Η παλινόρθωση της δεξιάς «κανονικότητας» και το τρύπωμα στους θώκους της εξουσίας του παλιού και αξιόπιστου πολιτικού δυναμικού, ήταν για την αστική τάξη της χώρας απαραίτητος όρος για να αναζωογονηθεί η επίθεση στα εργαζόμενα κομμάτια της κοινωνίας και να αναπτερωθεί το πετσόκομμα των πολιτικών και κοινωνικών τους δικαιωμάτων. Όσο και να θέλουν κάποιοι να γκρινιάζουν (κι είναι πολλοί αυτοί) για την υποτιθέμενη αφομοίωση του ριζοσπαστισμού του κινήματος από το ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, η διαφορά ενός αστικού κόμματος-εμπροσθοφυλακή των αστών με ένα ρεφορμιστικό αριστερό κόμμα που δεν έχει την εμπιστοσύνη τους, όσες κωλοτούμπες κι αν κάνει, έχει αρχίσει να βγάζει μάτι. Τουλάχιστον στα θέματα καταστολής αλλά και διαχείρισης των προσφύγων.
Μάλλον δεν θα μπορούσε να ‘ναι κι αλλιώς. Έχουμε μια Ν.Δ. που επανέρχεται στην εξουσία σε ένα τοπίο που φαινομενικά απομακρύνεται από τις δύσκολες εποχές του 2010-14 και έχοντας μια καταφανή δυναμική, και ένα ΣΥ.ΡΙΖ.Α σε ποσοστά που αντανακλούν το δικομματισμό άλλων εποχών, μιας «κανονικότητας» που πολλοί στο στρατόπεδο του αστισμού αναπολούν, αλλά ταυτόχρονα γνωρίζουν ότι πρέπει να ξεχάσουν. Μέσα σε αυτό το τοπίο επίπλαστης πολιτικής κυριαρχίας, η νέα κυβέρνηση πρέπει να επιδείξει από τη μία έργο και από την άλλη πυγμή. Υπάρχει όμως και κάτι σημαντικότερο από αυτό. Η νέα κυβέρνηση πρέπει να προετοιμαστεί καλύτερα για τον επόμενο γύρο που ξέρει ότι θα έρθει σύντομα.
Η στοχοποίηση του αναρχικού χώρου και των καταλήψεων δεν είναι κάτι πρωτότυπο για τον μέσο τηλεθεατή. Πάντα αποτελούσε ένα ασφαλές επικοινωνιακό καταφύγιο για τους κυβερνώντες με τους εκάστοτε γκεμπελίσκους της δημοσιογραφίας, η δαιμονοποίηση των Εξαρχείων, των αντιεξουσιαστών, η υπερπροβολή της υποτιθέμενης ανομίας που μαστίζει την περιοχή και άλλα γραφικά. Από την άλλη όμως ο αστισμός και τα τσιράκια του γνωρίζουν πως τα Εξάρχεια και οι καταλήψεις δεν είναι απλά ένα ακόμα lifestyle που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κάποια στιγμή θα αφομοιωθούν ή θα κατασταλούν. Σ’ αυτή την περιοχή χτυπά δεκαετίες τώρα η καρδία των πιο ριζοσπαστικών κινημάτων που ταρακούνησαν τη χώρα. Η προληπτική καταστολή της λοιπόν, είναι όρος πριν οι αστοί πάνε στον επόμενο γύρο σύγκρουσης με την εργατική τάξη.
Η Ν.Δ. γνωρίζει ότι την τελευταία φορά που προσπάθησε να επιτεθεί ολομέτωπα στον αντιεξουσιαστικό χώρο και να «βγάλει κουκούλες» δεν κατάφερε παρά μια τρύπα στο νερό. Μετά από λίγο καιρό η Ελλάδα γέμισε καταλήψεις απ’ άκρη σ’ άκρη. Μάλιστα αυτές οι καταλήψεις έγιναν σανίδα σωτηρίας για πολλούς πρόσφυγες που είτε περνούσαν απλώς από τη χώρα, είτε εγκλωβίστηκαν εν τέλει εδώ. Το σημαντικότερο όμως είναι πως οι καταλήψεις στέγης προσφύγων ήταν δομές οργανωμένες από τα κάτω, που ανακούφιζαν αλλά και πολιτικοποιούσαν τους επιζώντες από τους γειτονικούς πολέμους. Προσέφεραν σε αυτούς τους ανθρώπους συνθήκες πολλές φορές καλύτερες από τα κυβερνητικά στρατόπεδα «φιλοξενίας» κι ας λοιδορούνται καθημερινά από τα ΜΜΕ και μάλιστα μέσα στις πόλεις.
Η προεκλογική υπόσχεση του Κυριάκου και των υπόλοιπων φιντανιών στην ηγεσία του κόμματος, για επιβολή του νόμου και της τάξης παντού, για πάταξη της εγκληματικότητας και της ανομίας και για περισσότερη ασφάλεια, υλοποιείται πάνω στα σώματα εκτοπισμένων ανδρών , γυναικών και παιδιών που σταματάνε μέχρι και το σχολείο τους. Για άλλη μια φορά οι ξένοι θα γίνουν οι αποδιοπομπαίοι τράγοι για να ικανοποιηθούν τα πιο κανιβαλιστικά ένστικτα του μέσου μικροαστού τηλεθεατή-ψηφοφόρου. Κατά τα άλλα, ο δήμαρχος του μεγαλύτερου δήμου της μητρόπολης και ο υπουργός προστασίας του πολίτη, δεν νιώθουν την παραμικρή ντροπή να τρυπώνουν στα μουλωχτά, σχεδόν αξημέρωτα στην κεντρική πλατεία των Εξαρχείων με δεκάδες μπάτσους γύρω τους, μπας και προλάβουν να κάνουν έστω κι ένα ολιγόλεπτο σόου για τα κανάλια. Τόσο πολύ τους αγαπά ο κόσμος της περιοχής και τόσο πολύ καθάρισε η γειτονιά από τους μπάχαλους.
Βέβαια το κράτος έχει τους τρόπους να μαθαίνει από τα λάθη του αρκετά πιο γρήγορα από εμάς. Οι βίαιες εκκενώσεις καταλήψεων υπηρετούν δυο σκοπούς. Ο ένας , ίδιος κι απαράλλακτος, η ρατσιστική στοχοποίηση των προσφύγων, ενώ ο άλλος η στοχοποίηση της κατάληψης ως μέσο αντίστασης και αγώνα. Οι καταλήψεις είναι διαχρονικά ένα εργαλείο στα χέρια του κινήματος ασχέτως του ποιόν σκοπό του αγώνα εξυπηρετούν κάθε στιγμή. Το γεγονός ότι η στέγαση των επιζώντων του πολέμου στη Συρία, έπαιξε τεράστιο ρόλο στη συσπείρωση του αντιρατσιστικού-αντιφασιστικού κινήματος και ήταν ένας τομέας όπου μετά από πολύ καιρό το οι αγωνιστές τα κατάφεραν αρκετά καλά, ανταποκρινόμενοι στις ανάγκες της στιγμής, αναπτέρωσε το ηθικό και έσπρωξε παραπέρα τα όρια μας. Αυτό ακριβώς λοιπόν είναι που πρέπει να πολεμηθεί με τρόπο χειρουργικό.
Σ’ ένα προηγούμενο διάστημα ο Σαμαράς είχε προσπαθήσει να επιτεθεί στις καταλήψεις προσομοιάζοντας τες με κέντρα ανομίας και ασυδοσίας. Στόχος του ήταν ο αναρχικός χώρος που όλο και μεγάλωνε έχοντας χτίσει γύρω του ένα μαλακό κοινωνικό ιστό υποστήριξης. Αυτός ο κοινωνικός ιστός είναι επίσης η πολυπόθητη λεία για το κράτος αυτή τη στιγμή. Το σχέδιο της ΓΑΔΑ είναι να αποκόψει τα κομμάτια του κινήματος που ακόμα έχουν επαναστατική αναφορά από τους υποστηρικτές τους ή τους εν δυνάμει υποστηρικτές τους, θέτοντας τους το δίλλημα της ενσωμάτωσης σε ποιο συμβιβασμένους τρόπους πάλης ή της απομόνωσης τους από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Με άλλα λόγια επιχειρείται να στηθεί μια παγίδα γύρω από τα Εξάρχεια που να οδηγήσει τον κόσμο του αγώνα σε μια βεντέτα με το κράτος και τους μισθοφόρους του, που θα αναλωθεί σε συγκρούσεις στο περιθώριο της πολιτικής συζήτησης δίνοντας τροφή στα παπαγαλάκια για να οργιάσουν με τα περί ασφάλειας και ανομίας, ενώ ταυτόχρονα θα ροκανίζεται η κοινωνική αποδοχή του αντιεξουσιαστικού χώρου και των πρακτικών του διαστρεβλώνοντας τη συζήτηση και μεταφέροντας την στα σαλόνια των καναλαρχών.
Το γεγονός πως η σημερινή Ν.Δ. υιοθετεί μια διαφορετική οδό καταστολής απέναντι στο αντιεξουσιαστικό κίνημα, φαινομενικά πιο ήπια, αποφεύγοντας προς το παρόν μια ολομέτωπη επίθεση με το πιο πολιτικό και σκληρό κομμάτι των αναρχικών, εξυπηρετεί αυτήν ακριβώς τη στρατηγική. Θα προσπαθήσει να πετάξει το μπαλάκι της κλιμάκωσης της έντασης στη μεριά των αναρχικών έτσι ώστε σε περίπτωση που το σηκώσουν να βρεθούν στη μέγγενη της καταστολής έχοντας όσο το δυνατόν λιγότερα κοινωνικά στηρίγματα.
Όσον αφορά τις αιτίες αυτής της τακτικής, αυτές εντοπίζονται στο ύφος το οποίο είναι αναγκασμένη σε μεγάλο βαθμό να υιοθετήσει η νέα κυβέρνηση. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα κάποιας οικονομικής ανάκαμψης έστω και αναιμικής που όμως χρειάζεται και μια πολιτική σταθερότητα και με ένα ΣΥ.ΡΙΖ.Α. πλέον πάνω από 30% που ακόμα δεν έχει ξεχερσώσει όλες τις κινηματικές του ρίζες και τέλος με τις ταξικές οργανώσεις και συλλογικότητες κάθε άλλο παρά ξεδοντιασμένες, οι κινήσεις τις Ν.Δ. πρέπει να είναι υπολογισμένες στην εντέλεια αν δεν θέλει να ξαναφλερτάρει σύντομα με ποσοστά σαν αυτά τις περιόδου 2010-13. Το καινούργιο Success Story που πρέπει να ξαναχτιστεί πρέπει να έρθει σε ισορροπία με τον ακροδεξιό ρεβανσισμό εντός των κύκλων του κόμματος, αλλά την ίδια στιγμή η περίπτωση του να ξαναέρθουν στην εξουσία οι ιδέες και το πολιτικό προσωπικό της αριστεράς πρέπει οπωσδήποτε να απομακρυνθεί. Με τον νέο κύκλο της οικονομικής κρίσης να βρίσκεται προ των πυλών, τα τζάκια γνωρίζουν ότι είναι ανάγκη να στήσουν τα αναχώματά τους τώρα, πριν αυτή ξεσπάσει και τρέχουν ύστερα καθυστερημένα να μαζέψουν τ’ ασυμμάζευτα. Το φάντασμα της εξέγερσης του Δεκέμβρη και όλων όσων ακολούθησαν μέχρι το 2015 πλανιέται ακόμα πάνω από τις καμινάδες των οικογενειακών και πολιτικών τζακιών στοιχειώνοντας τα σχέδια τους που ξέρουν πως δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένα.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ο χώρος γύρω από τα Εξάρχεια κατ’ αρχήν έχει επιλογές. Μπορεί να είναι στριμωγμένος αλλά πάντως σίγουρα δεν έχει εγκλωβιστεί. Τουλάχιστον όχι ακόμα, και όχι κυρίως από το κράτος και τους πραιτοριανούς του. Η κοινωνική δυναμική στην οποία θα μπορούσε να βρει στηρίγματα είναι ακόμα εκεί. Η απάντηση βρίσκεται μαζί με τις υπόλοιπες οργανώσεις του κινήματος και τις διαδικασίες του μαζικού εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος.