Αστικός και κομμουνιστικός φεμινισμός: από τις 8 Μάρτη στο politically correct
της Μαρίνα Λύρα
Κάθε κακοποιητική συμπεριφορά είναι η παραβατική εκδοχή της αστικής αντίληψης για τις κοινωνικές σχέσεις. Πόσω μάλλον ο βιασμός και η κακοποίηση των γυναικών. Η εγκληματικότητα θρέφεται από την ίδια τη νομιμότητα, όπως οι ληστείες, η μαφία, το λαθρεμπόριο. Το ίδιο το σύστημα ωθεί προς τέτοια εγκλήματα εξαθλιωμένα λούμπεν κομμάτια της κοινωνίας ως εκτροπή της ιδιοκτησίας, της αγοράς και του εμπορίου. Μόνη της η προσπάθεια διόρθωσης της παραβατικότητας και όχι της κανονικότητας που τη δημιουργεί είναι τουλάχιστον αφέλεια. Η αφηρημένη εναντίωση στην εγκληματικότητα μπορεί να οδηγήσει σε γενικεύσεις που δημιουργούν άλλου τύπου προβλήματα όπως ο ρατσισμός, όπως έγινε το 2011 με τη δολοφονία του Καντάρη από έναν μετανάστη, που σταθηκε αφορμή για πογκρόμ κατά μεταναστών από τη Χρυσή Αυγή στην Αχαρνών.
Η κυρίαρχη λογική της ιδιοκτησίας και της αγοράς οδηγεί στην high-class και λούμπεν παραβατικότητα. Τα αστικά στάνταρ της κοινωνίας θέλουν έναν επιτυχημένο προνομιούχο άντρα πλούσιο, με αμάξια και γυναίκες που τον υπηρετούν. Ο “κανονικός” τρόπος απόκτησης των αγαθών για την αστική τάξη δεν διαφέρει από τον “παράνομο”. Απλά η αστική τάξη έχει τα μέσα να αποκτήσει, να εξαγοράσει συνειδήσεις και να “πατήσει επί πτωμάτων” για να υλοποιήσει τα πρότυπα. Τα κατώτερα στρώματα και οι “αποτυχημένοι” μιμούνται αυτές τις πρακτικές. Όπως έλεγε και ένα στέλεχος της δεξιάς : “παράνομος είναι αυτός που πιάνεται”.
Ο καπιταλισμός οριοθετεί την κάθε σχέση ως εμπορική, είτε αυτή είναι ερωτική, είτε εργασιακή, είτε φιλική. Η γυναίκα αναγνωρίζεται ως ένα εμπορεύσιμο προϊόν, έτσι οι βιασμοί δείχνουν παραβατική απόκτηση του προϊόντος αυτού. Η κανονικότητα ορίζει τη γυναίκα με όρους ιδιοκτησίας και η σεξιστική ιδεολογία ορίζει πως το σώμα της έχει τιμή. Η αντίληψη αυτή πριν κάποια χρόνια συμπυκνωνόταν στο θεσμό της προίκας, η οποία ήταν απαραίτητη ώστε να βρει άντρα – ιδιοκτήτη να την παντρευτεί χωρίς προφανώς να τον έχει επιλέξει. Σήμερα βλέπουμε την αναπαραγωγή της ίδιας αντίληψης μέσω των καλλιστείων, των διαφημίσεων, του instagram και του κάθε GNTM και πρωινάδικου. Στην αστική τάξη η κακοποίηση συμβαίνει εξευγενισμένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, πόσο διαθέσιμη πρέπει να είναι η εργαζόμενη προς τις ερωτικές ορέξεις του αφεντικού που κρίνει αν θα προσληφθεί, παραμείνει στη δουλειά ή ανελιχθεί στην ιεραρχία. Εδώ ενυπάρχει και ο εκβιασμός να υποκύψει. Ο ματάκιας, ο επιδειξίας ή αυτός που παραμονεύει στο σκοτάδι είναι συνήθως φτωχός ή μικροαστός. Οι αστοί θα χρησιμοποιήσουν “κυριλέ” και “ευγενικούς” τρόπους για να παρενοχλήσουν ή να κακοποιήσουν μέσω της εξουσίας τους.
Βέβαια όλη αυτή η λογική ξεκινά από το θεσμό της πυρηνικής οικογένειας που συνδέεται στενά με την ιδιοκτησία. Η γυναίκα σε αυτές τις συνθήκες “ανήκει” στον άντρα της και είναι “υποχρεωμένη” να φροντίσει αυτόν και το νοικοκυριό, να λειτουργεί ως σωστή ερωμένη, σύζυγος, καθαρίστρια και να ασχολείται με την ανατροφή των παιδιών που “ανήκουν” στους γονείς. Ο θεσμός αυτός της πυρηνικής οικογένειας θεωρείται τόσο σημαντικός και αμετάβλητος αφού χάρη σεαυτόν η ιδιοκτησία παίρνει μορφή ως κληρονομιά στους απογόνους.
Φτάνουμε έτσι στην ενσωμάτωση της εμπορευματοποίησης και κατ’ επέκταση του βιασμού και της κακοποίησης. Ο σεξισμός δεν προκύπτει μόνο μέσα από το συγκεκριμένο βίωμα. Η εμπορευματοποίηση της σάρκας και η εξαθλίωση οδηγούν στην αποδοχή της καταπίεσης ως φυσικό φαινόμενο και κανονικότητα. Παραδείγματα τέτοια βλέπουμε σε πολλές φτωχές χώρες όπως τα ladyboys στην Ταϋλάνδη. Οι φράσεις του στυλ “άντρας είναι και θα πει μια κουβέντα παραπάνω” ή “μην του αντισταθείς και θυμώσει” που όλες έχουμε ακούσει συμπυκνώνουν την ενσωμάτωση της καταπίεσης από τις ίδιες τις γυναίκες. Η εκπόρνευση παρουσιάζεται ως ένα άλλο δικαίωμα αλλά πίσω από μια πλούσια επιτυχημένη πορνοστάρ στοιβάζονται χιλιάδες ψυχές που αναπαράγονται, βιάζονται, ναρκώνονται: ο καπιταλισμός δημιουργεί εμπόρευμα για να καλύψει (δήθεν) κάθε καταπιεσμένη σεξουαλικότητα που ο ίδιος δημιουργεί.
Όλα αυτά ανήκουν στα πρότυπα της πατριαρχικής κοινωνίας που ορίζει πως οι γυναίκες πρέπει να είναι όμορφες, νεαρές και χαριτωμένες. Η τηλεόραση αναπαράγει συνεχώς τα πρότυπα αυτά αλλά τα βλέπουμε και στην πράξη στην καθημερινότητά μας. Ειδικά στην εργασία, όπως για παράδειγμα οι αεροσυνοδοί και οι σερβιτόρες πρέπει να είναι ευπαρουσίαστες ανεξάρτητα από τις ικανότητές τους. Η σημερινή δήθεν απελευθέρωση, χωρίς την αμφισβήτηση της αστικής ιδεολογίας, δίνει το δικαίωμα σε καταπιεσμένες ομάδες όπως τράνς, γκέι και γυναίκες να ενταχθούν στο στρατό (στις ΗΠΑ) και στην αστυνομία. Η απελευθέρωση αυτή όμως είναι πλασματική καθώς τους μετατρέπει σε καταπιεστές και τους στέλνει στο απέναντι στρατόπεδο να εξυπηρετήσουν τους αστούς. Η ταυτότητα του μπάτσου, του πεζοναύτη, της Προέδρου της Δημοκρατίας ή του φασίστα, υπερκαλύπτει την ταυτότητα του ομοφυλόφιλου ή της γυναίκας. Η κακοποίηση λοιπόν υπάρχει ακόμα και όταν το θύμα δεν τη βιώνει ή δεν τη συνειδητοποιεί, έρχεται από τα πάνω και αναπαράγεται από τα κοινωνικά πατριαρχικά πρότυπα και καλλιεργείται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και το αστικό μπλοκ.
Εκατοντάδες χρόνια πριν οι βιασμοί γίνονταν σε σκλάβες. Οι σκλάβες όπως και οι αιχμάλωτες πολέμου θεωρούταν αντικείμενα ή ζώα άρα για τους βιαστές δεν διέθεταν ανθρώπινη υπόσταση. Έτσι η κακομεταχείριση και ο βιασμός δεν θεωρούταν εγκληματική πράξη. Ο βιασμός σαν αξιόποινη πράξη έρχεται με την εφαρμογή της αστικής δημοκρατίας. Βέβαια αυτά στη θεωρία. Γιατί στην πράξη η εκπόρνευση και η εμπορευματοποίηση συντηρούν το βιασμό ως μια αστική “κανονικότητα”.
Τα κινήματα για τη διεκδίκηση ίσων δικαιωμάτων ξεκίνησαν οργανωμένα τον 19ο αιώνα. Στις αρχές του 20ου αιώνα μέσα από τη Σοσιαλιστική Διεθνή αρχίζει η αναζήτηση μιας ταξικής κινητοποίησης γαι τη γυναικεία απελευθέρωση. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και στις 8 Μαρτίου 1918 ξεκίνησε να γιορτάζεται ως ημέρα μνήμης των αγώνων του παρελθόντος αλλά ταυτόχρονα ημέρα μάχης των τότε κατακτήσεων. Τη δεκαετία του ‘60 με την άνοδο του φεμινιστικού κινήματος και τη σεξουαλική απελευθέρωση η μέρα αυτή πήρε ξανά μορφή νέων αγώνων. Σήμερα η 8η Μαρτίου έχει καθιερωθεί ως παγκόσμια ημέρα της γυναίκας από δεκάδες χώρες και τον ΟΗΕ αλλά έχει χάσει τη δυναμική της. Το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας αναγνωρίζει αυτή την ημέρα ως ευκαιρία να εκδηλωθεί αγάπη προς τις γυναίκες, αγοράζοντας για αυτές ένα λουλούδι ή ένα εσώρουχο. Ο αστισμός συνειδητά έχει μεταφέρει το νόημα μακριά από αγώνες και μνήμες του γυναικείου κινήματος.
Θεωρητικά, σε πολλά σημεία η κοινωνία προχωρά και η νομοθεσία αλλάζει με τους καιρούς, όπως για παράδειγμα αναγνωρίζονται τα δικαιώματα των γκέι, αναδεικνύεται η ανισότητα σε βάρος των γυναικών, είναι κολάσιμη (ποινικά και ηθικά) η βία ενάντια των παιδιών. Παρόλα αυτά, στη σημερινή αφρόκρεμα κυριαρχεί ένας αστικός φεμινισμός κάτω από τον οποίο κρύβεται η καταπίεση και ο οποίος εκφράζεται μόνο με politically correct λογικές, αφήνοντας στην άκρη την πραγματική ουσία και την πηγή του κακού.
Το τέλος των κακοποιητικών συμπεριφορών κατά των γυναικών θα έρθει μόνο με την ανατροπή του καπιταλισμού που τις θρέφει. Αυτό δεν σημαίνει ότι ως τότε θα είμαστε απαθείς και αδιάφοροι προς το θέμα. Θα βρίσκουμε διόδους να αναδεικνύουμε την ταξικότητα του ζητήματος και λύσεις μακριά από κανιβαλιστικές πρακτικές, περιπτωσιολογία και κριτική ατομικών συμπεριφορών. Ως την κατάργηση κάθε σεξιστικού πλαισίου.