Στον ένα χρόνο διακυβέρνησής της, που συμπληρώνεται σε λίγες μέρες, η ακροδεξιά Νέα Δημοκρατία έχει εξαπολύσει σφοδρή επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους και τη νεολαία. Ειδικά το τελευταίο διάστημα με αφετηρία την περίοδο της καραντίνας λόγω της πανδημίας του Κορωνοϊού, η ακροδεξιά επίθεση της Νέας Δημοκρατίας συνδύαζε την αμφισβήτηση και υπονόμευση των εργασιακών δικαιωμάτων, την χειροτέρευση των συνθηκών εργασίας και ταυτόχρονα την προσπάθεια απονομιμοποίησης της παρουσίας του εργατικού κινήματος στο δρόμο.
Η συχνότητα ψήφισης αντεργατικών νομοσχεδίων, ΠΝΠ, ακόμα και τροπολογιών σε νομοσχέδια άλλων τομέων το τελευταίο διάστημα είναι αξιοσημείωτη. Οι καπιταλιστές προχωρούν σε άμεση και βίαια αντεργατική αναπροσαρμογή των εργασιακών συμβάσεων είτε με τη λογική «ας βάλουμε όλη πλάτη να ξεπεραστεί κι αυτή η κρίση» είτε με την επιθετικότητα του «αν θες, αλλιώς δρόμο! Υπάρχουν χιλιάδες που περιμένουν να πάρουν τη θέση σου».
Πιο συγκεκριμένα, το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο μεταξύ άλλων στόχευσε στην ολοκληρωτική υποβάθμιση του ρόλου και της χρησιμότητας του εκπαιδευτικού προσωπικού και προετοίμασε για μειώσεις των θέσεων εργασίας. Η διαδικτυακή «παράδοση» μαθημάτων αποτελεί ένα πανάθλιο συνδυασμό αντιδραστικών «αντι»μεταρρυθμίσεων. Δεν είναι μόνο η καθιέρωση του ηλεκτρονικού χαφιεδισμού, αλλά ανοίγει την πόρτα για απολύσεις στους εκπαιδευτικούς. Ένας καθηγητής θα μπορεί να «παραδίδει» σε 50 ή 100 μαθητές διαλύοντας την ποιότητα εκπαίδευσης και εντατικοποιώντας τους ρυθμούς εργασίας. Από την άλλη μεταφέρει κόστος & ποιότητα «μαθήματος» στους σπουδαστές/μαθητές μιας και εξαρτάται από την οικονομική τους δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε ίντερνετ – λάπτοπ – κάμερες, ενώ μένουν ευάλωτοι στα καπρίτσια του κάθε καθηγητή. Τα παραδείγματα αυθαιρεσίας στις εξετάσεις των σχολών στο τρέχον εξάμηνο είναι πολλά και αποτελούν μέρος μυθικών εμπειριών των σπουδαστών.
Στον τομέα της υγείας αντίστοιχα, η κυβέρνηση φυσικά αρκέστηκε στα επικοινωνιακά χειροκροτήματα. Στην πραγματικότητα αρνήθηκε κατηγορηματικά να ενισχύσει το Ε.Σ.Υ. και το ιατρικό προσωπικό αυξάνοντας τις θέσεις εργασίας όπως επίτασσε η ανάγκη και εντάσσοντας τους εργαζομένους στα βαρέα και ανθυγιεινά. Στις προσπάθειες των συνδικαλιστών για διάλογο παρέτασσε τα ΜΑΤ και τις νομοθετικές ρυθμίσεις απαγόρευσης να εκφέρουν γνώμη για την πανδημία στα ΜΜΕ.
Συνολικά στον ιδιωτικό τομέα έχουν απελευθερωθεί οι απολύσεις και σε συνδυασμό με τη δυνατότητα καθιέρωσης «μισού μισθού για 20ώρη εργασία» έχουν εκτινάξει την νόμιμη αλλά την «μαύρη» ανεργία στα ύψη. Αλλά κι αυτοί που δουλεύουν αντιμετωπίζουν εργασιακές συνθήκες γαλέρας. Η διεύρυνση της «εργασίας από το σπίτι» έχει αποθρασύνει το κεφάλαιο. Ζητάνε από τους εργαζόμενους υψηλότερα στάνταρ αποδοτικότητας με το επιχείρημα πως «είναι στις ανέσεις του σπιτιού τους». Ακόμα και αν προμηθεύουν εταιρικά λάπτοπ (που δεν ισχύει παντού και τα χρεώνονται οι εργαζόμενοι) διαλύεται κάθε έννοια οικιακής γαλήνης. Το σπίτι παύει να είναι χώρος προσωπικής ανασυγκρότησης, αλλά πηγή έντασης. Με παιδιά ή συγκάτοικους, με υψηλές θερμοκρασίες ή θορύβους γειτονιάς, πρέπει να αποδώσεις ακόμα πιο αποτελεσματικά απ` ότι σε ένα ρυθμισμένο για εργασία χώρο.Η ρύθμιση εισόδου λίγων ατόμων στα καταστήματα λιανικής, έχει σπρώξει σε εκατοντάδες απολύσεις. Ένα μικρό μαγαζί που είχε 2-3 υπαλλήλους (πχ οπτικά, ρούχα, φαρμακείο, βιβλιοπωλείο, καφέ) πρέπει να απολύσει τουλάχιστον 1-2 αλλιώς δεν θα μπορεί να δέχεται πελάτες!. Από την ώρα που μπαίνουν μέχρι 4 άτομα σε χώρο 20-25 τμ, ή θα υπάρχει προσωπικό ή πελάτες. Έτσι πλέον μικρά μαγαζιά δουλεύουν με ένα ή δύο υπαλλήλους, μεγαλώνοντας την ανεργία αλλά και εντατικοποιώντας το ρυθμό δουλειάς στο υπάρχον προσωπικό.
Φυσικά, η υποχρεωτική «αργία» λόγω κορονοϊού, αποτελεί ένα διπλό χτύπημα σε πολλούς εργαζόμενους. Ένα μέρος παρακρατείται από την καλοκαιρινή άδεια λες και η καραντίνα και η υποχρεωτική διαμονή στο σπίτι είναι διακοπές! Αλλά και σε συγκεκριμένους χώρους αυτό χρησιμοποιήθηκε για μαύρη εργασία από την εργοδοσία. Πολλά φροντιστήρια τυπικά «έκλειναν» και έπαιρναν το «800άρι» της ενίσχυσης. Για να μην βρεθούν σε δύσκολη θέση απέναντι στους μαθητές και αναγκαστούν να επιστρέψουν δίδακτρα, καθιέρωσαν «μαύρη», διαδικτυακή παράδοση μαθημάτων. Οι καθηγητές που είχαν δηλωθεί υποχρεωτικά άνεργοι και έπαιρναν κι αυτοί επίδομα, εξαναγκάζονταν να δουλέψουν τσάμπα με το επιχείρημα πως «έχουν πάρει το μισθό τους από το κράτος»!
Στην εστίαση οι συνθήκες ήταν πάντα άθλιες αλλά πλέον έχει αρχίσει να χάνεται το μέτρο αθλιότητας των εργασιακών συνθηκών. Τα 12ωρα με 2€ την ώρα, χωρίς ασφάλιση, με κυλιόμενες βάρδιες, χωρίς υπερωρίες – νυχτερινά – Κυριακάτικα επιδόματα, αποτελούν την «κανονικότητα» της φέρνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη ως «ενίσχυση των πληττόμενων από την πανδημία επιχειρήσεων στο χώρο της εστίασης». Μετά τη δωρεάν παραχώρηση κάθε πλατείας, πεζοδρόμιου, παραλίας και πάρκου, δημιουργούν συνθήκες εργοδοτικού τσαμπουκά άνευ προηγουμένου.
Ταυτόχρονα με αφετηρία το διάστημα της καραντίνας και της απαγόρευσης της κυκλοφορίας, η Νέα Δημοκρατία επιχείρησε να αμφισβητήσει ύπουλα το δικαίωμα τον οργανώσεων και μεμονωμένων αγωνιστών στη διαδήλωση, τη συγκέντρωση, ακόμα και την παρέμβαση σε γειτονιές. Ήταν μια πρώτη προσπάθεια που απαντήθηκε από τις οργανώσεις της επαναστατικής αριστεράς, οι οποίες κατάφεραν να διατηρήσουν σε πρώτη φάση σημαντικό μέρος των δυνάμεων στο δρόμο και να κρατήσουν όρθια την 1η Μάη. Βρισκόμαστε πλέον στις αρχές Ιουλίου και η ακροδεξιά κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη, εντείνοντας την επιθετική πολιτική αφοπλισμού του εργατικού κινήματος, επιχειρώντας να εφαρμόσει με τη βούλα του νόμου τον περιορισμό ή ακόμη και την απαγόρευση του βασικότερου εργαλείου και μέσου πάλης των οργανώσεων του κινήματος.
Σε αυτή την σφοδρή αστική επιθετικότητα, το εργατικό κίνημα πρέπει να σταθεί όρθιο και αποφασισμένο να απαντήσει με κάθε κόστος βραχυπρόθεσμα και να προετοιμαστεί μακροπρόθεσμα. Το προηγούμενο διάστημα οι απαντήσεις στα αντεργατικά νομοσχέδια ήταν πολυπληθείς και αρκετά μαζικές. Παρ’ όλα αυτά η στρατηγική μάχης των οργανώσεων απέναντι στο αστικό μπλοκ και την ακροδεξιά επίθεση πρέπει να αναθεωρηθεί. Η αντίσταση κόντρα στις πολιτικές λιτότητας, φτώχιας και ανεργίας που εφαρμόζει και θα συνεχίζει να εφαρμόζει η Νέα Δημοκρατία, δεν αποτελεί κλαδική ή συντεχνιακή υπόθεση.
Η σύνταξη ενός αντικαπιταλιστικού πολιτικού μπλοκ είναι η μόνη προοπτική που μπορεί να ξαναδώσει ελπίδα στο εργατικό κίνημα πέρα από τις στρατηγικές της κοινοβουλευτικής ανάθεσης.