Τελικά κάπου καταλήγει η ιστορία του περίφημου Μπρέξιτ καθώς τρία χρόνια μετά το δημοψήφισμα, μία πτώση πρωθυπουργού και αλλεπάλληλες κοινοβουλευτικές αποτυχίες και ανατροπές, οι πρόωρες εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου φαίνεται να δίνουν ένα φως στο τούνελ.
Φως στο τούνελ όχι φωτεινότερο από αυτό ενός κεριού, καθώς μόνον φήμες υπάρχουν ότι ο Μπόρις Τζόνσον εγκαταλείπει το σενάριο της άτακτης εξόδου και υιοθετεί την έγκριση της συμφωνίας του με την ΕΕ. Μια συμφωνία που από μόνη της δεν είναι εύκολη, καθώς θα χρειαστεί να τροποποιηθούν χιλιάδες κανόνες που διέπουν τις σχέσεις εντός της Ε.Ε. Και αν οι κανόνες αυτοί είναι ένας γραφειοκρατικός μπελάς, τους πολιτικούς μπελάδες που έχουν ανοίξει δε μπορούν να τους λύσουν οι επιτροπές των ειδικών.
Στη Σκωτία ήδη έχει ανοίξει ξανά το θέμα της ανεξαρτησίας μετά το δημοψήφισμα του 2014 όταν το 55% είχε ταχθεί κατά. Σήμερα όμως με όσα συμβαίνουν στην αναμπουμπούλα των ανταγωνισμών, των αδιεξόδων και των συνεχών ανατροπών, τα σχέδια για εθνική διάσωση και περιχαράκωση είναι η θάλασσα που κολυμπά ο εθνικισμός. Η πρωθυπουργός της Σκωτίας ήδη ζητάει δημοψήφισμα πριν τα Χριστούγεννα. Το Λονδίνο πρέπει να δώσει την άδεια – που δεν πρόκειται – αλλά είναι ενδεικτικό γεγονός των ανατροπών. Από την άλλη, το θέμα της τελωνειακής σύνδεσης της κατεχόμενης Βορείου Ιρλανδίας και της Ιρλανδίας, είναι ένα αγκάθι στα δεξιά των Συντηρητικών καθώς ανοίγει προοπτική ένωσης της κατεχόμενης Ιρλανδίας με την Ιρλανδία, κάτι που οι ακροδεξιοί του DUP δεν πρόκειται να δεχθούν, όπως και ένα μεγάλο κομμάτι του βαθέως κράτους της βασίλισσας.
Το μεγάλο κεφάλαιο της Βρετανίας φαίνεται να διστάζει μπροστά στο ντόμινο εξελίξεων που θα φέρει το μπρέξιτ, ιδιαίτερα αν αυτό είναι «άτακτο». Μπορεί η Ε.Ε. να μη δείχνει σημάδια οικονομικής ανάπτυξης και βημάτων αποφυγής της επερχόμενης κάμψης, αλλά σίγουρα αυτά τα νερά δεν είναι αχαρτογράφητα, όπως η αναζήτηση νέων στενότερων οικονομικών σχέσεων με τις ΗΠΑ. Ο Τραμπ κάνει τα γλυκά μάτια στον Τζόνσον και του υπόσχεται συνεργασίες και σταθερότητα, αλλά το δόγμα «η Αμερική πρώτα» δεν είναι δόγμα του Τραμπ μόνο, αλλά μεγάλου τμήματος της αμερικάνικης αστικής τάξης. Ένα τέτοιο ποντάρισμα δεν είναι σίγουρο ότι σε κάνει προνομιακό σύμμαχο των ΗΠΑ, και αυτό μπορούν να το βεβαιώνουν ο Καναδάς και η Αυστραλία που έπεσαν πρόσφατα ‘θύματα’ των νέων δασμών. Και οι Άγγλοι διπλωμάτες μπορούν να θυμηθούν πόσο εύκολα τους άδειασαν οι Αμερικάνοι φίλοι τους στο παρελθόν, όπως στην κρίση του Σουέζ το 1956.
Μια αλλαγή των κανόνων διακίνησης του κεφαλαίου και των εμπορευμάτων στην Ευρώπη των 27, μπορεί να φέρει σε δυσχερή θέση το αγγλικό κεφάλαιο και οι ανταγωνιστές στην άλλη πλευρά της Μάγχης δε θα διστάσουν να οξύνουν τους ανταγωνισμούς. Όσο η πίτα μικραίνει κάθε κομμάτι μετρά περισσότερο, ευκαιρία να αρπάξουν μεγαλύτερο μερίδιο από τα νύχια του αγγλικού λέοντα.
Όλα αυτά έχουν δημιουργήσει κρίση στο βρετανικό πολιτικό σύστημα, πρωτοφανή για το γηραιότερο αστικό καθεστώς του κόσμου και το πιο καλοδουλεμένο πολιτικό σύστημα. Τμήμα των Συντηρητικών είναι υπέρ του άτακτου μπρέξιτ ενώ η πλειοψηφία θέλει διαπραγμάτευση με την ΕΕ για μια πιο επωφελή σχέση είτε εντός, όπως συμβαίνει μέχρι τώρα, είτε μέσα από «βελούδινη» αποχώρηση. Παρόμοιες αντιπαραθέσεις συμβαίνουν και στους Εργατικούς. Εδώ τα προβλήματα είναι ακόμα μεγαλύτερα καθώς ο σημερινός ηγέτης του κόμματος των Εργατικών, ο Κόρμπιν, θεωρείται πολύ αριστερός για την παραδοσιακή αστική γραφειοκρατία του κόμματος που φτιάχτηκε από τον Μπλερ, το παιδί της Θάτσερ, του Μπους και της ιμπεριαλιστικής εισβολής στο Ιράκ. Την ίδια ώρα φυσικά έχει ξεπεταχτεί και πάλι ο Φάρατζ με το νέο κόμμα του με τον εύγλωττο τίτλο Brexit, με το ίδιο ακροδεξιό σκηνικό όπως την εποχή του δημοψηφίσματος.
Παραμονή στην Ε.Ε. με τα όποια παζάρια με τις Βρυξέλλες είναι η πολιτική των νεοφιλελεύθερων που το μόνο που μπορούν να πουλήσουν είναι ακόμα περισσότερη απορρύθμιση της κοινωνίας, μεγαλύτερη φτώχεια και καταστολή. Έξοδος από την Ε.Ε. το ευαγγέλιο της ακροδεξιάς, περισσότερα σύνορα, η ίδια πολιτική, χειροτέρευση των συνθηκών για τους μετανάστες. Οι δύο επιλογές ολόιδιες στον πυρήνα τους, η μόνη διαφορά είναι οι όροι συναλλαγής των κεφαλαιοκρατών μεταξύ Αγγλίας και Ευρώπης.
Η βρετανική αριστερά είτε όταν εξαντλείται στην υποστήριξη ενός αριστερού ρεφορμιστή σαν τον Κόρμπιν, κόντρα στο νεοφιλελεύθερο εσωτερικό μέτωπο του Εργατικού κόμματος για ένα προοδευτικό μπρέξιτ απέναντι στα διευθυντήρια των Βρυξελλών, είτε όταν τρέφει αυταπάτες ότι η υποστήριξη της παραμονής μέσα στα όρια και τους κανόνες της Ε.Ε. θα είναι ασπίδα προστασίας απέναντι στην απορρύθμιση που επαγγέλλονται οι αστοί και τα νέα αντιμεταναστευτικά μέτρα που σχεδιάζει η ακροδεξιά, παραμένει άφωνη και βλέπει τις εξελίξεις να τρέχουν. Χωρίς καμία ανατρεπτική ταξική οριοθέτηση παλαντζάρει και το μόνο που προτείνει στην εργατική τάξη είναι εκλογές για να πέσει ο Τζόνσον. Χωρίς όμως να δίνει μία ξεχωριστή ταξική απάντηση στο ερώτημα, μετά τον Τζόνσον τι; Οι αυταπάτες για τον αριστερό Κόρμπιν, οργανικό τμήμα της κομματικής γραφειοκρατίας από την δεκαετία του 1980, θα προσγειωθούν ανώμαλα την πρώτη κιόλας μέρα. Η ιστορία του Εργατικού κόμματος είναι γεμάτη τέτοιες τραγικές αυταπάτες που συντρίφτηκαν ήδη από τις πρώτες ημέρες, κάθε φορά που κυβερνούσε.
Μόνον το χτίσιμο μίας άλλης ταξικής πολιτικής με ένα ανατρεπτικό όραμα που θα ξεπερνά το μέσα και έξω από την Ε.Ε. και θα ενώνει τους εργάτες ντόπιους και μετανάστες ενάντια στα συμφέροντα των αφεντικών και από τις δύο μεριές της Μάγχης, μπορεί να είναι η μόνη απάντηση στα διλήμματα των αστών.