Έχοντας ως πιο σπουδαίο σημείο αναφοράς την εξέγερση του Πολυτεχνείου το ’73 και άλλα σημαντικά στην πιο πρόσφατη ιστορία, τους αγώνες του 2006-2007, με αφορμή τα αντιδραστικά νομοσχέδια της τότε υπουργού παιδείας, και μετέπειτα την εξέγερση του 2008 το θάνατο του Αλέξη Γρηγορόπουλου, το φοιτητικό κίνημα προσέφερε, προσφέρει και θα μπορεί συνεχώς να προσφέρει πλούσια οφέλη στην ταξική πάλη.
Στις πρώτες περιπτώσεις την πρωτοκαθεδρία της φοιτητικής πρωτοπορίας την είχε αποκλειστικά η αριστερά με σημαία της τον φοιτητικό συνδικαλισμό ενώ με την εξέγερση του 2008 η αναρχία κατοχύρωσε τη θέση της στα πανεπιστήμια δοκιμάζοντας κι εκείνη την εφαρμογή των ιδεών της.
Τα τελευταία χρόνια, στο μνημονιακό περιβάλλον, παρατηρούμε ύφεση στους φοιτητικούς αγώνες ενώ οι παραδοσιακές συλλογικότητες, με τα πολλά πολιτικά παράσημα στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, μοιάζουν μουδιασμένες αδυνατώντας τόσο να αναπτύξουν αγώνες στις σχόλες όσο και να ξεφύγουν από τα όρια τους διεκδικώντας να αγγίξουν ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αποϊδεολογικοποίηση της μεγαλύτερης μάζας των φοιτητών που διαμορφώνονται εν τέλει σε εύκολα θύματα της καθεστωτικής, παράταξης της Νέας Δημοκρατίας.
Συνηθισμένο σε μία αφηρημένη επίκληση του λαμπρού παρελθόντος, δυσκολευόμενο να επικαιροποιήσει τους αγώνες του, προσκολλημένο σε πολιτικά εργαλεία τα οποία έχουν πτωχεύσει και καταβεβλημένο από στείρο κινηματισμό, το φοιτητικό κίνημα βυθίζεται στην ανεπάρκειά του ξεχνώντας, ή στις χειρότερες περιπτώσεις, αδιαφορώντας, για τον ταξικό αντίπαλο που συνεχώς καλείται να ”κουνήσει τα πιόνια του”. Κάνοντας συνδικαλισμό για το συνδικαλισμό, γενικές συνελεύσεις για τις γενικές συνελεύσεις τα αδιέξοδα στα οποία έχει βρεθεί είναι αμείλικτα. Η μη εμπλοκή των φοιτητικών οργανώσεων στην κεντρική πολιτική σκηνή και η αποκλειστική ενασχόληση τους με τον συντεχνιασμό, απονευρώνει το μαζικό κίνημα και το περιθωριοποιεί.
Το φοιτητικό άσυλο αμφισβητείται από κυβέρνηση και αντιπολίτευση με πρόσχημα την ¨ανομία¨ στα πανεπιστήμια, ενώ το καθεστώς διεκδικεί να αποπολιτικοποιήσει πλήρως τους φοιτητικούς χώρους ανοίγοντας το δρόμο για κατάργηση του, φοβούμενο τα εν δυνάμει κέντρα αντίστασης και αγώνα.
Αυτό που μένει στους φοιτητές είναι η επένδυση στα νεανικά χαρακτηριστικά τους που σημαδεύονται από τον αυθορμητισμό όταν οι συγκυρίες ”κολλούν το πιστόλι στον κρόταφο”. Η οργανωτική αδυναμία, η έλλειψη σχεδίου και στρατηγικής πρωταγωνιστούν δημιουργώντας αυταπάτες και ”φανταστικούς εχθρούς” με συχνά θύματα το αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα των φοιτητών να συνδικαλίζονται και να συλλογικοποιουν τις αντίστοιχες διαδικασίες. Όταν εχθρός σου είναι ο ”κόκκινος αριστερός” και όχι τα τσιράκια των αφεντικών που θέλουν κατάργηση του ασύλου ή όταν λειτουργείς με αυτοσκοπό λίγες παραπάνω ψήφους, η αυτοκριτική και η αναζήτηση άλλων πολιτικών δρόμων είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητες.
Η ΟΡΜΑ από τη στιγμή που ιδρύθηκε και παρατηρώντας αυτές τις αδυναμίες, έδειξε έντονο ενδιαφέρον στις σχολές. Μετά από 4 περίπου χρόνια κατάφερε να κατοχυρώσει την παρουσία της σε όλες τις σχολές της Αθήνας διακοσμώντας καθημερινά τους τοίχους με αφίσες, διακινώντας την Αντιφασιστική Φρουρά, εγκαθιδρύοντας σταθερά σημεία αναφοράς με τραπεζάκι στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και στην ΑΣΟΕΕ, γνωρίζοντας και οργανώνοντας ενδιαφερόμενους αγωνιστές φοιτητές. Στο ΠαΠει, παρότι το πιο αντιδραστικό πανεπιστήμιο, ο μαχητικός αντιφασισμός κατάφερε να εδραιωθεί και ατσαλώθηκε σπάζοντας τις τακτικές παρακράτους της ΔΑΠ, κερδίζοντας συνεχώς χώρο σε αυτό.
Μέσα από τη διάδοση των ιδεών της προσπαθεί να καλύψει τα πολιτικά κενά που έχουν δημιουργηθεί. Προσκεκλημένη από τις δυσμενείς αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες της εποχής και παρουσιάζοντας τα πετυχημένα συστατικά και την αντίληψη του μαχητικού αντιφασισμού διεκδικεί να επαναφέρει το όραμα του κομμουνισμού καταδικάζοντας τη συχνή κατάντια χρήσιμων πολιτικών εργαλείων στο βωμό του lifestyle.
Έρχεται για να τονίσει περισσότερο τις αδυναμίες ξεπερνώντας τες με δοκιμασμένες και πετυχημένες προτάσεις με σκοπό η πλούσια παράδοση του φοιτητικού κινήματος, που σήμερα αρκεί για να διατηρήσει τις στοιχειώδεις κατακτήσεις της δωρεάν παιδείας και του δικαιώματος στο συνδικαλισμό, αύριο να ξεφύγει από αυτά τα όρια και να συμβάλλει στην αντίληψη του ”δε μας αρκεί τίποτα λιγότερο από τα πάντα”, βγαίνοντας από τα προαύλια των σχολών κρατώντας την σημαία της εξέγερσης και δημιουργώντας μια νέα κοινωνία.