Στον εικοστό αιώνα διαμορφώθηκαν πολλά ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα της εργατικής τάξης με αναφορά τον Κομμουνισμό και την Αναρχία. Μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο η συντριπτική πλειοψηφία των οργανώσεων της ευρωπαϊκής αριστεράς και αναρχίας λειτουργούσε μέσα στο πλαίσιο που δημιουργούσε η οικονομική ανάπτυξη και το δημοκρατικό περιβάλλον του αστικού κοινοβουλευτισμού. Βασίζονταν στη στρατηγική της δικαιότερης αναδιανομής του εισοδήματος και των διευρύνσεων των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Αντίστοιχα, οι στρατηγικές εξαντλούνταν σε μια διπλή ανάθεση: είτε σε ένα δημοκρατικό κινηματισμό είτε στην υποστήριξη του «σοσιαλιστικού» στρατοπέδου. Είτε, δηλαδή, σε μια περιγραφή μιας «πιο δημοκρατικής» διαχείρισης των κοινωνικών προβλημάτων, είτε σε μια δικαιότερη και φιλολαϊκή διανομή του συνολικού παραγόμενου προϊόντος.
Η κατάρρευση του «σοσιαλιστικού» στρατοπέδου στα τέλη της δεκαετίας του `80 παρ` όλο το παγκόσμιο σοκ που έφερε στις τάξεις της παγκόσμιας εργατικής τάξης, δεν άλλαξε τα μεθοδολογικά εργαλεία των οργανώσεων. Οι υποστηρικτές του ανατολικού μοντέλου «επιβεβαιωμένοι», προσδέθηκαν σε μια ιστορική υπεράσπιση των παλιών καλών καιρών και μια προσμονή «νέων & καλύτερων συνθηκών», οι «κινηματικοί» θεώρησαν πως ήρθε η ώρα της ιστορικής δικαίωσης των απόψεων τους.
Για όλες τις μεταπολεμικές δεκαετίες, οι παραπάνω «βεβαιότητες» για τον τρόπο που συγκροτείται μια αντικαπιταλιστική στρατηγική, δημιουργούσαν ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις και επεξεργασίες και συνέθεταν ένα τεράστιο πλέγμα οργανώσεων που μπορούσε να βασιστεί η εργατική τάξη. Η παγκόσμια οικονομική κρίση, όμως, που ξέσπασε το 2008 άλλαξε άρδην τους όρους που γινόταν η συζήτηση μέσα στο κίνημα. Η προσχώρηση όλων και μεγαλύτερων κομματιών του κινήματος σε συνδιαχειριστικές λογικές, απλά συμπαρέσυραν και αυτά τα κομμάτια στη στρατηγική συνθηκολόγησης του Λούλα και του ΣΥΡΙΖΑ. Ο οικονομίστικος και δημοκρατικός κινηματισμός συντρίβεται από την καταστροφική λαίλαπα της αστικής αντεπαναστάσης ενώ η ρομαντική αναπόληση του «παλιού, καλού σοσιαλιστικού στρατοπέδου» δεν αρκεί ούτε για παυσίπονο στις πληγές που έχουν δημιουργηθεί στο σώμα του παγκόσμιου προλεταριάτου.
Πλέον, στην εποχή της πιο βαθειάς οικονομικής κρίσης μετά από αυτή του 1929 την ώρα που η αστική τάξη φαίνεται έτοιμη να εγκαταλείψει το δημοκρατικό κοινωνικό συμβόλαιο της με την εργατική τάξη, την ώρα που τα τύμπανα της ακροδεξιάς, του εθνικισμού και του πολέμου περικυκλώνουν τις τελευταίες δημοκρατίες της ΕΕ και των ΗΠΑ, οι οργανώσεις του ταξικού κινήματος φαίνονται ανίκανες να επανακαθορίσουν τη στρατηγική τους και να αλλάξουν τα εργαλεία τους προκειμένου να ανταποκριθούν με επάρκεια αλλά και οραματικά στις νέες συνθήκες που ορίζει η αστική τάξη. Τις τελευταίες 6-7 δεκαετίες η στρατηγική της εξέγερσης, πέρα από μία αόριστη ιδεολογική αναφορά σε ένα ηρωικό παρελθόν που όλο μοιάζει πιο μακρινό και θάβεται κάτω από μία στοίβα προϋποθέσεων και συμβάσεων, έχει σπιλωθεί και θεωρείται ένα περιθωριακό εργαλείο ολιγομελών ομάδων. Η ιστορία, όμως, διδάσκει και μια άλλη προσέγγιση.
Η υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης ως αναπόσπαστο μέρος την παγκόσμιας ιστορίας της ανθρωπότητας
Η αστική τάξη ως άξιος κληρονόμος των ταξικών κοινωνιών του παρελθόντος της περιγράφει μια ιστορική «αλήθεια» που οι πληβείες τάξεις έχουν το ρόλο του κομπάρσου, το ρόλο της άμορφης μάζας έρμαιο των «μεγάλων» πολιτικών σχεδίων και «μεγάλων» ιστορικών προσωπικοτήτων. Πολύ περισσότερο στις αστικές επαναστάσεις του 18ου και του 19ου αιώνα η υπό διαμόρφωση εργατική τάξη διαμόρφωνε τα σχέδια και τα οράματα της ως βασικός παράγοντας της, τότε, αυριανής κοινωνίας.
Τη Γαλλική Επανάσταση του 1789 δεν την έκαναν οι Τζήμεροι και οι Μπακογιάννηδες της εποχής. Η Βαστίλη δεν έπεσε για να πηγαίνουν φυλακή αυτοί που χρωστάνε. Η αποδόμηση της βασιλικής παντοκρατορίας δεν έγινε ένα ατομικίστικο λαιφστάιλ, αλλά βασισμένη στα ιδανικά της παγκόσμιας Αδελφοσύνης, της Ισότητας και της Ελευθερίας ως ζωντανό πλαίσιο διεκδίκησης των πληβειακών μαζών των πόλεων και της υπαίθρου. Η έννοια της Κοινωνικής Δικαιοσύνης είναι που οδήγησε τους χιλιάδες Αβράκωτους να αναζητήσουν ένα συλλογικό αύριο για όλη την Ανθρωπότητα. Οι επαναστάσεις αυτές, όμως, θεωρούνται αστικές όχι λόγω της συμμετοχής «αστών» ως φυσικά υποκείμενα αλλά λόγω κυριαρχίας του πολιτικού προγράμματος που εκπορευόταν από την αστική τάξη της εποχής. Στο εσωτερικό των επαναστάσεων διεξαγόταν ένας εσωτερικός εμφύλιος για τη στρατηγική που θα κυριαρχούσε. Η έννοια της ελεύθερης αγοράς, της ιδιοκτησίας αποκτούσαν άλλη σημασιοδότηση ανάλογα της κοινωνικής αναφοράς. [1]
Προφανώς και δεν ήταν ιστορικά ικανές οι συνθήκες της κυριαρχίας του πληβειακού ταξικού στρατοπέδου. Όμως μέσα στη φλόγα της επανάστασης άρχιζε να διαμορφώνεται μια ξεχωριστή κατεύθυνση. Ο Ροβεσπιέρος και οι Ιακωβίνοι δεν μπόρεσαν να υλοποιήσουν μια τέτοια κατεύθυνση. Αυτή η πολιτική κατεύθυνση ενταφιάστηκε κατ` αρχήν στα 1794 σ τη διάλυση των Ιακωβίνων και στην εκτέλεση του Ροβεσπιέρου αλλά πολύ περισσότερο με την κυριαρχία του Ναπολέοντα και τη διάλυση της Α Γαλλικής Δημοκρατίας.
Το πρώτο μισό του 19ου αιώνα έχουμε τη διαμόρφωση από τη μία του περιβάλλοντος της Ιερή Συμμαχίας, μιας αντιδραστικής ένωσης καθεστώτων και από την άλλη το ξέσπασμα πολλαπλών λαϊκών, δημοκρατικών εξεγέρσεων. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία, η ελευθεροτυπία, η ανεξιθρησκία και ο διαχωρισμός εκκλησίας – κράτους διαμόρφωναν ένα παλλαϊκό πρόγραμμα όπου φαινόταν η δυνατότητα σύμπραξης αστικής με εργατική τάξη. Η νέα γαλλική εξέγερση του 1830 έγινε κάτω από την τρίχρωμη σημαία της γαλλικής δημοκρατίας παρ` όλο που υπήρχαν τα πρώτα δείγματα πολιτικής αυτονόμησης της εργατικής τάξης.
Η διαμόρφωση της Κοινωνικής Δημοκρατίας – Σοσιαλδημοκρατίας (SocialDemocracy) είναι η πρώτη εμφάνιση της Εργατικής Τάξης στο πολιτικό προσκήνιο. Στα πρώτα χρόνια δεν μπορούσε να ξεφύγει από τη σκιά της αστικού περιβάλλοντος. Θεωρούσε πως ο Σοσιαλισμός δεν ήταν τίποτε άλλο από τη διεύρυνση των δημοκρατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων καθώς και δικαιότερης αναδιανομής εισοδήματος. Όλα αυτά μέχρι το 1848.
Η Γαλλική Εξέγερση του 1848 και η εμφάνιση της εργατικής τάξης ως ανεξάρτητο πολιτικό υποκείμενο
Μέσα σε 60 χρόνια η Γαλλία συγκλονίζεται από μια τρίτη εξέγερση. Το Φεβρουάριο του 1848 εγκαθιδρύεται η Δεύτερη Γαλλική Δημοκρατία εμπνεόμενη από τα οράματα της καθολικής ψηφοφορίας, της παλλαϊκής εκπαίδευσης, της ελευθεροτυπίας, της ελευθερίας οργάνωσης και συναθροίσεων, της ανεξιθρησκίας και του διαχωρισμού εκκλησίας – κράτους.
Όμως η αστική τάξη δεν ζει στο 18ο αιώνα των μικρών μανιφακτούρων βιοτεχνιών και σε ένα οικονομικό κλίμα ατέρμονης οικονομικής ανάπτυξης και επέκτασης . Πλέον έχει μεγάλα εργοστάσια που πλήττονται από την (τότε) οικονομική κρίση. Την ίδια εποχή έχει κυλίσει πολύ νερό στο αυλάκι της κοινωνίας, και πλέον οι καπιταλιστές αποτελούν ένα λειτουργικό και κυρίαρχο κομμάτι της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Δεν είναι, πλέον, διαθέσιμοι να εμπλακούν σε ένα τυχοδιωκτικό παιχνίδι οικονομικών και πολιτικών στρατηγικών που θέτει η Σοσιαλδημοκρατία της εποχής υλοποιώντας τα αιτήματα και συμφέροντα των καταπιεζόμενων τάξεων. Ο 29χρονος Καρλ Μαρξ μόλις είχε παρουσιάσει το Κομμουνιστικό Μανιφέστο (κείμενο αρχών της οργάνωσης του «Ένωση Κομμουνιστών») και η εργατική τάξη στο Παρίσι διεκδικούσε τη δική της παρουσία στη νέα Γαλλική πραγματικότητα. Η δημιουργία της Εθνοφυλακής ως λαϊκός στρατός και το πρόγραμμα Εργατικών Εργαστηρίων (για την ανεργία) αποτελούσαν ξεχωριστές σημαντικές διεκδικήσεις.
Τα αστικά επιτελεία, όμως, όχι μόνο δεν αφουγκράζονται τις εργατικές διεκδικήσεις αλλά περικόπτουν κάθε ριζοσπαστική αιχμή του δημοκρατικού προγράμματος. Η καθολική ψηφοφορία παραπέμπεται στις καλένδες, η εθνοφυλακή αποτελεί καθεστωτικό πρόβλημα που πρέπει να εκλείψει και η συντηρητική συνθηκολόγηση επιτίθεται στις εργατικές διαδηλώσεις. Για πρώτη φορά στην ιστορία η εργατική τάξη καθιερώνει την Κόκκινη Σημαία ως ξεχωριστό σύμβολο απέναντι στην εθνική αστική. Ο Αύγουστος Μπλανκί, σοσιαλιστής της εποχής με συμμετοχή σε όλες τις εξεγέρσεις, έγραφε σε κείμενο του: «δεν ζούμε πια στο 1793, αλλά στο 1848! Η τρίχρωμη σημαία δεν είναι πια η σημαία της Δημοκρατίας, αλλά η σημαία του Λουδοβίκου Φιλίππου και της μοναρχίας. Υπό την τρίχρωμη σημαία διαπράχθησαν οι σφαγές στην οδό Transnonain, στο Faubourg de Vaise, στο Saint-Etienne και πάνω από 20 φορές βουτήχθηκε αυτή στο αίμα των εργατών. Ο λαός στα οδοφράγματα ύψωσε και εφέτος απέναντι της το κόκκινο χρώμα, όπως το ύψωσε και στα οδοφράγματα του Ιουνίου 1832, του Απριλίου 1834 και του Μαϊου 1839 και το καθαγίασε διπλά με την ήττα και την νίκη. Το κόκκινο χρώμα είναι πλέον το χρώμα αυτού του μαχόμευου λαού, μέχρι χθές κυμάτιζε υπερήφανα στις προσόψεις των κτιρίων και τώρα η αντίδραση το μολύνει σέρνοντάς το με ασέβεια στις λάσπες.» Χιλιάδες μέλη της οργάνωσης του Μπλανκί επιτίθενται ανεπιτυχώς στο κοινοβούλιο το Μάη του 1848 σε μια προσπάθεια κατάληψης της εξουσίας. Λίγες μέρες μετά από το όργιο τρομοκρατίας της αστικής τάξης, ξεσπάνε εργατικές διαδηλώσεις για «Δικαίωμα στην εργασία», «Συντακτική Συνέλευση για νέο Σύνταγμα» οι οποίες διαλύονται από δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες.
Η ήττας της εργατικής τάξης στα 1848 ήταν ήρθε περισσότερο ως ανωριμότητα παρά ως στρατιωτική συντριβή. Δεν είχε προλάβει να διαμορφωθεί ένα αυτοτελές σχέδιο και στρατηγική ενάντια στα αστικά επιτελεία. Στην ουσία έβλεπε τα διάφορα δημοκρατικά κόμματα από τη μία να επιτίθενται στις εργατικές διεκδικήσεις και από την άλλη να συνθηκολογούν με τα πιο συντηρητικά τμήματα του παλιού καθεστώτος. Λίγο πριν από την οριστική ήττα της Δεύτερης Γαλλικής Δημοκρατίας και την κυριαρχία του Ναπολέοντα Γ` και της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας, τα αστικά και μικροαστικά επιτελεία καλούν το λαό να υπερασπιστεί τη Δημοκρατία. Η αποτυχία ήταν παταγώδης. Στρατός και Τύπος γέμισαν λιποτάκτες και ο Μαρξ έγραφε «Οι μικροαστοί πρόδωσαν τούς εκπροσώπους τους, μια που δεν παρουσιάστηκαν οι εθνοφύλακες, ή όπου παρουσιάστηκαν δεν άφησαν να στηθούν οδοφράγματα. Οι αντιπρόσωποι εξαπάτησαν τούς μικροαστούς, μια πού δεν βρέθηκαν πουθενά οι δήθεν οπαδοί της στο στρατό. Τέλος αντί να κερδίσει το δημοκρατικό κόμμα πρόσθετη δύναμη από το προλεταριάτο, το μόλυνε με τη δική του αδυναμία, και όπως γίνεται πάντοτε με τα ανδραγαθήματα των δημοκρατών, οι αρχηγοί ικανοποιήθηκαν με το να μπορούν να κατηγορούν «το λαό» τους για λιποταξία και ο λαός ικανοποιήθηκε με το να μπορεί να κατηγορεί τούς αρχηγούς του για απάτη.» [2]
Η Παρισινή Κομμούνα του 1871
Η αποτυχημένη εξέγερση του 1848 αποτέλεσε σύμβολο αναδιάταξης του ταξικού κινήματος. Νέες στρατηγικές, νέες οργανώσεις ξεπηδούν σε όλο τον πλανήτη προσπαθώντας να περιγράψουν το νέο «οδικό χάρτη» για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης. Η προοπτική του Σοσιαλισμού φαίνεται πως μπορεί να περιγραφεί ξεχωριστά από τους μικροαστικούς συμβιβασμούς της αστικής τάξης.
Οι υποστηρικτές της Κοινωνικής Δημοκρατίας ως ειρηνική μετεξέλιξη της αστικής δημοκρατίας αποτελούν ένα μόνο τμήμα, πλέον, του κινήματος της εργατικής τάξης. Η δημιουργία της Α` Διεθνής στην οποία προσχωρούν Μαρξ και Μπακούνιν αποτελεί κρίσιμο ορόσημο για την ιστορία του εργατικού κινήματος, αλλά και όχι μόνο. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που τα παλαιά καθεστώτα αδυνατούν να ανταποκριθούν. Η κατάρρευση των παλιών Αυτοκρατοριών και τα αστικά εθνικά κινήματα δημιουργούσαν ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Η ήττα της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας από τη συμμαχία των γερμανικών στρατευμάτων που θα αποτελέσουν το νέο Γερμανικό Κράτος ήταν το ιστορικό κενό που μπόρεσε για πρώτη φορά να υψώσει το δικό της ανάστημα η εργατική τάξη.
Για δύο μήνες, από τα τέλη Μαρτίου 1871 ως τα τέλη Μαΐου οι Κομμουνάριοι αναλαμβάνουν τη διακυβέρνηση του Παρισιού. Διαλύουν τον εθνικό στρατό και αναλαμβάνουν Πολιτοφυλακές την υπεράσπιση της Πόλης. Προκηρύσσονται Δημοτικές Εκλογές και εκλεγούν Πρόεδρο Δημοτικού Συμβουλίου τον φυλακισμένο από την Γαλλική κυβέρνηση Αύγουστο Μπλανκί. Ζητείται η ανταλλαγή του με όλους τους αιχμάλωτους του καθεστώτος πράγμα που η αστική κυβέρνηση αρνείται μέχρι τέλους. Εκδίδονται διατάγματα παγώματος ενοικίων, ενεχύρων και χρεών και καταργείται ο τραπεζιτικός τόκος. Δημεύεται η εκκλησιαστική περιουσία και καθιερώνεται ισότητα στη μισθοδοσία. Ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία δεν έγιναν τόσα πολλά μέσα σε μόνο 60 ημέρες. Γι` αυτό το απάντηση του αστισμού ήταν λυσσαλέα.
Ο Γαλλικός στρατός επιτέθηκε συντονισμένα με τα «εχθρικά» γερμανικά στρατεύματα με μόνο εντολή να εκτελούν άμεσα όλους τους αιχμαλώτους. Η σφαγή της γαλλικής έπρεπε να είναι συντριπτική για να βάλει ένα τέλος στις πολλαπλές εξεγέρσεις που γινόντουσαν εδώ και ένα αιώνα.Μόνο την τελευταία εβδομάδα σκοτώθηκαν 30 χιλιάδες Κομμουνάριοι σε μάχες σπίτι με σπίτι ενώ μετά το τέλος της εξέγερσης εξορίστηκαν πάνω από 5 χιλιάδες.
Μετά την Παρισινή Κομμούνα διασπάται η Α Διεθνής και δημιουργείται το πρώτο ιστορικό «σχίσμα» σοσιαλιστών – αναρχικών. Η συντριβή της Παρισινής Κομμούνας θα δημιουργήσει μια σειρά συμπεράσματα και βεβαιότητες που θα στοιχηθούν τα μεγάλα πολιτικά ρεύματα εκείνης της εποχής. Θα περάσουν αρκετές δεκαετίες και να ξεσπάσει η Ρώσικη Επανάσταση για να ξεπεραστούν δημιουργικά οι βεβαιότητες του περασμένου αιώνα και να δημιουργηθούν νέες βιώσιμες στρατηγικές για την εργατική τάξη.
Αναφορές και προσεγγίσεις για τη στρατηγική της Κομμουνιστικής Εξέγερσης
Η σύντομη ιστορική αναδρομή έγινε σε μια προσπάθεια να αναδειχτεί η προσπάθεια διαμόρφωσης ταξικής στρατηγικής μέσα στο υφιστάμενο ιστορικό πλαίσιο. Προφανώς και υπήρχαν και άλλες στρατηγικές όπως αυτές του Σαιν Σιμόν, του Λήμπκνεχτ, του Νετσάγιεφ που έθεσαν τη δική τους προβληματική μέσα στις αναζητήσεις της εργατικής τάξης. Δε θέλουμε ούτε να μπούμε σε μια εύκολη δαιμονοποίηση αλλά ούτε σε μια άνευρη παράθεση πολλαπλών και αντικρουόμενων στρατηγικών. Η πρώτη εμφάνιση της Εργατικής Τάξης ως ξεχωριστό υποκείμενο στο ιστορικό προτσές έβαλε κάποιες προβληματικές και εμπειρίες που οφείλουμε να τις επικαιροποιήσουμε.
Το πρόβλημα του κοινωνικού χαρακτήρα της Επανάστασης
Οραματιζόμαστε μια επανάσταση που θα αλλάξει όλη την κοινωνία: τις οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις, την πολιτική εξουσία. Δεν αναζητούμε ένα θύλακα του «δικού μας» πολιτικού & κοινωνικού χώρου παράλληλης συνύπαρξης με το αστικό περιβάλλον. Ο καπιταλισμός δεν αλλάζει σταδιακά και ειρηνικά ούτε «από τα πάνω» με αλλαγές κυβέρνησης, ούτε «από τα κάτω» με πίεση κινημάτων, ούτε «από τα πλάγια» με παράλληλα αυτοδιαχειριζόμενα σχήματα. Η εξέγερση παραμένει το βασικό εργαλείο επίθεσης στο αστικό κράτος για την εκ θεμελίων κατάργηση της υπάρχουσας πολιτικής οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας.
Η εργατική τάξη παραμένει το κυρίαρχο κοινωνικό υποκείμενο ανατροπής και αλλαγής της κοινωνίας. Καμία νέα απελευθερωμένη κοινωνία δεν μπορεί να χτιστεί κόντρα στις δυνάμεις της εργασίας. Η ισότιμη ένταξη στον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό ιστό κάθε μέρους της κοινωνίας θα σημάνει την εν τέλει αυτοκατάργησή της ως τάξη.
Η εργατική τάξη πρέπει να ειδωθεί ως παγκόσμιο οικονομικό-κοινωνικό υποκείμενο και όχι μια παράθεση επαγγελματικής ταυτότητας. Το σχέδιο της Εξέγερσης οφείλει να λάβει υπ όψη του τον παγκόσμιο αστικό καταμερισμό εργασίας όχι για να τον αναπαράγει ή να βρει εύρυθμα λειτουργικά σχήματα αλλά να διερευνήσει ανωμαλίες, κενά και αδυναμίες του συστήματος και να τις εκμεταλλευτεί προς όφελος της εξέγερσης.
Το πρόβλημα του προγράμματος της Επανάστασης
Η εξέγερση δεν είναι μηδενιστική, δεν είναι γενικόλογη και αμφίσημη.
Υπάρχουν αυθόρμητες δημοκρατικές ή δικαιωματικές εξεγέρσεις που διαμαρτύρονται στους κυβερνώντες και πάντα δημιουργούνται από τις καθημερινές σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης . Από την άλλη υπάρχουν και εξεγέρσεις και επαναστάσεις αντιδραστικές. Η φασιστική ή ρατσιστική αντιθεσμικότητα, η εθνικιστική συγκρότηση μπορούν να δημιουργήσουν τα δικά τους «κινήματα» και εξεγέρσεις αλλά σε αντιδραστική και όχι σε απελευθερωτική κατεύθυνση.
Η Κομμουνιστική εξέγερση συγκροτείται γύρω από ένα πλαίσιο ιστορικά προσδιορισμένο. Δεν παραθέτει ούτε αθροίζει «αιτήματα». Γύρω από θέσεις συγκροτούνται κοινωνικά διχαστικές πολιτικές, που εντείνουν την ταξική πόλωση. Στο πρόγραμμα απαντιούνται κρίσιμα ζητήματα επιβίωσης της εργατικής τάξης αλλά ταυτόχρονα προωθείται και ένα οραματικό πλαίσιο επίλυσης. Ο διαλεκτικός συνδυασμός αυτών των θέσεων διαμορφώνουν ένα μάχιμο πολιτικό πρόγραμμα της εργατικής τάξης. Ντεφαιτισμός ή αντιιμπεριαλισμός, κοινοτισμός ή σοβιέτ, καθολική ή ταξική ψηφοφορία απαντιούνται μέσα από τη γειωμένη συγκρότηση ενός υπαρκτού υποκειμένου σε συγκεκριμένες συνθήκες.
Καμία, όμως, κομμουνιστική αντικαπιταλιστική εξέγερση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την κατάθεση ενός «Προγράμματος» που γύρω από αυτό θα συγκροτηθεί η κίνηση της τάξης.
Το πρόβλημα της πολιτικής οργάνωσης των Κομμουνάριων – Κομμουνιστών
Αν η εργατική τάξη είναι το κοινωνικό υποκείμενο της επανάστασης, πρέπει να απαντηθεί η σχέση της οργάνωσης των Επαναστατών με αυτή. Ο Μπακούνιν θεωρούσε την οργάνωση σαν φυτίλι, σαν πυροκροτητή της επανάστασης, ο Μαρξ την έβλεπε σαν την πολιτική ηγεσία σε μια αντικειμενική επαναστατική περίοδο ενώ ο Μπλανκί ως οργανωτικό εκτελεστή της εξέγερσης και πολιορκητικό κριό της αυριανής κοινωνίας.
Στην πραγματικότητα η Οργάνωση θα κάνει και τα τρία! Χωρίς να αμφισβητηθεί η οργανική και διαλεκτική σχέση που πρέπει να έχει με την εργατική τάξη οφείλει να διαμορφώσει ένα συγκεκριμένο σχέδιο εξέγερσης. Η Κομμούνα, τα Σοβιέτ, οι Διεθνείς Ταξιαρχίες στην Ισπανία, ο Αντάρτικος Στρατός του ΕΛΑΣ και του Τσε δεν ήταν αυθόρμητη και αδιαμεσολάβητη εισβολή των μαζών στο προσκήνιο.
Συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις, ανέγνωσαν συγκεκριμένες δυνατότητες σε συγκεκριμένα κενά του ταξικού εχθρού. Χωρίς ένα πολιτικό επιτελείο δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα νικηφόρας αντικαπιταλιστικής εξέγερσης. Η Κομμουνιστική στρατηγική αποτελεί πολιτική ΠΡΟΤΑΣΗ προς την εργατική τάξη. Η συγκρότηση οργάνωσης των Κομμουνάριων είναι για να συγκροτήσει αυτή την πολιτική διεκδίκηση της τάξης, μέχρι και σε συνθήκες εμφύλιου πολέμου (όπως πχ η αντιφασιστική μάχη).
Η δομή της και οι πολιτικές συμμαχίες της οργάνωσης καθορίζονται από το επίπεδο της συνολικής ταξικής πάλης και την υποκειμενική δυνατότητα εφαρμογής του σχεδίου.
Το πρόβλημα του Κράτους και της Επαναστατικής Δικτατορίας
Τον 20ο αιώνα το πρόβλημα είχε πολύ εύκολη και απλή απάντηση: Κάθε κράτος που προσχωρούσε στο «Σοσιαλιστικό» Ανατολικό Μπλοκ ή αποκτούσε διπλωματικές σχέσεις μαζί του, αυτόματα αποκτούσε «σοσιαλιστικά» χαρακτηριστικά. Τώρα που μας τέλειωσαν αυτοί οι ετεροκαθορισμοί, μπορούμε να ξαναδούμε τις προσεγγίσεις του 19ου με μια πιο διεισδυτική ματιά.
Ο Μπακούνιν στο Κρατισμός και Αναρχία πράγματι δίνει με τον πιο παραστατικό τρόπο τους κινδύνους από τις νέες κρατικές μηχανές που ξεπροβάλλουν στον πλανήτη. Δικαίως καυτηριάζει όσους με αφέλεια διαβλέπουν «χρήσιμα» εργαλεία στην κρατική μηχανή που μπορεί να χρησιμοποιήσει η εργατική τάξη. Σε αυτή την παγίδα είχαν πέσει πολλοί σοσιαλιστές. Μετά από αιώνες μοναρχίας και βασιλικής αυθεντίας, η εμφάνιση ενός δημοκρατικού μηχανισμού φάνταζε πολύ χρήσιμο εργαλείο. Ένα εθνικό σύστημα παιδείας, ένα δημοκρατικό ελεγμένο τραπεζιτικό κύκλωμα, οι παγκόσμιες αγορές με ρυθμιστικούς κανόνες, όλα αυτά φαίνονταν προοδευτικά για το οργανωμένο σοσιαλιστικό κίνημα. Όμως είναι διαφορετικό να ασχολείσαι με την πολιτική ιστορία ως καταγραφέας και παρατηρητής και διαφορετικό ενεργώντας σαν ζωντανό υποκείμενο. Ο Μαρξ στον πρόλογο του Κομμουνιστικού Μανιφέστου στα 1872 έγραφε πως «η Κομμούνα απέδειξε πως δεν είναι αρκετό στην εργατική τάξη να πάρει στην κατοχή της μόνο τον έτοιμο κρατικό μηχανισμό και να τον βάλει σε ενέργεια για τους δικούς της σκοπούς» [3]. Βέβαια, ποτέ ο Μαρξ δεν αντιμετώπιζε το αστικό κράτος σαν ουδέτερο εργαλείο αλλά παρ` όλους τους αιρετικούς αφορισμούς η παγκόσμια σοσιαλδημοκρατία έβλεπε αυτόν τον «αντικειμενικό» προοδευτικό ρόλο του κράτους και τον μετέτρεπε σε υποκειμενική δυνατότητα.
Φυσικά κανένας από τους δύο δεν έζησε τη μετεξέλιξη του αστικού κράτους στη σύγχρονη παγκόσμια μηχανή που έφτασε να ενσωματώσει και κομμάτια του σοσιαλιστικού προγράμματος εξουσίας του 1848. Δεν υπάρχει κανένα μέρος του πλανήτη και κανένα μέρος της κοινωνικής ζωής της ανθρωπότητας που να μην καθορίζεται από παρεμβάσεις (ή συνειδητές παραλείψεις) της συγκροτημένης κρατικής μηχανής. Περιοχές σαν την απορρυθμισμένη Σομαλία π.χ. όχι μόνο δεν είναι «παράδειγμα» αλλά λειτουργεί σαν αντιπαράδειγμα προς αυτή την κατεύθυνση. Εκτιμούμε πως σε αυτό το σύστημα δεν μπορούμε να απαντάμε με απλοϊκότητες. Η παγκόσμια διάρθρωση της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής δεν σταματά αυτόματα, την επόμενη μέρα με μια διακηρυκτική κατάλυση του κράτους. Από την άλλη δεν υπάρχει ούτε ένας τομέας της αστικής πραγματικότητας που να μπορεί να είναι διαθέσιμος στα χέρια της εργατικής τάξης την επομένη της Κομμουνιστικής εξέγερσης. Τα κτίρια και τα μηχανήματα μπορεί να παραμείνουν στις θέσεις τους αλλά ούτε το τραπεζικό, ούτε το δικαστικό, ούτε το εμπορικό, ούτε το στρατιωτικό σύστημα που τα διαχειρίζεται θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Η Κομμουνιστική Εξέγερση θα χρησιμοποιήσει την Επαναστατική Δικτατορία όπως οι Ιακωβίνοι τη Γαλλική Επανάσταση για να υπερασπίσει το Πρόγραμμα και τις καταχτήσεις της Επανάστασης. Αυτό δε θα γίνει μόνο απέναντι στους «εσωτερικούς» εχθρούς αλλά θα λειτουργήσει σαν Παγκόσμιος Προβοκάτορας της Πολιτικής και Οικονομικής ζωής του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Δεν αρκεί μόνο η ύπαρξη ενός κενού στον παγκόσμιο αστικό χάρτη. Χρειάζονται μηχανισμοί έξω από την αστική κρατική μηχανή που να μπορούν να επιβάλλουν την πλήρη εξάλειψη από το σύστημα κάθε ίχνους εξαναγκασμού που έχουν διαμορφώσει αιώνες καταπίεσης της τάξης μας. Χρειάζεται και επαναστατική προσήλωση στα στρατηγικά καθήκοντα για να αποφύγεις τη συντριβή. Αν ο κοινοτισμός των Ζαπατίστας και της Ροζάβα ανακαλύψει τον ρεαλισμό της «υπαρκτής» πολιτικής (ή αν δεν βρει ισχυρότερους διεθνείς συμπαραστάτες) γρήγορα θα οδηγηθεί στην πιο επαίσχυντη συνθηκολόγηση πουθα είναι χειρότερη και από τη στρατιωτική συντριβή τους.
Δεν ψάχνουμε για ένα ρεαλιστικό κρατικό μηχανισμό, αλλά για μια ρεαλιστική προσέγγιση της παγκόσμιας ανατροπής του καπιταλισμού.
Αντιφασισμός και κομμουνιστική στρατηγική
Είμαστε σε μια εποχή που με πρωτοβουλία της αστικής τάξης και σε μια βαθειά αντιδραστική κατεύθυνση, αναθεωρείται το Κοινωνικό Συμβόλαιο μεταξύ αστικής και εργατικής τάξης. Η περίοδος δημοκρατικής συναίνεσης και διαμεσολάβησης συντρίβεται κάτω από τις πιέσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Τα φασιστικά κινήματα παραμένουν σε υψηλά εκλογικά νούμερα και δυναμικές γιατί υπάρχει μια συστημική ενσωμάτωση της ακροδεξιάς ατζέντας στην κυρίαρχη πολιτική σκηνή. Παράλληλα εμφανίζεται ξανά δυναμικά στο προσκήνιο η ξεχασμένη εθνικιστική στρατηγική της περιχαράκωσης. Η πίτα, όμως, μικραίνει επικίνδυνα. Στη νέα αναδιανομή, όμως, δεν θα είναι όλοι κερδισμένοι. Το ταξικό κίνημα οφείλει να σταθεί απέναντι σε οποιαδήποτε αντεπαναστατική αναθεώρηση του συστήματος. Οι φασίστες δοκιμάζουν να αναδειχτούν σε αντι-μνημονιακή δύναμη προσπαθώντας να χωθούν στο εργατικό ή αγροτικό κίνημα, στα κινήματα ενάντια στους πλειστηριασμούς ή στις «αντι-ΕΕ» ή «αντι-ευρώ» κινήσεις προσπαθώντας να καπηλευτούν και , εν τέλει, να αναλάβουν την πολιτική ηγεμονία του εργατικού κινήματος. Σε άλλες περιοχές του πλανήτη ανακαλύπτουν γυναικεία κινήματα, θρησκευτικές ή εθνικές καταπιέσεις, ακόμα και «αντιιμπεριαλιστικές» στρατηγικές. Δεν υπάρχει κανένα σημείο του πλανήτη, από το αντι-μνημονιακό ή αντι-ΕΕ κίνημα στην Ευρώπη ως την Ουκρανία, τη Μέση ή Άπω Ανατολή και τη Βενεζουέλα ή τη Λατινική Αμερική που να χρειάζεται να γίνει μια τακτική πολιτική ή στρατιωτική συμμαχία με συντεταγμένες φασιστικές δυνάμεις. Δεν υπάρχει επιτροπή, κινητοποίηση ή πολεμική εμπλοκή που θα συνεργαστούμε ή, έστω, να ανεχτούμε να υπάρχει νομιμοποίηση ναζιστικών πολιτικών σχημάτων. Κανένα άλλοθι! Υπάρχει μια τομή που δεν χωρίζει τους επαναστάτες από τους μεταρρυθμιστές αλλά το ταξικό κίνημα από την αντεπανάσταση και αυτή είναι η αδιάλλακτη και ανυποχώρητη μάχη ζωής ή θανάτου απέναντι στη φασιστική λαίλαπα.
Δεν επιχειρούμε μια αναθεωρητική προσέγγιση της παγκόσμιας ιστορίας του εργατικού κινήματος. Δεν βάζουμε τον εαυτό μας πάνω από ιστορικά ρεύματα και επιστημονικές προσεγγίσεις στα οποία στοιχίστηκαν κινήματα δεκαετίες τώρα. Θα ήταν υπερφίαλο, ανούσιο και εν τέλει άχρηστο, απαράδεκτο και επικίνδυνο. Ούτε προσπαθούμε να κάνουμε ένα άλμα στο παρελθόν να καμωθούμε πως ξεπεράστηκαν διαχωριστικές γραμμές αιώνων. Το ξαναδιάβασμα, όμως, της ιστορίας δείχνει πως αυτές οι τομές πρέπει να υπηρετούν μια γειωμένη ιστορική πραγματικότητα.
Η διάσπαση της Α Διεθνούς δεν έγινε για την θεωρητική διαφωνία απέναντι στο Κράτος. Ούτε καν πάνω στην Παρισινή Κομμούνα. Όλοι οι σύντροφοι ήταν υπέρ της επικράτησης των Κομμουνάριων. Όλες οι μεριές έβλεπαν τις δικές τους προσεγγίσεις να παίρνουν σάρκα και οστά σε αυτό το πείραμα. Η διάσπαση έγινε πάνω στις δυνατότητες και ευκαιρίες της επόμενη μέρας. Η ήττα του 1871 δεν ήταν σαν του 1848. Η διαφωνία πάνω στις άμεσες δυνατότητες που μπορεί να είχε η εργατική τάξη οδήγησε από τη μια μεριά στην κοινοβουλευτική ενσωμάτωση της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, στην αυτοεξορία του Μαρξ στις ΗΠΑ και στην επαναστατική επιμονή του Μπακούνιν στα αγροτικά κινήματα της Ιταλίας και Ισπανίας.
Σήμερα, 30 χρόνια μετά την κατάρρευση του «σοσιαλιστικού» στρατοπέδου το ταξικό κίνημα έχει δοκιμάσει να ξεπεράσει το στρατηγικό αυτό σοκ. Οι Ζαπατίστας και το αντι-παγκοσμιοποιητικό κίνημα ξαναέφεραν στο προσκήνιο τη δυνατότητα αυτόνομης παρέμβασης των πληβείων στην κεντρική πολιτική σκηνή. Αυτό το κίνημα ακόμα και στο Γκέτεμποργκ και τη Γένοβα δεν συντρίφτηκε από μια στρατιωτική μηχανή. Αντιμετώπισε τα δικά του στρατηγικά αδιέξοδα και είδε να ξεπουλιούνται τα οράματα του από τις ανεπαρκείς διαμεσολαβήσεις. Ο Λούλα και ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το μάξιμουμ που μπορούσε να φέρει ο αγνός μαχητικός ακτιβισμός εκείνης της περιόδου.
Στην περιοχή μας γέννησε εξεγέρσεις σαν του Γρηγορόπουλου, των Πλατειών, σαν του Ταξίμ και της Ροζάβα που δεν τις έλιωσαν οι ορδές του κράτους ή των φασιστών. Κατέρρευσαν από μόνες τους μέσα από την ανωριμότητα των υποκειμένων να διαμορφώσουν μια επιθετική πολιτική ανατροπής του καπιταλιστικού κράτους.
Πλέον τα εργαλεία της εξέγερσης δεν προκαλούν αντανακλαστικά φόβου. Πρέπει να διαμορφώσουμε ένα δυναμικό που να διαχειριστεί με νηφαλιότητα και αυτοπεποίθηση τον επόμενο αγώνα. Σε αυτή την κατεύθυνση θέλουμε να συμβάλουμε στη δημιουργική ανασυγκρότηση του Επαναστατικού Υποκειμένου.
Γιατί η επόμενη αναθεώρηση του Κοινωνικού Συμβολαίου δεν πρέπει να έρθει από τις φασιστικές ορδές αλλά από τις απελευθερωτικές δυνάμεις του κινήματος! Σε αυτή τη μάχη που θα δοθεί πολύ σύντομα σας καλούμε για συστράτευση.
[1] «Έχουμε ιδιοκτησία πρώτα-πρώτα για να ζήσουμε. Δεν αληθεύει ότι η ιδιοκτησία μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να εναντιωθεί στην επιβίωση των ανθρώπων.
Τα αναγκαία τρόφιμα είναι εξίσου ιερά με την ζωή. Καθετί που είναι απαραίτητο για την διατήρησή της αποτελεί κοινή ιδιοκτησία ολόκληρης της κοινωνίας. Μόνο το πλεόνασμα αποτελεί ατομική ιδιοκτησία και αφήνεται στην επιχειρηματικότητα των εμπόρων. Κάθε εμπορική κερδοσκοπική δράση που επιχειρώ εις βάρος της ζωής του συνανθρώπου μου δεν αποτελεί συναλλαγή, αλλά ληστεία και αδελφοκτονία.
Με βάση αυτή την αρχή, ποιο είναι το πρόβλημα που έχει να λύσει η νομοθεσία σχετικά με τα μέσα επιβίωσης. Το εξής: την εξασφάλιση για όλα τα μέλη της κοινωνίας της δυνατότητας να ι απολαμβάνουν το μερίδιο των καρπών της γης που είναι απαραίτητο για την ύπαρξή τους, την εξασφάλιση για τους ιδιοκτήτες και τους καλλιεργητές του τιμήματος της εργασίας τους, και την απόδοση του πλεονάσματος στην ελευθερία του εμπορίου.» Ροβεσπιέρος, Ομιλία 2/12/1792 «ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ», «Αρετή και Τρομοκρατία» σελ. 133 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ
[2] Σελ. 63 «Η 18ηΜπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» 1852, εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ 1982
[3] «Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία» 1871, Εισαγωγή Κομμουνιστικού Μανιφέστο Λονδίνο 1872