο από οργανώσεις, σχήματα και προτάσεις που θα διακήρυσσαν τη δυνατότητα κομμουνιστικής ανατροπής και πως η επόμενη τετραετία δεν είναι περίοδος εναλλαγής διακυβέρνησης αλλά προετοιμασία ανατροπής του καπιταλισμού.
Θα υπάρχουν κατεβάσματα ψηφοδελτίων μικρών ή μεγάλων δυνάμεων που αναφέρονται στην Επαναστατική Αριστερά. Δεν υποτιμούμε την προσπάθεια των συντρόφων, ούτε θεωρούμε αδιάφορες τις αναζητήσεις τους. Δεν πιστεύουμε στη θεωρία της «χαμένης ψήφου» γιατί αποτελούν ζωντανές αναζητήσεις μιας αντικαπιταλιστικής στρατηγικής. Όμως όλα αυτά τα ψηφοδέλτια συγκροτούν ιδεολογικές προτάσεις και όχι ένα υπαρκτό κομμουνιστικό ρεύμα έστω και μικρό κοινωνικά. Και αυτό δεν αποτελεί μια τοποθέτηση από τη μεριά μας με ιδεολογικά κριτήρια, αλλά συγκεκριμένη κριτική για την πολιτική στάση τους την περασμένη τετραετία.
Σε ολόκληρο τον πλανήτη υπάρχει κρίση του αντικαπιταλιστικού χώρου. Η κρίση στην ενιαία γραμματεία της 4ης Διεθνούς, η διάσπαση του NPA στη Γαλλία και η κρίση στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην Ελλάδα έχουν την ίδια μήτρα. Είναι συνέχεια της διάλυσης του ISO ΗΠΑ και της κρίσης του SWP Αγγλίας και θα είχαν βγει νωρίτερα αλλά υπήρξε η πάουζα της καραντίνας . Οι διαφορετικές πλευρές στα κόμματα είναι διαφορές τακτικής και οργανωτικής ηγεμονίας και όχι ιδεολογικής – στρατηγικής. Όλες οι πλευρές αναζητούν μια δήθεν “μαζική” αντικαπιταλιστική εκδοχή αλλά στην ουσία μεταθέτουν την επανάσταση στις καλένδες. Προφανώς και διατηρούν «στα χαρτιά» τις ιδεολογικές αναφορές, μπορεί σε κάποια θέματα και ανά περίπτωση να έχουν καλή στάση (αντιφασιστικό, αντιεθνικιστικό κλπ) αλλά δεν συγκροτούν μια ενιαία θεωρητική και στρατηγική στάση. Και αυτό ήταν αποκαλυπτικό την περίοδο της καραντίνας.
Η άθλια ακροδεξιά κυβέρνηση της ΝΔ είχε αντιπολίτευση από την κοινοβουλευτική αριστερά μόνο μέχρι τον Μάρτιο του 2020 και εμφανίστηκε ξανά το καλοκαίρι του 2022. Τα δύο χρόνια της καραντίνας είχε υψωθεί η παντιέρα του «θα λογαριαστούμε μετά», η αναστολή απεργιών – διαδηλώσεων και η ψηφιακή λειτουργία των οργανώσεων. Ακόμα και η παρουσία τους «στο δρόμο» ήταν δια αντιπροσώπου. Η μόνη κριτική στην αντιμετώπιση της καραντίνας από τη ΝΔ ήταν «φτιάξτε παραπάνω ΜΕΘ».
Σε αυτή την αναστολή της ταξικής πάλης, από τη μεριά των ρεφορμιστών, δεν υπήρξε μια διαφορετική στρατηγική απάντηση από τα αντικαπιταλιστικά ψηφοδέλτια που ετοιμάζονται. Δεν κατατέθηκε καμία έμπρακτη διάθεση σπασίματος της απαγόρευσης κυκλοφορίας και της υποχρεωτικότητας μασκών – εμβολίου και τα πρόστιμα που τα συνόδευαν. Για μήνες διατράνωναν και αυτές πως «τηρούν τα υγειονομικά πρωτόκολλα» της κυβέρνησης και ποτέ δεν αμφισβητήθηκε ιδεολογικά και στην πράξη η πολιτική της ατομικής ευθύνης. Πρόκειται για συνειδητή ενσωμάτωση της αναστολής της ταξικής πάλης ή για αποδοχή της αδυναμίας να εναντιωθούν στην αστική καταστολή; Σε κάθε περίπτωση είναι πρόβλημα.
Αυτά τα ζητήματα δεν είναι «του παρελθόντος». Η προβληματική τοποθέτηση του περασμένου διαστήματος μεταφέρεται σαν σαράκι στο σήμερα και αν δεν υπάρξει σοβαρή αυτοκριτική θα υπονομεύσει και το αύριο. Η στοχοποίηση των «ανεμβολίαστων» έχει προκαλέσει τη ρήξη του υγειονομικού κινήματος την ώρα που εφαρμόζεται η πλήρης διάλυση του ΕΣΥ. Μέχρι και σήμερα εργαζόμενοι καταβάλλουν από την τσέπη τους δεκάδες ευρώ για rapid test, ενώ μπορεί να απολυθούν χωρίς αποζημίωση και επικρατεί σιωπή. Η αποδοχή των ψηφιακών συνελεύσεων για δύο χρόνια λειτούργησε ως άλλοθι για να εφαρμοστεί μέσω του Νόμου Χατζηδάκη η μόνιμη καθιέρωση τους και, άρα, η υπονόμευση των ζωντανών λειτουργιών του κινήματος.
Η ΟΡΜΑ δεν συμμετείχε στις διαδικασίες συγκρότησης πολιτικών ψηφοδελτίων όχι γιατί δεν υπήρχε μια «μάξιμουμ» συμφωνία, αλλά γιατί δεν μπόρεσε να συγκροτηθεί έστω μειοψηφικά μια μίνιμουμ ενότητα. Δυστυχώς δεν μπόρεσαν να υπάρξουν συλλογικότητες που να ήμασταν μαζί στις μάχες που έδωσαν το στίγμα την περασμένη περίοδο: στη διάλυση της Χρυσής Αυγής, στο σπάσιμο της απαγόρευσης των συγκεντρώσεων αντιρατσιστικού – Πρωτομαγιάς – Πολυτεχνείου 2020, στο σπάσιμο των απαγορεύσεων και της υποχρεωτικότητας της καραντίνας, στην υπεράσπιση του ασύλου και στη μάχη ενάντια στην Πανεπιστημιακή και Υγειονομική Αστυνομία στα Πανεπιστήμια, στις εργατικές μάχες ενάντια στην ψηφιακή μετάλλαξη των σωματείων, ενάντια στον πόλεμο και στον εθνικισμό της ελληνικής αστικής τάξης και του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου που υπηρετεί, ενάντια στην ακροδεξιά επίθεση του κεφαλαίου που συγκροτείται με κέντρο τη ΝΔ. Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να καταθέσουμε (έστω ως μέρος σχηματισμού) μία πρόταση και να ζητήσουμε να εκφραστούν τα κομμάτια της εργατικής τάξης και της νεολαίας που έδωσαν τις παραπάνω μάχες.
Θα δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, να οικοδομηθεί αυτός ο χώρος, χωρίς να απέχουμε από καμία μάχη, χωρίς να ακυρώνουμε καμία προσπάθεια, χωρίς να υποστέλλουμε τη στρατηγική της Κομμουνιστικής Εξέγερσης.