Η κατασταλτική αντιμετώπιση των εξαρτημένων ατόμων ή κυνηγώντας θύτες όπως το φίδι τρώει την ουρά του
Τον τελευταίο καιρό με αφορμή την επίθεση που επιχείρησε η κυβέρνηση στην επιστημονική, θεραπευτική και διοικητική υπόσταση του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ), άνοιξε μια ατζέντα συζητήσεων γύρω από τις εξαρτήσεις και την αντιμετώπισή τους κατά τη διακυβέρνηση των αστικών κυβερνήσεων.
Οι πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται υπό την πίεση της οικονομικής κρίσης, παρόλο που φαινομενικά μοιάζουν να στοχεύουν στην εξοικονόμηση πόρων, μακροπρόθεσμα ενδέχεται ν’ αποβούν ακόμη πιο κοστοβόρες. Κοντολογίς, ο σχεδιασμός πολιτικών μείωσης κόστους και η συρρίκνωση των υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, απεξάρτησης και κοινωνικής επανένταξης που υπάρχουν για τα εξαρτημένα άτομα, μακροπρόθεσμα θα αποδειχτούν πιο επιζήμιες και για την κοινωνία και για την οικονομία.
Οι αλλεπάλληλες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης οδηγούν σε έξαρση της κοινωνικής παθογένειας και κλιμάκωση του κοινωνικού αποκλεισμού των ήδη επιβαρυμένων και στοχοποιημένων πληθυσμών, όπως οι εξαρτημένοι, οι Ρομά, οι πρόσφυγες και μετανάστες. Οι πολιτικές που ακολουθούνται τα τελευταία χρόνια αφενός αυξάνουν τους παράγοντες κινδύνου για εξάπλωση της χρήσης ουσιών σε περισσότερους ανθρώπους, αλλά και σε νέες ομάδες και αφετέρου πολλαπλασιάζουν τα προβλήματα και επιβαρύνουν το έτσι κι αλλιώς ασθενικό επίπεδο ζωής των ήδη εξαρτημένων ατόμων.
Παράλληλα, τα εξαρτημένα άτομα ντύνονται ταυτόχρονα με το μανδύα και του θύματος των δυσλειτουργιών των πολλών συστημάτων που τα ώθησαν στη χρήση και στην εξάρτηση ή/και που δεν συντέλεσαν σε μια επιτυχημένη θεραπεία, αλλά και του πολέμιου αυτών των συστημάτων. Οι αρχές και η πολιτεία συντηρούν με τον καλύτερο τρόπο αυτόν τον αντιφατικό φαύλο κύκλο μετατοπίζοντας το βάρος της αναζήτησης των ευθυνών από τους πραγματικούς θύτες, που μένουν τελικά στο απυρόβλητο, στα θύματα εν τέλει του συστήματος που βαφτίζονται και αντιμετωπίζονται ως θύτες. Το κράτος επιδίδεται σε κυνήγι μαγισσών ψάχνοντας στις κοινότητες των φτωχών, ενώ εθελοτυφλεί για τους πραγματικούς ιθύνοντες εγκεφάλους της μαύρης αγοράς ναρκωτικών που προέρχονται από την αστική τάξη.
Οι αρμόδιες διωκτικές αρχές διακηρύττουν πολύ συχνά μυθεύματα όπως ότι η δικαιοσύνη εξαντλεί την αυστηρότητά της στους ‘‘μεγαλοκαρχαρίες’’ εμπόρους ναρκωτικών και όχι στα θύματά τους. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ακριβώς ή αντίστροφη. Η κοινωνική πολιτική του καπιταλισμού στα ναρκωτικά, στέλνει όλο το βάρος για άλλη μια φορά στις πληβείες τάξεις.
Ακόμα, όμως, και η «δημοκρατική» αντίληψη διαχωρισμού χρήσης – εμπορίας πέφτει στο κενό λόγω των αντιφάσεων στην εφαρμογή καθώς και στην αδυναμία απάντησης στην αντιμετώπιση των αιτιών και αποτελεσμάτων που φέρνει ο κόσμος των ναρκωτικών. Ο «χρήστης» γίνεται «έμπορος» (δηλ βαποράκι) για να εξασφαλίσει τη δόση του. Όταν δεν τα καταφέρει θα καταφύγει σε έκνομες ενέργειες (μικροληστείες, κλοπές, διαρρήξεις) διευρύνοντας και αναπαράγοντας την μικροεγκληματικότητα. Το σπρώξιμο στην παρανομία της διακίνησης δημιουργεί τρομακτικούς κινδύνους για την ήδη επιβαρυμένη υγεία του χρήστη: δεν υπάρχει κανένας υγειονομικός έλεγχος της δόσης του με αποτέλεσμα να καταναλώνει άγνωστες ποσότητες αμφιβόλου ποιότητας και «καθαρότητας». Ο θάνατος από «υπερβολική δόση» που ακούμε συχνά είναι γιατί ο χρήστης κατανάλωσε αυξημένη σε καθαρότητα δόση από αυτή που είχε (έστω προσωρινά) «συνηθίσει» ο οργανισμός του.
Η νομιμοποίηση της χρήσης και η κρατικοποίηση της διακίνησης έρχεται να απαντήσει σε πολλαπλά προβλήματα. Στο θέμα της υγείας παύει να υπάρχει το καθημερινό τζογάρισμα για την ποιότητα της δόσης. Σε επίπεδο οικονομικό σπάει τον παγκόσμιο όγκο λαθραίας διακίνησης που ανεβάζει το κόστος και συντηρεί διεφθαρμένους μηχανισμούς σε κάθε επίπεδο: από την αστυνομία – δικαιοσύνη ως κυβερνήσεις και οικονομικά «νόμιμα» τραστ. Τέλος, η φτηνή, νόμιμη χρήση σπάει τον κύκλο μικροεγκληματικότητας αφού θα είναι προσιτή χωρίς να χρειάζεται μια περιουσία καθημερινά για να συντηρηθεί ο εξαρτημένος.Η νομιμοποίηση χρήσης – διακίνησης όλων των ναρκωτικών ουσιών έρχεται να αντιμετωπίσει όλα τα δευτερεύοντα προβλήματα (υγεία χρηστών – εγκληματικότητα) που γεννά ο καπιταλισμός. Δεν πρόκειται να σταματήσει εκατομμύρια νέους να πέφτουν στην κόλαση, αλλά ούτε θα πολλαπλασιάσει τους χρήστες. Οι λόγοι που κάποιος/α καταφεύγει στα ναρκωτικά δεν είναι επειδή είναι «εύκολα προσβάσιμα» ή είναι παράνομα και έχουν τον αντισυστημικό μύθο. Ο καπιταλισμός δημιουργεί πολλαπλούς φόβους και αδιέξοδα στον ατομικό ψυχισμό και ένα κομμάτι καταφεύγει σε μια χημική διέξοδο.
Η διάλυση του καπιταλισμού θα λύσει τα αίτια που θα οδηγούν στην αυτοκαταστροφή. Μέχρι τότε η κομμουνιστική στράτευση και η καθημερινότητα οργάνωσης της ταξικής πάλης απαιτούν «καθαρά» μυαλά, έξω από εξαρτήσεις, ώστε να παλέψουμε για όλους τους εργαζόμενους ακόμα και τους πιο συντετριμμένους από την καθημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα.