Για την αστική δημοκρατία, το μοναδικό επικίνδυνο «άκρο» είμαστε εμείς!
Η σημαντικότερη δίκη στην ιστορία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας έφτασε στο τέλος της. Τουλάχιστον έτσι την αποκάλεσαν πλήθος ΜΜΕ αστικά και μη. Έτσι όμως αποκαλούσαν και τη δίκη των συνταγματαρχών μετά την πτώση της χούντας και βέβαια, δεν θα μπορούσαμε να αποφύγουμε έστω και μια φευγαλέα σύγκριση μεταξύ των δύο. Το βασικό κοινό στοιχείο τους είναι το γεγονός πως και στις δύο περιπτώσεις, οι φασίστες έπεσαν στα μαλακά. Η πίεση που δέχθηκε η ακροδεξιά κυβέρνηση από ένα μαχητικό αντιφασιστικό κίνημα που διαδέχθηκε το αντιμνημονιακό και εξανάγκασε τους αστικούς θεσμούς σε αναδιάταξη, δεν την εμπόδισε να βρει τρόπους για αντεπίθεσης.
Τη στιγμή που καταδικάζει τους φασίστες σε φυλάκιση έως 13 χρόνια αφήνει ένα κομμάτι της ηγεσίας τους ελεύθερο να διαφύγει ή ακόμα και να σουλατσάρει απολαμβάνοντας μισθό και βουλευτική ασυλία. Επαναφέρει τη θεωρία των 2 άκρων και βάζει στο κάδρο τα μαχητικά κομμάτια της αριστεράς και τις διαδικασίες της, με αφορμή οποιονδήποτε ακτιβισμό τους. Απαγορεύει πορείες, συγκεντρώσεις και επικηρύσσει με τρελά ποσά όποιον αντιστέκεται. Άραγε πόσες ΜΕΘ φτιάχνεις με 100,000 ευρώ; Οι αγωνιστές του ταξικού κινήματος που βρέθηκαν στη φυλακή τα τελευταία χρόνια δεν διαπομπεύτηκαν; Αυτοί που δεν άγγιξαν ούτε τρίχα πολίτη παρά μόνο απείλησαν τον ύπνο των καταπιεστών τους, φυλακίζονται με 10αδες χρόνια στην πλάτη τους. Για τους φασίστες όμως η αστική δημοκρατία ξέρει να επιβάλλει ποινές με τρόπο που να μην είναι εξοντωτικές, σε περίπτωση που κριθεί ξανά αναγκαία η συμβολή τους.
Παρ’ όλα αυτά το ξαναλέμε. Η εξουσία έκανε ένα βήμα πίσω. Εξαναγκάστηκε. Για όλους αυτούς που δεν έφαγαν την καραμέλα της παραίτησης μετά την αρχική εξάρθρωση από το κράτος του βασικού πυρήνα της Χρυσής Αυγής, για αυτούς που συνέχισαν στο δρόμο, τον αγώνα ενάντια στο φασισμό και δεν του επέτρεψαν να σοβαρευτεί και να ξαναδιεκδικήσει θέση σε κυβέρνηση, γι’ αυτούς που ξέρουν πολύ καλά ότι δεν κερδίσαμε το φασισμό ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, η τελική απόφαση της δίκης είναι νίκη (χωρίς εισαγωγικά και ναι μεν αλλά). Με ή χωρίς τη δίκη οι Ναζί είχαν ξεδοντιαστεί και ο λόγος τους δεν είχε πλέον κανένα δημόσιο αντίκτυπο ειδικά μετά την αποτυχία τους στις εκλογές. Έπαψαν να είναι υπολογίσιμη επιλογή διεξόδου για τις ελίτ, και εύκολη επιλογή ψήφου για το βόθρο της ελληνικής κοινωνίας που θα τους στήριζε.
Ο μαλακός όμως ιστός του αντιφασιστικού κινήματος χρειαζόταν και μια ακόμα επιβεβαίωση. Μια θεσμική κατοχύρωση. Είναι ο κόσμος που μας στήριξε όλα αυτά τα χρόνια με την αποσπασματική του συμμετοχή στις πορείες και τις αντισυγκεντρώσεις μας, αυτοί που μας ενημέρωναν και μας ζητούσαν βοήθεια στα σχολεία τους, στις γειτονιές τους, στους χώρους δουλειάς τους, κι ας μην έγιναν για πολύ καιρό ενεργά πολιτικά υποκείμενα στο πλάι μας. Είναι όλοι αυτοί των οποίων τη στήριξη γνωρίζαμε ότι θα είχαμε στις δύσκολες στιγμές και την είχαμε ή πιο σωστά την κερδίσαμε, ειδικά όπου οι φασίστες είχαν ακόμα οργανωμένα τάγματα εφόδου. Γι’ αυτόν τον κόσμο η δίκη ήταν η μεγαλύτερη νίκη στη φάση που βρίσκεται το ταξικό κίνημα κι όσο κι αν το γεγονός αυτό τσιγκλάει μερικούς από εμάς, είναι αυτό που είναι.
Έτσι κι αλλιώς οι δίκες απέναντι στους φασίστες δεν τελείωσαν. Πολύς κόσμος του κινήματος ακόμα ταλαιπωρείται σε δικαστικές αίθουσες απέναντι σε καλά υποστηριζόμενους οικονομικά και δικηγορικά, φασίστες. Η Χ.Α. ως εγκληματική οργάνωση αποτελεί πλέον σημαντικό όπλο στη φαρέτρα μας μέσα στα δικαστήρια. Στις 21 Δεκεμβρίου η ΟΡ.Μ.Α. αντιμετωπίζει στα δικαστήρια Πειραιά το χρυσαυγίτικο σωματείο του Περάματος. Ένα τσούρμο ναζί που κάποιοι από αυτούς ακόμα δουλεύουν για μεγαλοεργολάβους της περιοχής. Ένας από αυτούς πάντως, στην επόμενη δίκη θα έρθει με χειροπέδες: ο Αποστόλου καταδικάστηκε ως μέλος εγκληματικής οργάνωσης και συνεργός του Ρουπακιά. Οι υπόλοιποι αναζητούν τρόπο να γλυτώσουν τη ρετσινιά. Το αν η βάση των φασιστών θα συνεχίσει να πέφτει στα μαλακά και η θεωρία των δυο άκρων θα ενσωματωθεί από τους θεσμούς θα κριθεί και από τέτοιες ακριβώς δίκες. Εμείς θα είμαστε εκεί για άλλη μία μάχη.