Ύστερα από δεκαετίες μαχών απέναντι στους φασίστες στον ελλαδικό χώρο ένα σημείο θα έπρεπε να έχει γίνει κατανοητό από τη μεριά των αντιφασιστών. Τα φασιστικά κινήματα σχεδόν ποτέ δεν δίνουν εύκολες νίκες στους αντιφασίστες είτε επί του συμβολικού χαρακτήρα είτε στο δρόμο. Μέρος της διαδικασίας συγκρότησής τους είναι πάντα η προσπάθεια δημιουργίας ή η εκμετάλλευση ενός κοινωνικού υποστρώματος το οποίο κατ’ αρχήν κάνει δεκτή την παρουσία τους. Όταν δε αυτή η αποδοχή έχει εξασφαλιστεί, αρχίζει να παρουσιάζεται η δυνατότητα χτισίματος αυτόνομης πολιτικής παρέμβασης, οπότε πλέον είναι δυνατό γι’ αυτούς να κατέβουν στο δρόμο με ανοιχτά φασιστικά και ρατσιστικά προτάγματα και σύμβολα. Εκείνη τη στιγμή πάντως, συνήθως είναι αρκετά αργά για την αντιμετώπισή τους με κοινωνικούς όρους μαζικής και μόνο απεύθυνσης, οπότε πια χρειάζονται και διαφορετικές μέθοδοι καταστολής τους, μέθοδοι οι οποίες απ’ ότι φάνηκε μέσα στην περίοδο της κρίσης και της ανόδου του φασισμού στην Ελλάδα, τις περισσότερες φορές δεν ήταν κτήμα του αντιφασιστικού κινήματος και έπρεπε και αυτό να δουλέψει πολύ για να τις κατακτήσει και να τις καταστήσει αποτελεσματικές. Είτε στη μία είτε στην άλλη φάση του αγώνα εναντίον τους πάντως, το σίγουρο είναι πως οι φασίστες πάντα ποντάρουν στην θολούρα. Ακόμα και όταν βρίσκονταν “στα πάνω τους” την περίοδο 2010-13 σπάνια έδιναν μάχες με τρόπο που να γίνεται ξεκάθαρο στο ευρύ κοινό ότι “εδώ ή είσαι μ’ εμάς ή με τους άλλους”. Αυτήν την πολιτική πόλωση την απέφευγαν.
Στηριζόμενοι σ’ αυτήν ακριβώς την τακτική οι φασίστες έχτισαν ομάδες σε γειτονιές, σε σωματεία, σε θεσμικούς και κοινωνικούς φορείς, που τους έδιναν τη δυνατότητα κοινωνικής παρέμβασης δια της νομιμοποίησης. Έτσι είδαμε να χτίζονται κινήσεις πολιτών ενάντια στην εγκληματικότητα, την ανεργία, επιτροπές κατοίκων ενάντια στην υποβάθμιση των γειτονιών τους και εν τέλει μέχρι και σωματεία. Μια τέτοια ακριβώς περίπτωση είναι και οι επιτροπές αγανακτισμένων πιστών ενάντια σε διάφορα πολιτιστικά δρώμενα και συνήθως θεατρικές παραστάσεις. Η περίπτωση του θεάτρου ΧΥΤΗΡΙΟ το 2012 που αναγκάστηκε να ακυρώσει την παράσταση CORPUS CRISTI εξαιτίας του μαινόμενου όχλου που απειλούσε θεούς και δαίμονες, δεν άφησε απλά μια μεγάλη ουλή στο σώμα του αντιφασιστικού κινήματος και της ελευθερίας της τέχνης, έδωσε τότε στη Χρυσή Αυγή τεράστια κοινωνική και πολιτική ώθηση αφού κατάφερε να υλοποιήσει την εξαγγελία της περί ακύρωσης της παράστασης, ενώ συντελεστές της ακόμα τραβιούνται στα δικαστήρια μετά από μηνύσεις που κατέθεσε το παπαδαριό συνοδευόμενο από χρυσαυγίτες (μήνυση Σεραφείμ).
Η περίπτωση της παράστασης JESUS CRIST SUPER STAR που ανέβηκε τον Φεβρουάριο – Μάρτιο του 2018 στο θέατρο ΑΚΡΟΠΟΛ είναι πανομοιότυπη με μια και μοναδική διαφορά. Λαμβάνει χώρα σε διαφορετική πολιτική περίοδο για τους ναζί. Εντούτοις προσπάθησαν να χτίσουν την σκοταδιστική τους παρέμβαση με τα ίδια χαρακτηριστικά που το έκαναν και τότε. Παπάδες γνωστοί για τις σχέσεις τους με τη Χρυσή Αυγή ξεκίνησαν να στήνονται σε καθημερινή βάση έξω από το θέατρο προπηλακίζοντας και τραμπουκίζοντας εργαζομένους και θεατές, επιτιθέμενοι μέχρι και στα αμάξια ηθοποιών μπροστά στην αστυνομία η οποία επέτρεψε όλη αυτήν την κατάσταση ειρωνευόμενη τους συντελεστές της παράστασης όταν αυτοί της ζητούσαν σταματήσει τις επιθέσεις εναντίον τους. Με άλλα λόγια, για τις δυνάμεις της αστυνομίας ήταν πιο φυσιολογικό να βλέπουν να απειλούνται και να τραμπουκίζονται εργαζόμενοι παρά να επέμβουν κατά των επιτιθέμενων. Όλο αυτό με την δικαιολογία ότι οι εξαγριωμένοι χριστιανοταλιμπάν έχουν δικαίωμα στη διαμαρτυρία από τη στιγμή που προσβάλλεται το θρησκευτικό τους αίσθημα. Κατά τ’ άλλα το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση στην Ελλάδα ακόμα δεν έχει καταργηθεί αρκεί να εκφράζονται μόνο αυτοί που φέρουν αισθήματα αρκούντως χριστιανικά.
Ύστερα από τις πρώτες δύο εβδομάδες παραστάσεων λοιπόν, και αφού οι εργαζόμενοι του Ακροπόλ είδαν ότι οι εκκλήσεις τους προς την αστυνομία αλλά και οι μηνύσεις τους είχαν περάσει στα αζήτητα, με τις φασιστικές επιθέσεις να οξύνονται αποφάσισαν να απευθυνθούν και στις δυνάμεις του αντιφασιστικού κινήματος. Για εμάς η υπόθεση ΑΚΡΟΠΟΛ δεν ήταν αμελητέας σημασίας, ειδικά όταν η ίδια παράσταση ακυρώθηκε στη Θεσσαλονίκη τον περασμένο Δεκέμβρη. Τον Οκτώβρη του 2017 η ίδια φασιστοσύναξη καθημερινά δημιουργούσε συγκεντρώσεις έξω από το Αριστοτέλειο στην παράσταση «Η Ώρα του Διαβόλου» προκαλώντας αμηχανία στις αντιφασιστικές συλλογικότητες της Θεσσαλονίκης.
Το Σάββατο 24/2 πραγματοποιήθηκε η πρώτη αντιφασιστική συγκέντρωση προστασίας της παράστασης, των εργαζομένων και των θεατών της. Εκείνη την ημέρα οι φασίστες αποφάσισαν τελικά να μην προβούν σε συγκέντρωση κατανοώντας πως οι συνθήκες είχαν πλέον αλλάξει γι’ αυτούς. Οι ελάχιστοι που δεν είχαν ενημερωθεί εγκαίρως απομακρύνθηκαν πριν καν φτάσουν μπροστά στο θέατρο με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς τυμπανοκρουσίες. Για εμάς το σημαντικότερο ήταν να μάθει ο κόσμος που θέλει να παρακολουθήσει την παράσταση ότι αυτή είναι προσβάσιμη και πως δεν θα βρεθεί μπροστά σ’ ένα πλήθος που φωνάζει και χτυπιέται. Η δε αστυνομία βλέποντας πως δεν υπάρχει τρόπος να καλύψει τους φασίστες επέλεξε να στείλει την κλούβα στην Πανεπιστημίου και να παρακολουθεί αμήχανη το τέλος των ακροδεξιών τραμπουκισμών.
Την Πέμπτη 1/3 καλέστηκε νέα αντιφασιστική συγκέντρωση συμπαράστασης στους εργαζομένους του θεάτρου και στους συντελεστές ώστε να κατοχυρωθεί το τέλος των ακροδεξιών παρενοχλήσεων. Μία συγκέντρωση που ξεπέρασε κάθε προσδοκία και δική μας αλλά και των εργαζομένων που πλαισιώθηκε και από άλλες αντιφασιστικές συλλογικότητες, από το σωματείο εργαζομένων του Εθνικού Θεάτρου και το σωματείο μουσικών. Από τις 6 το απόγευμα μέχρι τις 8 το βράδυ στήθηκε μικροφωνική έξω από το Θέατρο παίζοντας τη μουσική της παράστασης και διαβάζοντας τις ανακοινώσεις της ΟΡΜΑ, των αργαζομένων και των σωματείων. Ξεχωριστή στιγμή, η συγκινησιακή παρέμβαση της Βάσιας Τριφύλλη αναδεικνύοντας την οργή και την έκπληξη του καλλιτεχνικού κόσμου για τις σκοταδιστικές αντιλήψεις που επιδιώκουν να επιστρέψουν την ανθρωπότητα στο Μεσαίωνα.
Η οριστική εκδίωξη των ναζιστικών καθαρμάτων, των «μπροστινών» της Χρυσής Αυγής έδωσε τη δυνατότητα στο σωματείο μουσικών να παρέμβουν ενάντια στην εργοδοσία του ΑΚΡΟΠΟΛ για τα εργασιακά δικαιώματα των μουσικών που δουλεύουν στην παράσταση. Ήταν μια έμπρακτη απόδειξη χωρίς αντιφασιστική μάχη όχι απλά δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στην αντικαπιταλιστική στρατηγική αλλά καθίσταται αδύνατη η οποιαδήποτε οικονομίστικη και συνδικαλιστική δράση. Με τους χριστιανοταλιμπάν να καθορίζουν ένα αντιδραστικό πολιτικό σκηνικό που διεκδικεί να ακυρωθεί η παράσταση, κανένα ταξικό σωματείο δεν θα μπορούσε να σταθεί δίπλα και να διεκδικεί απεργίες και αυξήσεις. Δεν μπορεί να υπάρχει κανένα κοινός ή παράλληλος αγώνας με τους φασίστες ενάντια στην εργοδοσία.
Για την ΟΡ.Μ.Α., για το μαχητικό αντιφασισμό, το σημαντικότερο δια ταύτα είναι η αντιμετώπιση των ναζί όποιο προσωπείο κι αν επιλέξουν να φορέσουν. Ξέρουμε πως είναι πολύ ικανοί στο να φοράνε πάσης φύσεως προβιές. Ξέρουμε πως θα προσπαθήσουν να φέρουν τις δυνάμεις του μαχητικού αντιφασισμού σε αμηχανία χρησιμοποιώντας τέτοιου τύπου κοινωνικές ομαδοποιήσεις σε μια περίοδο που δεν είναι ευνοϊκή γι’ αυτούς, άρα δεν θα επιλέξουν μεγάλες μάχες. Επιχειρούν όμως να κρατηθούν με νύχια και με δόντια ζωντανοί στην κεντρική πολιτική σκηνή με μια τακτική χαμηλής έντασης. Αν πέσουμε στην παγίδα τους ξανά (όπως και έγινε την περίοδο 2009-12) και τους θεωρήσουμε αμελητέας σημασίας, τότε είναι που θα βρουν τις διόδους να ανασυγκροτηθούν και να αντεπιτεθούν στην επόμενη στροφή του δρόμου οπότε και τα πολιτικά πράγματα γι’ αυτούς θα ‘ναι ευνοϊκότερα. Η εκκαθάριση τους ως προτεραιότητα από όλους τους εργασιακούς και κοινωνικούς χώρους θα είναι αυτή που θα μας επιτρέψει να αναδιοργανώσουμε την δική μας στρατηγική μας και να ξεδιπλώσουμε την δική μας αντεπίθεση. Με τους φασίστες ανάμεσά μας πάντα θα είμαστε αναγκασμένοι να παίζουμε σε διπλό ταμπλό.
Για πρώτη φορά, λοιπόν, αντιμετωπίστηκε με σθεναρότητα και αποφασιστικότητα μια φασιστική δράση σε θεατρική παράσταση. Ο Μαχητικός Αντιφασισμός έδειξε πως μπορούν να αντιμετωπιστούν στην πράξη ακροδεξιές εστίες αντίδρασης με μαζική κοινωνική βάση, χωρίς περιθωριακά χαρακτηριστικά ξεπερνώντας την αμηχανία που δημιουργούσε η πασιφιστική πολιτική των κυρίαρχων αντιφασιστικών αντιλήψεων.
Μπορεί για ένα κομμάτι της κοινωνίας ο διαπληκτισμός με μεσαιωνικές και κρυφοναζιστικές αντιλήψεις να φαντάζει κάτι τελείως ξεπερασμένο ακόμα και με τη Χρυσή Αυγή ως τρίτο κόμμα στη βουλή, για τους αντιφασίστες πάντως η όποια υποτίμηση τους μπορεί να αποφανθεί τραγική. Αυτή την παράσταση σίγουρα την είδαμε με τα μάτια μας να ξεδιπλώνεται μπροστά μας τα προηγούμενα χρόνια. Ο ρόλος των αγωνιστών που επιλέγουν τις τάξεις του μαχητικού αντιφασισμού για να πολεμήσουν τους εχθρούς της ελευθερίας, είναι να προσαρμόζουν τις τακτικές τους στις ανάγκες του αγώνα. Μία από αυτές είναι να προσφέρουμε τη σιγουριά της γρήγορης και αποτελεσματικής αποκατάστασης της τάξης στο στρατόπεδό μας. Και όταν λέμε τάξη εννοούμε φασίστες στις τρύπες τους.