Δέκα χρόνια μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και έπειτα από σκληρές μάχες που έδωσε για μια πενταετία ο Μαχητικός Αντιφασισμός, η Χρυσή Αυγή και το φασιστικό κίνημα διαλύθηκε και μπήκε για άλλη μια φορά στο περιθώριο της ιστορίας. Τον τελευταίο χρόνο έχουμε μια αναβαθμισμένη επίθεση του αστικού κράτους σε υλική και ιδεολογική βάση. Εκατοντάδες νεκροί στα Τέμπη, στην Πύλο, στον Έβρο, στη Θεσσαλία… Ρατσιστικές και σεξιστικές επιθέσεις… Πολλαπλασιασμός ακροδεξιών κοινοβουλευτικών κομμάτων την ώρα που η αριστερά εμφανίζει σημάδια συρρίκνωσης και αποσυντονισμού… Χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε μερικές έννοιες για να ορίσουμε στόχους, εχθρούς και μέσα πάλης. Χρειάζεται να οριοθετήσουμε τις έννοιες – καπιταλισμός – ακροδεξιά – παρακράτος – φασισμός.
Αυτό δεν γίνεται για λόγους επιστημονικής «διαστροφικής» επιμονής. Τα διαφορετικά μοντέλα αστικής διαχείρισης εμπεριέχουν διαφορετικούς τρόπους διαχείρισης αστικών αντιθέσεων, αλλά και διαφορετικά επίπεδα ενσωμάτωσης των πληβείων τάξεων. Οι «δυτικές» κοινωνίες χρησιμοποιούν τη δημοκρατική κοινοβουλευτική «παραχώρηση» ως απάντηση στη λαϊκή απαίτηση συμμετοχής στην εξουσία. Όμως από τις πολιτικές «συνδιαχείρισης» της σουηδικής σοσιαλδημοκρατίας ως το «Κράτος Έκτακτης Ανάγκης», τα διαφορετικά επίπεδα κοινοβουλευτισμού αποτυπώνουν το «επιτρεπόμενο όριο» της δημοκρατίας άρα και τα όρια δημοκρατικής ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης.
Η κατάργηση του κοινοβουλευτισμού διαμορφώνει διαφορετικές, πάλι, συνθήκες πάλης. Από τη μία η έλλειψη δημοκρατίας μπορεί να κάνει πιο «καθαρή» την ολομέτωπη σύγκρουση με το κράτος, αλλά ταυτόχρονα η καταστολή είναι στον μέγιστο βαθμό και λειτουργεί αποτρεπτικά στις συλλογικές διαδικασίες. Κοινό χαρακτηριστικό όλων, όμως, είναι η κρατική νομιμοποίηση. Ο καπιταλισμός έχτισε το αστικό κράτος ως το κυρίαρχο εργαλείο, στο οποίο συμπυκνώνονται οι πολιτικές αναζητήσεις και αποτελεί τον τρόπο που νομιμοποιείται και αναπαράγεται η αστική ιδεολογία και πολιτική. Εδώ βρίσκεται και η ειδοποιός διαφορά του φασιστικού κινήματος που εμφανίζεται σαν «αντικοινοβουλευτικό λαϊκό κίνημα».
Μια επιγραμματική κατηγοριοποίηση
Καπιταλισμός και αστική δημοκρατία: Η συγκρότηση και ύπαρξητουκαπιταλισμού είναι άρρηκτα δεμένη με τις πιο βαθιές αντιδραστικές πολιτικές. Εθνικισμός και πόλεμος, ρατσισμός απέναντι σε φυλετικές και κοινωνικές μειονότητες και σεξιστική βία συνυπάρχουν σε κάθε περίοδο της αστικής «δημοκρατίας». Αυτές οι πολιτικές αναπαράγουν τις ρατσιστικές, σεξιστικές και εθνικιστικές συμπεριφορές. Οι βιασμοί και οι ρατσιστικές επιθέσεις όσο και αν θεωρούνται «έκνομες» είναι αποτέλεσμα της κυρίαρχης ιδεολογίας που επικρατεί και αποτελούν τμήμα των πολιτικών μετώπων του ταξικού κινήματος.
Ακροδεξιά: Η ακροδεξιά επιδιώκει να κανονικοποιήσει τις πιο χυδαίες και ακραίες εκδοχές της αστικής ιδεολογίας. Οι «δημοκρατικές» ή σοσιαλδημοκρατικές εκδοχές διακυβέρνησης υποτίθεται θέλουν να εξαλείψουν τις «ακραίες»συμπεριφορές. Η ακροδεξιά, όμως, θέλει να καταστήσει και νομικά την κυρίαρχη αντίληψη του σεξισμού, εθνικισμού και ρατσισμού. Επιδιώκει πχ να ποινικοποιήσει τις αμβλώσεις, να καταστείλει εθνικές ή θρησκευτικές μειονότητες και να καθιερώσει την αντίληψη «λάθρο» για μετανάστεςκαι πρόσφυγες.
Παρακράτος: Σε συγκεκριμένες περιόδους το αστικό μπλοκ δεν αρκείται στα νόμιμα εργαλεία της. Στην προσπάθεια να τρομοκρατήσει το ταξικό κίνημα επιστρατεύει καθάρματα και τραμπούκους δολοφόνους. Σε συγκεκριμένες ιστορικές στιγμές δεν θέλει να έχει την πολιτική χρέωση αυτών των ενεργειών ώστε να συσκοτίζει την πραγματικότητα. Οι δολοφονίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και Μάλκολμ Χ στις ΗΠΑ αλλά και Λαμπράκη – Τεμπονέρα από Γκοτζαμάνη – Καλαμπόκα αντίστοιχα, είναι δείγματα παρακρατικών μηχανισμών.
Αστικά πραξικοπήματα: Η αδυναμίατου κοινοβουλευτισμού να ηγηθεί αποτελεσματικά της αστικής διαχείρισης, σε συνδυασμό με την ανάγκη γρήγορης ανατροπής του υφιστάμενου κοινωνικού συμβολαίου, οδηγεί μερικές φορές το αστικό μπλοκ στην παράκαμψη των δημοκρατικών διαδικασιών. Αυτό μπορεί να γίνει είτε με στρατιωτικά πραξικοπήματα ή και με κοινοβουλευτικές εκπτώσεις: το Κράτος Έκτακτης Ανάγκης ή η πολιτική Καραντίνας αποτελούν τέτοια δείγματα.
Φασισμός: Ο φασισμός αποτελεί μικροαστικό κίνημα που οργανώνει λαϊκά κομμάτια με ακροδεξιά πολιτική. Συγκροτείται σε περιόδους αποτυχίας της κοινοβουλευτικής στρατηγικής και συνδυάζεται, συνήθως, με κάποια «εθνική ατιμωτική ήττα». Εκμεταλλεύονται λαϊκή δυσαρέσκεια και ενσωματώνουν «λαϊκά αιτήματα» αλλά τα υλοποιούν με εθνικιστικές λογικές. Η Χρυσή Αυγή (για παράδειγμα) προσπαθούσε να χτίσει εργατικούς ακτιβισμούς εισβάλλοντας σε διευθυντικά γραφεία επιχειρήσεων απαιτώντας ανάκληση απολύσεων αλλά «προτείνοντας να απολυθούν μετανάστες στη θέση τους». Οργάνωνε συσσίτια για φτωχούς (αλλά μόνο για Έλληνες) και ήταν ενάντια στους πλειστηριασμούς σπιτιών. Ο φασισμός χρησιμοποιεί ταξικά εργαλεία (πχ διαδηλώσεις, μοτοπορείες, «ακάλεστες» δράσεις, αντισυγκεντρώσεις σε πολιτικούς αντίπαλους) αλλά με αντιδραστικό πρόσημο προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί μια αντικαθεστωτική αγανάκτηση. Γι’ αυτό και η ιδιαίτερη αντιφασιστική δράση εξυπηρετεί τη διεκδίκηση του «δρόμου» και την αποκατάσταση της πολιτικής σύγχυσης που φέρνουν οι δήθεν «λαϊκές κινητοποιήσεις» των ναζί.
Ο φασισμός αποτελεί πολιτικό κίνημα που συγκροτείται «από τα πάνω» μέσα από κόμματα και «από τα κάτω» μέσα από κινήματα και Τάγματα Εφόδου.Δεν βρίσκεται «μέσα στον καθένα μας», δεν βρίσκεται κοινωνικά διάσπαρτος. Μια ρατσιστική επίθεση ή ένας βιασμός δεν είναι «φασισμός» αν δεν είναι κομμάτι πολιτικού σχεδίου. Όπως και ένα αντιδραστικό αίτημα δεν είναι από μόνο του φασιστικό. Τα συνθήματα «ελληνικά πληρώματα στα καράβια», «όχι camp προσφύγων στο νησί μας», «όχι φυλακές στην πόλη μας» ή το «έξω οι έμποροι ναρκωτικών (ή ο ΟΚΑΝΑ) από τη γειτονιά μας» (και πολλά άλλα) δε σημαίνει πως είναι «φασίστες» όσοι τα υποστηρίζουν.
Ο φασισμός δεν παλεύεται ούτε με την «παιδεία» αλλά ούτε με κάποια αφηρημένη προετοιμασία. Αν ήταν έτσι η αντιδραστική εκπαίδευση του ‘60 δεν έπρεπε να παράξει μαθητές και φοιτητές που συγκρότησαν το Πολυτεχνείο του ’73 και τη Μεταπολίτευση, όπως και η «δημοκρατική» εκπαίδευση δεν εμπόδισε το φασιστικό κίνημα στους μαθητές.
Ο φασισμός όταν αποκτήσει πολιτικό κέντρο και πολιτικές μεθόδους θα αντιμετωπιστεί με «έκτακτες» μεθόδους που το αντιφασιστικό κίνημα απέκτησε και από τις πρόσφατες μάχες με τους χρυσαυγίτες. Τα τωρινά ακροδεξιά κοινοβουλευτικά υπολείμματα (Σπαρτιάτες κλπ) αποτελούν κατασκευάσματα της κυβέρνησης και υπάρχουν μόνο γύρω από τις κρατικές επιδοτήσεις. Ο σκοπός της ΝΔ είναι νακαμουφλαριστεί σαν «δημοκρατικό κέντρο» ενάντια στην αριστερά και τοn φασισμό. Οι έγκλειστοι χρυσαυγίτες δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν ούτε μια αφισοκόλληση. Οι «ράμπο» του Έβρου προστατεύονται από την ίδια την κυβέρνηση που θέλει να τους βραβεύσει. Οι 600 μετανάστες νεκροί σε Πύλο και Έβρο δεν σκοτώθηκαν από Τάγματα Εφόδου αλλά από την ακροδεξιά κρατική μηχανή της ΝΔ.
Φασισμός – αντιφασισμός
Το φασιστικό κίνημα εμφανιζόμενο ως «λαϊκό» κίνημα που επιτίθεται στην αριστερά, διαμορφώνει συνθήκες «έκτακτων συνθηκών» για τις κομμουνιστικές οργανώσεις. Η χρήση «του δρόμου» από τους φασιστές και η εκδίωξη των αριστερών οργανώσεων με «κινηματικές» διαδικασίες αποτελούν θανάσιμο κίνδυνο για το ταξικό κίνημα.
Η επαναστατική παράδοση του Μεσοπολέμου από τον Λένιν, τον Γκράμσι και τους Arditiως τον Τρότσκι και το Ντουρούτι έχουν δώσει πλούσιο υλικό έμπνευσης για το επαναστατικό κίνημα. Όμως η ήττα του Ισπανικού Εμφυλίου και η κυριαρχία του Σταλινισμού περιθωριοποίησε αυτές τις πολιτικές και ανέδειξε εντελώς λανθασμένες προστάσεις που συνεχίζουν και ταλαιπωρούν το κίνημα μέχρι σήμερα.
Η σταλινική παράδοση ανέδειξε την τακτική συμμαχίας της αριστεράς με το αστικό στρατόπεδο, ως «τακτική αντιφασιστική ανάγκη». Από τα Λαϊκά Μέτωπα της δεκαετίας του ‘30, την κοινή στρατιωτική συμμαχία ΗΠΑ – ΕΣΣΔ έως τις εντολές προς τον ΕΛΑΣ για κοινό στρατηγείο με ΕΔΕΣ και Άγγλους, η αντιφασιστική μάχη έχει καθιερωθεί ως συμμαχία με το αστικό δημοκρατικό στρατόπεδο. Έτσι, με αυτή την αντίληψη πολλές οργανώσεις της αριστεράς το 2010 – 2012 είχαν αρνηθεί να μπουν στην αντιφασιστική μάχη γιατί θεώρησαν ότι «δεν πρέπει να δοθεί δυνατότητα σε ΝΔ – ΠΑΣΟΚ να εμφανιστούν με αντιφασιστικό προσωπείο και άρα να υπονομευτεί η αντιμνημονιακή δράση».
Η αδυναμία κατανόησης του φασιστικού κινήματος ως αντεπαναστατικό, αντιδραστικό πολιτικό κίνημα και οι αναλύσεις περί «παρακρατικών» ή «κοινωνικού φασισμού» αφοπλίζουν το αντιφασιστικό κίνημα, γιατί οδηγούν τους αγωνιστές να κυνηγούν φαντάσματα αντί υπαρκτά πολιτικά πεδία. Όταν οι φασίστες αποτελούν μιαπεριθωριακή ομάδα 50 ή 100 ατόμων μπορεί να παρασυρθούν κάποιοι και να στοχοποιήσουν αυτούς τους συγκεκριμένους. Όταν, όμως, η Χρυσή Αυγή έφτασε στο 7% δεν μπορούσε να εξηγηθεί ο πολλαπλασιασμός τους αλλά ούτε μπορούσαν να κυνηγούν έναν στους 15 πολίτες που κυκλοφορούν στην πόλη. Ο πρώτος αφοπλισμός και ηττοπάθεια ξεκίνησε από τη μετατροπή αυτή της «συμμορίας» σε «κοινωνικό φαινόμενο».
Όταν οι ναζί πραγματοποιούσαν τα φασιστικά «πειράματα» του Αγίου Παντελεήμονα και της Νίκαιας, η αριστερά και αναρχία δεν έβλεπαν ένα πολιτικό-στρατιωτικό σχέδιο «κατάληψης» μιας περιοχής και δημιουργίας defactoπαραδείγματος που λειτουργούσε εκφοβιστικά και σε άλλες περιοχές. Αλλά ακόμα και αν το «διάβαζαν» κάποιες συλλογικότητες, πρότειναν την «απελευθέρωση» των περιοχών αυτών από τον «κόσμο» τους. Η Χρυσή Αυγή μάζευε όλο το δυναμικό της σε μια περιοχή τρομοκρατώντας την πόλη και οι ταξικές οργανώσεις καλούσαν την πόλη να αντισταθεί. Αντί πχ στον Άγιο Παντελεήμονα ή στη Νίκαια να γίνει το Φεστιβάλ της ΚΝΕ ή το Αντιρατσιστικό, οι οργανώσεις προσπαθούσαν να κάνουν δουλεία «μακροπρόθεσμη» και ιδεολογική. Σαν να εισβάλει ο χιτλερικός στρατός στο Λένινγκραντ και να μην καλείται επιστράτευση αλλά να αφήνεται στην «αυτενέργεια και αυτοδιάθεση των κατοίκων της πόλης να εμποδίσουν τα ναζιστικά τάγματα».
Αντίστοιχα, οι φασίστες έχτιζαν φεστιβάλ στην Καλαμάτα ή παρεμβάσεις στο Πέραμα και Ασπρόπυργο αλλά αναρχία και αριστερά αρνιόντουσαν πεισματικά να αναλάβουν δράση αλλά το άφηναν στις τοπικές ομάδες τους: είτε υπήρχαν είτε όχι. Οι φασίστες έχτιζαν «ακάλεστες» δράσεις (μοτοπορείες – παρελάσεις) όπως ακριβώς το κάνουν οι οργανώσεις του ταξικού κινήματος, αλλά αντί οι ίδιες να ετοιμάσουν έναν ευέλικτο αντίστοιχο μηχανισμό αντιμετώπισης, ακόμα περιμένουν τον κατάλληλο συσχετισμό.
Ακόμη και οι συλλήψεις μελών τους από την αστυνομία ήταν αναμενόμενες. Ποιος θυμάται τους δολοφόνους του Λουκμάν; Η Χρυσή Αυγή ούτε ασχολήθηκε μαζί τους, γιατί τους έχει ως αναλώσιμο υλικό που επιτέλεσαν τον ρόλο τους: να τρομοκρατήσουν μετανάστες και λαϊκές τάξεις. Μιαδίκη για τρία – τέσσερα μέλη μετά από πέντε χρόνια δεν αποτελεί εμπόδιο στον φασιστικό σχεδιασμό. Το ίδιο πίστευαν ότι θα γινόταν και με τη δολοφονία του Φύσσα, αλλά το αντιφασιστικό κίνημα δεν άφησε τη Χρυσή Αυγή να επιβιώσει.
Οι ναζί πριν βρεθούν στον Άγιο Παντελεήμονα το 2009 – που τους άλλαξε τη δυναμική τους – έκαναν πολλαπλές δράσεις και απόπειρες. Ακόμη και όταν δεν υπήρχε φασιστικό κίνημα προσπαθούσαν να χτιστούν. Οι δολοφονικές απόπειρες το 1994 στον ευροβουλευτή του ΚΚΕ Ευφραιμίδη, η απόπειρα ενάντια στον Κουσουρή το 1998, αλλά και οι προσπάθειες να συγκροτήσουν διαδηλώσεις για τα Ίμια, ήταν ενδείξεις επαρκείς.
Το ταξικό κίνημα δεν χρειάζεται να περιμένει φασιστικό κίνημα για να πραγματοποιεί αντιφασιστικές δράσεις. Η προσπάθεια των ναζί να διαδηλώσουν στην Αθήνα τη δεκαετία του ‘90 ήταν επαρκής συγκεκριμένος στόχος για τον αντιφασισμό. Το συνέδριο ακροδεξιάς που προσπάθησε να στήσει ο Λεπέν στην Αθήνα το 1984 έπρεπε να απαντηθεί. Αν σήμερα είχαμε πχ ένα κάλεσμα του Ισπανικού Vox, του γερμανικού Afd, της Λεπέν ή της Μελόνι για συνέδριο – διαδήλωση στην Αθήνα, προφανώς θα χρειαζόταν απάντηση. Τα θλιβερά ανώνυμα καλέσματα στο telegramή οι φιλοβασιλικές συνάξεις στη Μητρόπολη για τον θάνατο του Κοκού δεν συνιστούν λόγο αντιφασιστικής ή αντιβασιλικής κινητοποίησης. Στις 10 Σεπτεμβρίου έγινε μια ακροδεξιά σύναξη μερικών γραφικών στην πλατεία Συντάγματος για το «χάραγμα στις ταυτότητες». Σε αυτή συμμετείχαν 8 της Propatriaκαι 12 της Χρυσής Αυγής. Όσες συλλογικότητες βλέπουν φασιστικά τάγματα θανάτου που σκοτώνουν μετανάστες στην Καλογρέζα ή ΑΕΚτζήδες στη Φιλαδέλφεια και ετοιμάζουν εισβολή την 1η Νοέμβρη, θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν αντιφασιστική δράση και αντισυγκέντρωση.
Ο Μαχητικός Αντιφασισμός όποτε χρειάστηκε έδωσε το παρών και ήταν νικηφόρος. Την 1η Νοέμβρη του 2014 ήταν στο Νέο Ηράκλειο και όχι στο Μαρούσι, κέρδισε τα Ίμια από τους ναζί, τσάκισε τη φασιστική κατάληψη του Βοτανικού, έκλεισε τα γραφεία της σε Πειραιά – Πέραμα, έσπασε την τρομοκρατία μέσα στα δικαστήρια του Εφετείου, εμπόδισε και διέλυσε κάθε δυνατότητα των ΥΠΑΡΚΤΩΝ φασιστών να κατέβουν στον δρόμο.
Το ίδιο θα κάνει, με τα ίδια πετυχημένα εργαλεία και στα ορφανά των ναζί όποτε τολμήσουν να συγκροτηθούν.
Αλέξανδρος Γανδής