Η εργατική πρωτομαγιά είναι μια ημέρα – ορόσημο για τους αγώνες της εργατικής τάξης σε όλο τον κόσμο και μπορεί να πει κανείς ότι αποτελεί μια μέρα παγκόσμιας δράσης του κινήματος. Σήμερα, στην εποχή των κοινωνικών μέσων δικτύωσης, έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε πολλές ημερομηνίες να ανακηρύσσονται ως παγκόσμιες ημέρες δράσης με αιχμή ένα πολιτικό διακύβευμα, όπως για παράδειγμα την αλληλεγγύη σε κάποιον πολιτικό κρατούμενο ή σε έναν οικολογικό αγώνα ή και σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες και υφιστάμενους πληθυσμούς. Καμιά από αυτές τις ημέρες όμως δεν διεκδικεί τον χαρακτήρα που λαμβάνει η εργατική πρωτομαγιά.
Γιατί όμως η εργατική πρωτομαγιά έχει πάρει μια τέτοια παγκόσμια διάσταση ενάμισι αιώνα τώρα; «Μα επειδή την πρωτομαγιά οι εργάτες κατέκτησαν το 8ωρο», θα απαντούσε κανείς με κάθε σιγουριά, και σίγουρα κατά ένα πολύ μικρό μέρος, θα είχε δίκιο. Και λέμε πολύ μικρό γιατί παρά την παγκόσμια διάσταση που έχει λάβει η πρωτομαγιά πλέον, η κατάκτηση του 8ώρου ήταν κάτι που αφορούσε λίγες εκατοντάδες χιλιάδες εργατών στις Η.Π.Α. του τέλους του 19ου αιώνα. Οι υπόλοιπες αφηγήσεις την προσεγγίζουν ως ένα σύμβολο και όχι ως τα γεγονότα του Σικάγο, την χρονιά του 1886. Συμβαίνει συχνά μέσα στην ιστορία ο συμβολισμός να ξεπερνάει τα γεγονότα καθαυτά. Αλλά η άγνοια των γεγονότων, των προσώπων και των καταστάσεων της ιστορίας των προλετάριων, απονευρώνει και ρομαντικοποιεί τα διακυβεύματα των αγώνων, δημιουργώντας θολά κατασκευάσματα σαν αυτά που χρησιμοποίησε η αστική τάξη για να εδραιώσει τις «αλήθειες» της. Όμως, ο δρόμος για την χειραφέτηση είναι διαφορετικός και είναι εκείνος του αγώνα της μνήμης ενάντια στη λήθη.
Έτσι λοιπόν, το 1886, οι εργατικές διεκδικήσεις στις Η.Π.Α. βρίσκονταν στο απόλυτο ζενίθ. Ο επευλαύνων άγριος καπιταλισμός και η προϋπάρχουσα πρωταρχική συσσώρευση των κεφαλαιοκρατών είχε δημιουργήσει μια ζοφερή κοινωνική συνθήκη για το σύνολο της εργατικής τάξης. Είτε στα χωράφια, είτε στις βιοτεχνίες και τα εργοτάξια σιδηροδρόμων, είτε στις φτωχογειτονιές των πόλεων, οι συνθήκες εργασίες και διαβίωσης των εργατών είναι στα όρια της σκλαβιάς. Μιας σκλαβιάς που το αμερικάνικο Σύνταγμα δήλωνε αυτάρεσκα ότι έχει αποκηρύξει εδώ και αιώνες. Σε μια τέτοια κοινωνική συνθήκη λοιπόν, ανακατεμένη με τις πρώιμες σοσιαλιστικές ιδέες που μετέφεραν στα μπαγκάζια τους οι μετανάστες από την Ευρώπη, δημιουργήθηκε το μάγμα εκείνο που έκανε την ανατροπή των ληστρικών όρων εργασίας και διαβίωσης να μοιάζει, όχι απλά ρεαλιστική αλλά και ως η μοναδική λύση. Οι απεργίες του Μάη του ’86 στο Σικάγο δεν ήταν ούτε οι πρώτες απεργίες που έγιναν ούτε οι μόνες που εξελίχτηκαν σε ένα όργιο βίας και καταστολής από την μεριά του αμερικάνικου κράτους. Ούτε ήταν η πρώτη και η μόνη φορά που οι παρακρατικές εταιρείες όπως το Γραφείο Ερευνών Πίκερτον, καλέστηκαν να συνδράμουν στην επιβολή της τάξης. Αλλά ακόμη και αργότερα, η εργατική τάξη των Η.Π.Α., οι αγωνίστριες και οι αγωνιστές εργάτες δεν θεώρησαν ότι θριάμβευσαν και δεν μπήκαν σε μια κατεύθυνση να γραφειοκρατικοποιήσουν τα κεκτημένα τους. Το ίδιο διάστημα, από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, το ταξικό κίνημα συνέχισε τους μαχητικούς του αγώνες για πολλές δεκαετίες ακόμη.
Τι έγινε λοιπόν εκείνη την άνοιξη του 1886; Το Σάββατο 1 Μαΐου 1886 έλαβε χώρα μια διαδήλωση που, παρά την μαζικότητα της – η επίσημη ιστοριογραφία αναφέρει 90.000 απεργούς διαδηλωτές – δεν είχε κανένα χαρακτηριστικό που να δείχνει ότι θα έμενε στην ιστορία, για τους επόμενους αιώνες τουλάχιστον. Παρά το κλίμα έντασης που καλλιεργούσαν σύσσωμοι οι κρατικοί και παρακρατικοί φορείς (ενδεικτικά ο Τύπος της εποχής προέβλεπε ότι οι διαδηλωτές θα κινούνταν, σαν τους κουμμουνάριους του Παρισιού μια δεκαετία νωρίτερα, με σκοπό την κατάληψη της εξουσίας και των μέσων παραγωγής του Σικάγο, καλώντας έτσι στην καταστολή της απεργίας και των διαδηλώσεων πάνω στη δημιουργία τους), η διαδήλωση τελείωσε εντελώς ομαλά αφήνοντας τα σκυλιά της καταστολής ανενεργά, έστω και για μία μέρα.
Το κλίμα έντασης που είχε καλλιεργηθεί τεχνηέντως όλο το προηγούμενο διάστημα, είχε αρχίσει να προκαλεί αντιδράσεις και οι διαμαρτυρίες απέναντι στους φορείς της ψευδολογίας και της παραπληροφόρησης ολοένα και αυξάνονταν. Έπρεπε να χυθεί αίμα και μάλιστα άμεσα, κάτι που δεν άργησε να γίνει. Τη Δευτέρα, η απεργία ξεσπά σε όλο το Σικάγο, τα νέα για την κατάκτηση του οχτάωρου σε διάφορα εργοστάσια, δίνουν τεράστια πνοή πίστης και αισιοδοξίας για την νικηφόρα έκβαση του αγώνα. Σε αυτό το κλίμα, η αστυνομία επιτίθεται
στην απεργιακή φρουρά του εργοστασίου θεριστικών μηχανημάτων «Μακ Κόρμικ» και βάζει μέσα 300 απεργοσπάστες. Εργάτες συγκεντρώνονται έξω από το εργοστάσιο την ώρα του σχολάσματος με άγριες διαθέσεις. Τα τομάρια των απεργοσπαστών σώζει η αστυνομία που με προτεταμένες τις κάνες των όπλων κινείται προς τους συγκεντρωμένους εργάτες και ανοίγει πυρ για να διαλύσει τη συγκέντρωσή τους. Ο τραγικός απολογισμός εκείνης της μέρας είναι έξι νεκροί εργάτες και ένας άγνωστος αριθμός τραυματιών.
Την επόμενη μέρα, καλείται συγκέντρωση στην πλατεία Χάιμαρκετ ενάντια στην αστυνομική καταστολή. Οι ομιλητές Σπάις και Πάρσονς έχουν τελειώσει τους λόγους τους και τελευταίος ομιλητής είναι ο Σαμ Φίλντεν. Καθώς εκφωνεί τον λόγο του, ένα πλήθος από περίπου 200 πάνοπλους αστυνομικούς εισβάλει στην πλατεία Χάιμαρκετ και φτάνει ως την άμαξα όπου απάνω της στέκεται ο ομιλητής Φίλντεν. Ο αστυνομικός διευθυντής απαιτεί την άμεση διάλυση της συγκέντρωσης αλλά ο Φίλντεν διαμαρτύρεται ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα να το απαιτεί αυτό. Ο κόσμος αρχίζει να αποχωρεί διότι το κλίμα μοιάζει να γίνεται επικίνδυνο. Σ’ αυτό το κλίμα έντασης, ακούγεται ο κρότος μια βόμβας που πέφτει προς τη μεριά των αστυνομικών. Επικρατεί πανικός και οι αστυνομικοί, παρά το πρώτο σάστισμα, γρήγορα ανασυγκροτούνται και αρχίζουν να εξαπολύουν μαζικά πυρ κατά των συγκεντρωμένων εργατών που διαλύονται. Από αυτήν την επίθεση, ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων είναι άγνωστος, αν και τα «επίσημα» στοιχεία μιλάνε για οχτώ νεκρούς αστυνομικούς και τέσσερις εργάτες. Άγνωστος είναι επίσης και ο δράστης της επίθεσης με την βόμβα. Πολλά έχουν ακουστεί αλλά μάλλον δεν πρόκειται ποτέ να επιβεβαιωθεί τίποτα.
Τα κοράκια έχουν πλέον το αίμα που ζητούσαν τόσες μέρες. Ένα όργιο προπαγάνδας και τρομοκρατίας ξεκινάει, όχι μόνο στο Σικάγο αλλά σε ολόκληρη την χώρα. Ο Τύπος χάνει και το τελευταίο ψήγμα αντικειμενικότητας που ίσως είχε ποτέ και καλεί ευθέως για περισσότερο αίμα, κάτι που δεν συνιστά δική μας υπερβολή αλλά που φαίνεται από τους ίδιους τους τίτλους των εφημερίδων της εποχής. Ξεκινά ένα κυνήγι μαγισσών και συλλαμβάνονται 8 επιφανή μέλη του εργατικού κινήματος, με εντελώς αστοιχείωτες κατηγορίες. Ο Τύπος αναλαμβάνει για άλλη μια φορά να προπαγανδίσει ότι δεν έχει σημασία αν οι συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι είναι υπεύθυνοι για την βόμβα αλλά πρέπει να καταδικαστούν και συνάμα να κρεμαστούν για ικανοποιηθεί το περί δικαίου αίσθημα (sic). Πάνω στο συγκεκριμένο επίδικο, κινήθηκε και το μεγαλύτερο μέρος της δίκης των συλληφθέντων, αφού η πολιτική αγωγή, καταλαβαίνοντας ότι με τις στημένες κατηγορίες οδηγείται σε φιάσκο, ενοχοποίησε τις ιδέες των αγωνιστών. Κείμενα και βιβλία εξετάστηκαν για την εμπρηστικότητα τους και αφού δεν μπορούσαν να κρεμάσουν τις ιδέες, αποφάνθηκαν να κρεμάσουν τους φορείς τους. Οι κατηγορούμενοι αγωνιστές, με την απαράμιλλη στάση τους, δικαίωσαν όλους τους αγωνιστές που χάθηκαν εκείνες τις μέρες στην εξέγερση του Σικάγο. Από κατηγορούμενοι, έγιναν κατήγοροι και συνέταξαν μια πολύ βαριά ετυμηγορία για την αστική τάξη, τους μπάτσους τους και τους λακέδες τους. Τόσο δριμύ ήταν το κατηγορώ στις απολογίες των κατηγορουμένων που τα αφεντικά δεν έκαναν ξανά το ίδιο λάθος όταν ο Άλμπερτ Πάρσονς άρχισε να ξεφωνεί τα τελευταία του λόγια μπροστά στο ικρίωμα. Το σήμα δόθηκε αστραπιαία στον δήμιο και έκοψε τον λόγο του, όπως και την ζωή του.
Η πρωτομαγιά καθιερώθηκε ως η παγκόσμια ημέρα της εργατικής τάξης από το Συνέδριο της Β’ Διεθνούς το 1889 στο Παρίσι. Με αυτόν τον τρόπο, η Β’ Διεθνής θέλησε να τιμήσει τους αγωνιστές του Σικάγο. Σε όλον τον κόσμο, η πρωτομαγιά συμπυκνώνει την κατάσταση των ταξικών συσχετισμών της εκάστοτε περιόδου και περιοχής και βέβαια, μπορεί να μην γίνεται κάθε πρωτομαγιά εξέγερση, όμως δεν είναι λίγες οι στιγμές που αυτό συμβαίνει. Τέλος, είναι πολύ σημαντικό να κρατάμε αυτές τις στιγμές, όχι για να τις καθαγιάζουμε και να τις περιφέρουμε σαν ιερές αγελάδες αλλά ως μια κατάκτηση εδάφους από τα κεκτημένα του εχθρού και στο πεδίο των αφηγήσεων. Να δημιουργούμε δηλαδή τις δικές ημέρες στα ημερολόγια που να εκφράζουν τις δικές μας μεθόδους στους δρόμους, δράττοντας κάθε επαναστατική ευκαιρία που προπορεύεται ή εκπορεύεται κάθε φορά από αυτούς τους αγώνες.
Βίκτωρας Κοέν