Οι επερχόμενες εκλογές της 7ης Ιουλίου έρχονται μετά από την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές για την αυτοδιοίκηση και το Ευρωκοινοβούλιο. Η αντίληψη Τ.Ι.Ν.Α. και η «ρεαλιστική» συνθηκολόγηση με το αστικό μπλοκ γύρισε μπούμερανγκ στους «έξυπνους» σχεδιασμούς της Κουμουνδούρου. Ο αστισμός πέταξε τον Τσίπρα σα στημένη λεμονόκουπα και επενδύει πλέον στην αναβαπτισμένη δεξιά του Μητσοτάκη και του Γεωργιάδη. Δέκα χρόνια μετά που ο κόσμος πέταγε λεμονόκουπες σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ για τα απανωτά μνημόνια, προσπαθούν να περάσουν το μήνυμα πως για την κρίση και την ανέχεια φταίει η αριστερά.
Η νέα συντηρητική αφήγηση έρχεται να ενσωματώσει την ακροδεξιά ρητορεία. Μετά τους «λαθρομετανάστες» και την «ανομία των Εξαρχείων» προστίθεται η υποτιθέμενη κυριαρχία της αριστερής ιδεολογίας. Ξαφνικά η επίσημα αστική αφήγηση αναφέρει την ανάγκη ξηλώματος του «τελευταίου κομμουνιστικού κράτους της Ευρώπης». Ο αστισμός περιγράφει την Ελλάδα των τελευταίων 70 χρόνων λες και νίκησε ο Δημοκρατικός Στρατός, λες και στις εξορίες ήταν οι μαυραγορίτες και οι συνεργάτες των Ναζί, λες και η Επταετία των Συνταγματαρχών έγινε με τα τανκς της Μόσχας, λες και σε στρατό – αστυνομία τραγουδάνε στις παρελάσεις την Κομμουνιστική Διεθνή, λες και οι Μελίστας – Κορκονέας σκότωσαν τον Βορίδη με τα ακροδεξιά τσεκούρια της Νομικής ή το Μιχαλολιάκο που έβαζε βόμβες σε κινηματογράφους, λες και δεν κυβερνούν αδιάλειπτα ΠΑΣΟΚ – ΝΔ και οι πρόγονοι αυτών εδώ και δύο αιώνες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πλήρωσε την ιδεολογική – πολιτική κυριαρχία του στο ταξικό κίνημα. Η λογική του συμβιβασμού με το αστικό μπλοκ, η στρατηγική της αναμονής για «ευνοϊκότερες συνθήκες» όπου θα αναπληρωθούν οι μνημονιακές απώλειες, απονεύρωσαν το ταξικό κίνημα. Οι εκκλήσεις του, πλέον, για «αντιδεξιά – αντιφασιστική πολιτική συσπείρωση» φαντάζουν κάλπικες και προεκλογικά τεχνάσματα. Σχεδόν πέντε χρόνια διακυβέρνησης και έχει μείνει ανέγγιχτος ο πυρήνας του κράτους. Σε δικαστές – αστυνομία – τράπεζες δεν πειράχτηκε τρίχα των εγγυητών της συνέχειας της αστικής πολιτικής. Ακόμα και στα ΜΜΕ η προσπάθεια να χτιστεί «νέο» σύστημα πληροφόρησης, κατέληξε στο φιάσκο της ΕΡΤ και των νέων αδειοδοτήσεων. Πλέον οδηγείται αργά αλλά σταθερά σαν αποδιοπομπαίος τράγος να χρησιμεύσει ως τρόπαιο της ρεβανσιστικής δεξιάς. Ο αστισμός θα σπρώξει το ΣΥΡΙΖΑ ή σε διάλυση ή σε καταιγιστική συνθηκολόγηση όπως στον Ισημερινό όπου οι «κληρονόμοι» της κυβέρνησης Κορρέα οδήγησαν τον ίδιο τον Κορρέα σε δίκη και εξορία.
Παρ` όλη την ακροδεξιά επιθετικότητα, ο αστισμός απέχει μακράν από σίγουρες λύσεις και στρατηγικές. Η εύθραυστη «σταθερότητα» στην οικονομία δεν αποτελεί βάση για πειράματα. Η Ευρώπη με το Brexit σε αχαρτογράφητα νερά και ο οικονομικός προστατευτισμός των ΗΠΑ δεν δημιουργούν το καλύτερο περιβάλλον για ρίσκα. Μια νέα επίθεση στα εισοδήματα των πληβείων τάξεων διακινδυνεύει πολλά περισσότερα από μια αναζωπύρωση μιας κοινωνικής έκρηξης. Μια πχ κατάργηση των επιδομάτων δημιουργεί αίσθημα «εγκράτειας» στην κατανάλωση και μπορεί να τροφοδοτήσει ένα νέο κύκλο ύφεσης. Το μόνο σίγουρο είναι ένα: η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να είναι ακόμα καλύτερα προετοιμασμένη για το νέο κύκλο κρίσης που θα ξεσπάσει στον πλανήτη.
Ο αστισμός τα τελευταία δύο χρόνια προχωρά σε προπαρασκευαστικές κινήσεις. Έχοντας «μάθει» από τη διετία 2009 – 2011 αλλά και το παγκόσμιο ταξικό κίνημα, πρέπει να απονευρώσει και να διαλύσει τις ταξικές οργανώσεις πριν από μια νέα επίθεση. Ο αντικομμουνισμός και ο εθνικισμός έρχονται να προστεθούν στη ρατσιστική ξενοφοβία. Τα εθνικιστικά συλλαλητήρια ήταν μικρά αλλά δεν απαντήθηκαν με αποφασιστικότητα από το ταξικό κίνημα. Η μάχη ενάντια στις λογικές «εθνικής ενότητας», ενάντια στη συγκρότηση κοινού αντικυβερνητικού μετώπου με την ακροδεξιά και η υπόκλιση σε ρατσιστική ατζέντα (όπως εκφράστηκε σε ελάχιστες περιπτώσεις το 2018 στη Μυτιλήνη και το 2019 στη Χίο), ενάντια στη διείσδυση του εθνολαϊκισμού στο μαζικό κίνημα εκφράστηκε από λιγοστές δυνάμεις.
Σήμερα η δεξιά έρχεται να αυτοπροβληθεί ως «κυρίαρχη δύναμη». Ξαφνικά, όμως, όλα τα παπαγαλάκια ξέχασαν τα κλασσικά πρωτοσέλιδα «πρώτη δύναμη η αποχή» που μας λανσάρανε σε κάθε εκλογική αναμέτρηση. Αν, βέβαια, οι «μπλε χάρτες» ήταν «κόκκινοι» όλοι οι δημοσιογραφίσκοι θα υπενθύμιζαν πως πχ το 35% του πρώτου κόμματος ισοδυναμεί με το 18% του πληθυσμού και θα αναρωτιόντουσαν αν έχει νομιμοποίηση να κυβερνήσει με αποφασιστικότητα. Γι’ αυτό σαν Οργάνωση δεν θέλουμε να «βοηθήσουμε» τα αστικά επιτελεία να κάνουν αυτή την αναγωγή.
Στις εκλογές της 7ης Ιούλη δεν πρέπει να απέχουμε ή να ρίξουμε άκυρο. Η θετική ψήφος σε όποιο ψηφοδέλτιο προσπαθεί να περιγράψει μια αντίσταση στην αστική επιθετικότητα δεν αποτελεί μια ιδεολογική ταύτιση με αυτό το χώρο, αλλά μια δήλωση μάχης ενάντια στα σχέδια του αστισμού. Οι αγώνες που θα συνεχιστούν την επόμενη μέρα των εκλογών χρειάζονται ένα περιβάλλον που να «κόβει» όσο μπορεί τις ορέξεις της αστικής τάξης.
Η 8 του Ιούλη δεν θα είναι μέρα περίσκεψης και «μακράς ανασυγκρότησης». Οι αστοί ακονίζουν τα μαχαίρια και επεξεργάζονται σχέδια απονεύρωσης των οργανώσεων μας. Το ταξικό κίνημα θα χρειαστεί τη μέγιστη συστράτευση και συσπείρωση. Δεν θα στρογγυλεύσουμε το λόγο μας, δεν θα υποταχθούμε στα συμβιβαστικά κελεύσματα των μεταρρυθμιστών και για να γίνει αυτό θα πρέπει στην επόμενη στροφή η ηγεμονία των ΚΟΙΝΩΝ ΑΓΩΝΩΝ των δυνάμεων της εργασίας και της νεολαίας να περάσει στο στρατόπεδο του Διεθνισμού και του Κομμουνισμού.