Ελληνοτουρκικοί ανταγωνισμοί: η αποθράσυνση του ελληνικού καπιταλισμού
Τους τελευταίους μήνες παρακολουθούμε μια κλιμάκωση των ελληνοτουρκικών ανταγωνισμών. Με κεντρικό επίδικο την οριοθέτηση των ΑΟΖ της κάθε χώρας, ξετυλίγεται ένα επικίνδυνο γαϊτανάκι κλιμακούμενων επιθετικών ενεργειών που αλλάζουν το επίπεδο των τοπικών καπιταλισμών. Οι κόντρες με τις φρεγάτες στο Αιγαίο απέχουν μια ανάσα από μια πολεμική εκτροπή, η κάθε «επακούμβηση» δεν θα κρατιέται μόνιμα στο επίπεδο των εντυπώσεων και της στατιστικής αντιπαράθεσης.
Ο ρόλος του ελληνικού καπιταλισμού στη Νέα Παγκόσμια «Αταξία»
Η Ελλάδα ξεκίνησε από τη διαμόρφωση ενός σταθερού άξονα που περιλαμβάνει αμερικάνικες και ισραηλινές επιχειρήσεις καθώς και μια πάγια στρατιωτική συνεργασία των τριών χωρών. Αυτή η συμμαχία «δοκιμάστηκε» την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και αποδείχτηκε στη διεθνή σκηνή πως και η «αριστερή κυβέρνηση» δεν θα σπάσει την πολιτική & διπλωματική συνέχεια του ελληνικού κράτους.
Αργά, αλλά σταθερά ενέπλεκε ιταλικές και γαλλικές πολυεθνικές ώστε μαζί με τη Νότια Κύπρο να σχηματίσουν ένα θελκτικό άξονα «νίκης». Η Αίγυπτος του Σίσι προστίθεται στον μπλοκ που προσπαθεί να μοιράσει τη Μεσόγειο. Δημιουργείται ένας ασφυκτικός κλοιός από τους «μεγάλους» παίκτες και προσπαθούν να περιθωριοποιήσουν Τουρκία, Συρία, Λιβύη και Παλαιστίνη.
Ο ελληνικός καπιταλισμός εξαργυρώνει τη μνημονιακή του υποταγή στο ΔΝΤ και στην Κομισιόν. Οι Διεθνείς οικονομικοί Οίκοι αναβαθμίζουν την αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας, παρ` όλο που όλοι οι δείκτες δείχνουν μια τρομαχτική κατάρρευση χωρίς να υπάρχει κανένας αξιόπιστος τομέας που να επιτρέπει αισιοδοξία. Μοναδικό όπλο στη φαρέτρα του ελληνικού αστισμού είναι η ξεδιάντροπη και ληστρική επιθετικότητα στο χώρο της Μεσογείου και των Βαλκανίων. Χωρίς καμία αιδώ βαφτίζεται η Λιβύη των 1500 χλμ μακριά από την Κρήτη, «ζωτικός εθνικός» χώρος. Απροκάλυπτα στηρίζεται ο αμερικανοτραφής πραξικοπηματίας Χαφτάρ κόντρα στην κυβέρνηση του Σάραζ αλλά κατά τα άλλα επικαλείται τη διεθνή νομιμότητα.
Οι μύθοι της ελληνικής προπαγάνδας: Διεθνείς Κανόνες (Συμβάσεις) και η Τουρκική επιθετικότητα
Σε κάθε περίοδο η καθεστωτική τάξη αποτυπώνεται μέσα από κανόνες που προσπαθούν να διαιωνίσουν την ηγεμονία των κυρίαρχων δυνάμεων. Για παράδειγμα ο ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ έχουν καθιερώσει ένα πλέγμα «κανόνων» (πχ ο σεβασμός της ελεύθερης αγοράς κόντρα στην κοινωνική πολιτική) για να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους. Η Συνθήκη της Λωζάννης και, πολύ περισσότερο, αυτή των Σεβρών, περάστηκε μέσα από την ιμπεριαλιστική πίεση στη διαλυμένη Οθωμανική Αυτοκρατορία και στο μισητό, τότε, ανερχόμενο Κεμαλικό καθεστώς. Όμως, η ελληνική επιθετικότητα δεν βασίζεται στην υπεράσπιση αυτών των συνθηκών μόνο. Μέσα στον επόμενο αιώνα η αναβαθμισμένη θέση του ελληνικού καπιταλισμού στη διεθνή πολιτική σκηνή, διεκδικούσε και κατοχύρωνε τις περισσότερες φορές, να αναγνωρίζονται οι «ελληνικές θέσεις» στις γκρίζες ζώνες των ελληνοτουρκικών διαφορών.
Με μια γραμμή μπορείς να ξεχωρίσεις δύο χώρες και να οριοθετηθούν δύο χώρες. Όπως έλεγε και ο Αγγελόπουλος στη ταινία του το «Μετέωρο Βήμα του Πελαργού» για να περιγράψει την παράνοια των συνόρων: «κάνω ένα βήμα και βρίσκομαι αλλού». Στη θάλασσα και στον αέρα δεν μπορούν να μπουν ορατά σύνορα, αλλά η εξέλιξη της τεχνολογίας από τη μία μπορεί να διαμορφώσει χάρτες ακριβείας και από την άλλη υπάρχει το ζήτημα της οικονομικής εκμετάλλευσης ζωνών εκτός εθνικών συνόρων.
Τα 12 μίλια χωρικά ύδατα είναι ένας γενικός κανόνας. Η Ελλάδα διεκδικεί κάθε αμφιλεγόμενη βραχονησίδα της περιοχής, της στήνει μια στάνη ώστε να χαρακτηριστεί «λειτουργική» και διεκδικεί κάθε νησί ή βραχονησίδα να έχει 12 μίλια χωρικά ύδατα, 200 μίλια υφαλοκρηπίδα και απεριόριστη ΑΟΖ! Αν κατοχυρωθούν οι ελληνικές διεκδικήσεις, το Αιγαίο μετατρέπεται σε κλειστή ελληνική λίμνη και η Τουρκία περικυκλώνεται από «ελληνικά εδάφη». Για να μπορεί πχ να μεταφερθεί πολεμικό καράβι από Ιστανμπούλ στη Σμύρνη, θα πρέπει να παίρνει άδεια από το ελληνικό κράτος. Αν δεν υπήρχε η ΤΔΒ Κύπρου, η Τουρκία δεν θα είχε καμία πρόσβαση στη Μεσόγειο, σύμφωνα με τις διεκδικήσεις της ελληνικής πλευράς. Μέσα στην γενική παράνοια, η Ελλάδα έχει καθιερώσει 6 μίλια θαλάσσια χωρικά ύδατα, αλλά 10 μίλια εναέρια! Ένα αερόστατο μπορεί να παραβιάζει σύνορα, αλλά αν πέσει να ανήκει να διεθνή!
Φυσικά, δεν υποστηρίζουμε τις διεκδικήσεις της τουρκικής αστικής τάξης. Σε μια επόμενη στροφή όπου ένα αμερικανοκίνητο πραξικόπημα σαν αυτό του Γκιουλέν έφερνε μια άλλη κυβέρνηση, μπορεί να είχαμε μια πιο διαλλακτική διεθνή κοινότητα που να κρατούσε περισσότερη «ουδετερότητα». Σε μια αντιδραστική ενδοιμπεριαλιστική διαμάχη δεν έχει σημασία ποιος είναι συγκυριακά ισχυρότερος ή ποιος θα κάνει το πρώτο «αναθεωρητικό» βήμα. Η συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης έρχεται για να μπορέσει το κομμουνιστικό στρατόπεδο να παρέμβει με αποτελεσματικό τρόπο.
Πολύ περισσότερο όταν η κυρίαρχη αριστερά ξεπέφτει όλο και περισσότερο στην πολιτική της εθνικής ενότητας και ο ευρύτερος αντικαπιταλιστικός χώρος παραμένει αμήχανος στην εθνικιστική πολιτική.
ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ: η σφυρηλάτηση της εθνικής ενότητας και της ταξικής υποταγής
ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ διαγωνίζονται για το ποια είναι η πιο «πατριωτική» πτέρυγα. Παλαιότερα, με άλλοθι την απεμπλοκή από το ΝΑΤΟ και την πρόσδεση σε μια στρατηγική συμμαχία με την ΕΣΣΔ, υπήρχε ένας δήθεν «αλλιώτικος», αντιιμπεριαλιστικός πατριωτισμός. Πλέον, χωρίς σοσιαλιστικό στρατόπεδο και οι δυο δυνάμεις έχουν εκπέσει σε μια απροκάλυπτη ταύτιση εθνικής στρατηγικής μαζί με το ελληνικό κεφάλαιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να κάνει μια ρελάνς εθνικισμού απέναντι στη ΝΔ. Χωρίς να αμφισβητεί ΝΑΤΟ και ΕΕ, κατηγορεί τη ΝΔ για ελλιπή προστασία των συμφερόντων του ελληνικού καπιταλισμού. Πιέζει την κυβέρνηση να οριοθετήσει ΑΟΖ πέρα από τον 28ο μεσημβρινό και γενικά μπαίνει σε όλη την πολιτική εθνικής πλειοδοσίας. Από την άλλη το ΚΚΕ έρχεται να υποστηρίξει την καθεστωτική τάξη. Με το επιχείρημα πως οι εθνικιστικές αναθεωρητικές τακτικές της Τουρκίας σπρώχνουν την περιοχή στον πόλεμο, έρχεται να γίνει «βασιλικότερο του βασιλέως». Αναγνωρίζει κάθε διεκδίκηση του ελληνικού κεφαλαίου ακόμα και στις γκρίζες ζώνες (βραχονησίδες, ΑΟΖ) με επιχειρήματα που επηρεάζουν ένα ευρύτερο τμήμα της αριστεράς.
Οι λογικές της εθνικής ανάπτυξης, έρχονται να υποστηρίξουν μια επικίνδυνη γραμμική συνέχεια. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη η ανάπτυξη του ελληνικού κεφαλαίου δημιουργεί μια ικανοποιητική βάση για την αυριανή σοσιαλιστική κοινωνία. Φυσικά για να δέσει αυτό το επιχείρημα, πρέπει να εξωραϊστεί και ο χαρακτήρας της ελληνικής πολιτικής. Για το ΚΚΕ το ελληνικό κεφάλαιο κάνει μόνο οικονομικό πόλεμο, ενώ το τουρκικό προχωρά και σε γεωστρατηγική αναθεώρηση. Δεν χρειάζεται να παραθέσουμε ούτε τη μετατροπή της Κύπρου σε ελληνικό νησί, ούτε τους στρατιωτικούς άξονες με Ισραήλ. Αρκεί η διγλωσσία του ΚΚΕ. Αυτές οι αναλύσεις του ΚΚΕ που δημοσιεύονται στην ΚΟΜΕΠ και στο Ριζοσπάστη, δεν εμφανίζονται πουθενά στην κοινή ανακοίνωση ΚΚΕ – ΚΚ Τουρκίας. Στις 25/8 τα δύο κόμματα αναφέρονται σε μια ισοδύναμα «άδικη» ενδοϊμπεριαλιστική διαμάχη, αλλά δυο μέρες πριν ο «Ρ» είχε πρωτοσέλιδο για την «Τουρκική επιθετικότητα». Η στρατηγική του «αμυνιτισμού» είναι η άλλη όψη της «συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου». Και οι δυο έρχονται να λειτουργήσουν υποστηρικτικά στις διεκδικήσεις – διαπραγματεύσεις του εθνικού κεφαλαίου, θεωρώντας πως δεν μπορεί να υπάρξει ανεξάρτητη ταξική πολιτική από την αριστερά.
Οι αντιλήψεις της εθνικής ενότητας είναι βαθειά ριζωμένες στην ελληνική αριστερά και σπρώχνουν κομμάτια προς τον εθνικισμό δυσκολεύοντας την αντικαπιταλιστική προοπτική.
Για μια Κομμουνιστική – Ντεφαιτιστική στρατηγική στα Βαλκάνια και στη Μεσόγειο
Στο χώρο του αντικαπιταλισμού επικρατεί μια «δυσκολία» στα εθνικά ζητήματα. Μια γενικόλογη αναρχική καταγγελτική προσέγγιση όπου οι ΑΟΖ, τα σύνορα και οι εθνικές διεκδικήσεις «βρωμάνε» και πρέπει να ασχοληθούμε με «καθαρά», ταξικά ζητήματα είναι εντελώς εσφαλμένη. Ο «αντιεθνικισμός» πρέπει να γίνεται διεθνισμός και με έμπρακτες, στοχευμένες πολιτικές παρεμβάσεις. Μια γενική καταγγελία Ελλάδας – Τουρκίας δεν αρκεί. Η εθνικιστική στρατηγική προετοιμάζει ένα εφιαλτικό πολεμικό σενάριο και αυτό δεν μπορεί να μείνει αναπάντητο. Οι κοινωνικοί αγώνες και ο συσχετισμός δύναμης μεταξύ των τάξεων, δεν μένει ανεπηρέαστος από το διεθνές πλαίσιο.
Από την άλλη, οι ενδιαφέρουσες διεθνιστικές προσεγγίσεις είτε από αναρχικές είτε από δυνάμεις του «αντικαπιταλιστικού χώρου» έχουν το ελάττωμα να παραμένουν σε επίπεδο αρθρογραφίας και «εντός των γραφείων». Οι δυνάμεις αυτές έχουν εγκαταλείψει εδώ και χρόνια την προσπάθεια κοινωνικής γείωσης του Διεθνισμού. Στα σωματεία, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στην Αυτοδιοίκηση, οι παρεμβάσεις «ξεχνάνε» τον αντιεθνικιστικό αγώνα. Την ώρα πχ που η ασθμαίνουσα Χρυσή Αυγή κατέβαζε ψηφίσματα για το Μακεδονικό, δεν υπήρχε ούτε μία αντίστοιχη προσπάθεια από αντίστοιχες παρατάξεις, αλλά ούτε από ταξικά σωματεία. Στα αντιεθνικιστικά – διεθνιστικά συλλαλητήρια δεν συμμετείχε καμιά δημοτική παράταξη, κανένα σωματείο ή φοιτητικός σύλλογος, καμία παράταξη εργατικού ή νεολαιίστικού χώρου.
Η μάχη ενάντια στους αστικούς ελληνοτουρκικούς ανταγωνισμούς πρέπει να δοθεί με δύο βασικά χαρακτηριστικά. Από τη μία να γίνει κτήμα της ταξικής πάλης σε κοινωνικό επίπεδο. Οι πολεμικές κραυγές, οι εθνικιστικές κορώνες πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσα στους χώρους δουλειάς, μέσα στη νεολαία, μέσα στις γειτονιές μας. Από την άλλη, όμως, αυτό πρέπει να γίνει με Κομμουνιστικό – Ντεφαιτιστικό πρόσημο. Απέναντι στην αφηρημένη καταγγελία, προχωράμε σε κήρυξη ταξικού πόλεμου απέναντι στον εχθρό που βρίσκεται μέσα στη χώρα «μας». Μόνο το μπλοκάρισμα της «δικής μας» αστικής τάξης δίνει βήμα να αντιμετωπιστεί έμπρακτα η κλιμακούμενη εθνικιστική εμπλοκή αλλά αποτελεί και στέρεο βήμα για να χτιστεί διεθνιστική αλληλεγγύη των λαών της Μεσογείου και των Βαλκανίων.