Το ταξικό κίνημα είχε δεχτεί ασφυχτική συστημική επίθεση και καταστολή στην περίοδο της καραντίνας (2020-2021), όπου τέθηκαν υπό περιορισμό ελευθερίες και κοινωνικά δικαιώματα. Παρ’ όλα αυτά δεν αποδέχτηκε την συμπίεση και τους τελευταίους 12 μήνες έδειξε ότι δεν είχε αποσυρθεί από τους δρόμους. Αντίθετα στάθηκε με ευκολία πάλι να δώσει τη μάχη. Η τέταρτη κυβερνητική απόπειρα για εφαρμογή της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, μια κεντρική πολιτική μάχη για την κοινωνία και το οργανωμένο κίνημα, κατέληξε στην πράξη μια μεγάλη νίκη για το κίνημα και έδειξε ότι μπορεί ενιαία να σταθεί σθεναρά στα πόδια του και να φέρει ξανά στο προσκήνιο ταξικές νίκες. Μια δεύτερη σημαντική στιγμή μαζικής συμμετοχής ήταν η γενική απεργία της 9ης Νοέμβρη και το Πολυτεχνείο. Την ίδια στιγμή και προτού κλείσει το έτος, οι γραφειοκρατικές κινήσεις του συνδικαλισμού να προσπεράσει αμαχητί το νομοσχέδιο ιδιωτικοποιήσεων στο ΕΣΥ και τον ετήσιο προϋπολογισμό της κυβέρνησης μπορούσαν να βάλουν σε ταφόπλακα το κίνημα, όμως απέτυχαν. Τα Χριστούγεννα είχαν ξεκινήσει οι πρώτες κινητοποιήσεις καλλιτεχνών ενάντια στο ΠΔ85, οι οποίες όμως από τα τέλη Ιανουαρίου εξελίχθηκαν σε μια κινηματική χιονοστιβάδα. Οι καταλήψεις θεάτρων από σπουδαστές και εργαζόμενους στο χώρο της τέχνης ξεπερνούσε τις διστακτικές κινήσεις του ΣΕΗ και του ΠΟΘΑ, δημιουργώντας τους όρους να εμφανιστεί η μαζική αγανάκτηση ενάντια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Η δράση των καταλήψεων θεάτρων και σχολών από σπουδαστές αποτέλεσε πρωτοπόρα κίνηση για το κίνημα. Δημιουργήθηκε ένα ευρύ κύμα αλληλεγγύης στην κοινωνία ενώ επίσης, καθηγητές των Κρατικών Σχολών παραιτήθηκαν μαζικά ως κομβική μορφή πίεσης στην κυβέρνηση. Χαρακτηριστικό μαζικότητας στον αγώνα των καλλιτεχνών ήταν και η αυξανόμενη συμμετοχή στις συνελεύσεις των ΣΕΗ, ΠΟΘΑ, ΣΕΧΩΧΟ, πιέζοντας για κλιμάκωση του αγώνα με απεργίες. Οι ίδιες οι καταλήψεις δυσκολεύτηκαν να λειτουργήσουν ως κέντρα αγώνα που δεν κλείνονται στον εαυτό τους, και προσεγγίζουν το οργανωμένο κίνημα. Φυσικά, οργανώθηκαν συμβολικές δράσεις διαμαρτυρίας, συναυλίες αλληλεγγύης και εκδηλώσεις μέσα στα κατειλημμένα θέατρα. Κόσμος και αγωνιστές πλαισίωναν τις καταλήψεις καθημερινά. Οι αγωνιστές καλλιτέχνες καλούσαν για στήριξη σωματεία από τους χώρους της υγείας, της εκπαίδευσης κ.α., όμως πέρα από ψηφίσματα και επισκέψεις αντιπροσώπων το κίνημα δεν συνδεόταν αποφασιστικά. Ακόμα και στην απεργία ΔΟΕ – ΟΛΜΕ στις 15/2 ή στην κινητοποίηση των υγειονομικών στην Αθήνα (22/2) αναπαράγονταν τα κλαδικά αιτήματα χωρίς καμία προσπάθεια πολιτικής και οργανωτικής σύνδεσης με τον δίμηνο αγώνα των καλλιτεχνών και τις καταλήψεις τους. Την ίδια περίοδο πραγματοποιούνταν παράλληλες εργατικές απεργίες ανά κλάδο. Εδώ ακριβώς ήταν η ανάγκη ενοποίησης και αλληλοστήριξης των αγώνων, που η Αριστερά αποτύγχανε να διακρίνει τρόπους υπέρβασης και πολιτικής κλιμάκωσης.
Το κυβερνητικό έγκλημα των Τεμπών το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου στους ελληνικούς σιδηρόδρομους ήταν ένα ισχυρό σοκ για ολόκληρη την κοινωνία και την πολιτική ζωή. 57 συνάνθρωποί μας, πολλοί φοιτητές και παιδιά, έχασαν τη ζωή τους άδικα με αποκλειστικούς αυτουργούς την κυβέρνηση και το ιδιωτικό κεφάλαιο. Ο Μητσοτάκης και τα στελέχη του μπήκαν σε έναν αγώνα συγκάλυψης και καθημερινής χυδαίας κοροϊδίας του λαού για να βγουν αλώβητοι. Ο Μητσοτάκης έριξε την ευθύνη σε ανθρώπινο λάθος στοχοποιώντας τον σταθμάρχη Λάρισας, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σακελαροπούλου φωτογραφιζόταν με λουλούδια στα χαλάσματα ενόσω συνεχίζονταν οι προσπάθειες εύρεσης των θυμάτων, ο υπεύθυνος υπ.Μεταφορών παραιτήθηκε και ξανακατεβαίνει υποψήφιος της ΝΔ χωρίς πολιτική δίωξη μέχρι στιγμής, ο υπ.Ανάπτυξης Γεωργιάδης μιλάει για νεκρούς-θυσίες, ο υφυπ.Μεταφορών προπαγανδίζει ως τηλεδιοίκηση τον τοπικό πίνακα ελέγχου του σταθμού Λάρισας, ο νέος υπ.Μεταφορών Γεραπετρίτης κάνει σόου την πρώτη μέρα επανεκκίνησης της γραμμής Αθήνας-Θεσσαλονίκης μαζί με κομματικά στελέχη που δήλωναν επιβάτες. Τα παπαγαλάκια της δεξιάς χειραγωγούν με ψέματα την κοινή γνώμη στα δελτία ειδήσεων, ο σιδηρόδρομος μπαίνει σε λειτουργία με δεκάδες τεχνικά προβλήματα που διπλασιάζουν τους χρόνους των δρομολογίων, η δικαστική έρευνα κωλυσιεργεί και οι πολιτικοί και επιχειρηματικοί υπεύθυνοι δεν αγγίζονται, οι ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες διαχείρισης του δικτύου και των τρένων μένουν επίσης στο απυρόβλητο.
Έχουμε να κάνουμε με ένα εξωφρενικό σκάνδαλο ιδιωτικοποίησης και διάλυσης των σιδηροδρόμων και των κέντρων ελέγχου του δικτύου, που τα σωματεία των εργαζομένων είχαν βγάλει επανειλημμένα καταγγελίες για την επικινδυνότητα και την έλλειψη ασφάλειας για εργαζόμενους και επιβάτες. Όμως, μέχρι σήμερα κάθε απεργιακή κινητοποίηση τους, χάρη στο νόμο Χατζηδάκη, δικαζόταν ως παράνομη ώστε να συνεχίσει η κυβέρνηση και το κεφάλαιο να καταχρώνται και να βγάζουν κέρδος, οδηγώντας σε ένα ταξικό έγκλημα.
Δύο μέρες μετά το έγκλημα το κίνημα ξεσηκώνεται! Ήταν ήδη προγραμματισμένη κινητοποίηση των καλλιτεχνών των καταλήψεων στην Αθήνα, κι αυτή στάθηκε ικανή και πρόσφορη για το κίνημα να τη μετατρέψει σε διαδήλωση αντικυβερνητικής οργής απέναντι στο έγκλημα και ενάντια στην προσπάθεια συγκάλυψης που είχε ξεκινήσει. Την πρώτη Κυριακή (5/3) καλέστηκαν μικρές συγκεντρώσεις σε ολόκληρη τη χώρα πατώντας στην προϋπάρχουσα αγωνιστική καθημερινότητα. Οι πετσωμένοι και φιλοκυβερνητικοί δημοσιογράφοι στοχοποιήθηκαν με σαφήνεια και δημιουργήθηκε κλίμα οπισθοχώρησης στα δελτία ειδήσεων. Σε αυτή τη συνθήκη αυθόρμητες δράσεις ακολούθησαν από μαθητές μαζικά στα σχολεία της χώρας από χωριά μέχρι αστικά κέντρα που κλιμάκωσαν με αποχή από μαθήματα, καταλήψεις και κινητοποιήσεις. Πανό κρεμάστηκαν σε κάθε σχολείο και πανεπιστήμιο, οι φοιτητές επίσης προχώρησαν σε καταλήψεις δεκάδων σχολών. Η 8η Μάρτη, ως ημέρα αγώνα κατά της καταπίεσης των γυναικών, λειτούργησε επίσης βοηθητικά ώστε να βγουν απεργιακά καλέσματα και τελικά να στηθεί η μεγαλύτερη και μαζικότερη πανελλαδική πολιτική απεργία που γνώρισε η ΝΔ στην 4ετία της. 200 χιλιάδες διαδηλωτών πλημμυρίζουν 72 πόλεις με συνθήματα “Δολοφόνοι” και “Κάτω η κυβέρνηση”, δίνοντας σαφές μήνυμα ταξικής συγκρότησης και οριακής συνθήκης για την κυβέρνηση αλλά και στην γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ που ξεφτιλίστηκε για την εκκωφαντική απουσία της και αναγκάστηκε να προκηρύξει γενική 24ωρη απεργία για την επόμενη Πέμπτη (16/3). Για δεύτερη Κυριακή συνεχίστηκαν συγκεντρώσεις, ενώ η επόμενη γενική απεργία αποδείχτηκε επίσης μαζική και μεγάλης έκτασης. Μαζί με την αντιρατσιστική ημέρα και τις κινητοποιήσεις ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού, ο Μάρτης αποτέλεσε την πιο κομβική στιγμή ανασυγκρότησης του κινήματος!
Είναι ο κόσμος αγανακτισμένος μόνο; Ο κόσμος είχε ήδη αγανακτήσει πολύ καιρό τώρα. Πλέον δεν κρατιέται σπίτι του και αναζητεί τον τρόπο για να αλλάξει την εξαθλίωση που ζει ως ”κανονικότητα”. Το τσιτάτο “Μητσοτάκη γαμιέσαι” έχει προχωρήσει στο “κάτω η κυβέρνηση των δολοφόνων” και δεν είναι θυμικό, αλλά αποτελεί πολιτική θέση και δήλωση απέναντι στη Δεξιά. Το μαζικό “παρών” του κόσμου στις γενικές απεργίες, αλλά και σε κάθε λογής διαμαρτυρία, σημαίνει εκκωφαντικά ότι η αγανάκτηση, η οργή, ο θυμός μετατρέπονται σε δράση και σε αναζήτηση αντίστασης, πάλης και οράματος. Καθένας και καθεμία έχει να διαμαρτυρηθεί για ένα σύνολο ζητημάτων που η ακροδεξιά κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει φέρει στις πλάτες του λαού. Ήδη τις μέρες μετά το έγκλημα των Τεμπών, η κυβέρνηση δεν σταμάτησε να νομοθετεί για την ιδιωτικοποίηση του νερού!
Είναι «αυθόρμητη» και αδιαμεσολάβητη η κινητοποίηση του κόσμου; Ο κόσμος του κινήματος, τουλάχιστον μέσα στα τέσσερα χρόνια κυβέρνησης Μητσοτάκη, έχει δείξει με πολλαπλούς τρόπους και καθ’ όλη την περίοδο ότι είναι παρών στον αγώνα. Ενώ σε αρκετές περιπτώσεις παρατηρούμε την αγωνιστική διάθεση και συμμετοχή του κινήματος να διαψεύδει επίμονα τις απαισιόδοξες και διστακτικές προσεγγίσεις Αριστεράς και Αναρχίας. Ενδεικτικά, από τον αγώνα ενάντια στην κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου (07/2019), την Πρωτομαγιά του 2020 εν μέσω καραντίνας, τις διαδηλώσεις για τη δολοφονία του αφροαμερικανού Φλόυντ (06/2020), την ημέρα καταδίκης της ΧΑ ως εγκληματικής οργάνωσης στο Εφετείο Αθηνών (10/2020), το Πολυτεχνείο του 2020 υπό απαγόρευση διαδηλώσεων, τις διαδηλώσεις αλληλεγγύης στον απεργό πείνας Κουφοντίνα (02/2021), τη λαϊκή εξέγερση της Νέας Σμύρνης για την αστυνομική βία και την καραντίνα (03/2021), τις γενικές απεργίες για το νόμο Χατζηδάκη (06/2021), τις πυρκαγιές (08/2021), τον αγώνα των υγειονομικών σε αναστολή με πολλαπλές κινητοποιήσεις για ενάμιση χρόνο, την παρεμπόδιση εφαρμογής της Πανεπιστημιακή Αστυνομίας και στις 4 προσπάθειες της κυβέρνησης με οριστικό τέλος τον Σεπτέμβρη του 2022, τις κινητοποιήσεις κατά διαστήματα και ανά γειτονιές για τις γυναικοκτονίες, τους βιασμούς γυναικών και τους παιδοβιασμούς, τη γενική απεργία 9/11/2022, τις διαδηλώσεις για τις δολοφονίες των ρομά Σαμπάνη και Φραγκούλη ως τη στήριξη των καταλήψεων των τεχνών, τις κινητοποιήσεις και τις απεργίες για το έγκλημα των Τεμπών. Σε όλα τα παραπάνω, αποδείχτηκε ότι η εργατική τάξη έχει πολύ καύσιμο ακόμα, και σε καμία περίπτωση οι προσπάθειες καταστολής και τρομοκράτησης από το κράτος δεν έκαμψαν το φρόνημα του αγωνιζόμενου κόσμου. Δεν υπάρχει μια αφηρημένη κατάσταση θυμικού που ανεβοκατεβαίνει αναλόγως τις συνθήκες. Προφανώς, κάθε νομοσχέδιο, αυθαιρεσία ή έγκλημα που στάθηκε αφορμή είχε διαφορετική έκβαση, παρ’ όλα αυτά βασικός παράγοντας για να σταθεί ξανά το κίνημα μαζικά στον δρόμο αποτελούσε η οργάνωση και πολιτική υποστήριξη και προετοιμασία από το οργανωμένο κίνημα. Οι ίδιες οι καταλήψεις των τεχνών αποτέλεσαν όρο συγκρότησης του ευρύτερου κινήματος και το είδαμε στην πράξη πώς μια ημέρα μετά τη δολοφονία των Τεμπών, η ίδια η κινητοποίηση των καλλιτεχνών στάθηκε αφορμή για να κατέβει μαζικά το κίνημα στο δρόμο. Αντίστοιχα, η 8η Μάρτη ως “έτοιμη” ταξική ημέρα φεμινιστικού αγώνα στάθηκε ορόσημο για την πρώτη γενική απεργία διαμαρτυρίας ενάντια στο κυβερνητικό έγκλημα και τη συγκάλυψη.
Ο συγκερασμός των αγώνων και των αιτημάτων έφεραν στο προσκήνιο μια μαζική πολιτική απεργία απέναντι στην κυβέρνηση! Τον τελευταίο χρόνο παρατηρούμε τη συντριβή της ΝΔ σε κομβικά συνδικαλιστικά και φοιτητικά όργανα και με μια πολιτικο-οργανωτική κατοχύρωση της αντικυβερνητικής αυτής τάσης. Είναι χαρακτηριστικό πως στα πανεπιστήμια η ΔΑΠ χάνει για πρώτη(!) φορά από την ΠΚΣ μετά από δεκαετίες, αφετέρου στο ΔΣ της ΓΣΕΕ η ΔΑΚΕ χάνει 4 έδρες από ΠΑΣΚΕ και ΔΑΣ.
Είναι σε ύφεση το κίνημα μετά τη δεύτερη 24ωρη απεργία; Είναι αλήθεια ότι το κίνημα δεν είναι ούτε γκάλοπ ούτε μαθηματικό γράφημα, γιατί βασίζεται σε ζωντανές πολιτικές διαδικασίες και αιτήματα. Κι αυτό ακριβώς είναι το κριτήριο όχι απλώς για να παραμείνει στο δρόμο με διάρκεια αλλά και για να οργανωθεί ο κόσμος και να δράσει συντεταγμένα. Είναι αλήθεια ότι η καταστολή εκείνων των ημερών, αν και σφοδρή, δεν ήταν τέτοιας έκτασης ώστε να τρομάξει τον κόσμο, ούτε αντίθετα έγινε αποδεκτό κάποιο αίτημα. Είναι επίσης αλήθεια ότι μετά την απεργία της 16ης Μάρτη δεν είχε δρομολογηθεί από την οργανωμένη Αριστερά ο κινηματικός βηματισμός ή ένας επόμενος σταθμός. Το κυριότερο, όμως, κατά τη γνώμη μας, που φαίνεται ως η μεγαλύτερη αλήθεια είναι ότι μετά το έγκλημα των Τεμπών, το κίνημα διαδήλωνε και δρούσε συμπυκνώνοντας ένα σύνολο αιτημάτων που κορυφώνονται στην ανατροπή της κυβέρνησης και των συνθηκών ζωής που έχει επιβάλει και άρα το αίτημα γίνεται ερώτημα για το ποιος, πώς και πότε θα φέρει την αλλαγή, ποια εξουσία και ποια κοινωνία θα διαδεχτεί το σήμερα.
Ο πήχης των αιτημάτων, λοιπόν, έχει φτάσει τόσο ψηλά, ώστε να κάνει πρόδηλη την αδυναμία ή έλλειψη προετοιμασίας της Αριστεράς να μπει μπροστά. Ο κόσμος του κινήματος παραμένει ένθερμος, διατεθειμένος να μην υποχωρήσει και αναζητά την κλιμάκωση κόντρα στον κατευνασμό που επέλεξε ο κοινοβουλευτικός ρεφορμισμός. Η ηγεσία της ΓΣΕΕ είχε ήδη αποδείξει με τον πλέον ξετσίπωτο τρόπο ως αδίστακτη γραφειοκρατία ότι δεν λυγίζει από την αγανάκτηση του κόσμου δηλώνοντας ρητά ότι δεν θα παίξει ρόλο αντιπολίτευσης και επέλεξε αντί για απεργία να προχωρήσει, σαν σε παράλληλο σύμπαν, στο συνέδριό της στο Καβούρι. Η ίδια η 8η Μάρτη των εκατοντάδων χιλιάδων απεργών-διαδηλωτών σε 72 πόλεις οδήγησε την ΓΣΕΕ να προκηρύξει την 24ωρη μια βδομάδα μετά. Οι δυνάμεις των ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, σε στάση αποκλιμάκωσης, ούτε που δοκίμασαν να παλέψουν για επέκταση σε 48ωρη ή για επόμενη 24ώρη απεργία. Η σύσκεψη συνδικάτων, που ελέγχονται από το ΠΑΜΕ και πραγματοποιήθηκε στις 22/3 στο Σπόρτινγκ δεν κατέθεσε κανένα αγωνιστικό σχέδιο, αντίθετα έδωσε σάλπισμα αποκλιμάκωσης στην κυβέρνηση, η οποία ένιωσε ασφαλής να προκηρύξει λίγες ημέρες αργότερα τις βουλευτικές εκλογές. Από την μεριά της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, οι πρωτοβουλίες πρωτοβάθμιων σωματείων για στήσιμο ανεξάρτητης πολιτικής διαδήλωσης, δυστυχώς δεν δοκίμασαν να εκμεταλλευτούν την ορμή του κινήματος, αδυνατώντας να καλέσουν έστω σε μια απογευματινή πολιτική συγκέντρωση μετά την απεργία της 16ης Μαρτίου.
Τι άλλο μπορούσε να δοκιμαστεί; Οι σπουδαστές των τεχνών έβαλαν λουκέτο σε πέντε κρατικά θέατρα και σε σχολές λειτουργώντας ως το πιο προωθημένο πολιτικά κομμάτι τη εργατικής τάξης. Την ίδια στιγμή κανένα σωματείο δεν δοκίμασε να προχωρήσει σε απεργιακές φρουρές ή και συμβολικές καταλήψεις εργασιακών χώρων. Ο αναγκαίος ενιαίος απεργιακός συντονισμός έγινε πραγματικότητα μόνο μετά τη δολοφονία 57 πολιτών, αποδεικνύοντας ότι τα συνδικαλιστικά αιτήματα καταλήγουν στενά όταν τα σωματεία δεν επιδιώκουν διεύρυνση και κοινή δράση. Την στιγμή που ο κόσμος κατέβαινε μαζικά στο δρόμο με σαφές αντικυβερνητικά χαρακτηριστικά, η τακτική οργανώσεων και κομμάτων εγκλωβίστηκε σε κλαδικές διεκδικήσεις αντί της ξεκάθαρης ρήξης και ήττας της κυβέρνησης, καταλήγοντας σε υποχώρηση μπροστά στις επικαιροποιημένες ανάγκες και το προχώρημα του κινήματος. Οι πολιτικές οργανώσεις της Αριστεράς οφείλουν να προτείνουν–προβάλλουν στο κίνημα έναν ενιαίο πολιτικό αγώνα με ενιαία «κεντρικά» αιτήματα. Η πτώση της κυβέρνησης της ΝΔ μπορεί να αποτελέσει την κοινή κοίτη αγώνων, το μίνιμουμ σύνθημα για κάθε κινητοποίηση. Μέσα από αυτή την ενότητα πάλης μπορεί να διαμορφωθεί ένας κοινός τόπος για τις δυνάμεις της εργασίας να χαράξουν μια διαφορετική πολιτική κόντρα στο πολιτικό προσωπικό του αστισμού.
Είναι πρωτοφανής συνθήκη για το κίνημα; Όχι, φυσικά! Αυτές οι μέρες προσομοιάζουν (χωρίς να φτάνουν την τότε κλιμάκωση) την περίοδο 2010-2011 ενάντια στα μνημόνια και την πολιτική λιτότητας και φτωχοποίησης. Όταν, δηλαδή, το εργατικό κίνημα διαδήλωνε καθημερινά στις πλατείες, προχωρούσε σε 48ωρες γενικές απεργίες, με τη Χαλυβουργία να δοκιμάζει 9μηνη απεργία διαρκείας και με τις συζητήσεις στον δρόμο και στις λαϊκές συνελεύσεις να σηματοδοτούν την πλήρη πολιτική απονομιμοποίηση των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ-ΝΔ και την αναζήτηση εναλλακτικού δρόμου από τα κάτω.
Το κρίσιμο της τότε συνθήκης ήταν πέραν της βαθιάς ύφεσης, κυρίως η πολιτική κρίση από τα πάνω και τα αδιέξοδα διακυβέρνησης από τα αστικά κόμματα. Τότε, η αδυναμία της Αριστεράς και της Αναρχίας να δοκιμάσει να μιλήσει για πολιτική εξουσία και εξέγερση εκμεταλλευόμενη τις αδυναμίες του συστήματος οδήγησε, τελικά, λίγα χρόνια αργότερα στην εκπροσώπηση του κινήματος μέσω της κοινοβουλευτικής ανάθεσης και τον ΣΥΡΙΖΑ του 2015. Δεκατρία χρόνια μετά τις “πλατείες”, οι συνθήκες δεν είναι ταυτόσημες όμως μπορούν να εξελιχθούν στον ίδιο βαθμό. Οι οργανώσεις της Αριστεράς και της Αναρχίας έχουν καθήκον να περιγράψουν πότε είναι η στιγμή για την “εφόρμηση της γενιάς μας”, ποιος θα παλέψει και θα οργανώσει την πρόταση ανατροπής της αστικής εξουσίας στην Ελλάδα.
Είμαστε οι μόνοι που αντιστεκόμαστε; Τις ίδιες μέρες παρατηρούμε αντίστοιχα μαζικές απεργίες σε Γαλλία, Αγγλία και Γερμανία, η λαϊκή οργή οργανώνεται και γίνεται ανάχωμα απέναντι στην εξουσία. Τρία κράτη – πυλώνες του καπιταλισμού γίνονται κέντρα αντίστασης της εργατικής τάξης. Οι παράλληλες κινηματικές διαδικασίες στη χώρα μας και σε εκείνες τροφοδοτούν μια αίσθηση αλληλεγγύης και ιστορικού καθήκοντος. Αυτό αποτελεί επίσης ένα επιπλέον κράτημα και έμπνευση για κλιμάκωση των εδώ αγώνων. Οι διάφορες διαμαρτυρίες αλληλεγγύης προς τον γαλλικό λαό, που καλέστηκαν από κόμματα της Αριστεράς, φάνηκαν άνευρες και περισσότερο εσω-κινηματικές/κομματικές παρά έδωσαν έδαφος στον κόσμο να συμπορευτεί και να διαδηλώσει. Τα φλεγόμενα προάστια, οι απεργιακές φρουρές και η διάρκεια του αγώνα με ανυποχώρητα αιτήματα είναι εργαλεία που αξίζει και επιβάλλεται να τα βάλουμε σε εφαρμογή κι εμείς.
Ποια μπορεί να είναι η επόμενη μέρα; Βλέπουμε τη Δεξιά του Μητσοτάκη να πνίγεται από τα σκάνδαλα της, να τρίζει από τη λαϊκή απονομιμοποίηση και να πασχίζει με νύχια και με δόντια για το πώς θα διασωθεί στις επικείμενες εκλογές. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η πτώση της κυβέρνησης της ΝΔ θα φέρει μια νέα περίοδο πολιτικής αστάθειας για την εγχώρια αστική τάξη. Με το κίνημα στο δρόμο και τη διατήρηση των όρων για ταξική αντεπίθεση μπορούμε να πούμε ότι έχουμε μια ελάχιστη βάση για να οργανώσουμε την αντιστροφή των συσχετισμών. Οι μάχες του πρόσφατου παρελθόντος είναι τόσο ισχυρές που έχουν αλλάξει την όλη συζήτηση μέσα στο κίνημα. Είναι η ώρα να μιλήσουμε για αντικαπιταλιστική-αριστερή πρόταση εξουσίας και πώς υλοποιείται. Μπορούμε να τη χτίσουμε, και είναι η μοναδική ρεαλιστική διέξοδος για να τελειώνουμε με τον καπιταλισμό και να επαναφέρουμε τις συνθήκες για διεθνή επαναστατική διαδικασία, που θα είναι μόνο η αρχή για μια άλλη κοινωνία, αυτή που ονειρευόμαστε οι εργάτες όλου του κόσμου!