Για πρώτη φορά οι ευρωεκλογές αποκτούν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το ευρωκοινοβούλιο είναι ένας θεσμός αποστεωμένος εκ γενετής και εξ ορισμού από κάθε εξουσία που έχει ένα οποιοδήποτε κοινοβούλιο στην Ευρώπη, είναι ένας θάλαμος συζητήσεων μακριά από κάθε μηχανισμό όπου βρίσκεται η πραγματική εξουσία της Ε.Ε., τα διάφορα eurogroup ή οι συναντήσεις των πρωθυπουργών των χωρών, ή απλά ένα πάρκινγκ πολιτικών για μία εύκολη και άνετη ζωή στα ευρωπαϊκά σαλόνια. Η διαμάχη όμως των πολιτικών κατευθύνσεων που έχει ανοίξει σε όλες τις χώρες απέναντι στην κρίση, μετατρέπει τις ευρωεκλογές σε ανεμούριο αυτών των κατευθύνσεων και συγκεκριμένα δείχνει πόσο δεξιά ή πόσο ακροδεξιά φυσάει στη γηραιά ήπειρο.
Δεν είναι μόνον τα προβλήματα ενός πιθανού ή απίθανου brexit, καθώς ακόμα οι Άγγλοι δεν έχουν αποφασίσει τι θέλουν από την ζωή τους και έτσι κι αλλιώς ακόμα και με ένα πιθανό ή απίθανο remain θα χρειαστεί να επαναπροσδιοριστούν οι σχέσεις ηπείρου και νησιού, ούτε ακόμα και οι επιθέσεις δασμών του Τραμπ είτε άμεσα πάνω στα κεφάλια των ευρωπαίων ανταγωνιστών είτε έμμεσα πάνω στα κεφάλια των κινέζων, με τον λογαριασμό αυτών των εμπορικών πολέμων να βαραίνει πολλά δις ευρώ για την ασθμαίνουσα οικονομία των χωρών της Ε.Ε. Αυτά ίσως είναι τα λιγότερα.
Το μεγάλο θέμα που ενώνει αλλά και διχάζει τις αστικές τάξεις της Ε.Ε. είναι η αδυναμία να βρουν μία έστω μικρή διαφυγή από την περιρρέουσα οικονομική κρίση. Οι επιθετικές πολιτικές δεν έχουν καταφέρει εδώ και 10 χρόνια να ξεκολλήσουν την ανάπτυξη σε αριθμούς που να είναι ευχάριστοι για τα αφεντικά. Για το 2019 ο αναμενόμενος ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται να είναι στο 1,2%, πολύ φτωχός για να κρατήσει ζεστή την μηχανή του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, και αυτό το νούμερο αφορά τον μέσο όρο καθώς η Γερμανία περιμένει να δει ένα ασήμαντο 0,9% και η Ιταλία να πιάνει πάτο στο 0,1%.
Η μόνη κοινή ευρωπαϊκή πολιτική που κάνει τους γραφειοκράτες του γυάλινου πύργου των Βρυξελλών να μένουν ενωμένοι, είναι η αντιμετώπιση των μεταναστών και προσφύγων και της εργατικής τάξης. Το παλιό ιδεολόγημα του κοινού σπιτιού έχει καταρρεύσει προ πολλού και έχει αντικατασταθεί με φράχτες παντού, διάσπαρτα στρατόπεδα και hot spot, frontex στα περίχωρα, και μία φιλελεύθερη πολιτική άγριων περικοπών και επιθέσεων στις συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης.
Αν η επέκταση και η κερδοφορία του κεφαλαίου έχει στομώσει τόσο, η επιλογή των αφεντικών δεν είναι παρά η ακόμα πιο επίμονη επίθεση στην εργατική τάξη. Από την μία μεριά το χτύπημα μισθών και κοινωνικών δαπανών υγείας και της παιδείας, των απλήρωτων υπερωριών του Ορμπάν, του 60ώρου της Αυστρίας, και από την άλλη η προπαγάνδα στράτευσης των εργατών σε νέους εθνικούς στόχους. Στόχοι που βάζουν τον εργάτη απέναντι στον μετανάστη, τον πρόσφυγα, στην εθνική μειονότητα, στον τσιγγάνο, στον φτωχό, τον άνεργο, την ανύπαντρη άνεργη μητέρα που ζει με επιδόματα. Ο καπιταλισμός δημιουργεί πάντα μεγάλα στρώματα φτώχειας και καταπίεσης που μπορεί να τα δώσει ως λεία στου; καταπιεσμένους. Και εδώ ξεπροβάλλει η σκιά της ακροδεξιάς. Αν τα παραδοσιακά δεξιά και σοσιαλφιλελεύθερα κόμματα αδυνατούν να σπρωχτούν στα σκοτεινά νερά μίας αντιδραστικής πολιτικής και μπορούν μόνον να διαχειρίζονται πολιτικές αντιμεταρρυθμίσεων, οι νέες απαιτήσεις απαιτούν νέα κόμματα. Ορμπάν, Κουρτς και Σαλβίνι επέλεξαν ως πρωτοπόροι της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς πρώτοι το παραμύθι του κοινωνικού κανιβαλισμού, πριν ανοίξουν το καθαρόαιμο μέτωπο απέναντι στην εργατική τάξη στις χώρες τους.
Οι νέες συνθήκες αποτυπώνονται και στα αποτελέσματα της 26ης Μάϊου
Οι δύο βασικοί πυλώνες της πολιτικής των Βρυξελλών, Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές χάνουν την πλειοψηφία και μένουν στις 330 έδρες – χάνοντας συνολικά 72 έδρες – μακριά από τον αναγκαίο αριθμό των 372 που τους έδινε τον δικομματικό έλεγχο. Στη Γερμανία η κρίση προσανατολισμού εντείνεται. Το γέννημα θρέμμα της γερμανικής ενοποίησης και παιδί θαύμα του Κολ – η Μέρκελ – ετοιμάζεται να ολοκληρώσει την θητεία της αφήνοντας ρημάδια πίσω της και η Σοσιαλδημοκρατία παραμένει αποπροσανατολισμένη.
Η άνοδος των Φιλελεύθερων (108 βουλευτές από 68) και των Πράσινων (67 έδρες από 38) είναι περισσότερο μία κίνηση ενδιάμεσων εκλογικών μετακινήσεων παρά ότι αυτά τα κόμματα έχουν να προσφέρουν μία ρεαλιστική έξοδο στο κεφάλαιο ή τουλάχιστον ένα πολιτικό όραμα για την εργατική τάξη διαφορετικό του παραδοσιακού δικομματισμού των Βρυξελλών. Την ίδια ώρα η Ευρωπαϊκή Αριστερά χάνει 13 βουλευτές, Μελανσόν, Ποντέμος και Λίνκε εισπράττουν την ανικανότητά τους να δώσουν πειστικές απαντήσεις στην πολιτική επίθεση των αστών και παραμένουν ονειροβάτες μίας τίμιας προοδευτικής κεϋνσιανής πρακτικής, και στον ίδιο τόνο οι δεξιοί ευρωσκεπτικιστές (Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές) χάνουν 15 έδρες, καθώς η απλή αμφισβήτηση κάποιων πλευρών της Ε.Ε. δεν αρκεί πια όταν υπάρχει η συνολική εκ των δεξιών αμφισβήτηση της Ε.Ε.
Η βασική συγκρότηση της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς «Ευρώπη των Εθνών και της Ελευθερίας» των ακροδεξιών Σαλβίνι, Λεπέν και Στράχε της Αυστρίας συγκεντρώνει 55 έδρες από 37. Και σε Ουγγαρία και Πολωνία είναι κυβέρνηση ενώ σε Ιταλία και Αυστρία συγκυβέρνηση, όποτε τους ανοίγει η όρεξη για έναν ευρύτερο πολίτικό καθοδηγητικό ρόλο σε μία ήπειρο που μπατάρει ολοένα και πιο δεξιά. Η Λεπέν δήλωσε λίγες ημέρες μετά τις εκλογές: ‘Σήμερα ανακοινώνουμε τη δημιουργία μίας νέας πολιτικής ομάδας, Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID), η οποία θα περιλαμβάνει κόμματα από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Φλαμανδία, την Τσεχία, τη Δανία και την Εσθονία’. Με την προσχώρηση της Λίγκας του Βορρά θα φτάσει τις 73 έδρες. Μπορεί τα νούμερα να μην φτάνουν να αντιπαραταχτούν – σήμερα – στις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις, αλλά δίνουν τον τόνο για τις εξελίξεις και την δυνατότητα αυξημένης νομιμοποίησης σε κυβερνητικό επίπεδο και μεγαλύτερης νομιμοποίησης ως αντιπολίτευση να υλοποιήσουν και αντίστοιχα να σπρώξουν τις αντιδραστικές πολιτικές τους. Η ακροδεξιά μπορεί να διεκδικεί πρώτο τραπέζι στην πίστα των αστών αλλά οι εκλογικές νίκες σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων σε Ισπανία, Ολλανδία, Δανία, Εσθονία, Πορτογαλία μπορεί να μην αποτελούν ανάχωμα ωστόσο την εμποδίζουν να θριαμβολογεί.
Πλέον σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ανοίγει διάπλατα η ανάγκη για την αντιπαράθεση με την εμφανώς ευρείας κλίμακας ακροδεξιά ανασύνταξη του κεφαλαίου. Οι αγώνες που πρέπει να ανοιχτούν σε κάθε χώρα χρειάζεται να αναγνωρίσουν την πρωτεύουσα απειλή και να συντάξουν σχέδιο και οργάνωση μίας επαναστατικής αντικαπιταλιστικής αντεπίθεσης.