Οι πρώτοι μήνες της δεξιάς διακυβέρνησης από την Νέα Δημοκρατία είναι γεγονός. Από τότε, ακούγεται ένα κύμα από αμφιλεγόμενες εξαγγελίες, άλλες φορές για οδοστρωτήρα, άλλες για ήπια πολιτική που ενώνει όλους τους Έλληνες και η αλήθεια είναι ότι γίνονται και τα δύο. Όχι από κάποια δημοκρατικά αισθήματα της δεξιάς, η Νέα Δημοκρατία έχει στον πυρήνα της εκφραστές της πιο χυδαίας ακροδεξιάς πολιτικής και απευθύνεται στα ανάλογα ακροατήρια, αλλά από αδυναμία να αντιπαρατεθεί άμεσα με τις δυνάμεις του ταξικού κινήματος.
Το σχέδιο για τα Εξάρχεια υλοποιείται ακόμα μόνο σε ένα επικοινωνιακό επίπεδο και σπεκουλάρουν σε αυτό όλα τα μέσα που πρόσκεινται στην Νέα Δημοκρατία, παρόλα τα ανύπαρκτα αποτελέσματα. Συνεχώς βομβαρδιζόμαστε από νέα σχεδία της αστυνομίας και αναλύσεις που περισσότερο θα ταίριαζαν σε σενάριο χολιγουντιανής ταινίας, από εκείνες που χρηματοδοτεί η C.I.A. και το πεντάγωνο για να παράξουν εύπεπτη θεαματική προπαγάνδα.
Στο οικονομικό επίπεδο λίγα πράγματα μπορούν να γίνουν. Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης πλήρως συνυφασμένη με τις επιταγές των δανειστών, δεν αφήνει περιθώρια ελιγμών καθώς η βραδυφλεγής βόμβα της κρίσης και ο υποφαινόμενος νέος κύκλος ύφεσης είναι ακόμα και για τον πιο αδαή απαγορευτικό περιβάλλον για επικοινωνιακές αλχημείες.
Σε αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον για τη Νέα Δημοκρατία που έχει τόσα πολλά να κάνει και τόσα λίγα να γίνουν, επιστρατεύεται το εργαλείο του ιδεολογικού πολέμου. Όχι σαν αντιπαράθεση ιδεών, γι’ αυτό μιλάμε για πόλεμο άλλωστε, αλλά μια επιστράτευση όλων των μέσων του κράτους στην υπηρεσία της αντιπαράθεσης με την ιστορία, την κουλτούρα και με ότι άλλο αφορά το ταξικό κίνημα. Μια σκληρή μάχη που χρειάζεται, πέρα από τη συνδρομή του κράτους και των Μ.Μ.Ε., την πιο χυδαία έκφραση αυτού που στη γλώσσα μας θα λέγαμε “από τα κάτω”.
Ενδεικτικό είναι το κλίμα ρατσιστικής υστερίας που παρατηρούμε τις τελευταίες ημέρες. Ξεκινώντας από ένα ρεσιτάλ ρατσιστικών δηλώσεων από πολιτικά στελέχη με πλήρως απενοχοποιημένη την απανθρωπιά, πέφτει το σήμα για να ανοίξει η βεντάλια της σκατοψυχιάς. Ανύπαρκτοι εθνικιστικοί σύλλογοι οργανώνουν ρατσιστικά μπάρμπεκιου έξω από δομές φιλοξενίας προσφύγων. Δευτεροκλασάτες τηλεπερσόνες, άλλες σχετίζουν την κακοκαιρία με τις προσφυγικές ροές, άλλες σε ένα εξευτελιστικό ξέσπασμα κατηγορούν τις εγκύους μετανάστριες για ανευθυνότητα και εγκληματική αμέλεια σε σχέση με τις Ελληνίδες μάνες που μεγαλώνουν τα παιδιά τους σε κλίμα ασφάλειας. Γιατί είναι αυτές που κατηγορούνται ότι στερούν την ασφάλεια από τα παιδιά τους και συνεπώς υπεύθυνες για ό,τι συμβαίνει και σε εκείνα.
Στο ίδιο κλίμα, μας παρουσιάζονται ρατσιστικές μαθητικές πορείες και καταλήψεις – αν και είναι μόνο μια και δεν συσπειρώνει παρά λίγες δεκάδες μαθητών παίρνει προβολή από το σύνολο των Μ.Μ.Ε.. Έτσι και οι βραδινές περιπολίες του περιφερόμενου θιάσου στις πόλεις της κεντρικής Μακεδονίας. Με την πλήρη ανοχή του κράτους και πληροφορίες για την κίνηση των πούλμαν με τους πρόσφυγες, έστησαν μια βραδινή προβοκάτσια, ελέγχοντας τους δρόμους με γελοίες περιβολές που, αν και αισθητικά παρέπεμπαν στην αρχαία Ελλάδα, η πραγματική αναφορά αυτής της πρακτικής είναι περισσότερο σε οργανώσεις τύπου Κου Κλουξ Κλαν, έστω και σαν καρικατούρα.
Δεν προσπαθούμε να υποβαθμίσουμε αυτήν την κοινωνική δυναμική αλλά δεν φτάνουμε και στο άλλο άκρο, να φάμε αμάσητη την προπαγάνδα ότι η ακροδεξιά επελαύνει και τσακίζει το κίνημα. Ακόμα παίζουνε μόνοι τους σε πεδία που στήνουν μόνοι τους και όπου υπάρχει η παραμικρή αντιπαράθεση με ταξικές δυνάμεις, το πράγμα αλλάζει. Γι’ αυτό οι ρατσιστικές καταλήψεις στήνονται βράδυ από τα φασιστάκια και ίσα ίσα προλαβαίνουν να βγάλουν φωτογραφίες στα πανό και γι’ αυτό φροντίζουν μέσα στα πάνελ να μην είναι κανένας που θα πει “άσε μας ρε Τσιμτσιλή”.
Το πεδίο του ρατσισμού δεν είναι το μόνο στο οποίο δομείται η ακροδεξιά προπαγάνδα. Παλαιάς κοπής ακροδεξιά που παραπέμπει σε νόμο 4000, χωροφυλακή και λογοκρισία είδαμε και στις εφόδους των Ε.Κ.Α.Μ. στους κινηματογράφους λόγω της παρακολούθησης της ταινίας “Joker” από ανήλικους. Δεν ξέρουμε σε πόσο υψηλά κλιμάκια της κρατικής βαθμίδας είναι τα στελέχη που πήραν αυτή την απόφαση αλλά παρακολουθούμε με ενδιαφέρον τον τρόμο που μπορεί να φέρει η κινηματογραφική οπτική μιας εξέγερσης, όπου στην ηγεσία της είναι ένας κλόουν. Ευτυχώς, εκεί είχαμε άμεσες αντιδράσεις αν και αυτές μας στέρησαν απείρου κάλλους επιχειρηματολογία για τον μασκαρεμένο κομμουνιστικό κίνδυνο πίσω από μια πλαστική μύτη και ένα χαμόγελο από μακιγιάζ. Γιατί στη δική μας πεζή πραγματικότητα οι κλόουν δεν ηγούνται εξεγέρσεων αλλά βρίσκονται πίσω από θέσεις εξουσίας. Μια πραγματικότητα που θα ήταν ιδιαίτερα αστεία αν δεν ήταν επικίνδυνη.
Πέρα από τους μετανάστες και την νεολαία, στο στόχαστρο της ιδεολογικής δεξιάς προπαγάνδας μπήκαν και οι γυναίκες, με επιχείρημα το μόνιμο δημογραφικό πρόβλημα που έχει υποτίθεται η Ελλάδα. Εκεί, ξεκινώντας με κατηγορίες στις Ελληνίδες που είναι “σουρλουλούδες” και “καριερίστριες” και εξύμνηση στο ρόλο της μητέρας, η κυβέρνηση κοτσάρει και ένα επίδομα και έτοιμο το γλυκό. Αντί να μιλάμε για την γυναικεία χειραφέτηση, η συζήτηση επικεντρώνεται στο ρόλο της γυναίκας σαν μάνα, στην καμπάνια κατά των αμβλώσεων από την εκκλησία και στη κρατική επιδότηση – το “γαμάτε γιατί χανόμαστε “ της νέας χιλιετίας. Δεν είναι περίεργο πως μέσα σε μια τέτοια δημόσια σφαίρα, η σεξουαλική επίθεση που δέχτηκε φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη μέσα στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου, αντιμετωπίζεται σαν ένα αστειάκι και βλέπουμε ακόμα και ζωντανή αναπαράσταση σε πρωινάδικο.
Ο ιδεολογικός πόλεμος δεν έχει όμως μόνο τα κρεσέντα του, όπως περιγράψαμε παραπάνω. Ένα πλήθος καθημερινών λεπτομερειών βάζουν το λιθαράκι τους ώστε να μετατοπίζεται η δημόσια συζήτηση στα επίπεδα που συνομιλούν οι κανίβαλοι. Μικρά παραδείγματα που πέρασαν στα ψιλά των εφημερίδων είναι και η αλλαγή του ονόματος αίθουσας του εθνικού θεάτρου σε σκηνή “Ελένη Παπαδάκη”. Αυτή η απόφαση συσπείρωσε υπέρ της όλο τον ακροδεξιό συρφετό σαν πεδίο εύκολης αντικομμουνιστικής προπαγάνδας. Η συζήτηση πυροδοτείται με όρους συσκότισης και ενοχοποίησης προς την αριστερά, μισές αλήθειες και ολόκληρα ψέματα. Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα είναι ο Πλεύρης να λέει ότι “ξανα-δολοφονείται η Παπαδάκη γιατί ήταν δεξιά”, αποκρύπτοντας πλήρως τις κατηγορίες εναντίον της που οδήγησαν στην εκτέλεσή της και το protagon να σχολιάζει το εξής ανεκδιήγητο: “η μοίρα την έφερε να έχει σχέσεις με τον κατακτητή επειδή ήταν πολύ όμορφη και ήξερε ξένες γλώσσες”.
Ο ιδεολογικός πόλεμος και η επικράτηση των αφηγήσεων μιας ακροδεξιάς πραγματικότητας είναι απαραίτητο βήμα για το περαιτέρω ξήλωμα των κατακτήσεων του κινήματος. Παρ’ όλη την δεκαετή κρίση και την επέλαση των μνημονίων, το κίνημα παραμένει δυνατό. Τα αφεντικά δεν θα ρισκάρουν μια καινούργια επίθεση ξέροντας ότι έχουμε ακόμα στα χέρια μας τα εργαλεία με τα οποία αντιμετωπίσαμε την προηγούμενη. Γι’ αυτούς, το κλειδί της αλλαγής που πρέπει να γίνει είναι η δεξιά μετατόπιση στην κοινωνία, στο πεδίο της αντίληψης και των αφηγήσεων. Ο πρόσφυγας θα πρέπει να γίνει λαθρομετανάστης, οι γυναίκες να αντιλαμβάνονται το ρόλο τους αποκλειστικά ως μάνες, οι μαθητές να μνημονεύουν τον γέροντα Παίσιο και όχι τον Γρηγορόπουλο.
Εμείς, από την άλλη, έχουμε τις δικές μας αξίες, τις δικές μας μνήμες και μεθοδολογίες σαν οδηγό. Εμπλουτίζουμε τα εργαλεία και το οπλοστάσιό μας και ξέρουμε ότι στην επόμενη στροφή που θα είναι η επόμενη σύγκρουση, θα είμαστε έτοιμοι να την αντιμετωπίσουμε σε όποιο επίπεδο και αν είναι.