Η εθνική «ταπείνωση» της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922 ως εφαλτήριο για νέες εξορμήσεις του ελληνικού καπιταλισμού
του Αλέξανδρου Γανδή
Η Μεγάλη Ιδέα δεν ήταν μια «φυτευτή» από τις Μεγάλες Δυνάμεις στρατηγική, ούτε μια τυχοδιωκτική κίνηση του ελληνικού κεφαλαίου. Το 19ο αιώνα έχουμε τη διάλυση των παλιών αυτοκρατοριών και την εμφάνιση νέων δυνάμεων που βασισμένες στην καπιταλιστική ανάπτυξη, διεκδικούσαν να ηγηθούν στην ανοικοδόμηση της Νέας Τάξης. Η Αγγλική και Ρώσικη Αυτοκρατορία προσπάθησαν να χαλιναγωγήσουν τα εσωτερικά δημοκρατικά κινήματα ώστε να μη γίνει «ομαλά» η μετάβαση της εξουσίας από τους ευγενείς στους αστούς. Η Γαλλική Αυτοκρατορία έκανε πολλαπλές αντεπαναστάσεις ώστε να μη διαλυθεί ο κυριαρχικός κρατικός ιστός που συνέδεε το κέντρο με τις αποικίες. Όμως η Ισπανική, η Πορτογαλική και η Αυστρουγγρική αργά ή γρήγορα παρέδωσαν τη σκυτάλη των παγκόσμιων αποικιών τους στην Αμερική, στη Γερμανία, την Ιταλία και σε όσες άλλες μπόρεσαν να μεταλλαχτούν ομαλά.
Στα Βαλκάνια η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ο «μεγάλος ασθενής». Η ελληνική αστική τάξη μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους διεκδίκησε να παίξει το ρόλο του κληρονόμου της Βαλκανικής «περιουσίας». Μέχρι την καταστροφή της Σμύρνης το 1922, η ελληνική επικράτεια επεκτεινόταν συνεχώς πότε εις βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και πότε συντρίβοντας τους Σέρβους και Βούλγαρους διεκδικητές. Ο ενταφιασμός της «Μεγάλης Ιδέας» δεν σημαίνει συντριβή του ελληνικού κεφαλαίου αλλά επαναπροσδιορισμό της στρατηγικής του. Έχοντας χάσει την ευκαιρία να ανελιχθεί στην «πρώτη κατηγορία» δεν σημαίνει πως εγκαταλείπει τις βλέψεις του να εξελιχθεί σε περιφερειακή δύναμη. Οι επεκτατικές τάσεις του συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση και σε συνδυασμό με το αίσθημα «εθνικής ταπείνωσης» για τη Μικρασιατική Καταστροφή δημιουργούν ένα εθνικιστικό, στρατιωτικό, χριστιανικό αντικομμουνιστικό καθεστώς που δοκιμάζει να επιβληθεί «με άλλα μέσα».
Το ελληνικό κεφάλαιο διατήρησε μια ανεκτική στάση στα φασιστικά καθεστώτα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και κατάφερε από τη μία να βρεθεί στο μπλοκ των «νικητών» κερδίζοντας τα Δωδεκάνησα μετά το τέλος του πολέμου, αλλά ταυτόχρονα οι Ναζί να σέβονται τις τραπεζικές θυρίδες των καπιταλιστών (εκτός των Εβραίων) κατά τη διάρκεια της Κατοχής, γεγονός πρωτοφανές στα πολεμικά χρονικά.
Η Ένωση με την Κύπρο αποτελεί τον στόχο για τις επόμενες τρεις δεκαετίες για τον ελληνικό καπιταλισμό. Αφού δημιούργησε το μοναδικό μονοθρησκευτικό και μονοεθνικό κράτος των Βαλκανίων, επιδιώκει τον εξοστρακισμό των Τουρκοκύπριων και τη δημιουργία ενός ελληνικού άξονα από την Αδριατική ως τα παράλια της Συρίας. Η αδυναμία να μετατρέψει τους ελληνοκύπριους σαν άλλη μια «ελληνική φυλή» (όπως οι Πόντιοι κλπ) δεν σημαίνει πως δεν κερδίζεται ο βασικός στόχος: ο βασικός ανταγωνιστής του, η Τουρκία μένει μετά το 1974 απλά με ένα κομμάτι γης έχοντας πεταχτεί οι τουρκοκύπριοι είτε από τη διοίκηση του (ελληνο)κυπριακού κράτους, είτε ως ξεχωριστή κρατική οντότητα έχοντας μηδενική διεθνή αναγνώριση. Αλλά για τις εξορμήσεις του ελληνικού καπιταλισμού στη Μεταπολεμική περίοδο και το Κυπριακό θα αναφερθούμε σε ξεχωριστό κείμενο.
Αν ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με όπλα, η πολιτική είναι πολεμική εκστρατεία χωρίς αιματοχυσίες. Η πτώση της Χούντας το 1974 και η ενσωμάτωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η μετατροπή του ελληνικού καπιταλισμού ως «μέτοχου» σε μια τεράστια πολυεθνική πολιτική και οικονομική δύναμη. Η «πολυδιάστατη» οικονομική πολιτική των ελλήνων καπιταλιστών για άλλη μια φορά μετά από 250 χρόνια μπορεί να εξυπηρετηθεί καλύτερα μέσα από τη συντήρηση της υπάρχουσας «τάξης». Οι μπίζνες εκτείνονται από την Αμερική και την Αφρική ως τις «σοσιαλιστικές» και αραβικές χώρες. Η κατάρρευση των καθεστώτων στη δεκαετία του `90 δημιούργησε ένα νέο κύκλο ευκαιριών: Στα Βαλκάνια παίζει κεντρικό ρόλο στην ανοικοδόμηση των νέων καθεστώτων σε Αλβανία και στα κράτη που κληρονομούν τη Γιουγκοσλαβία. Όμως η κρίση αλλάζει ξανά το τοπίο.
Δεκατρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης και με διαλυτικούς υφεσιακούς κύκλους να προκαλούν σεισμούς σε ολόκληρο τον πλανήτη το ελληνικό κεφάλαιο προσπαθεί να αναγνωρίσει τις καλύτερες ευκαιρίες. Διαπραγματεύτηκε μια πιθανή κατάρρευση της ΕΕ πριν από δέκα χρόνια και ψηλάφισε νέες προτάσεις. Όμως η προσωρινή σταθεροποίηση δεν δίνει περιθώριο ταλάντευσης: συστρατεύεται με τις σημερινές κυρίαρχες ομάδες και επιδιώκει μια νέα χάραξη του χάρτη όχι μόνο στα Βαλκάνια αλλά σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Η «σταθερότητα» που ευαγγελίζεται το ελληνικό κεφάλαιο είναι η κατοχύρωση του δικαιώματός της να καθορίζει τις ζωές της ελληνικής επικράτειας σε τρεις ηπείρους και οχτώ θάλασσες.