Κλείνοντας τα πενήντα τεύχη της Αντιφασιστικής Φρουράς και ιχνηλατώντας τη διαδρομή της θα είχε μια αξία να δούμε και να αναλογιστούμε πώς κατάφερε να εκδώσει τα πεντήκοντα βλαστάρια της, αλλά και πώς αντιμετωπίζεται από τον κόσμο στον οποίο απευθύνεται.
Μέσα από σταθερές εβδομαδιαίες παρεμβάσεις, που αποτελούν αρχή και θεσμό για την ΟΡΜΑ, χτίζεται και συντηρείται μια ζωντανή σχέση με τον κόσμο αλλά και με τον σταθερό τόπο της παρέμβασης. Συλλογικοποιείται το βίωμα της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, γεμίζουν οι γειτονιές με φωνές αντίστασης και ελπίδας και ενοποιείται μια ιδεολογία. Η συνεπής παρουσία και δράση σε γειτονιές και σταυροδρόμια εδραιώνει ένα στίγμα και εξασφαλίζει την ταυτότητα ανάλυσης και προσέγγισης της συγκυρίας, ενοποιώντας παράλληλα την επαναστατική δράση.
Όλα έχουν ψηφιοποιηθεί πια χαρίζοντας ποικίλες ευκολίες, βολές και ανέσεις, αλλά και επειδή η συνθήκη της πανδημίας και οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν και εδραιώθηκαν στο συλλογικό ασυνείδητο ως κοινωνικοί αυτοματισμοί πλέον, πάγωσαν τη διακίνηση του πολιτικού υλικού πολλών οργανώσεων και συλλογικοτήτων, με αποτέλεσμα ο κόσμος να έχει ξεσυνηθίσει σε κάποιον βαθμό το μοίρασμα και τη συχνή κινητικότητα πολιτικών υλικών και κειμένων.
Για την ΟΡΜΑ ήταν στόχος και στοίχημα να παραμείνει ενεργή η πολιτική δράση και η έκδοση του περιοδικού και κατά τη διάρκεια της καραντίνας και των περιορισμών. Ένα καλό πεδίο δράσης και διακίνησης, σε ένα κατά τα άλλα ερμητικά κλειστό και κατασταλτικό σύστημα, αποδείχτηκαν οι λαϊκές αγορές στις γειτονιές στις οποίες διατηρήθηκε ζωντανή η διακίνηση και ο κόσμος μαζί με τα προϊόντα για τη διατροφή του λάμβανε και πολιτική τροφή και αφύπνιση.
Η παρουσία μας στις γειτονιές και στους τόπους των παρεμβάσεων δημιουργεί μια βεντάλια αντιμετωπίσεων και αντιδράσεων. Από τον σταθερό μαγαζάτορα που σε περιμένει κάθε φορά, έως τον μικροαστό που θα βρει τρεις ευφάνταστες ατάκες να εκτονώσει τη μιζέρια του, από τον κρυφοφασίστα που πλέον σε παρακολουθεί πίσω από κουρτίνες έως τον φανερό ακροδεξιό που ευλογεί τους πατριάρχες του και βλέπει στο πρόσωπό σου μια τεμπέλικη και λοξοδρομημένη γενιά αλλά και από τους πολιτικοποιημένους που θα σε διαβάσουν με χαρά και θα καλλιεργήσουν πεδίο ζύμωσης έως τους ξαφνιασμένους ή απολίτικους που θα πάρουν από περιέργεια περνώντας σε ίσως για κάποιο εναλλακτικό εφημεριδοπώλη.
Ωραίο το επάγγελμα του εφημεριδοπώλη. Διαχρονικό, χρήσιμο, τίμιο, εξωστρεφές! Αλλά και με διαφοροποίηση – ίσως και αλλοτρίωση – από το περιεχόμενο που διαλαλεί. Αντίθετα, ο συντάκτης του πολιτικού άρθρου και υλικού γίνεται ο ίδιος διακινητής και κήρυκας των προταγμάτων, των συνθημάτων και των ιδεών.
Η επικοινωνία αξίζει και χρειάζεται να διατηρηθεί χέρι με χέρι πέρα από πάνελ και οθόνες, δημιουργώντας πολιτική γείωση και γειωμένη πολιτικοποίηση. Το πολιτικό περιοδικό αποτελεί στιβαρό ντοκουμέντο μέσω του οποίου κατοχυρώνονται θέσεις και απόψεις και συγχρόνως χαράσσεται η ιστορικότητα αυτών. Γιατί δυστυχώς ή ευτυχώς…verba volant, scripta manent!
Χρύσα Κ.