Δεν έχε περάσει πολύς καιρός από τις εποχές δόξας των φασιστών στην Ευρώπη. Στην Ουκρανία οι φασιστικές συμμορίες από εμπροσθοφυλακή της αστικής τρομοκρατίας στο Μαϊντάν το 2014 έγιναν θεσμική δύναμη και οργανώθηκαν στο κράτος που στήθηκε πάνω στα πτώματα του Κτιρίου των Συνδικάτων. Σήμερα οι καταστάσεις έχουν αλλάξει δραματικά. Στην Ουκρανία από τους 2.129.000 ψήφους το Σβόμποντα πέφτει στις 315.000 το 2019. Αλλά άφησαν το στίγμα τους έντονα πίσω τους.
Στην Ουκρανία πρώην αλλά και νυν μέλη των φασιστών είτε έχουν καίριες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, στον στρατό στην αστυνομία και στους δικαστές, είτε έχουν μεταπηδήσει στα κεντρικά κόμματα εξουσίας. Η μόνη άλλη αξία τους αυτή την εποχή είναι να πολεμούν στα ανατολικά σύνορα απέναντι στο Ντονμπάς στο πλευρό του εθνικού στρατού ή να περιπολούν στους δρόμους των πόλεων. Όμως το σκηνικό έχει αλλάξει φύρδην μίγδην, καθώς η κυβέρνηση του Κιέβου σε μία ασταμάτητη επίθεση έχει κτυπήσει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και συνταξιούχων, εκπαίδευση και υγεία, τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα με απαγόρευση διδασκαλίας μειονοτικών γλωσσών και απαγόρευση κομμάτων – οργανώσεων και συνεχή δημόσια εξύμνηση των συνεργατών των ναζί στον Β’ Ιμπεριαλιστικό Πόλεμο. Η δουλειά έγινε, μπορεί οι φασίστες να μην πήραν την κεντρική εξουσία κατόρθωσαν όμως να μεταβάλλουν δραστικά τις πολιτικές συνθήκες της χώρας εις βάρος των συμφερόντων της εργατικής τάξης.
Αν η περίπτωση της Ουκρανίας έχει τις δικές της μεγάλες ιδιαιτερότητες – αλλά ας μην ξεχνάμε ότι ήταν μεγάλη σχολή κάθε φασίστα στην Ευρώπη, ο ρόλος μίας φασιστικής οργάνωσης στην εκ βάθρων ανατροπή των πολιτικών ισορροπιών και της εξόντωσης του ταξικού αντιπάλου – στην υπόλοιπη Ευρώπη οι εξελίξεις ήταν πιο «πολιτισμένες, ταιριαστές στο πνεύμα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού». Μπορεί να μην είχε εμφύλιο πόλεμο με δεκάδες νεκρούς από ένοπλες συμμορίες και απαγορεύσεις κομμάτων έφερε όμως την εμφάνιση ενός κύματος ακροδεξιών ρατσιστικών εθνικιστικών κομμάτων με μαζική απεύθυνση.
Ευρώπη της αν(τ)οχής
Δημιουργήματα της εποχής της μεγάλης κρίσης του 2008 ή βγήκαν από το περιθώριο ή αναβαπτίστηκαν. Ήταν το σενάριο προετοιμασίας της αστικής τάξης για μία περίοδο αναχαίτισης του κινήματος που θα ξέσπαγε από τις συγκρούσεις μίας οικονομικής κρίσης. Το κτύπημα της εργατικής τάξης και των οργανώσεων της απαιτούσε νέα εργαλεία κατευθείαν από την εποχή του μεσοπολέμου. Παντού στην Ευρώπη ακροδεξιά κόμματα μαζικά και πολλές φορές με έντονη παρουσία στον δρόμο είναι στην κυβέρνηση ή έχουν σχηματίσει ισχυρά μπλοκ αντιπολίτευσης, σε κάθε περίπτωση έχουν κατορθώσει να μετατοπίσουν την συζήτηση στα κυρίαρχα – είτε δεξιά είτε σοσιαλδημοκρατικά – μπλοκ εξουσίας πολύ πιο δεξιά και ακόμα δεξιότερα. Από τον Ορμπάν και τον Σαλβίνι που φιλοδοξούν μαζί με την Γαλλίδα συνεργάτιδά τους να γίνουν η ακροδεξιά Διεθνής μέχρι το Vox στην Ισπανία που ξεπήδησε από το φρανκικό παρελθόν του Λαϊκού Κόμματος.
Σε δεκατέσσερις χώρες ανοικτά ακροδεξιά κόμματα έχουν συγκεντρώσει στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές διψήφια ποσοστά. Μπορεί κάποια από αυτά να είναι νεόκοπα δημιουργήματα της κρίσης με έντονα ισλαμοφοβικά και αντιμεταναστευτικά χαρακτηριστικά άλλα όμως είναι απευθείας εξελίξεις φασιστικών οργανώσεων όπως οι Σουηδοί Δημοκράτες ενώ κάποια, είναι μείγματα καθαρόαιμης ακροδεξιάς και καθαρόαιμου φασισμού όπως το Γερμανικό AfD ή το Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν.
Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών η προσαρμογή τους στις νέες συνθήκες: Η κυβερνητική δουλειά θέλει υπευθυνότητα και το ίδιο η αντιπολιτευτική. Η αβεβαιότητα της κρίσης και των αναμενόμενων ανταγωνισμών θέλει προσεκτικούς σχεδιασμούς που αποκλείει για το παρόν περιπέτειες με νέους παίκτες. Τα παραδείγματα Τραμπ και Μπρέξιτ είναι οδηγοί αποφυγής της σύγχυσης και της προσεκτικής διαχείρισης που απαιτούνται. Το δόγμα America First και ο οικονομικός εθνικισμός δε έχουν αποδείξει ότι μπορούν να ξαναφέρουν τις ΗΠΑ στην προηγούμενη πρωτοκαθεδρία ούτε τη κάνουν ικανή να ξεπεράσει τους πρώτους τριγμούς της επερχόμενης κρίσης, ενώ η βρετανική αστική τάξη έχει βαλτώσει σε ένα Μπρέξιτ ‘που είναι αλλά δεν είναι Μπρέξιτ και πότε και πως και με ποιόν’ που ούτε οι Monty Python δεν θα μπορούσαν να σκαρφιστούν. Παρόμοια ερωτηματικά αντιμετωπίζει κάθε κεφαλαιοκρατία στην Ευρώπη και το να αφήσουν την κατάσταση στα χέρια νέων παικτών δεν τους μοιάζει και το πιο σίγουρο στοίχημα. Τουλάχιστον για την ώρα. Αντιθέτως η προετοιμασία μίας νέας πολιτικής συνθήκης που από την μία μεριά θα παραλύει τις διεκδικήσεις της εργατικής τάξης και από την άλλη θα ενοποιεί τους εργάτες σε νέους «εθνικούς» στόχους μοιάζει πιο σίγουρη. Για την ώρα τουλάχιστον.
Ένας συνδυασμός ακροδεξιάς επίθεσης σε μετανάστες πρόσφυγες και σε οργανώσεις για αρχή, που ακολουθεί η επίθεση στους υλικούς όρους ζωής των εργαζομένων με μία δυνατή δόση εθνικισμού είναι αυτό που δοκιμάζεται. Από τον Ορμπάν και τον Κουρτς μέχρι τον Σαλβίνι, με τον απαράμιλλο συνδυασμό εθνικισμού ισλαμοφοβίας και ρατσισμού ξεκίνησε η εκστρατεία πριν τα νέα νεοφιλελεύθερα μέτρα του νόμου της σκλαβιάς ή του 60ώρου έρθουν στην πρώτη γραμμή.
Η προσαρμογή των απαιτήσεων του κεφαλαίου οδήγησε στην αντίστοιχη προσαρμογή των ακροδεξιών και των φασιστών, αντιλαμβανόμενοι ότι τα καθήκοντα σήμερα είναι η στροφή και όχι η αλλαγή. Οι αλλαγές μπορούν να περιμένουν μόλις κατασταλάξουν οι αβεβαιότητες της κρίσης και της διεξόδου από τα αφεντικά.
Αν αυτή είναι η ευρωπαϊκή διάσταση η ελληνική κατάσταση είναι χειρότερη… για τους φασίστες.
Η Χρυσή Αυγή την εποχή της δόξας της, απολαμβάνοντας την ‘κυριαρχία’ των ταγμάτων εφόδου, σημαντικά εκλογικά ποσοστά και πανελλήνια παρουσία με την κάλυψη των ΜΜΕ, δοκίμασε να ανεβάσει την θερμοκρασία με αποκορύφωμα την δολοφονία Φύσσα, εκτιμώντας ότι μπορούσε να διεκδικήσει κομμάτι της πίτας της εξουσίας. Αλλά η Ελλάδα αποδείχτηκε ότι δεν είναι Ευρώπη. Σταδιακά συντρίφτηκε (εκλογικά από τις 379.000 στις 165.000 ψήφους μεταξύ 2015 και 2019). Η εκλογική πανωλεθρία του κάποτε κοσμήματος του ευρωπαϊκού φασισμού δεν έπεσε την ημέρα των εκλογών από τον ουρανό. Όλα τα προηγούμενα χρόνια από το 2014 μέρα με την μέρα, η τακτική του μαχητικού αντιφασισμού που στήθηκε έκοβε κομμάτι-κομμάτι τις προσπάθειες της συμμορίας του φυρερίσκου να προσαρμοστεί και να διεκδικήσει στις νέες συνθήκες έναν νέο αναβαθμισμένο ρόλο, λιγότερα τάγματα εφόδου, πιο «νόμιμη» και «κυριλέ» ακροδεξιά. Ούτε επιτροπές κατοίκων, ούτε ισλαμοφοβικές, αντιμεταναστευτικές/αντιπροσφυγικές συγκεντρώσεις δεν κατάφερε να στήσει την προηγούμενη πενταετία όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη αυτές ήταν μία καθημερινότητα, σε πολλές περιπτώσεις μαζικές αλλά και αναπάντητες από μεριάς του κινήματος. Και για ένα κόμμα του 7% με βουλευτές και ευρωβουλευτές, προσβάσεις και ασυλία, δηλαδή εργαλεία με ιδιαίτερη ισχύ, δεν είναι ιδιαίτερα τιμητικό. Ακόμα και μπαίνοντας στα εθνικιστικά συλλαλητήρια που έστησε η ΝΔ δεν κατάφερε να κερδίσει την όποια υπεραξία, καταλήγοντας στο τέλος μια υπό διάλυση συμμορία ελάχιστων ψοφοδεών φασιστών που σέρνονται στα ερείπια.
Η διαφορά στις τακτικές του ταξικού στρατοπέδου έκαναν την διαφορά, απομονώνοντας τους φασίστες από την κοινωνία, αποτρέποντας τους να στήσουν πολιτικές και οργανωτικές δράσεις και γεγονότα, περιορίζοντας τους γυρολόγους της ακροδεξιάς πρότασης που βάζει η ΝΔ. Στις νέες συνθήκες της πενταετίας που προηγήθηκε η χρυσή αυγή δεν απέτυχε, εμποδίστηκε και συντρίφτηκε.