ΑΦΙΕΡΩΜΑ: 200 χρόνια ελληνικού κράτους – Η μαύρη βίβλος του ελληνικού καπιταλισμού
Ο μύθος της Ελλάδας – Ψωροκώσταινας. Το ελληνικό κεφάλαιο το 18ο αιώνα
του Αλέξανδρου Γανδή
Ένας βασικός πυλώνας της μυθολογικής εξιστόρησης του ελληνικού καπιταλισμού είναι για ένα «φτωχό-πλην-τίμιο» κράτος, που επέζησε κόντρα σε πολλαπλούς εχθρούς και πανίσχυρους «δαίμονες». Μέσα από αυτή την αφήγηση σφυρηλατείται ένα πλαίσιο εθνικής ενότητας όπου είτε η «τεμπελιά μας», είτε οι «αδελφοκτόνοι» πόλεμοι «μας» έχουν στερήσει μεγαλεία. Ακόμα και στην αριστερά δαιμονοποιείται η αστική τάξη όχι ως κυρίαρχη τάξη αλλά ως μια δράκα παράσιτων και λαμογιών που εμποδίζουν την ανάπτυξη και την ευημερία «του τόπου». Αυτή η αφήγηση το μόνο που εξυπηρετεί είναι να αναζητεί άλλους εχθρούς (τις ΗΠΑ, τους οπορτουνιστές κλπ) και να σπρώχνει το ταξικό κίνημα να αναζητεί μια «τίμια και δημοκρατική αστική τάξη» ώστε να ολοκληρωθεί ένας δημοκρατικός μετασχηματισμός της ελληνικής πολιτείας.
Σε αυτή τη σύντομη αρθρογραφία θα προσπαθήσουμε να καταρρίψουμε αυτές τις θέσεις και να παρουσιάσουμε ένα μικρό μόνο μέρος της δυναμικής του ελληνικού αστισμού.
Οι έλληνες αστοί πριν το 1821 και το πρώτο ελληνικό κράτος
Το ελληνικό κράτος είναι από τα παλαιότερα της Ευρώπης και συνολικά της υφηλίου. Ιδρύθηκε το 1830 ενώ, ενδεικτικά, η Ιταλία το 1861, η Γερμανία το 1870, η Βουλγαρία το 1878 και η Νορβηγία το 1905, ενώ πολλά κράτη δημιουργήθηκαν λίγο πριν ή μετά τον 1ο ΠΠ (Γιουγκοσλαβία, Φιλανδία, Πολωνία, Ιρλανδία, Αλβανία κλπ). Η επανάσταση του 1821 έρχεται ως δεύτερο κύμα των δημοκρατικών εξεγέρσεων της Γαλλίας και της Αμερικής. Το πόσο κοντά ήταν με το δημοκρατικό κίνημα του Διαφωτισμού θα το εξετάσουμε σε ξεχωριστή ενότητα. Αυτό που σημειώνουμε εδώ, πάντως, ήταν η ύπαρξη μιας πολυπληθούς ανάπτυξης της αστικής τάξης γύρω από την ελληνική γλώσσα σε κάθε μεριά του πλανήτη.
Μέσα από την ανάπτυξη της αστικής ιδεολογίας περί έθνους, μια σειρά αστών αυτοαναγνωρίζονται ως «Έλληνες». Αν το κομμάτι των διανοουμένων προσπαθεί να οργανώσει δημοκρατικές ιδεολογίες και οράματα (όπως η Φιλική Εταιρεία και ο Ρήγας Φεραίος) οι έλληνες αστοί έχουν σημαντικές διασυνδέσεις με κάθε υπάρχον καθεστώς. Από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Αυστροουγγαρία ως τη Ρώσικη Αυτοκρατορία, τη Μολδαβία και τα σκόρπια ιταλικά βασίλεια, έλληνες αστοί αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας. Η ίδρυση του ελληνικού κράτους έρχεται να αποτελέσει ένα κέντρο υποβοηθητικό για τις σημαντικές μπίζνες τους. Φυσικά, όταν ανακαλύψουν πως τα δημοκρατικά κινήματα έρχονται να ρίξουν τα καθεστώτα που κάνουν «δουλειές»
γρήγορα θα πάρουν το μέρος των «παλιών» αντιδραστικών καθεστώτων. Έτσι εξηγείται η αποκοπή της ελληνικής πολιτείας από κάθε δημοκρατική μεταρρύθμιση το 19ο αιώνα αλλά κι αυτό θα αποτελέσει ξεχωριστό πόνημα στο αφιέρωμά μας.
Η ελληνική αστική τάξη, λοιπόν, είναι από τις αρχαιότερες στον πλανήτη με πλήρη ταξική συνείδηση και υπεράσπιση των συμφερόντων της. Με αυτή τη στοχοπροσήλωση, το ελληνικό κράτος προχωρά σε μια ταχύρρυθμη οικονομική ανάπτυξη.
Η οικονομία του 19ου αιώνα
Όλες οι παραδοσιακές αφηγήσεις μιλάνε για μια κατσαπλιάδικη, κομπραδόρικη αστική τάξη που ήταν υποχείριο των Μεγάλων Δυνάμεων. Η πραγματικότητα λέει, όμως, πως η Ελλάδα όχι μόνο δεν ήταν κάποιου τύπου αποικία αλλά η οικονομική και γεωστρατηγική της ανάπτυξη έφτανε σε σημαντικά επίπεδα.
Στη γεωργία, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις επέβαλαν στις αποικίες την πολιτική της μονοκαλλιέργειας. Έτσι οι εξαρτημένες χώρες παρέμεναν δέσμιες στο ιμπεριαλιστικό σύστημα διανομής των προϊόντων τους και αυτό καθιστούσε δύσκολο τον απεγκλωβισμό τους. Η Αίγυπτος με το βαμβάκι και η Κούβα με τα ζαχαρότευτλα «έφτυσαν αίμα» να αλλάξουν τις καλλιέργειές τους και να αποφύγουν τον οικονομικό μαρασμό. Στην Ελλάδα αυτό δεν έγινε ποτέ. Παρ` όλο που υπήρξε ανά περιόδους μια ένταση παραγωγής είτε στη σταφίδα είτε στον καπνό, ποτέ δεν προέκυψε θέμα μονοκαλλιέργειας ενός προϊόντος στην ελληνική επικράτεια. Η δυνατότητα της αλλαγής της παραγωγής σε συνδυασμό με το ποικιλόμορφο γεωργικό περιβάλλον, έδινε τη δυνατότητα στους ακτήμονες να προσαρμόζουν την παραγωγή τους ανάλογα με την εκάστοτε κερδοφορία ή κλιματική αλλαγή.
Στη ναυτιλία όλοι αναγνωρίζουμε τη δυναμική του εφοπλιστικού κεφαλαίου. Πόσοι, όμως, αντιλαμβανόμαστε πως αυτή υπάρχει εδώ και αιώνες; Μετά το 1829 όπου «τακτοποιούνται» οι πειρατές που λυμαίνονταν το Αιγαίο και τη Μεσόγειο, αρχίζει και μεγαλώνει ραγδαία η δυναμική του εφοπλισμού. Το 1856 η δυναμική του ελληνικού εμπορικού στόλου φτάνει τα 4.000 πλοία συνολικής δυνατότητας 300.000 τόνων με 32.000 ναύτες προσωπικό1. Η κυριαρχία στη Μεσόγειο, στο Σίτυ του Λονδίνου, στη Μαύρη Θάλασσα και στο Δούναβη, μετατρέπουν την ελληνική ναυτιλία σε ένα πανίσχυρο «όπλο». Το 1873 ο στόλος έχει φτάσει πάνω από 6.000 πλοία εκ των οποίων τα 2.000 περίπου είναι υπερωκεάνια. Τα περισσότερα από αυτά ναυπηγήθηκαν στα πάνω από 31 ναυπηγεία που βρίσκονταν στην ελληνική επικράτεια.
Όμως το ελληνικό κεφάλαιο δεν δραστηριοποιούταν μόνο στη γεωργία και στη διανομή. Η βιομηχανία είχε δυναμική παρουσία σε όλο το 19ο αιώνα. Το 1885 αριθμούσε 850 εργοστάσια εκ των οποίων τα 150 ατμοκίνητα2. Το 1834 μετατρέπονται οι ανεμόμυλοι σε μηχανοκίνητους αλευρόμυλους. Το 1840 ο Φωτεινός πραγματοποιεί εφεύρεση στην υφαντουργία, όπου ανεβάζει την παραγωγικότητα πάνω από 40% σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές3. Στη Σύρο το ναυπηγείο μπορεί να παράξει λέβητες, μηχανές, ακόμα και πυροβόλα όπλα4. Τα μισά εργοστάσια βρίσκονταν στον Πειραιά και έπιαναν μια γκάμα από υφαντουργία ως αμαξοποιεία και χημική βιομηχανία.
Εκτός της βιομηχανικής παραγωγής υπήρχαν και πολλές μονάδες εξόρυξης ορυκτού πλούτου. Αν τα μεταλλεία του Λαυρίου, πιθανά, παραμένουν στη θύμηση, έχουν «ξεχαστεί» δεκάδες άλλα που εκτείνονταν σε κάθε μεριά της επικράτειας. Από τη Μήλο, τη Σέριφο και τη Σύρο ως τη Μυτιλήνη και την Εύβοια, θείο – μόλυβδος – λιγνίτης και δεκάδες άλλα ορυκτά εξορύχτηκαν για τις ανάγκες της οικονομικής ανάπτυξης. Ακόμα και σήμερα θεωρείται ότι δεν έχουμε εκμεταλλευτεί όλες τις φυσικές παραγωγικές δυνάμεις ενέργειας που πηγάζουν από το ελληνικό περιβάλλον.
Αντί επιλόγου, καμία «κλάψα» για τη «φουκαριάρα Ελλάδα»
Η δυναμική του ελληνικού κεφαλαίου γέννησε από το 1830 το Μεγαλοϊδεατισμό. Η Ελληνική αστική τάξη έφτασε το 1920 πριν λίγο πριν την αναβίωση του οράματος των «τριών ηπείρων και πέντε θαλασσών» και μέχρι σήμερα συνεχίζει να ζει ενός είδους «εθνικής ταπείνωση». Όχι μιας «ήττας» αλλά μιας ανολοκλήρωτης στρατηγικής επικράτησης. Παρ` όλες τις ανακατατάξεις στο διεθνή ανταγωνισμό και την κυριαρχία των ΗΠΑ εδώ και 70 χρόνια, ο Ελληνικός αστισμός πάντα θεωρεί τον εαυτό του ως κομμάτι της «1ης κατηγορίας». Αυτό το ιδεολογικό σύνδρομο και την συμπόρευση για την ολοκλήρωση του εθνικού πόθου, ερχόμαστε να πολεμήσουμε και να ξηλώσουμε μια για πάντα μαζί με το σύστημα που το αναπαράγει.
1 Ιωάννης Μελισσινός, «Ακτοπλοϊκόν ζήτημα», Αθήνα 1938
2 Ν. Βερναδάκης «Περί της Ελλάδας εμπόριον», Αθήνα 1885
3 Γ. Αναστασόπουλος, «Ιστορία της ελληνικής βιομηχανίας 1840 – 1940», Αθήνα 1947
4 Ό.π.