Η συμπλήρωση 4 χρόνων από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από μαχαίρι Χρυσαυγίτη, συνάντησε μία πραγματικότητα που παρουσιάζει πλούσιες ευκαιρίες στο ταξικό μας στρατόπεδο και ένα μουντό κλίμα στην αντίπερα όχθη. Η μη καθιέρωση ρατσιστικού και μισαλλόδοξου κινήματος, που παραμένει αποκλειστικότητα της ελληνικής πολιτικής σκηνής και η εκθετική ανάπτυξη του αντιφασιστικού κινήματος, που με τη σειρά του τροφοδοτεί το ευρύτερο ταξικό κίνημα και ξετυλίγει σιγά σιγά το νήμα που φαντάζει ικανό να ξεπεράσει τις ρεφορμιστικές πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελούν στοιχεία που τη συμπυκνώνουν.
Παρ’όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το κίνημα – όπως π.χ. το γεγονός πως δεν αξιοποιεί το ευνοϊκό περιβάλλον στο 100% και τις υπόλοιπες παθογένειες, είναι άτοπο να θεωρήσουμε πως το τελικό αποτέλεσμα των κινητοποιήσεων που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα δεν παρουσιάζει ένα τρομακτικό θέαμα για τη Χρυσή Αυγή και δε βαραίνει αρκετά τις πλάτες της. Η ευκαιρία που μας δίνεται για να διακρίνουμε αυτές τις δυσκολίες και ξεπερνώντας τις να κάνουμε ακόμα ένα μεγάλο βήμα για να κλείσουμε τους φασίστες στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, είναι απόρροια όλων αυτών των διαδικασιών που έγιναν τα τελευταία χρόνια.
Έτσι λοιπόν, χιλιάδες αντιφασίστες διαδήλωσαν και διατράνωσαν την οργή και την απαίτησή τους για την πολιτική καταδίκη των φαντασμάτων του παρελθόντος, που εκμεταλλευόμενοι την κρίση και την ανοχή των κυβερνώντων και του κράτους, κατάφεραν να νομιμοποιήσουν την εγκληματική ιδεολογία τους και να διεκδικήσουν την εφαρμογή του κανιβαλιστικού οράματός τους. Η οργανωμένη δολοφονία το 2013 που αποτέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και έδωσε το έναυσμα για αναζωπύρωση του ηθικού των αγωνιστών, όχι μόνο δεν έχει ξεχαστεί, αλλά αποτελεί σημαντικό καύσιμο για τη συνέχεια των αγώνων μας.
Συγκεκριμένα, η διαδήλωση που οργανώθηκε από όλο το εύρος της αριστεράς και της αναρχίας και είχε ως αφετηρία το Σύνταγμα, το Σάββατο 16/09, κατάφερε να δώσει πιο κεντρικό-πολιτικά χαρακτηριστικά στην επέτειο, έχοντας ως αιχμή το πάγιο αίτημα του αντιφασιστικού κινήματος ”να κλείσουν τα γραφεία-γιάφκες των νεοναζί δολοφόνων΄”. Ένα αίτημα το οποίο το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει πάψει να είναι αφηρημένο και έχει ξεφύγει από τα όρια μιας απλής αναφοράς σε αφίσα ή προκήρυξη. Έχει αποκτήσει ρεαλιστική χροιά και πλέον ξεδιπλώνονται συνεχώς πολύπλευρα σχέδια για να γίνει πράξη.
Η κατάληξη της διαδήλωσης συνάντησε για άλλη μία φορά τις κλούβες των ΜΑΤ και δεν κατάφερε να προσεγγίσει τα κεντρικά γραφεία της Χρυσής Αυγής στην Μεσογείων. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και ο Τόσκας, έχοντας τεράστια πολιτική ευθύνη και φορώντας τον κοινοβουλευτικό μανδύα, επιλέγουν να κάνουν παραχωρήσεις στο φίδι του φασισμού, όχι μόνο προστατεύοντας το από την πλήρη πολιτική ισοπέδωσή του από το αντιφασιστικό κίνημα, αλλά προσφέροντάς του ταυτόχρονα άλλοθι και χώρο για να ανασυγκροτηθεί, να προσπαθήσει να δημιουργήσει πολιτικό περιβάλλον ικανό για να ορίσει την τελική έκβαση της δίκης και να εμφανιστεί πιο δυνατό και ικανό, στο μέλλον, για την εξουσία.
Η τελευταία κινητοποίηση που έλαβε χώρα στην Αθήνα και δεν ξέφυγε από την παράδοση της επετείου τα προηγούμενα χρόνια, έγινε στο Κερατσίνι στις 18/09 με σημαντική συμμετοχή συλλογικοτήτων και οργανώσεων και κατέληξε στο Καστράκι στη Δραπετσώνα, όπου έγινε συναυλία αφιερωμένη στον Παύλο Φύσσα. Τα επεισόδια που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης και η αποπνικτική ατμόσφαιρα που δημιούργησε η αστυνομία στον Πειραιά από τα δακρυγόνα, υπενθύμισε πως στον αγώνα μας ενάντια στο φασισμό, το κράτος θα σταθεί άξιος συμπαραστάτης σε εκείνον και επιβάλλεται να τερματίσουμε τις αυταπάτες και να προσανατολιστούμε αποκλειστικά στη δημιουργία επαναστατικών οργανώσεων με επαναστατικά σχέδια.
Η ΟΡ.Μ.Α. από την αρχή των συζητήσεων για διοργάνωση κινητοποιήσεων εκείνες τις ημερομηνίες, είχε καταθέσει στο ταξικό κίνημα το σκεπτικό της, για μετατροπή της επετείου δολοφονίας του Παύλου Φύσσα από μέρα μνήμης σε μέρα μάχης θέτοντας δύο σημαντικές παραμέτρους: καθιερώνοντας το συμβολισμό της ημερομηνίας, εγκαθιστώντας γερά θεμέλια όπως αυτά της 17ης Νοεμβρίου ή της 6 Δεκεμβρίου, να συγκεντρωθούμε στην πραγματοποίηση κεντρικής διαδήλωσης στο κέντρο της Αθήνας, με κατεύθυνση τα γραφεία των νεοναζί στη Μεσογείων. Με λίγα λόγια, θα έπρεπε να είχαμε εκμεταλλευτεί όσο το δυνατόν περισσότερο και φυσικά με όρους που να αρμόζουν στην πολιτική περίοδο που διανύουμε και παραδειγματιζόμενοι από το παρελθόν τη συμπλήρωση των 4 χρόνων και την πολιτική υπεραξία που παράγει από μόνη της η επέτειος.
Η μετατροπή της επετείου σε κινητή εορτή δημιουργεί ένα επικίνδυνο καθεστώς, το οποίο τη μετατρέπει σε κλειστή κομματική φιέστα και προσφέρει άλλοθι αποχής ή διάσπασης. Ο κάθε σύντροφος ο οποίος έχει να αφιερώσει λίγες ώρες για την πιθανή συμμετοχή του σε κάποια κινητοποίηση, είχε να επιλέξει ανάμεσα στις δυο, έχοντας ως αποκλειστικά κριτήρια υποκειμενικούς παράγοντες. Μόνο τα οργανωμένα κομμάτια του ταξικού κινήματος επέλεξαν να συμμετέχουν και στις δύο διαδηλώσεις, φυσικά, έχοντας την πολιτική ανάλυση που τους επέτρεψε να το κάνουν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη μη συσπείρωση όλου του αντιφασιστικού δυναμικού σε ένα σημείο αναφοράς που θα είχε κεντρικό-πολιτικά χαρακτηριστικά και θα έδινε μεγαλύτερη πολιτική σημασία στα όποια κινηματικά συμπληρώματα προέκυπταν στον ελληνικό πολιτικό χάρτη.
Επιπλέον, τονίσαμε πως η επιμονή να γίνονται οι κινητοποιήσεις τα Σάββατα, υποβαθμίζει την ταξική πάλη δημιουργώντας αντιλήψεις ”lifestyle”. Η ταξική συνείδηση του κινήματος θα πρέπει να χτίζεται θεωρώντας πως η πολιτική ζωή ενός συντρόφου δε θα πρέπει να συμβαίνει όποτε έχει ελεύθερο χρόνο αλλά να είναι βασικό και δομικό κομμάτι της καθημερινότητάς του. Παράλληλα μία τόσο σημαντική και μαζική διαδήλωση θα πρέπει να αυξάνει τους όρους επιρροής της, επιλέγοντας να πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια του αποκορυφώματος της μαζικής λειτουργίας της κοινωνικής ζωής (ανοιχτά μαγαζιά κ.λπ) αποφεύγοντας να μετατραπούν οι διαδηλωτές σε ένα ξένο σώμα για αυτήν.
Η ιδεοληπτική ανακύκλωση εργαλείων και μεθοδολογιών εγκυμονεί σημαντικούς κινδύνους επανάληψης των ίδιων λαθών που συνέβησαν στο παρελθόν. Λάθη που έφεραν με τη σειρά τους, ανεπάρκεια, την οποία έχουμε πληρώσει ακριβά.
Χωρίς να υποτιμήσουμε την οποιαδήποτε ενέργεια εκδήλωσης της οργής και της λύσσας για τη δολοφονία του αντιφασίστα ράπερ, αλλά θεωρώντας πως όλα τα υπόλοιπα θα πρέπει να είναι συμπληρωματικά και όχι ο βασικός άξονας κινητοποίησης εκείνων των ημερών, καταθέσαμε τις προτάσεις μας δεσμευόμενοι πως θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε στην ίδια μαχητική κατεύθυνση πάντα στο πλάι και σαν κομμάτι του ταξικού κινήματος.
Η ΟΡ.Μ.Α. υπηρετώντας τους στόχους που έχει καταθέσει από την ίδρυσή της, κάλεσε και συμμετείχε οργανωμένα με μπλοκ στις διαδηλώσεις της 16ης Σεπτεμβρίου στο κέντρο της Αθήνας και της 18ης Σεπτεμβρίου στο Κερατσίνι.