5 Μαΐου 2020: Την ίδια ώρα που στην Παναγίτσα της Έδεσσας ένα ξενοδοχείο καίγεται από ένα συγκεντρωμένο πλήθος ακροδεξιών τραμπούκων και αποτυχημένων φασιστών με την πλήρη ανοχή αστυνομίας και τοπικών αρχών επειδή θα φιλοξενούσε πρόσφυγες, στο ξεκίνημα της συζήτησης στην Βουλή για το περιβαλλοντοκτόνο νομοσχέδιο της ΝΔ γίνεται από τον Μητσοτάκη η εξής αναφορά:
«Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω σήμερα αναφερόμενος σε μια θλιβερή επέτειο. Σε ένα έγκλημα δίχως τιμωρία. Ακριβώς 10 χρόνια μετά τιμούμε την μνήμη της Παρασκευής Ζούλια, του Επαμεινώνδα Τσακάλη και της εγκύου Αγγελικής Παπαθανασοπούλου. Είναι τα θύματα της Marfin. Αθώοι συμπολίτες μας που τους στέρησε την ζωή η τυφλή βία και ο διχασμός. Οι μολότοφ των κουκουλοφόρων μιας εποχής που πλήγωσε την Ελλάδα ολόκληρη. Την πολιτική, την κοινωνία, τον πολιτισμό την εικόνα μας στο εξωτερικό. Τις επόμενες ημέρες και πιστός σε μια δέσμευση που είχα αναλάβει το 2018 η Πολιτεία θα τιμήσει την μνήμη των ανθρώπων που χάθηκαν. Μια ειδική πλακέτα στο κτίριο της φωτιάς και του μίσους θα πολεμά την λήθη και θα μας καλεί σε ενότητα και σε δημοκρατική επαγρύπνηση. Και θα κρατά ζωντανό το μεγάλο δίδαγμα εκείνης της μέρας με δυο λέξεις. «Ποτέ πια».
Μετά την ομιλία του τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στην Βουλή στην μνήμη των τριών θυμάτων. Και το επόμενο Σάββατο θα βάλει και πλακέτα στο σημείο εκείνο.
Μέσα σε μία χούφτα λέξεις ο Μητσοτάκης ξερνάει έναν οχετό. Καθόλου άγνωστος μας, η υπόθεση της Μαρφίν στοιχειώνει την δεξιά από τότε, κάτι σαν μεσσιανικό όραμα.
Μία σκοτεινή υπόθεση που χρησιμοποιήθηκε πολύ έντεχνα στην εποχή της για να αντιμετωπίσει μία πολύ μεγάλη απεργία και κινητοποίηση ενάντια στο πρώτο μνημόνιο, τότε που οι πρώτες εξαγγελίες για ΔΝΤ, τα πρώτα σκληρά αντεργατικά μέτρα, έχουν κινητοποιήσει μαζικά τον κόσμο, οδηγώντας σταδιακά στην γενική απεργία της 5ης Μάη. Μίας γενικής απεργίας με μεγάλη επιτυχία, η διαδήλωση στην Αθήνα όπως και στις άλλες πόλεις, διακρίθηκαν από την πολύ μεγάλη συμμετοχή και αγωνιστικότητα.
Ήταν σαφές ότι η εποχή που άνοιγε με την επίθεση της κυβέρνησης ΓΑΠ στην εργατική τάξη δεν θα ήταν εύκολη για τα αφεντικά. Η καταιγίδα προμηνυόταν σφοδρή και ήταν τέτοια καθώς για δύο χρόνια, η χώρα σειόταν από τους αγώνες, κάποιες φορές αναγνωριζόταν από μεγάλα κομμάτια κόσμου ότι μόνον η λύσσα της αστυνομίας προστάτευε το καθεστώς. Τα επόμενα χρόνια θα στηθεί ένας γύρος δυνατών ταξικών αγώνων σε πολλαπλά μέτωπα, που θα προκαλέσουν ιστορικές αλλαγές στην κεντρική πολιτική, τρεις απανωτές κυβερνήσεις, η ακροδεξιά κυβέρνηση του Σαμαρά και η μεγάλη άνοδος της φασιστικής απειλής, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η κατάπτωση της Χρυσής Αυγής, οι τίτλοι μίας ολόκληρης εποχής.
Το κράτος ήξερε ότι με το μέγεθος της οικονομικής κρίσης και τις πολιτικές που επέλεγε θα αντιμετώπιζε. όχι μία πλαδαρή κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, αλλά ένα δυνατό εργατικό κίνημα με δυνατές οργανώσεις. Άλλωστε ο Δεκέμβρης του 2008 ήταν μόλις 18 μήνες μακριά. Έπρεπε να βρει τρόπο να αφοπλίσει το κίνημα, να διαβάλλει οργανώσεις, να συκοφαντήσει αγωνιστές, να στήσει σκευωρίες, να αποπροσανατολίσει τον ευρύτερο κόσμο.
Πολλές φορές δεν χρειάζεται να οργανωθεί κάτι συγκεκριμένο, ένα συμβάν φτάνει και με το κατάλληλο σερβίρισμα μπορεί να λειτουργήσει. Δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε. Το παράδειγμα το “Κ. Μαρούσης” (κτίριο στην γωνία Θεμιστοκλέους και Πανεπιστημίου) που κάηκε τον Ιανουάριο του 1991 στις μεγαλειώδεις διαδηλώσεις για τον θάνατο Τεμπονέρα με αποτέλεσμα τον θάνατο 4 ανθρώπων είναι παράδειγμα που το κράτος με την χρήση ενός γεγονότος προσπάθησε να αφοπλίσει το κίνημα. Για την ιστορία, το 1997 το συμβούλιο πλημμελειοδικών αποφαίνεται ότι ο εμπρησμός προκλήθηκε είτε από μολότοφ, είτε από δακρυγόνο, και η υπόθεση κλείνει και τυπικά. Για τον κόσμο του κινήματος όμως και τις οργανώσεις του, η απόφαση είχε παρθεί ήδη εκείνη την ημέρα του 1991 μέσα στο πυρ των συγκρούσεων με την αστυνομία, το “Κ. Μαρούσης” το έκαψαν τα δακρυγόνα των μπάτσων, οι 4 νεκροί είναι δολοφονημένοι του κράτους.
Τα γεγονότα που ακολούθησαν το συμβάν στην Μαρφίν είναι αποκαλυπτικά της προσπάθειας συγκάλυψης που στήθηκε και στήνεται ακόμα και σήμερα 10 χρόνια μετά.
Το δικαστήριο που έγινε βρήκε ένοχο την τράπεζα. Ήδη το πόρισμα της Πυροσβεστικής ανάφερε πλήρη έλλειψη μέτρων πυρασφάλειας, και οι εργαζόμενοι ήταν κλειδωμένοι μέσα στο κατάστημα χωρίς καμία έξοδο διαφυγής. Ξαφνικά οι εικόνες που βλέπουμε από καιρό σε καιρό από κάπου μακριά, όπως σε εργοστάσια στο Πακιστάν ή στο Μπαγκλαντές, ήταν πραγματικότητα στο κέντρο της Αθήνας σε μία τράπεζα! Εργαζόμενοι τρομοκρατημένοι κλειδωμένοι και πακεταρισμένοι, προσάναμμα σε κάθε εργοδοτικό έγκλημα, το ατύχημα που λένε οι στατιστικές.
Τα δικαστήρια που έγιναν καταδίκασαν τους υπεύθυνους της τράπεζας επειδή δεν τήρησαν τα μέτρα πυρασφάλειας και επειδή είχαν κλειδώσει τους εργαζόμενους με απειλές απόλυσης. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας Κωνσταντίνος Βασιλακόπουλος και ο υπεύθυνος πυρασφάλειας Εμμανουήλ Βελονάκης καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης 22 ετών, ενώ η διευθύντρια του υποκαταστήματος Άννα Βακαλοπούλου σε πέντε έτη φυλάκισης για τις ανθρωποκτονίες από αμέλεια τριών υπαλλήλων, μεταξύ των οποίων και της εγκύου Αγγελικής Παπαθανασοπούλου, και τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων. Στα θύματα απονεμήθηκε δικαστικά χρηματική αποζημίωση που δεν έχει αποδοθεί ακόμα, καθώς ασφαλιστικές και τράπεζες κωλυσιεργούν. Μάλλον θα είναι και αυτοί παρόντες δίπλα στον Μητσοτάκη στα αποκαλυπτήρια της τιμητικής πινακίδας, κλαίοντες για το δράμα των νεκρών και των συγγενών τους. Ο μεγάλος ένοχος, το μεγάλο αφεντικό της εποχής, ο Βγενόπουλος ιδιοκτήτης της Μαρφίν έμεινε στο απυροβόλητο. Έπαιξε και αυτός στο θέατρο που στήθηκε, και όπως κάθε πλούσιος εμφανίστηκε στον τόπο της τραγωδίας με το μπουλούκι των μπράβων του. Αλίμονο αυτοί οι πλούσιοι, δεν μπορούν ούτε ένα δάκρυ να ρίξουν χωρίς προστασία.
Ξαφνικά η ΝΔ ενδιαφέρεται για την ζωή των εργατών. Θρήνος στα γραφεία της Πειραιώς, οι υπουργοί της ΝΔ δεν αντέχουν να χάνονται ζωές. Φυσικά από τους 94 νεκρούς εργάτες εν ώρα εργασίας (το εργατικό ατύχημα που λένε οι στατιστικές) μόνον για την επίμαχη χρονιά του 2010, μόνον αυτοί οι τρεις έχουν αξία. Για το κόμμα της πλουτοκρατίας νεκρός εργάτης έχει αξία όταν μπορεί να παίξει στις ειδήσεις των μισθωμένων ΜΜΕ, έχει αξία όταν θα βολεύει τον Μητσοτάκη να τους στήσει μία ταμπέλα και να μιλά για δημοκρατική επαγρύπνηση και ενότητα, προκάλυμμα μίας άγριας επίθεσης στο μεροκάματο και στα δικαιώματα.
Πόσο δημοκρατική ακριβώς; Όσο δημοκρατικός είναι ο κύριος Νταβέλης που έστησε σε μία νύκτα την επιχείρηση για τις μάσκες με εξασφαλισμένο πελάτη το ελληνικό δημόσιο και πρόστιμο για τους παραβάτες 150€ και φωτογραφίζεται περήφανος με αφίσα των ναζιστικών Ολυμπιακών του 1936; Ο “σωτήρας” της υγείας μας, γνωστός επιχειρηματίας της περιοχής, παράγοντας της Θεσσαλίας και κολλητός της Μπακογιάννη, έχει είδωλο την ναζιστική Γερμανία.
Ο Χρυσοχοΐδης, έχει μάλιστα και το θράσος να εξαγγέλλει νέα έρευνα. Αυτός που εκείνη την εποχή είχε ακριβώς το ίδιο αξίωμα. Αυτός που την ίδια εποχή αμόλαγε την μπατσαρία να κτυπάει με λύσσα και μανία τους διαδηλωτές και έστησε οκ ολίγες σκευωρίες σε αγωνιστές. Προφανώς δεν περισσεύει στον αρχιμπάτσο καμία αιδώς. Δεν είχε άλλωστε ποτέ ο υπηρέτης της πλουτοκρατίας.
Ο Μητσοτάκης σκοτώνει για δεύτερη φορά τους εργαζόμενους της Μαρφίν. Την πρώτη φορά αυτός και η παράταξη του, ως η παράταξη του κεφάλαιο , της επιχειρηματικής ασυδοσίας, της βαρβαρότητας του καπιταλιστικού κέρδους. Την δεύτερη φορά μετατρέποντας τους σε εργαλείο συκοφάντησης και απαξίωσης των αγώνων των εργαζομένων κόντρα στις επιδιώξεις του κεφάλαιο και της κυβέρνησης. Φτηνή τυμβωρυχία πάνω από τους νεκρούς και τις οικογένειες τους. Δεν θα περάσει, δεν πτοούμαστε από νεκρόφιλες παραστάσεις, από ψεύτικά δάκρυα και κραυγές αρπακτικών όπως ο Μητσοτάκης και η κυβέρνηση του.
Οι νεκροί εργαζόμενοι στην Μαρφίν εκείνης της μεγαλειώδης ημέρας αγώνα είναι νεκροί εργάτες που με απειλή για το μεροκάματο εξαναγκάστηκαν να δουλέψουν σε μέρα απεργίας, κλειδαμπαρωμένοι σε ένα κτίριο χωρίς πυρασφάλεια. Είναι δικοί μας νεκροί, είναι νεκροί στον μακρύ κατάλογο της βαρβαρότητας των αφεντικών. Εμείς θα τους υπερασπιστούμε από τα νύχια του Μητσοτάκη. Κανείς άλλος.
Α.Ω.
Μια μικρή εικόνα εκείνης της ημέρας που τα πληρωμένα φερέφωνα της κυβέρνησης δεν θα δείξουν: