Μέσα από τη διαδικασία της 8ης Οργανωτικής Ολομέλειας, η Οργάνωση Μαχητικού Αντιφασισμού ενσωματώνει την προσέγγιση του Κρατικού Καπιταλισμού ως Πολιτική και Ιδεολογική Θέση της. Η προσέγγιση παρουσιάζεται στην Αντιφασιστική Φρουρά σε δύο μέρη. Στο τεύχος 42 δημοσιεύτηκε το 1ο μέρος για την «Επανάσταση και Αντεπανάσταση στη Ρωσία». Στο τρέχον προσεγγίζεται ο Κρατικός Καπιταλισμός ως στοιχείο της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Για τη θεωρία του Κρατικού Καπιταλισμού > Μέρος 2ο: Εξέλιξη του αστικού κράτους και η κρατικοκαπιταλιστική ανάπτυξη
Το σύγχρονο αστικό κράτος και η γραφειοκρατία ως συλλογικός καπιταλιστής
Αν οι κρίσεις αποκάλυψαν την ανικανότητα της αστικής τάξης για την παραπέρα διαχείριση των σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεων, έτσι η μετατροπή των μεγάλων οργανισμών παραγωγής και συγκοινωνιών σε μετοχικές εταιρίες και κρατική ιδιοκτησία δείχνει ότι η αστική τάξη είναι περιττή γι’ αυτό το σκοπό, Σ’ όλες τις κοινωνικές λειτουργίες του καπιταλιστή, βρίσκονται τώρα μισθωτοί υπάλληλοι. Ο καπιταλιστής δεν έχει πια κοινωνική δραστηριότητα, εκτός από το να εισπράττει εισοδήματα, να κόβει κουπόνια και να παίζει στο χρηματιστήριο, όπου οι διάφοροι καπιταλιστές αρπάζουν ο ένας το κεφάλαιο του άλλου. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έχει παραγκωνίσει πρώτα εργάτες, τώρα παραγκωνίζει καπιταλιστές και τους παραπέμπει, ακριβώς όπως και τους εργάτες, στον περίσσιο πληθυσμό, αλλά, ίσως, όχι αμέσως στη βιομηχανική εφεδρική στρατιά.
Ούτε, όμως, η μετατροπή σε μετοχικές εταιρίες ούτε η μετατροπή σε κρατική ιδιοκτησία αναιρούν το γεγονός ότι οι παραγωγικές δυνάμεις είναι μια ιδιότητα του κεφαλαίου. Αυτό είναι ευνόητο σ’ ό,τι αφορά τις μετοχικές εταιρίες. Και το σύγχρονο κράτος είναι πάλι η οργάνωση που προσφέρει η αστική κοινωνία στον εαυτό της, για να διατηρήσει τους γενικούς εξωτερικούς όρους του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής ενάντια σε παραβιάσεις των εργατών, αλλά και μεμονωμένων καπιταλιστών. Το σύγχρονο κράτος, όποια κι αν είναι η μορφή του, είναι μια ουσιαστικά καπιταλιστική μηχανή, κράτος των καπιταλιστών, ο ιδεατός συνολικός καπιταλιστής. Όσο περισσότερες παραγωγικές δυνάμεις περιλαμβάνει στην ιδιοκτησία του τόσο περισσότερο γίνεται πραγματικός συνολικός καπιταλιστής και τόσο περισσότερους πολίτες εκμεταλλεύεται. Οι εργάτες παραμένουν μισθωτοί εργάτες, προλετάριοι. Οι καπιταλιστικές σχέσεις δεν καταργούνται, αλλά φτάνουν στο έπακρο.1
Πριν από 125 χρόνια ο κομμουνιστής Ένγκελς περιέγραψε με απόλυτη ακρίβεια την εξελικτική διαδικασία της καπιταλιστικής οικονομίας. Ο Homo Economicus της αστικής οικονομίας δεν αντικαθιστά τον ευγενή της φεουδαρχικής παραγωγής. Προφανώς και έχει ξεχωριστά προνόμια από τις πληβείες τάξεις και προφανώς έχει καλύτερο επίπεδο ζωής αλλά το βασικό χαρακτηριστικό του είναι η υπεράσπιση της «συσσώρευσης για τη συσσώρευση», δηλαδή του κινητήριου μοχλού της αστικής παραγωγικής διαδικασίας. Μέσα από αυτή τη διαδικασία «κυριαρχεί» και αναγνωρίζεται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας του παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Ο λόγος ύπαρξης αυτού του μοντέλου είναι να υπηρετήσει δύο συνθήκες που μπορεί να βρίσκονται ξεχωριστά ή/και ταυτόχρονα. Η μία συνθήκη είναι η ανάγκη συγκέντρωσης κεφαλαίου σε τέτοιο βαθμό που να είναι αδύνατο να υλοποιηθεί από μεμονωμένους καπιταλιστές. Αν στο 19ο αιώνα το χτίσιμο πχ του σιδηρόδρομου μπορούσε να γίνει μόνο από το κράτος, πλέον μέσα από την εξελικτική διαδικασία ο διαστημικός ανταγωνισμός και οι πολεμικές ιμπεριαλιστικές εκστρατείες (πχ στο Ιράκ) δεν μπορούν να παραχθούν από έναν ιδιωτικό μισθοφορικό στρατό. Η δεύτερη είναι η συνθήκη ανοικοδόμησης: μια χώρα ρημαγμένη από πόλεμο με μια αστική τάξη εξοντωμένη, μπορεί να ξαναπάρει μπρος αν μπει το κράτος να αναλάβει όλη την ανασυγκρότηση. Το είδαμε στις αραβικές και αφρικάνικες χώρες όπου στη φάση της αποαποικιοποίησης οι μεμονωμένοι καπιταλιστές ήταν παντελώς αδύναμοι να προσφέρουν την ανοικοδόμηση. Πολλές φορές αυτό μπερδεύτηκε με σοσιαλισμό γιατί κάποια καθεστώτα βαφτίστηκαν ως τέτοια μόνο και μόνο από τις οικονομικές σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση. Όμως ακόμα και σε «δεξιά» καθεστώτα χρησιμοποιήθηκε το ίδιο μοντέλο. Το Ισλαμικό Ιράν τη δεκαετία του `80 προχώρησε σε μαζικές καρατικοποιήσεις – εθνικοποιήσεις που διαχειριζόντουσαν από τους Φρουρούς της Επανάστασης.
Όσο θα βαθαίνει η κρίση τόσο θα έρχεται ξανά η σημασία του κράτους που θα παρεμβαίνει «κόντρα» στον ατομικό καπιταλιστή για τη διάσωση του συστήματος. Το είδαμε στη διάσωση των PIGS, το βλέπουμε στην επιδημία του Covid-19 πόσο παρακάμπτεται η ιδιωτική πρωτοβουλία και αυξάνεται ο «κρατικός έλεγχος».
Μα μήπως η γραφειοκρατία έχει ανάγκη τον ατομικό καπιταλιστή για να υπάρχει; Μα μπορεί να υπάρχει καπιταλισμός σε μια χώρα αφού δεν υπάρχει ανταγωνισμός στο εσωτερικό της;
Κρατικός καπιταλισμός ως μια τεράστια Α.Ε.
Για να αντιληφθούμε πώς λειτουργεί μια εθνική οικονομία σε συνθήκες κρατικού καπιταλισμού, πρέπει να την προσομοιώσουμε σαν μια Ανώνυμη Εταιρεία. Ας πάρουμε για παράδειγμα την Shell ή ακόμα καλύτερα την Coca – Cola για να είναι πιο απτό το παράδειγμα.
Μια πολυεθνική έχει μια διευρυμένη και καθετοποιημένη παραγωγή. Δεν είναι μόνο η καθεαυτό παραγωγή του προϊόντος (αναψυκτικό) αλλά περιλαμβάνει δεκάδες τμήματα διαφήμισης, διανομής και επιστημονικού ελέγχου. Πολλές εταιρείες έχουν μάλιστα και πολλαπλά προϊόντα. Μια αυτοκινητοβιομηχανία μπορεί να έχει και κομμάτια πολεμικού εξοπλισμού. Παράλληλα διαμορφώνονται εταιρείες «επενδύσεων» όπου απλά σπρώχνουν κεφάλαια προς πάσα κατεύθυνση. Μπορεί, λοιπόν, να έχουν τραπεζικό, χρηματιστηριακό αλλά και στοχευμένα παραγωγικά τμήματα ή κομμάτια «ρευστοποίησης» σε συνδυασμό με διαφημιστικά, νομικά και pr κάθε είδους.
Αυτές οι επιχειρήσεις στο εσωτερικό τους δεν διαμορφώνουν τον κλασσικό ανταγωνισμό της αγοράς. Το τμήμα μάρκετινγκ δεν προσπαθεί να ανεβάσει τις αμοιβές του «εκβιάζοντας» το τμήμα παραγωγής. Η διακίνηση δεν θα «διαπραγματεύεται» την αμοιβή μεταφοράς των αναψυκτικών. Όλη η επιχείρηση «κερδίζει» μέσα από τη σχεδιασμένη παραγωγή και την ομαλή διάθεση του τελικού προϊόντος. Αντίστοιχα σε ένα Κρατικοκαπιταλιστικό καθεστώς στο «εσωτερικό» της χώρας θα υπάρχει ένα σχέδιο παραγωγής με σκοπό τη συνολική αναβάθμιση του συγκεκριμένου κράτους στο διεθνή ανταγωνισμό.
Ο ανταγωνισμός στο εσωτερικό διαμορφώνεται όπως και στις ιδιωτικές εταιρείες. Ο κάθε μάνατζερ στον ιδιωτικό τομέα προσπαθεί να αποδείξει την παραγωγικότητα του τμήματός του και άρα όχι μόνο να μην υπάρξουν περικοπές αλλά να μεγαλώσει και τα κονδύλια μιας και αυτός ο τομέας «φέρνει τα κέρδη στην εταιρεία». Αντίστοιχα στον Κρατικό Καπιταλισμό ο διευθυντής του κάθε εργοστάσιου προσπαθεί να αποδείξει στους ελεγκτικούς μηχανισμούς περί της ανταγωνιστικότητας και κερδοφορίας του τμήματός του. Και στις δύο περιπτώσεις κατασκευάζονται με δημιουργική λογιστική επιτυχίες ή και εξαγοράζονται στελέχη για να συντηρηθεί η ροή κεφαλαίων. Το αποτέλεσμα είναι το ένα και το αυτό: όση διαφθορά ή σχέδιο κι αν υπάρξει, η οικονομία λειτουργεί με τους σιδερένιους νόμους της αγοράς στο «εξωτερικό» της επιχείρησης.
Η γραφειοκρατία ως αστική τάξη με ταξική συνείδηση και ξεχωριστά συμφέροντα
Μα μπορεί να λειτουργήσει μια οικονομία χωρίς «ιδιοκτήτες» των επιχειρήσεων;
Ας πάρουμε από το προηγούμενο παράδειγμα την περίπτωση της Shell. Αυτές οι εταιρείες είναι τυπικά (και ουσιαστικά) ιδιωτικές. Ανήκουν σε μεγαλύτερα ή μικρότερα μετοχικά γκρουπ. Η Shell ανήκει κατά 21% στο Ολλανδικό Centraal Instituut Voor Giraal Effectenverkeer Bv, κατά 18% στη BlackRock και μικρότερα ποσοστά σε άλλα τραστ. Αν αρχίσουμε να σκαλίζουμε τη μετοχική σύνθεση αυτών των εταιρειών θα βρούμε κάποιες άλλες (μικρότερες ή μεγαλύτερες) που έχουν κομμάτια της «ιδιοκτησίας». Προφανώς και κάπου – κάποιος έχει σημαντικές μετοχές και καθαρίζει κάποιο τεράστιο ποσό να συντηρεί τα κότερά του. Έχει κάποιο νόημα; Μπορεί να έχει λόγο ισχυρότερο από τους εκατοντάδες υψηλόβαθμους «μισθωτούς» μάνατζερ στη διαχείριση.
Ας υποθέσουμε πως κάποιος κληρονόμος ενός τεράστιου μετοχικού κεφαλαίου είναι ένα αντιπαραγωγικό πρεζόνι. Ας υποθέσουμε πως κάποιος κληρονομεί τη Shell και έτσι για πλάκα αποφασίσει να την κλείσει! Λεφτά μετρητά έχει να φάνε και τα δισέγγονα του. Τι νομίζετε; Θα κάτσουν οι «μισθωτοί» μάνατζερ να αποδεχτούν την «απόλυση» τους; Προφανώς και όχι. Οι «μισθωτοί» μάνατζερ είναι οι πραγματικοί ιδιοκτήτες της πολυεθνικής και οι κρατικοί γραφειοκράτες «ιδιοκτήτες» του κρατικού μηχανισμού.
Ο ιδρυτής της IKEA αποφάσισε να μην παραδώσει την επιχείρηση στους κληρονόμους του και πλέον διοικείται από ένα ίδρυμα χωρίς ιδιοκτησιακή σχέση και με εξαπλωμένη τη μετοχική σύνθεση ώστε να μην υπάρχει «ιδιοκτήτης». Μια χαρά λειτουργεί η καπιταλιστική IKEA και δεν έχει καμία ανάγκη «ατομικό» ιδιοκτήτη για να λειτουργεί στις συνθήκες της παγκόσμιας αγοράς.
Προφανώς και οι γραφειοκράτες (είτε στον ιδιωτικό, είτε στο δημόσιο τομέα) μπορεί να μην έχουν «ιδιοκτησία» αλλά φροντίζουν για την αναπαραγωγή προνομίων και πολλές φορές υποστήριξη κληρονόμων. Ακόμα και στη σταλινική Ρωσία και μέχρι το τέλος της το 1990, υπήρχαν θέρετρα και κέντρα διασκέδασης μόνο για ανώτερους κομματικούς, ιδιαίτερη πρόσβαση σε προϊόντα πολυτελείας και αναβαθμισμένα σπίτια και αυτοκίνητα. Υπήρχαν ξεχωριστά προγράμματα σπουδών για «κομματικά στελέχη» που εξασφάλιζαν την συμμετοχή τους στην κοινωνική ιεραρχία.
Η γραφειοκρατία όχι μόνο είχε συνείδηση των προνομίων που είχε στα χέρια της αλλά φρόντισε (και φροντίζει) να τα υπερασπίζει με κάθε νόμιμο ή όχι μέσο. Φυσικά όταν υπάρχει περίοδος κρίσης και κατάρρευσης θα φροντίσει σαν τα ποντίκια να διαφύγει πρώτη στη στεριά παίρνοντας ότι πιο κερδοφόρο μπορεί να συντηρηθεί. Έτσι λοιπόν, στην κατάρρευση του Κρατικού Καπιταλισμού του Ανατολικού Μπλοκ τα διευθυντικά στελέχη είχαν την απόλυτη «ταξική συνείδηση» να φροντίσουν να μεταβιβάσουν τις κρατικές επιχειρήσεις στο όνομά τους. Αντίστοιχα στην κρίση του 2008 τα Golden Boys εξασφάλισαν παχυλές αμοιβές την ώρα που κατέρρεαν τράπεζες και ασφαλιστικά προγράμματα.
Τι συνέβη, όμως το 1990; Τι ήταν η κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ;
Κρατικός Vs Ιδιωτικού Καπιταλισμού
Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ – Σοβιετικής Ένωσης τον περασμένο αιώνα πήρε τα χαρακτηριστικά μάχης «καπιταλισμού – σοσιαλισμού». Στην πραγματικότητα, όμως, είχαμε μια διπλή ενδοκαπιταλιστική μάχη.
Σε πρώτο επίπεδο αφορούσε τον ανταγωνισμό δύο ιμπεριαλιστικών κέντρων για τον έλεγχο της παγκόσμιας αγοράς. Η Σοβιετική Ένωση μέσα από την πρωταρχική συσσώρευση της δεκαετίας του `30 αλλά και την ενσωμάτωση του ανατολικού μπλοκ σε τύπου αποικία, μπόρεσε μέσα από τη μεταφορά υπεραξίας από τις «αποικίες» να αναπτύξει τρομαχτικούς ρυθμούς ανάπτυξης που την έφεραν σε συγκρίσιμο μέγεθος με τις ΗΠΑ.
Αυτός ο ανταγωνισμός εκφραζόταν κυρίως στο επίπεδο των πολεμικών εξοπλισμών. Τα διαστημικά προγράμματα αποτελούσαν τον τομέα αιχμής όπου διατυμπανίζονταν η δυναμική του καθενός. Η Λάικα των Ρώσων έφερε το Απόλλων στη Σελήνη και παράλληλα τις πυρηνικές εγκαταστάσεις. Στα τέλη της δεκαετίας του `70 ξεκινά ο Πόλεμος των Άστρων και ο ανταγωνισμός ποιος θα εγκαταστήσει πρώτος εξοπλιστικά προγράμματα στο διάστημα, ικανά να χτυπήσουν κάθε σημείο της γης. Αυτό το κυνήγι εξοπλισμών είχε τρομαχτικές επιπτώσεις στην εθνική τους οικονομία. Αν στη Ρωσία υπήρχε κρίση και ελλείψεις καταναλωτικών προϊόντων το ίδιο πράγμα συνέβαινε στις ΗΠΑ. Στα μέσα της δεκαετίας του `80 ξεκληρίζονται ολόκληρες πόλεις. Η αμερικάνικη αυτοκινητοβιομηχανία εξαφανίζεται από τον παγκόσμιο χάρτη και ιαπωνικές εταιρείες εξαγοράζουν τη μία επιχείρηση πίσω από την άλλη. Ο «φόβος» πως οι Ιάπωνες θα πάρουν την εκδίκηση τους 40 χρόνια μετά γίνεται κυρίαρχος στη λαϊκή κουλτούρα.
Κάποιος από τους δύο θα κατέρρεε και θα άφηνε στον ανταγωνιστή του την «έρημο» για να επεκτείνει την κυριαρχία του και να δρέψει τους καρπούς της νίκης απέναντι στον ανταγωνιστή του. Η κατάρρευση της Ρωσίας έδωσε χώρο για να στηθεί η (πρόσκαιρη) ανάκαμψη του Δυτικού Μπλοκ. Η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη και στην Αραβική Χερσόνησο αλλά και το δυνάμωμα της ΕΕ ήταν αποτέλεσμα αυτής της κρίσης.
Όμως, παράλληλα, υπήρχε και ένας ανταγωνισμός στο «μοντέλο» καπιταλιστικής ανάπτυξης. Το αν το «κράτος» ή οι «ιδιώτες» θα είναι ο μοχλός ανάπτυξης ήταν κομμάτι διεθνούς επιχειρηματολογίας. Αν η Σοβιετική Ένωση πρόβαλλε τα «σοσιαλιστικά» θαύματα της Ανατολικής Γερμανίας ή των αραβικών χωρών, το Δυτικό μοντέλο είχε το σχέδιο Μάρσαλ και τη Νότιο Κορέα να επιδεικνύει επιτυχίες. Στην πράξη και τα δύο μοντέλα συνυπήρχαν με ισχυρά επιχειρήματα ένθεν και ένθεν. Η ανάπτυξη που οδηγήθηκε όλος ο πλανήτης μετά το 2ο ΠΠ δεν είχε εξαιρέσεις. Και στις ΗΠΑ και στη Σοβιετική Ένωση αυξάνεται η ατομική κατανάλωση και το βιοτικό επίπεδο. Η παιδεία, η υγεία και η εξάπλωση βασικών κοινωνικών υπηρεσιών (ΜΜΜ, ρεύμα, ύδρευση κλπ) γίνεται σε κάθε μεριά του πλανήτη και με πολλαπλούς τρόπους. Η δεξιά διακυβέρνηση στην Ελλάδα θα προχωρήσει σε κρατικοποιήσεις της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ, της Ολυμπιακής και των Αστικών Λεωφορείων χωρίς να μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως είχε σοσιαλιστικές αναφορές.
Όμως η κρίση που αρχίζει στα μέσα της δεκαετίας του `70 αναγκάζει τους καπιταλιστές να αναρωτηθούν σε ποια στρατηγική θα πρέπει να στηριχτούν. Το μεν δυτικό στρατόπεδο πρόβαλλε τις ιδιωτικοποιήσεις και την άμεση ρευστοποίηση των προβληματικών επιχειρήσεων. Αυτή η διαδικασία θα επέτρεπε τη συγκέντρωση του κεφαλαίου σε «υγιείς» τομείς. Το ανατολικό στρατόπεδο προέβαλλε τη «στήριξη» του κρατικού τομέα με δύο στόχους: από τη μία μια ομαλή διαχείριση της κρίσης χωρίς σημαντικές αναταράξεις στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο και από την άλλη στο «ποντάρισμα» πως θα καταρρεύσει ο ανταγωνιστής πρώτος. Φυσικά αυτή η διαμάχη δεν δόθηκε με «καθαρά» πεδία. Η Δύση δεν έκλεινε γρήγορα και άμεσα τις προβληματικές επιχειρήσεις ώστε να μην αφήσει το πεδίο ελεύθερο ανάκαμψης στους ανατολικούς ανταγωνιστές. Η Ανατολή δεν κράτησε όλες τις προβληματικές. Μέσα από την πολιτική της Περεστρόικα προχώρησε σε χειρουργικές επεμβάσεις στην οικονομία της επιτρέποντας μερική εκκαθαριστική διαδικασία σε κάποιους τομείς της οικονομίας.
Η κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ δεν ήταν κατάρρευση του σοσιαλισμού αλλά κομμάτι της καπιταλιστικής κρίσης. Γιατί, όμως, έπεσε σε κατάθλιψη η παγκόσμια αριστερά; Μήπως δεν αρκεί να υπάρχει σωστή ταξική ανάγνωση των καθεστώτων;
Αρκεί η οικονομική ανάλυση του καθεστώτος για την πολιτική υπεράσπιση;
Ένα κλασσικό λάθος που γίνεται στην αριστερά είναι να συγχέεται η ταξική φύση του καθεστώτος με τις πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται στη διακυβέρνηση. Δεν έχει σημασία αν ένας καπιταλισμός είναι ιδιωτικός ή κρατικός. Πολλές φορές τη διαχείριση του καπιταλισμού την αναλαμβάνουν ρεφορμιστικά κόμματα ή μισοεπαναστατικά που αδυνατούν να βρουν διέξοδο στην κομμουνιστική ανατροπή.
Στη Βραζιλία ο Λούλα είναι κλασσικό παράδειγμα ρεφορμιστικής αριστεράς. Όσο κι αν προσπαθεί να συντάξει ένα σχέδιο «προς το σοσιαλισμό» κανείς δεν αμφισβητεί πως στη Βραζιλία υπάρχει καπιταλισμός και μάλιστα πολλές φορές αντεργατικός. Παρ`όλα αυτά είναι αδιαμφισβήτητο πως η ανατροπή του από το Μπολσονάρο είναι μια αντιδραστική εξέλιξη με σημαντικές επιπτώσεις για το παγκόσμιο εργατικό κίνημα. Η όποια στήριξη του δεν αφορά μόνο την ιμπεριαλιστική επέμβαση των ΗΠΑ, σε αυτή θα μπορούσαμε να αντισταθούμε όποιο χαρακτήρα είχε μια κυβέρνηση. Μια αριστερή διακυβέρνηση θα μπορούσε να παράξει κι ένα ντόμινο αντίστοιχων κινήσεων. Ο Λούλα ήταν κομμάτι ενός αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος όπου ένα του τμήμα πρόβαλλε μια «ρεφορμιστική» αντιμετώπιση του καπιταλισμού. Από τον Ισημερινό και τη Βενεζουέλα, τη Βραζιλία και τη Βολιβία, ως το ΣΥΡΙΖΑ, τους Ποντέμος και το Πορτογαλικό Μπλόκο, δημιουργούνταν μια αριστερή απάντηση στον καπιταλισμό. Προφανώς όλα αυτά τα καθεστώτα ήταν καπιταλιστικά, αλλά επίσης αυτά τα «καπιταλιστικά καθεστώτα» δημιουργούσαν μια κινηματική ελπίδα σε όλο τον πλανήτη. Με τον ίδιο τρόπο κάποια κρατικοκαπιταλιστικά καθεστώτα έφερναν ελπίδα για το κίνημα αλλά δεν ταυτίζεται ο κρατικός καπιταλισμός με ρεφορμιστικές πολιτικές. Ο ΕΛΑΣ, για παράδειγμα, ακόμα κι αν νίκαγε στο αντάρτικο, το πολιτικό πλαίσιο του ΚΚΕ δεν του άνοιγε την εξεγερτική, αντικαπιταλιστική διαδικασία. Όμως η νίκη απέναντι στο δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, έστω και με αυτό το πρόγραμμα θα άνοιγε πολλαπλές διαδικασίες παγκόσμιου ντόμινο που δεν μπορούν να προβλεφτούν. Με αυτό τον τρόπο τα γκεβαρικά, μαοικά κινήματα ανανέωσαν την αριστερή προοπτική ακόμα και χωρίς τη στρατηγική της πολιτικής εξέγερσης.
Η αναγνώριση αυτής της επίδρασης δεν μπορεί να περιγραφεί με μοιρογνωμόνιο. Ο ρεφορμισμός σε μια φάση είναι αντιδραστικός γιατί διασώζει τον καπιταλισμό και σε μια άλλη περίοδο αποτελεί κομμάτι της ταξικής πάλης. Το SPD στη Γερμανία «διέσωσε» τον καπιταλισμό εκτελώντας τη Λούξεμπουργκ, αλλά το 1933 έπρεπε να συνεργαστούμε μαζί του για την αντιμετώπιση των Ναζί. Το 1944 ο Γ. Παπανδρέου οργάνωσε τα Δεκεμβριανά αλλά 20 χρόνια μετά αποτελούσε κομμάτι της αντιβασιλικής απορρύθμισης του κράτους της δεξιάς. Προφανώς αυτά τα εγκλήματα του ρεφορμισμού εμποδίζουν τη συντροφική μάχη. Πώς να κάνεις κοινές αντιφασιστικές επιτροπές με το κόμμα που εκτέλεσε την ηγεσία σου και κατέστειλε μια εξέγερση; Πώς να κάνεις κοινό μέτωπο με αυτόν που συνεργάστηκε με τους Άγγλους στη σφαγή του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ; Αντίστοιχα ήταν πολύ δύσκολο να γίνει διαχωρισμός της αντεπαναστατικής σταλινικής εκκαθάρισης της δεκαετίας του `30 με τη αριστερή, ρεφορμιστική (ή μισοεπανασταστατική) φύση της σταλινικής παράδοσης.
Αντίστοιχα, είναι διαφορετικά τα σημερινά δυτικόφιλα «δημοκρατικά» κινήματα που απλά παίζουν συνειδητά ή όχι μια υποστήριξη της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας Δυτικού Τύπου από τα δημοκρατικά κινήματα της Ουγγαρίας του 1956 ή της Τσεχοσλοβακίας του 1968, που ξέσπασαν μέσα στη δίνη του αντιπολεμικού και αντικαπιταλιστικού κινήματος που προηγήθηκε και κορυφώθηκε με το Γαλλικό Μάη. Η Γκεβαρική και Μαοϊκή κριτική στο Ρώσικο «σοσιαλιμπεριαλισμό» καθώς και η άνοδος του τροτσκισμού και της αυτονομίας με την αντιγραφειοκρατική κριτική της ΕΣΣΔ δημιουργούσαν μια άλλη βάση για το κίνημα. Όσοι στήριζαν τα τανκς στην Πράγα, ήταν αυτοί που καλούσαν σε ταξική συνεργασία το Γαλλικό Μάη και έκαναν αλυσίδες στους «προβοκάτορες».
Αντί επιλόγου
Η κατανόηση της φύσης του κράτους καθώς και η αντιμετώπιση του αστικού μπλοκ ως ενιαίου κοινωνικού μπλοκ με ιδιαίτερα ταξικά συμφέροντα έρχεται με την κατανόηση της Κομμουνιστικής Εξέγερσης ως πολιτικής διαδικασίας που ΑΝΟΙΓΕΙ την κοινωνική απελευθέρωση κι όχι μια μάχη ταυτοτήτων και κληρονόμων.
Ο καπιταλισμός δεν θα πέσει με νομοθετικές πράξεις ούτε με «κινήματα». Αποτελεί μια σκληρή πολιτική μάχη θέσεων και προγράμματος κόντρα σε συμβιβασμούς και υποχωρήσεις. Ο ρεφορμισμός δεν κατακεραυνώνεται αλλά παλεύεται συγκεκριμένα και στοχευμένα κάθε φορά ανάλογα με τις συγκυρίες.
Η επόμενη κομμουνιστική εξέγερση θα γίνει από πιο διαβασμένο, πιο έμπειρο, πιο στιβαρό εργατικό κίνημα που συσπειρωμένο ως επαναστατικό προλεταριάτο θα γύρει οριστικά την πλάστιγγα στην Κομμουνιστική Απελευθέρωση.
Αθήνα, 3 Απρίλη 2021
1 Ένγκελς, Αντι-Ντύρινγκ 1878, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή σελ 430-431