Ο Σοσιαλισμός η μόνη απάντηση στην εφιαλτική σήψη του καπιταλισμού
Ι. Το παγκόσμιο περιβάλλον της στασιμότητας και της κλιμάκωσης των ανταγωνισμών
1. Εισαγωγή
Δεκαπέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης οι καπιταλιστές αδυνατούν να βρουν διέξοδο, όσες προτάσεις κι αν δοκιμάζουν.
Το πρώτο διάστημα τροφοδότησε αμηχανίες και πολλαπλά σχέδια. Είτε με τη λογική «μερικής εκκαθάρισης» που εφάρμοσαν οι ΗΠΑ, είτε με αυτή της «κεντρικής διάσωσης» και τις μνημονιακές πολιτικές της ΕΕ, το μόνο που κατάφεραν ήταν να μετακυλήσουν το πρόβλημα σε ύστερο χρόνο και να βαθύνουν το μέγεθος. Σε ένα επόμενο στάδιο ο βασικός ιμπεριαλιστικός πυρήνας των ΗΠΑ, ακολούθησε πολιτική προστατευτισμού και αποθησαύρισης αποχωρώντας από αμφιλεγόμενες επεκτατικές πολιτικές και δίνοντας χώρο στις αναθεωρητικές δυνάμεις (πχ Κίνα), αλλά και σε τοπικούς υπο-ιμπεριαλισμούς (πχ Ινδία) να δοκιμάσουν να εξαπλώσουν την επιρροή τους.
Η επιβολή της καραντίνας και η τεχνητή ύφεση που δοκίμασε η καπιταλιστική μηχανή δεν μπόρεσε να «εκκαθαρίσει» την παγκόσμια οικονομία. Η επανέναρξη των αγορών όχι μόνο δεν τροφοδότησε την επανεκκίνηση της οικονομίας αλλά έφερε και τον στασιμοπληθωρισμό. Η παγκόσμια οικονομία βαδίζει σε μακροχρόνια στασιμότητα και οι καπιταλιστές τροφοδοτούν με την αρπαχτική ακρίβεια τον «άπληστο πληθωρισμό».
Ο τελευταίος χρόνος φαίνεται να αλλάζει τις πολιτικές των αστικών τάξεων. Ο προστατευτισμός μετατρέπεται σε επιθετική εκστρατεία. Οι αστικές τάξεις του καπιταλιστικού κέντρου βλέπουν πως τα περιθώρια «εσωτερικού» συμμαζέματος εξαντλούνται και οργανώνουν την αντεπίθεση σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Οι πολεμικές εντάσεις και εμπλοκές δεν γίνονται με στρατούς «proxy» αλλά με την ενεργή συμμετοχή του ΝΑΤΟ. Αν την περασμένη δεκαετία είχαμε την «αποχώρηση» των ΗΠΑ από τις αραβικές χώρες, πλέον επανέρχονται με αυξανόμενη ένταση στη Βαλτική, στην Ουκρανία, στην Παλαιστίνη, στην Ερυθρά αλλά και στον Ινδικό Ωκεανό.
2. Η οικονομία της στασιμότητας
Οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια οικονομία τα επόμενα χρόνια παραμένουν άθλιες αλλά, πλέον, δεν εκπλήσσουν κανένα. Οι καπιταλιστές έχουν «αποδεχτεί» το κρισιακό περιβάλλον και ψάχνουν λύσεις με κοντινό ορίζοντα. Η παγκόσμια ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2022 ήταν 3,9% και το 2023 αγγίζει το 2,9%. Οι εκτιμήσεις για τον επόμενο χρόνο πέφτουν στο 2,4% όμως εδώ δεν τελειώνουν τα κακά νέα.
Η στασιμότητα έχει χτυπήσει και τις ισχυρές οικονομίες των αναθεωρητικών δυνάμεων καθώς και των τοπικών υπο-ιμπεριαλισμών που φαίνονταν πως διέφευγαν της κρίσης. Αν η Ινδία αντέχει να συντηρεί νούμερα ανάπτυξης γύρω στο 7%, η Κίνα σταθεροποιείται στο 4% χωρίς ορατές προοπτικές βελτίωσης. Συνολικά οι περιφερειακές καπιταλιστικές δυνάμεις υπολογίζουν ότι είχαν άνοδο στο ΑΕΠ 4% το 2023 και προβλέπεται να κρατήσουν το ίδιο ποσοστό το 2024. Τα διψήφια ποσοστά ανάπτυξης που χτύπαγαν πριν μια δεκαετία έχουν γίνει μια πολύ μακρινή ανάμνηση. Κανένα οικονομικό επιτελείο, σε καμιά μεριά του πλανήτη δεν βλέπει τρόπο να επανέλθουν αυτά τα νούμερα και αυτό δημιουργεί ανησυχία. Ιδιαίτερα στις μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού αυτό έχει σημάνει σειρήνες κινδύνου.
Οι χώρες του καπιταλιστικού κέντρου από 2,6% «ανάπτυξη» που είχαν το 2022 πέφτουν στο 1,5% στο έτος που αποχαιρετήσαμε και για το 2024 οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις δεν δίνουν πάνω από 1,4%. Αλλά και αυτή η «ανάπτυξη» ήταν και είναι κούφια, μιας και βασίζεται σε έναν «άπληστο πληθωρισμό» που μεταφέρει ταχύρρυθμα την υπεραξία στις τσέπες των καπιταλιστών χωρίς να παράγει άνοδο της κίνησης του κεφαλαίου.
Στις ΗΠΑ, με πληθωρισμό στα τέλη του 2022 γύρω στο 3,2%, εκτιμούν πως θα έχουν το 2023 άνοδο του ΑΕΠ κατά 2,1% (σχεδόν ίδιο με το 2021) αλλά το 2024 αυτό εκτιμάται να πέσει στο 1,5%. Στην ΕΕ τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα! Το 2022 είχε άνοδο 3,4% το οποίο κατρακυλά στο 0,6% το 2023 πάντα με πληθωρισμό γύρω στο 3-4%. Οι προβλέψεις για το 2024 μήνα με μήνα γίνονται όλο και χειρότερες. Τον Οκτώβριο προέβλεπαν γύρω στο 1,2% αλλά τον Δεκέμβριο αυτό μαζεύεται στο 0,8%.
Η άνοδος των επιτοκίων γίνεται σε μια προσπάθεια να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός που κατατρώει τη στοιχειώδη ανάπτυξη. Όμως παρ’ όλη αυτή την προσπάθεια η αποταμίευση μειώνεται ραγδαία. Στην ΕΕ η αποταμίευση το 2022 ήταν στο 16,4% των εισοδημάτων και πέφτει μέσα σε έναν χρόνο στο 12,7%. Οι επιχειρήσεις παίρνουν από τα «έτοιμα» για να συντηρήσουν τον κύκλο εργασιών τους. Όμως ούτε αυτά αρκούν. Η στασιμότητα γιγαντώνεται σε μια περίοδο που στα χαρτιά πέφτει η ανεργία και το ποσοστό συμμετοχής των κερδών των επιχειρήσεων στο ΑΕΠ μεγαλώνει σε σχέση με τους μισθούς.
Όλη η ελπίδα των αστικών επιτελείων κατακρημνίζεται μαζί με την «εξαφάνιση» της ιδιωτικής κατανάλωσης. Στις χώρες των καπιταλιστικών μητροπόλεων η συμμετοχή της ιδιωτικής κατανάλωσης στην άνοδο του ΑΕΠ μετά βίας ξεπερνά το 0%, θέτοντας εφιαλτικά ερωτήματα στις αστικές κυβερνήσεις. Με την παγίωση της στασιμότητας και τη συρρίκνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, όλο το βάρος πέφτει στον δημόσιο τομέα. Το κράτος λειτουργεί ως τροφοδότης των ιδιωτικών επιχειρήσεων είτε με φοροαπαλλαγές, είτε με επιδοτήσεις (πχ ΕΣΠΑ), είτε με νόμους με φωτογραφικές διατάξεις. Τα δημόσια ελλείμματα πάνε διακριτικά στην άκρη μιας και αναγνωρίζεται η κρισιμότητα της εποχής. Οι ΗΠΑ και οι χώρες της ΕΕ έχουν τέτοια δημόσια ελλείμματα που την περασμένη δεκαετία θα ήταν λόγος μνημονιακών παρεμβάσεων.
Οι κρατικοί προϋπολογισμοί ταλανίζονται ανάμεσα στη διατήρηση πρωτογενούς πλεονάσματος μέσα από σφιχτή οικονομική πολιτική, επιδοτήσεις στο μεγάλο κεφάλαιο και πολεμικούς εξοπλισμούς. Δεν υπάρχουν περιθώρια να εγκαταλειφτεί κάποια πλευρά γιατί δεν υπάρχουν περίοδοι νηνεμίας και μακροχρόνιου σχεδιασμού. Η μη πριμοδότηση του κεφαλαίου σημαίνει πτώση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Η υποβάθμιση των πολεμικών εκστρατειών υπονομεύει την εθνική αξιοπιστία για την υποστήριξη των επενδύσεων. Το μεγάλωμα του δημόσιου χρέους ανοίγει την κερκόπορτα των ανταγωνιστών να επιβάλλουν όρους και κανόνες. Πως, λοιπόν, ένα αστικό κράτος μπορεί να ισορροπήσει σε όλα αυτά μέρα με την ημέρα;
Το κοινωνικό κράτος αποτελεί τρομακτικό βαρίδι που πρέπει να εξαλειφθεί το συντομότερο. Η βίαιη μεταφορά άμεσων και έμμεσων λαϊκών εισοδημάτων προς το κεφάλαιο πρέπει να γίνει γρήγορα και με εξοντωτικούς ρυθμούς. Όμως η εσωτερική εκμετάλλευση δεν αρκεί πλέον. Όποιος μάζεψε και έχει κάνει κάποιο απόθεμα έχει κάποιο καλύτερο ρόλο στο επόμενο διάστημα.
3. Τα τύμπανα του πολέμου και οι διεθνείς ανταγωνισμοί
Η αμερικάνικη οικονομία έχοντας προνοήσει μέσα από τη σφιχτή προστατευτική πολιτική που κλιμακώθηκε την περίοδο Τραμπ, βρίσκεται σε λίγο καλύτερη κατάσταση από τους ανταγωνιστές της. Το προηγούμενο διάστημα μετά την κρίση του 2008 παρακολουθούσε τις εξελίξεις και παρενέβαινε κυρίως «δια αντιπροσώπων». Στην κρίση των «P.I.G.S.» και την αραβική άνοιξη «άνοιγε δρόμους» και μετά άφηνε να εξαντληθούν τα ευρωπαϊκά κεφάλαια.
Η ΕΕ έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί ορατό ενιαίο παίκτη που θα τολμήσει να σηκωθεί στο ύψος των ΗΠΑ. Τα προγράμματα στήριξης της Νότιας Ευρώπης και η επέμβαση στη Λιβύη εξασθένισαν το Ευρώ. Οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες έφτασαν λίγο πριν τη χρεοκοπία. Το Brexit ήταν η πιο τρανταχτή απόδειξη χρεωκοπίας της Κοινής Ευρωπαϊκής πολιτικής. Η ΕΕ, πλέον, βρίσκεται σε αναζήτηση ρόλου και οράματος. Διαμορφώνονται δυναμικά μπλοκ εντός ΕΕ που δημιουργούν πρόβλημα ακόμα και στη Γερμανία. Για τον πόλεμο στην Ουκρανία δεν υπάρχει καμία ενιαία πολιτική, ρίχνοντας ακόμα περισσότερο το κύρος Γαλλίας – Γερμανίας. Η ΕΕ είναι, από το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης, ο σύγχρονος «Μεγάλος Ασθενής» και γύρω του θα χτιστούν οι μελλοντικές στρατηγικές. Απλά η κρίση δεν έχει φτάσει στο σημείο να είναι ανοιχτή και ανεξέλεγκτη. Ο κίνδυνος να μετατραπεί από ενιαίο ιμπεριαλιστικό «υποκείμενο» σε χώρο ανταγωνισμού ιμπεριαλιστικών δυνάμεων είναι ανοικτός.
Η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν και το Ιράν δεν αρκεί για να λέμε πως είναι «αδιέξοδο και ήττα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού». Το ιμπεριαλιστικά κέντρα έχουν προσαρμοστεί στις νέες διεθνείς οικονομικές συνθήκες και δεν προσδοκούν ανασυγκροτήσεις και επανεκκινήσεις των οικονομιών. Προφανώς τη δεκαετία του ‘90 και στις αρχές του 21ου αιώνα όταν οι ΗΠΑ πραγματοποιούσαν τις επεμβάσεις άλλα περίμεναν. Όμως, πλέον, ξέρουν πως δεν υπάρχουν σχέδια Μάρσαλ που να επαναφέρουν τις χώρες αυτές σε αναπτυξιακούς ρυθμούς.
Τη δεκαετία του ’90 η πολυεθνική Halliburton του Υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ Ντικ Τσένεϊ μαζί με την ExxonMobil υπέγραφε μονοπωλιακά συμβόλαια στο Ιράκ εκδιώκοντας τις γαλλικές και τις ρωσικές εταιρείες. Τριάντα χρόνια μετά η ExxonMobil αποχωρεί ολοκληρωτικά από το Ιράκ πουλώντας το τελευταίο μερίδιο της από το πετρελαϊκό κοίτασμα West Qurna 1 της Βασόρας στην κινεζική PetroChina.
Ήδη από την περασμένη δεκαετία οι ΗΠΑ είχαν αποχωρήσει από τις συμφωνίες συνεργίας του Ειρηνικού Ωκεανού και την επέμβαση στη Λιβύη την παρέδωσαν στην ΕΕ. Στην Αφρική, η Κίνα έθεσε βέτο σε μνημονιακά προγράμματα «διάσωσης» των οικονομιών από τους Διεθνείς Οίκους, με το ΔΝΤ και τις ΗΠΑ να παίζουν όλο και λιγότερο ρόλο στις οικονομίες και κυβερνήσεις της ηπείρου. Στη Λατινική Αμερική, το πραξικόπημα Γκουαϊδό στη Βενεζουέλα απέτυχε και στις χώρες αυτές αναζητούν Μπολσονάρο ή Μιλέι, που θα υποστηρίξουν τα αμερικάνικα συμφέροντα.
Αυτή είναι η μία πλευρά της πραγματικότητας. Οι ΗΠΑ, μέσα από την αναγκαστική αναδίπλωσή τους λόγω της κρίσης, προσπάθησαν να μετακυλήσουν το κόστος ανασυγκρότησης των περιφερειακών οικονομιών στους ανταγωνιστές της δημιουργώντας ένα «κομπόδεμα» ασφαλείας για την επόμενη μέρα. Η Γερμανία έχει υποχωρήσει μην αντέχοντας αυτό το βάρος, η Κίνα έχει μπει στον κύκλο του δημόσιου χρέους και της στασιμότητας και η Ρωσία πνίγεται κάτω από το βάρος της οικονομικής περικύκλωσης και του πολέμου στην Ουκρανία. Μετά την καραντίνα, όμως, η τακτική αναμονής τελείωσε.
Στον Ειρηνικό η συμφωνία AUKUS μεταξύ ΗΠΑ – Βρετανίας – Αυστραλίας έχει ανεβάσει την ένταση σε όλον τον πλανήτη. Η κατασκευή πυρηνοκίνητων υποβρυχίων πετώντας έξω τις γαλλικές εταιρείες αλλάζει το τοπίο. Στον Ινδικό ετοιμάζεται αναβαθμισμένος πολεμικός στόλος ικανός να αντιπαρατεθεί στον Κινεζικό. Φυσικά οι συζητήσεις περιορισμού των πυρηνικών όπλων που επικρατούσαν τον 20ο αιώνα έχουν ακυρωθεί. Ο αμερικάνικος μιλιταρισμός, πλέον, δεν χρειάζεται κανένα εμπόδιο να αναπτύξει τη σημερινή του τεχνολογική πρωτοκαθεδρία.
Στη Βαλτική η συμφωνία ΝΑΤΟ – Φιλανδίας έχει περικυκλώσει τον ρωσικό θύλακα στο Καλίνινγκραντ, μετατρέποντάς τη σε θάλασσα υπό την αμερικάνικη προστασία. Αντίστοιχα στην Ερυθρά Θάλασσα υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ έχει στηθεί η επιχείρηση «Φύλακας της Ευημερίας» για να περιφρουρείται η ναυσιπλοΐα στα στενά Σομαλίας – Υεμένης. Στην Ουκρανία το καθεστώς Ζελένσκι υπάρχει λόγω της αμέριστης συμπαράστασης του ΝΑΤΟ. Οι ΝΑΤΟϊκές στρατιωτικές δυνάμεις είναι αυτές που οργανώνουν την ουκρανική πλευρά και χάρη σ’ αυτές συνεχίζει και υπάρχει το ακροδεξιό καθεστώς.
Όμως και η κλιμάκωση του πολέμου στην Παλαιστίνη δεν θα μπορούσε να εκτυλιχθεί χωρίς την ανοιχτή στήριξη των ΗΠΑ. Δεν είναι μόνο τα 3 δις δολάρια που στέλνουν ετησίως οι ΗΠΑ στο Ισραήλ. Ήδη τον περασμένο Οκτώβρη προχώρησε σε έκτακτη στρατιωτική ενίσχυση με πολεμοφόδια και τον Δεκέμβριο σε εκταμίευση άλλων 225 εκατομμυρίων δολαρίων για την ενίσχυση του ισραηλινού στρατού. Όλα αυτά με την αυξανόμενη παρουσία του αμερικάνικού στόλου στην Ανατολική Μεσόγειο ώστε να υπενθυμίζει σε εχθρούς και φίλους πως το Ισραήλ δεν είναι μόνο του.
Οι ΗΠΑ σταθερά εγκαταλείπουν το παρασκήνιο και μέσα από τις δικές τους δυνάμεις (στρατός – Διεθνείς Οίκοι) επιδιώκουν την επέκταση της κυριαρχίας τους κόντρα σε στρατηγικούς και ευκαιριακούς ανταγωνιστές.
4. Η αντιπαράθεση των «μοναχικών» ΗΠΑ και των πολλών, πολυδιασπασμένων ανταγωνιστών της
Η Ρωσία βρίσκεται σε ευθεία αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ για την επέκταση του ΝΑΤΟ στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και τη Σκανδιναβία. Η Τουρκία αμφισβητεί την αμερικανική αντιρωσική πολιτική. Το ρωσικό φυσικό αέριο συνεχίζει να διακινείται στην ΕΕ. Οι έλληνες εφοπλιστές σπάνε το εμπάργκο του ρωσικού πετρελαίου. Στη Λατινική Αμερική υπάρχει μια δεύτερη «ροζ» πλημμύρα κεντροαριστερών κυβερνήσεων που αμφισβητούν την αμερικανική πολιτική. Η Κίνα αντικαθιστά αμερικανικές επιχειρήσεις σε Αφρική, Αραβικές χώρες και Ινδικό Ωκεανό. Η πλειοψηφία των ασιατικών χωρών βρίσκεται σε αντίθεση με το σύμφωνο ΗΠΑ – Αυστραλίας, αλλά και η Γαλλία δυσαρεστείται από αυτή την εξέλιξη. Η Γερμανία ήδη από την εποχή Τραμπ βρισκόταν σε οικονομικό πόλεμο με κέντρο της ευρωπαϊκές τράπεζες στις ΗΠΑ, από τη μία, και την παρουσία Google – Facebook στην Ευρώπη από την άλλη. Η πλειοψηφία των χώρων στον πλανήτη αμφισβητούν το εμπάργκο στη Ρωσία και αντίστοιχα άλλες τη θηριωδία του Ισραήλ στην Παλαιστίνη. Ήδη οι BRICS έγιναν 10 από 1/1/2024 και ήδη μέσα στο 2023 κατέθεσαν αίτηση προσχώρησης άλλες 12!
Με μια επιφανειακή ανάγνωση θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως η ηγεμονία των ΗΠΑ μειώνεται και αμφισβητείται. Πράγματι, η παρατεταμένη κρίση έχει οδηγήσει τις εθνικές αστικές τάξεις σε αναζήτηση στρατηγικής μιας και δεν υπάρχει κανένα «σχέδιο Μάρσαλ» που να επιστρέψει τον καπιταλισμό σε ανάπτυξη. Όμως η αναζήτηση διαφορετικού σχεδίου βρίσκεται στα σπάργανα και, κυρίως, δεν συγκροτεί διαφορετική στρατηγική.
Οι καπιταλιστικοί ανταγωνισμοί δεν έχουν αναδείξει ένα διαφορετικό κέντρο που να δοκιμάσει να αντιπαρατεθεί στην αμερικάνικη ηγεμονία. Οι χώρες ετεροκαθορίζονται μέσα στα πλαίσια της καπιταλιστικής αγοράς από τις αμερικάνικες κινήσεις παρά συγκροτούν μια διαφορετική απάντηση. Οι πολιτικές τους εξαρτώνται από τις κυβερνητικές πλειοψηφίες και είναι ευάλωτες από τις διεθνείς πιέσεις. Η Αργεντινή ήταν έτοιμη να μπει στις BRICS αλλά αποσύρθηκε επειδή ανατράπηκε η κεντροαριστερή κυβέρνηση. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για την αντιπαράθεση της Βενεζουέλας ή της Κούβας. Η Ινδία και η Κίνα που συγκροτούν τον πυρήνα των BRICS βρίσκονται σε στρατηγικό οικονομικό ανταγωνισμό που υπονομεύει τη συνεργασία τους. Η Τουρκία αντιτίθεται στις ΗΠΑ και δέχτηκε και πραξικόπημα από αυτές, αλλά δεν εγκαταλείπει το ΝΑΤΟ.
Η αντεπίθεση των Παλαιστινίων ενάντια στο Ισραήλ αποτελεί φωτεινή εξαίρεση κινηματικής αντίστασης στα ιμπεριαλιστικά σχέδια. Αλλά ακόμα και αυτή κινδυνεύει να πνιγεί μέσα στον αραβικό «ρεαλισμό». Δεν υπάρχει ούτε μία χώρα που θα τολμούσε να κάνει έστω αυτά που έκανε ο Σαντάμ Χουσεΐν τη δεκαετία του ’90 ρίχνοντας πυραύλους σκουντ στο Ισραήλ. Η αναζήτηση συνύπαρξης με τον ιμπεριαλισμό και το Ισραήλ είναι η σύγχρονη προσαρμογή των καθεστώτων, ακόμα και της Συρίας – Ιράν.
Η Κίνα και η Ρωσία που έχουν αυξημένο πολιτικό και οικονομικό βάρος στον παγκόσμιο καταμερισμό, δεν αποτελούν περιφέρεια αλλά λειτουργούν ως αναθεωρητικές δυνάμεις. Και οι δύο χώρες στήριξαν τις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’90 και πήραν πολύτιμα ανταλλάγματα. Όμως η κρίση τις έχει μετατρέψει σε δυνητικά ιμπεριαλιστικά κέντρα όπου μπορεί να στοιχιστούν μαζί τους και άλλες εθνικές αστικές τάξεις που βρίσκονται ριγμένες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Η διαμόρφωση είναι δυναμική και εξελίσσεται με γοργούς ρυθμούς αλλά δεν είμαστε στη φάση των παρατεταγμένων αντίπαλων στρατοπέδων. Το χρέος των ΗΠΑ προς την Κινά, ακόμα και μετά τις προσπάθειες μείωσης παραμένει κοντά στο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια αλλά, φυσικά, ούτε διανοείται να ζητήσει «μνημόνιο και σχέδιο αποπληρωμής». Αντίθετα οι ΗΠΑ παραμένουν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας και δεν δοκιμάζει να αντιπαρατεθεί μετωπικά. Οι ΗΠΑ μετά την περικύκλωση της Ρωσίας, αρχίζουν να προχωρούν σε επεμβατικές ενέργειες στην Άπω Ανατολή.
Οι αδυναμίες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού δεν σημαίνουν τίποτα άλλο παρά πως δεν μπορεί να υπάρχει μια PAX AMERICANA που να φέρει την καπιταλιστική σταθερότητα. Καμία καπιταλιστική αυτοκρατορία δεν μπορεί να επιφέρει μια ομογενοποίηση των αστικών ανταγωνισμών. Ακόμα και η περισπούδαστη «Καταιγίδα της Ερήμου» στα τέλη του 20ου αιώνα στο Ιράκ κατέληξε σε χάος και αδιέξοδα.
Το να περιγράφουμε τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών δεν μπορεί να μας αρκεί ως προλεταριακή στρατηγική. Δεν υπάρχει κάποιο σοσιαλιστικό κράτος που να μπορεί να χρησιμεύσει ως παγκόσμιο επαναστατικό κέντρο και να στηρίξει αντιιμπεριαλιστικούς, αντικαπιταλιστικούς αγώνες. Ούτε μπορούμε να αναθέτουμε σε υπο-ιμπεριαλισμούς ή αναθεωρητικές δυνάμεις να παίξουν αυτόν τον ρόλο.
Η κλιμάκωση των ανταγωνισμών θα αρχίσει να ξεφεύγει από το οικονομικό πεδίο. Οι τοπικές πολεμικές συγκρούσεις θα κινδυνεύουν όσο ποτέ να κλιμακωθούν έξω από την περιφέρεια εμπλέκοντας ευρύτερα στρατεύματα. Το βάθεμα της κρίσης θα φέρνει όλο και περισσότερες συγκρούσεις που δεν θα υπάρχει «νικητής». Μόνο με μια παγκόσμια εκκαθάριση κεφαλαίων πολλαπλάσια των δύο παγκοσμίων πολέμων θα δημιουργήσει νέους παγκόσμιους «νικητές».
Οι καπιταλιστές προετοιμάζονται για μια νέα κλιμάκωση των ανταγωνισμών και δεν θέλουν την ανεξάρτητη πολιτική παρουσία των πληβείων τάξεων. Ο μόνος παράγοντας που μπορεί να αντιστρέψει αυτή την πορεία είναι το σοσιαλιστικό εργατικό κίνημα.
ΙΙ. Η επίθεση του ελληνικού κεφαλαίου
1. Η ανάπτυξη που δε λέει να έρθει
Η κυβέρνηση της ΝΔ είχε τον ιδανικό πολιτικό περίγυρο για να πετύχει τους στόχους ανάπτυξης, αλλά η οικονομία ακολούθησε τη σπείρα στασιμότητας που επικρατεί σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η επίθεση σε κάθε άμεσο ή έμμεσο λαϊκό εισόδημα το μόνο που έφερε είναι την πολιτική στήριξη του διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Η πιστοληπτική αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας τον περασμένη Σεπτέμβρη ξεκάθαρα αποκαλύπτεται, από τις ανακοινώσεις των Διεθνών Οίκων, πως είχε πολιτική και μόνο σκοπιμότητα. Οι Διεθνείς Οίκοι αποκαλύπτουν ξεδιάντροπα πως η αναβάθμιση αποδίδεται στην ελληνική οικονομία όχι λόγω των δεικτών της αλλά κυρίως λόγω των εκλογικών αποτελεσμάτων και την εκτίμησή τους πως υπάρχει κυβερνητική σταθερότητα και σταθερός πολιτικός προσανατολισμός. Κατά τα άλλα το δημόσιο χρέος φτάνει στο 162,2% του ΑΕΠ που πριν από δέκα χρόνια ήταν λόγος εξόδου από το Ευρώ. Φυσικά αυτό θα ήταν πολύ μεγαλύτερο αν δεν είχαν μειωθεί τα spread δανεισμού και το επιτόκιο λόγω αυτής της πιστοληπτικής αναβάθμισης. Όλοι οι δείκτες της ελληνικής οικονομίας είναι υπό κατάρρευση και το αστικό μπλοκ καυχιέται πως «συγκρατούνται τα νούμερα γιατί έχουμε κυβέρνηση φιλική προς το δύση».
Οι οικονομικοί δείκτες αναθεωρούνται προς τα κάτω. Η οικονομία παρουσιάζει επιβράδυνση και η ανταγωνιστικότητα πτώση. Η ανάπτυξη του ΑΕΠ από 3% για το 2024 κατέβηκε στο 2,5% και για το 2025 στο 2,3%. Οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές και τρομοκρατούν το αστικό μπλοκ. Η Τράπεζα της Ελλάδας στην Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής που δημοσίευσε στα μέσα Δεκεμβρίου 2023 είχε να πανηγυρίσει για τη συμμετοχή της ιδιωτικής κατανάλωσης στην άνοδο του ΑΕΠ. Προέβλεπε μια μικρή πτώση από το 2,9% στο 2,2% θεωρώντας πως διατηρείται η δυναμική της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας. Πριν «αλέκτωρ λαλήσει» και στον ετήσιο προϋπολογισμό η κυβέρνηση ρίχνει την πρόβλεψη ιδιωτικής κατανάλωσης στο 1,3% για το 2024. Η δημόσια κατανάλωση ήταν οριακά μηδενική το 2023 και γίνεται αρνητική -1,6% το 2024. Σύμφωνα με το αστικό μπλοκ η όποια ανάπτυξη θα προκύψει από επιδοτήσεις τύπου ΕΣΠΑ. Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο εμφανίζοντας με υπερβολικά εισοδήματα μικρούς επαγγελματίες δημιουργεί τεχνητή αλλά ψεύτικη άνοδο εισοδημάτων και φουσκωμένα προσδοκώμενα έσοδα που δεν θα μπορεί να εισπράξει δημιουργώντας νέα τρύπα.
Το τραπεζικό σύστημα έχει αντιληφθεί τι συμβαίνει και αντιδρά. Την ώρα που πιέζεται να ανεβάσει τα επιτόκια καταθέσεων ώστε να συμβαδίζουν με των χορηγήσεων, αυτά παραμένουν καθηλωμένα δημιουργώντας κλίμα ύφεσης και αποθησαύρισης. Όταν οι χορηγήσεις τοκίζονται με 6,25% οι καταθέσεις παραμένουν στο 0,5% ανοίγοντας εκκωφαντικά την ψαλίδα. Οι αποταμιεύσεις είναι σε αρνητικό πρόσημο γιατί οι επιχειρήσεις «σηκώνουν» από τα έτοιμα περισσότερα από όσα καταβάλλουν για αποπληρωμή υποχρεώσεων. Αλλά και οι χορηγήσεις από τις τράπεζες είναι αποκλειστικά προς το μεγάλο κεφάλαιο. Το 2023 οι τράπεζες χορήγησαν 777 εκατομμύρια ευρώ δάνεια σε επιχειρήσεις ενώ σε μεμονωμένους επαγγελματίες μόνο 8 εκατομμύρια και δάνεια σε νοικοκυριά μόνο 7 εκατομμύρια!
Η αναστολή της αγοράς των γαλλικών κορβετών και η προσπάθεια συμμαζέματος των στρατιωτικών δαπανών είναι ένα μόνο μέρος της κρίσης που προβλέπεται να εξελιχθεί τα επόμενα χρόνια. Αλλά αυτό δεν σημαίνει υποστολή των εθνικιστικών και στρατοκρατικών στρατηγικών του ελληνικού καπιταλισμού.
2. Οι εθνικοί ανταγωνισμοί και η «νέα» (;) στρατηγική
Η πρόσφατη μονοήμερη επίσκεψη Ερντογάν ήταν κομμάτι της μείωσης της ελληνοτουρκικής έντασης. Η ελληνική αστική τάξη βλέπει στον Ερντογάν έναν σύμμαχο που αποτρέπει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Μια προοπτική που δεν την επιθυμεί αυτή τη στιγμή κανένα τμήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο προσανατολισμός της Τουρκίας προς τη Μέση Ανατολή και τον Εύξεινο Πόντο διαμορφώνει προσωρινά διαφορετικά πεδία δράσης για τις αστικές τάξεις Ελλάδας – Τουρκίας.
Η Τουρκία έχει ανοίξει πολλαπλά μέτωπα είτε στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο είτε στη Συρία και στην Παλαιστίνη. Ένα προηγούμενο διάστημα η ελληνική αστική τάξη μέσα από την κλιμάκωση της έντασης γύρω από το Αιγαίο και την Κυπριακή ΑΟΖ έχτιζε εξοπλιστικό πόλεμο πιέζοντας την τουρκική αστική τάξη. Η εκτίναξη του τουρκικού πληθωρισμού έδειχνε πως βρισκόταν λίγο πριν την κατάρρευση. Όμως ούτε η δυναμική του ελληνικού κεφαλαίου ήταν καλύτερη. Η στρατηγική της καραντίνας δεν έδωσε κανένα πλεονέκτημα στο ελληνικό κεφάλαιο. Αντίθετα μια πτώση της κυβέρνησης Ερντογάν και μια φιλοαμερικάνικη κυβέρνηση θα δημιουργούσε, πιθανά, άνοδο του ανταγωνισμού. Η τακτική συνεννόηση ΕΕ και Τουρκίας και ο ρόλος της τελευταίας ως κυματοθραύστης προσφύγων είναι χρήσιμος αυτή τη στιγμή, αλλά δεν σημαίνει και πολλά μακροπρόθεσμα. Η καθεμία πλευρά προσπαθεί να χρησιμοποιήσει την «ανακωχή» για να συμμαζέψει την οικονομία της.
Το ελληνικό κεφάλαιο δεν μειώνει τις εθνικιστικές εντάσεις και αποτελεί σταθερό πυλώνα στη μετατροπή της ΕΕ σε ακροδεξιό, ρατσιστικό φρούριο. Ο πνιγμός εκατοντάδων μεταναστών στην Πύλο αποτελεί συνειδητό έγκλημα της ΝΔ. Συνδυάζεται με το φράχτη στον Έβρο αλλά και τη στήριξη του φασίστα Μπελέρη στην Αλβανία. Ενός «πολιτικού» που έχει καταδικαστεί αμετάκλητα από τα ελληνικά δικαστήρια για παραστρατιωτικό χτύπημα σε αλβανικό φυλάκιο το 1995.
Η ελληνική στρατοκρατία συμμετέχει ενεργά με τα νατοϊκά στρατεύματα στο πλευρό της Ουκρανίας καθώς και ενάντια στους Χούθι της Υεμένης στην Ερυθρά. Στον ΟΗΕ ακολουθεί την πιο σκληρή πολιτική συμβαδίζοντας με τις ΗΠΑ για την Ουκρανία και για το Παλαιστινιακό.
Οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι αρνητικές και το κεφάλαιο ετοιμάζεται για κλιμάκωση του πολέμου μέσα και έξω από την Ελληνική επικράτεια.
3. Το βάθεμα της αντιλαϊκής επίθεσης
Οι νόμοι που έχει περάσει η κυβέρνηση της ΝΔ έχουν επιφέρει συγκλονιστικές αλλαγές στο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον. Τα αστικά λόμπι νομοθετούν με καταιγιστικούς ρυθμούς και, ίσως, ούτε τα ίδια τα αστικά επιτελεία δεν έχουν γνώση όλων των πλευρών των αντιμεταρρυθμίσεων που έχουν ψηφιστεί.
Η βίαιη κλοπή εργατικών εισοδημάτων μέσα από την ακρίβεια καταγράφεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο. Το 2019 οι μισθοί ήταν το 37% του ΑΕΠ και τα επιχειρηματικά κέρδη στο 48%, τέσσερα χρόνια μετά πέφτουν στο 34% και τα κέρδη αγγίζουν το 53%. Ο σχεδιασμός, όμως, παραμένει ο ίδιος: εξαθλίωση των πληβείων τάξεων και πριμοδότηση της επιχειρηματικής κερδοφορίας.
Αυτό θα επιτευχθεί α) με την αναμόρφωση της φορολογίας όπου θα επεκταθούν οι φοροαπαλλαγές στο μεγάλο κεφάλαιο και θα στραγγαλιστούν οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικροεπαγγελματίες, β) με την ακρίβεια στα βασικά καταναλωτικά είδη και γ) με τη διάλυση των υπολειμμάτων του κράτους πρόνοιας. Ειδικά σε αυτό το τμήμα προχωράνε πολλαπλά μέτρα.
Η διάλυση των κρατικών νοσοκομείων θα συνδυαστεί με την πριμοδότηση των ιδιωτικών ώστε να κατευθυνθούν σε αυτά με “medical pass” οι πολίτες. Η υγεία δεν θα είναι δικαίωμα αλλά φιλοδώρημα. Θα πριμοδοτηθούν νέες μπίζνες με τα ιδιωτικά ΑΕΙ και τα κρατικά κονδύλια θα κατευθύνονται σε ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρηματικές τσέπες. Η ενοποίηση των μονάδων απεξάρτησης δημιουργεί νέα πεδία περικοπών. Η κλιματική αλλαγή θα αποτελέσει πεδίο «πράσινης επιχειρηματικότητας» και θα μετακυλιστεί στις πληβείες τάξεις με δύο τρόπους. Από τη μία μέσα από «πράσινους φόρους» και ακρίβεια. Από την αγορά της πλαστικής σακούλας και τα καλαμάκια ως την «οικολογική» κατάργηση της εξόρυξης λιγνίτη. Από την άλλη η ιδιωτική ασφάλιση κατοικιών – αγροτικών καλλιεργειών θα αντικαταστήσουν τις κρατικές αποζημιώσεις από φυσικές καταστροφές. Ο πολίτης όχι μόνο δεν έχει δικαιώματα από το κράτος και μετατρέπεται σε «ωφελούμενο» αλλά του μετακυλύουν όλο το βάρος της οικονομικής κατάρρευσης.
Οι πλειστηριασμοί συγκρατιούνται και δεν έχουμε φαινόμενα «Ισπανίας» με καθημερινές βίαιες εξώσεις μόνο και μόνο για να μην κατρακυλήσει η εμπορική αξία των νεόδμητων. Αν καταρρεύσει το όραμα της «Ριβιέρας» και των νέων ξενοδοχείων θα οδηγηθούμε σε μια τρομακτική εκκαθάριση με τεράστιο κοινωνικό κόστος.
Η μείωση του πληθωρισμού δεν σημαίνει πως έχει ελεγχθεί η ακρίβεια. Ο πληθωρισμός τροφίμων αγγίζει το 10% αλλά ακόμα και οι μειώσεις στο φυσικό αέριο δεν σημαίνουν ελάφρυνση εξόδων για τη φτωχή οικογένεια. Η κατάργηση των επιδοτήσεων στην ενεργεία αυξάνει το κόστος ρεύματος – θέρμανσης. Η μείωση των τιμών ενέργειας έχει μόνο ωφελούμενο το κράτος που θα σπρώξει αυτά τα κονδύλια σε νέα προγράμματα στήριξης των καπιταλιστών.
4. Οι εξελίξεις στο αστικό μπλοκ και την ελληνική δεξιά – ακροδεξιά
Η επικαιροποιημένη επίθεση στις πληβείες τάξεις απαιτεί αναδιάταξη και του αστικού μπλοκ. Σε ένα πρώτο διάστημα καθιερώθηκε μια προνομιακή οικονομική πριμοδότηση των πυλών του αστικού κράτους. Οι λίστες Πέτσα προς τα ΜΜΕ, οι αθρόες προσλήψεις αστυνομικών, οι νέες μονάδες καταστολής, τα επιδόματα και οι αγορές εξοπλισμού τους, η εξαίρεση και προνομιακή αντιμετώπιση στρατού εκκλησίας στη διάρκεια της καραντίνας, η προνομιακή αντιμετώπιση δικαστικών σε θεσμικά – οικονομικά θέματα ήταν τα προφανή για μια ακροδεξιά κυβέρνηση.
Όμως χρειάζεται και μια αναδιάταξη όλου του κρατικού μηχανισμού. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών κατέρρευσε γιατί δεν υπάρχουν οι «σκληροί» μάνατζερ – διευθυντές σχολείων. Το 2007 η αναθεώρηση του άρθρου 16 μπλόκαρε από τις κινητοποιήσεις του ΔΕΠ των Πανεπιστημίων. Δεκαέξι χρόνια μετά, το διδακτικό προσωπικό στην πλειοψηφία του έχει αφομοιωθεί στην κρατική μηχανή και δεν υπάρχει η παραμικρή αντίδραση στην προοπτική των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Στην υγεία το κράτος μέσα από τα ιδιωτικά ιατρεία στα δημόσια νοσοκομεία και στην εκπαίδευση μέσα από την αξιολόγηση των διευθυντών, θέλει να δημιουργήσει ένα έμπιστο πολιτικό δυναμικό που να οργανώνει τον έλεγχο και την πειθαρχία της εργατικής τάξης.
Η διάλυση των οργανώσεων της τάξης καθώς και των όπλων της, αποτελεί κομβικό στόχο της κυβέρνησης της ΝΔ. Οι διαδηλώσεις πρέπει να περιοριστούν όπως στη Δυτική Ευρώπη και Αμερική. Οι καταλήψεις κοινωνικών κέντρων πρέπει να κλείσουν. Τα συνδικάτα ψηφιοποιούνται και οι απεργίες τείνουν να γίνουν κάτι σαν «γκάλοπ» για το ποιοι συμμετέχουν σε αυτή χωρίς να διασαλεύεται η οικονομική δραστηριότητα ενώ ωθούνται να κηρύσσονται μόνο μέσω των δευτεροβάθμιων – τριτοβάθμιων οργανώσεων. Πλέον όλες οι «μικρές» απεργίες βγαίνουν παράνομες μέσα από το κρατικό εργολαβικό δικαστικό μηχανισμό. Στο στόχαστρο έχουν μπει ιδιαίτερα τα σωματεία ναυτεργατών και αυτών των ΜΜΜ. Αυτά τα σωματεία είναι τα τελευταία που διατηρούν τη δυναμική καθολικής συμμετοχής. Η κυβέρνηση θα ήθελε να υπάρχει «δικαίωμα εργασίας» και στο μετρό, στα λεωφορεία και στα καράβια (όπως πχ στα σχολεία ή στα καταστήματα) ώστε να μην παρακωλύεται η οικονομία γι’ αυτό και ποινικοποιεί την απεργιακή φρουρά.
Η ΝΔ μετά το 2019 έβαλε τέλος στην πολιτική πολυδιάσπαση του αστικού μπλοκ. Το 2012 ο αστισμός είχε τριχοτομηθεί σε «παραδοσιακή» της ΝΔ, αντιμνημονιακή των ΑΝΕΛ και φασιστική της χρυσής αυγής. Δέκα χρόνια μετά η αστική τάξη έχει συγκροτηθεί μονοκούκι γύρω από τη ΝΔ και επιχειρεί να αλλάξει το πολιτικό σκηνικό. Το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί παρ’ όλη την κρίση ΣΥΡΙΖΑ να διαμορφώσει ένα διαφορετικό κέντρο. Έχει υποχωρήσει σε συμπληρωματική αστική δύναμη.
Η νίκη της ΝΔ στις εκλογές που έγιναν μέσα στο 2023 δείχνει την ολόψυχη συστράτευση του αστικού μπλοκ γύρω από τη ΝΔ. Δεν επιβραβεύονται οι ανύπαρκτες «οικονομικές» επιτυχίες της αλλά ότι έβαλε τέλος στην πολυδιάσπαση του αστισμού. Η ΝΔ θέλει να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία και να μεταφέρει προς τα δεξιά το πολιτικό κέντρο. Δημιουργεί τεχνητά έναν αστερισμό ακροδεξιών κομμάτων ώστε να εμφανιστεί η ίδια σαν «κέντρο» τύπου Μακρόν. Τα κόμματα τύπου Νίκης – Σπαρτιατών και Λύσης δεν είναι καν οργανώσεις τύπου ΛΑΟΣ που οργάνωναν κάποια ακροδεξιά κριτική στην ευρωπαϊκή στρατηγική της ΝΔ. Απλά αναπαράγουν πολιτικές που η ΝΔ δημιουργεί και φέρνει στο προσκήνιο.
Μπορούν κάποια στιγμή να αυτονομηθούν πολιτικά από τη ΝΔ; Φυσικά! Είναι επικίνδυνη η ύπαρξη τους για το εργατικό κίνημα; Φυσικά, γιατί λειτουργούν ως πεδίο think tank και νομιμοποιούν την ακροδεξιά πολιτική και επιχειρηματολογία! Υπάρχουν «ιδιαίτερα» αντιφασιστικά καθήκοντα αυτή την περίοδο; Όχι!
5. Για τη συντριβή του φασισμού
Σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ενσωματώσει τις ρατσιστικές – εθνικιστικές προτάσεις των φασιστών. Αυτό έγινε κατορθωτό μέσα από τη μνημονιακή διάσωση του Ευρωπαϊκού Νότου κι έτσι αποκαταστάθηκε έστω και μερικώς η αξιοπιστία του κοινοβουλευτικού δρόμου. Τα ευρωπαϊκά φασιστικά κόμματα είτε μεταλλάχτηκαν σε ακροδεξιά είτε παρέμειναν ως ακτιβιστικές, μαζικές πολιτικές ομάδες πίεσης. Είτε, λοιπόν, έγιναν κυβερνητικοί παράγοντες είτε έμειναν στην εφεδρεία για έναν επόμενο γύρο. Η κρίση σε Γαλλία – Αγγλία – Γερμανία έχει αλλάξει το κέντρο της αστικής τάξης. Οι συντηρητικοί της Αγγλίας φαίνονται να συρρικνώνονται όπως και οι Χριστιανοδημοκράτες – Σοσιαλδημοκράτες της Γερμανίας. Στη Γαλλία ο Μακρόν αντικαθιστά την παραδοσιακή και ιστορική γκολική δεξιά και οι σοσιαλιστές στοιχίζονται πίσω από τον Μελανσόν.
Πριν δέκα χρόνια η χρυσή αυγή μαζί με τον Δεξιό Τομέα στην Ουκρανία αποτελούσαν τα κορυφαία παραδείγματα του παγκόσμιου φασισμού. Όμως οι Έλληνες ναζί δεν μπόρεσαν να διατηρηθούν ούτε ως εφεδρεία. Ανάμεσα στο 2015 και το 2019 διαλύθηκε κάθε υπαρκτός μηχανισμός φασιστικής πολιτικής στην Ελλάδα. Αυτή η νίκη είναι πρωτοφανής και βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Η ύπαρξη φασιστικού κινήματος καταγράφεται μόνο μέσα από τη συγκρότηση Ταγμάτων Εφόδου. Μέσα από αυτά προσπαθεί να διαλύσει τον υπαρκτό κομμουνιστικό κίνδυνο και να προτείνει εναλλακτική στρατηγική στην αστική τάξη. Ο πυρήνας του είναι η αστική ακροδεξιά ατζέντα (εθνικισμός – ρατσισμός – σεξισμός – θρησκοληψία), αλλά ψαρεύει στα θολά κινηματικά νερά χτίζοντας «εργατικά σωματεία», διανομές τροφίμων «μόνο για Έλληνες» σε φτωχές περιοχές και χρησιμοποιεί τη βία δρόμου που προσομοιάζει της αριστεράς (ακάλεστες διαδηλώσεις, συλλαλητήρια κλπ).
Το μαζικό αντιφασιστικό κίνημα μετά το 2015 δεν επέτρεψε την ανασυγκρότηση της Χρυσής Αυγής είτε ως «ακτιβιστική ομάδα δράσης» ούτε τη μετεξέλιξη της σε νόμιμο κοινοβουλευτικό κόμμα. Ο Κασιδιάρης πήρε άδειες από τη φυλακή και δεν μπόρεσε ούτε στην ορκωμοσία του στον Δήμο Αθηναίων ούτε στο Εφετείο να εμφανίσει την υποτιθέμενη κοινοβουλευτική ομάδα του ή έστω να κάνει μια πολιτική συγκέντρωση.
Αν και όταν εμφανιστούν φασιστικά τάγματα εφόδου, υπάρχει εμπειρία αντιμετώπισης στον δρόμο και αυτό δε θα γίνει με τη σύμπραξη της ΝΔ. Δεν θα γίνει με την επίκληση της κρατικής νομιμότητας ούτε με την ψήφο σε Μακρόν – Σιράκ – Μπακογιάννη για να μη βγουν οι Λεπέν – Κασιδιάρης.
ΙΙΙ. Η κρίση της αριστερής στρατηγικής
1. Τα παγκόσμια αδιέξοδα
Η όποια ψηλάφηση επαναστατικής στρατηγικής έχει κλείσει μετά το τέλος του αντιπαγκοσμιοποιητικού και αντιμνημονιακού κινήματος. Οι δυνάμεις δοκίμασαν κινηματικούς δρόμους, εμπνεύστηκαν από τους Ζαπατίστας και το Κοινωνικό Φόρουμ, συμμετείχαν στα αντιπολεμικά κινήματα, είδαν τις λαϊκές κινητοποιήσεις στον ευρωπαϊκό νότο, στις πλατείες, στο Occupy Wall Street, στον Σοσιαλισμό του 21ου αιώνα αλλά πουθενά δεν δοκιμάστηκαν ως πολιτική κατάληψης εξουσίας.
Η συγκρότηση νέων ρεφορμιστικών κομμάτων τύπου ΣΥΡΙΖΑ, Ποντέμος Μπλόκο, Die Linke αλλά και Λούλα – Τσάβες – Μοράλες οδήγησαν τα κινήματα στη λογική της κοινοβουλευτικής ανάθεσης. Οι διεθνείς πιέσεις και η λογική της μη ρήξης με το διεθνές ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο οδήγησαν με διαφορετικούς ρυθμούς στην αστική ενσωμάτωση. Η αραβική άνοιξη χωρίς το παραμικρό έμπειρο πολιτικό δυναμικό μετατράπηκε γρήγορα σε εργαλείο ιμπεριαλιστικής επέμβασης. Όσα κόμματα κυβέρνησαν κλήθηκαν να προσαρμοστούν στις δεξιές πολιτικές και όσα έμειναν στην αντιπολίτευση συρρικνώθηκαν στα όρια της ανυπαρξίας. Τα αυτοδιαχειριζόμενα πειράματα της Ροζάβας και των Ζαπατίστας συνεργάζονται με τις ΗΠΑ για να επιβιώσουν.
Ένα τμήμα της αριστεράς σε μια προσπάθεια άρνησης της συνθηκολόγησης με τον κυβερνητικό ρεαλισμό αναζητεί τη «σωτηρία» από άλλα καπιταλιστικά κράτη. Η υπεράσπιση της Κίνας, της Ρωσίας ή του συνασπισμού των BRICS ως αντίπαλο δέος του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού φέρνει τα ίδια αδιέξοδα από την πίσω πόρτα. Το λιμάνι του Πειραιά ανήκει σε κινέζικα κεφάλαια όπως και της Θεσσαλονίκης σε φιλορώσικα ενδιαφέροντα. Το εργατικό κίνημα δεν μπορεί να θεωρεί με οποιοδήποτε τρόπο αυτή την εξέλιξη ως «θετική». Γιατί με αυτόν τον «ρεαλιστικό» τρόπο, δεν ανακόπτεται η παντοκρατορία του αμερικάνικου κεφαλαίου και δεν υπάρχει δράμι «θετικού» προσήμου στο δυνάμωμα αναθεωρητικών δυνάμεων. Η εξέλιξη των αστικών ανταγωνισμών είναι ανεξάρτητη από αυτή της εργατικής τάξης η οποία έχει να «θυμηθεί» τον επαναστατικό ντεφαιτισμό: δηλαδή την ήττα ΟΛΩΝ των καπιταλισμών μέσα από τη μάχη με τη δική σου εθνική αστική τάξη.
2. Η κρίση της ελληνικής αριστεράς
Η εκλογική αποτυχία και η πολυδιάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ διόγκωσε την κρίση σε όλο το φάσμα της αριστεράς. Η συντριβή της στρατηγικής της «κυβερνώσας αριστεράς» δεν επιδρά μόνο στους φορείς της αλλά και σε ευρύτερα τμήματα. Τα τελευταία χρόνια είχε χτιστεί μια στρατηγική από πολλά κομμάτια αριστεράς που βασίζονταν στη λογική «κριτική στο ΣΥΡΙΖΑ», είτε με «φιλικό» είτε με «εχθρικό» τρόπο. Η εξαφάνιση (πρόσκαιρη ή μη) από τον πολιτικό χάρτη η πρόταση κοινοβουλευτικής ανατροπής της κυβέρνησης της ΝΔ μεταφέρει πολλαπλές πιέσεις προς τα υπόλοιπα κόμματα της αριστεράς να προτείνουν άλλο δρόμο. Η εγκατάλειψη της επαναστατικής στρατηγικής είτε οδηγεί σε αναζήτηση άλλου ρεφορμιστικού φορέα είτε στην αποδοχή της συντηρητικής πολιτικής. Αυτό το αδιέξοδο οδηγεί σε ενδυνάμωση της ηττοπάθειας και της πολυδιάσπασης σε όλα τα ζητήματα του εργατικού κινήματος (πχ Προϋπολογισμός, ιδιωτικά πανεπιστήμια, Παλαιστινιακό κλπ).
Μετά το 2019 η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει μετατραπεί ανοιχτά σε εργατική αριστοκρατία συμβαδίζοντας με την ταξική συνθηκολόγηση της ρεφορμιστικής αριστεράς. Η ΓΣΕΕ δεν καλεί ούτε τις παραδοσιακές απεργίες του προϋπολογισμού. Αλλά ακόμα και τα δευτεροβάθμια συνδικάτα ακόμη και όταν βρίσκονται αντιμέτωπα με εξωφρενικές επιθέσεις από την κυβέρνηση (πχ νόμος Χατζηδάκη, νόμος νοσοκομείων 2022 κλπ) καλούν μια 24ώρη απεργία και επιστρέφουν στην καθημερινότητα. Η πολιτική κρίση της αριστεράς δημιουργεί αποσυσπείρωση στον δρόμο και στους αγώνες. Οι διαδηλώσεις ακόμα και όταν είναι μαζικές δεν «γεμίζουν» κομματικά πανό γιατί δεν έχουν εμπιστοσύνη σε αυτά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο μεγάλος κερδισμένος της διάλυσης του ΠΑΣΟΚ το 2012, έχοντας συσπειρώσει τις λαϊκές ελπίδες στοιχειώδους αντίστασης αλλά και ένα κομμάτι της αστικής τάξης (με κέντρο τις ΗΠΑ) που έβρισκαν εναλλακτική πολιτική κόντρα στη Μέρκελ και την Bundesbank. Η μνημονιακή προσαρμογή του αλλά και η εκλογική ήττα του 2019 «διαβάστηκε» από ένα αριστερό κομμάτι είτε ως «ρεαλισμός της κυβερνώσας αριστεράς», είτε ως «ήττα» από τη συντονισμένη επίθεση ΜΜΕ – Δεξιάς. Η διπλή πανωλεθρία, όμως, του 2023 ήταν αβάσταχτη.
Η λογική αντιπολίτευσης «ώριμου φρούτου», δηλαδή να περιμένουμε να κληρονομήσουμε την κυβέρνηση που θα πέσει από τα αδιέξοδά της ήταν αντιιστορική και λανθασμένη. Το παγκόσμιο περιβάλλον είναι ασταθές και οι κυβερνήσεις δεν «κληρονομούν» ένα τακτοποιημένο οικονομικό πλαίσιο. Πόσω μάλλον κάποιας κλίμακας αριστερού μεταρρυθμισμού! Οι αστικές αντιμεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες και πρέπει να γίνουν με γρήγορους ρυθμούς. Η ΝΔ μπορεί να έκανε τη μία γελοιότητα πίσω από την άλλη, μπορεί η οικονομία να παραμένει στάσιμη αλλά δεν υπήρχε ένα μαζικό πολιτικό κίνημα αντίστασης ώστε να εκφράσει το «συμβιβασμό» του ο ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα η πειθήνια προσαρμογή του υπέρ των κατασταλτικών μέτρων της καραντίνας, η υπερψήφιση της Προέδρου της Δημοκρατίας, του φράχτη του Έβρου και της αγοράς των πολεμικών αεροσκαφών ξεδόντιασε την όποια πιθανότητα εμφάνισης πολιτικού στηρίγματος σε διαθέσεις πάλης. Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ένα ιστορικό κόμμα της αριστεράς. Δεν έχει συγκροτηθεί από βαριά ιδεολογικά ρεύματα ούτε έχει μαζικές κοινωνικές οργανώσεις. Η τακτική προσέγγισή του στο «ψήφος στην αριστερά να φύγει ο Μητσοτάκης», έκανε κούφια την έννοια της αριστεράς μιας και δεν είχε τη στοιχειώδη συνεκτική αναφορά σε κάποιου τύπου αριστερό πρόγραμμα.
Η νίκη Κασελάκη μπορεί να ξάφνιασε αλλά δεν ήταν ακατανόητη. Η ανάγκη να υπάρχει μια «κυβερνώσα αριστερά» προκύπτει και «από τα κάτω» αλλά και από κομμάτια της αστικής τάξης που βρίσκονται ριγμένα από τα συμβόλαια που μοιράζει η οικογένεια Μητσοτάκη. Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ανάμεσα στο 2015 – 2019 δεν έγινε με τα προγράμματα στο Γκίνη αλλά με υπαρκτές διασυνδέσεις με κομμάτια του αστικού μπλοκ και στην Ελλάδα και στο διεθνές κεφάλαιο. Αφού το «κόμμα ΣΥΡΙΖΑ» παρέμενε παράλυτο απέναντι στις απανωτές ήττες, ήρθαν τα αστικά λόμπι να ενεργοποιηθούν και να δοκιμαστεί να χτιστεί ένα Δημοκρατικό Κόμμα αντίπαλο των «Ρεπουμπλικάνων». Η κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ απαντιέται από τη δυναμική εισβολή της αστικής τάξης και ξεδιπλώνεται με την αποχώρηση των αριστερών κομματιών. Παρ’ όλα αυτά η συγκρότηση κοινοβουλευτικής ομάδας των αποχωρησάντων χωρίς κόμμα – ιδεολογία – πολιτική, ακολουθεί τον ίδιο δρόμο ήττας.
Πλέον μπορούμε να μιλάμε για έναν «χώρο ΣΥΡΙΖΑ» όπου συμπεριλαμβάνει όλες τις δυνάμεις που συμμετείχαν κάποια στιγμή στον ΣΥΡΙΖΑ από το Φεβρουάριο του 2015 μέχρι σήμερα. Το αν θα επιβιώσουν ή θα διαλυθούν τα μέρη του ΣΥΡΙΖΑ είτε ανεξάρτητα είτε με συγκλίσεις τύπου ΠΑΣΟΚ είναι ανοικτό. Όπως και το αν θα μπορέσει να διαμορφωθεί ένα κόμμα τύπου Δημοκρατικού Κόμματος ΗΠΑ.
Το ΚΚΕ εμφανίζεται κερδισμένο αλλά στην πράξη ακουμπά τα προ-μνημονιακά ποσοστά του. Όταν μετά το ξέσπασμα της κρίσης, την εξέγερση του Γρηγορόπουλου έχουν χτιστεί δεκάδες αναρχικά στέκια σε όλη την Ελλάδα, έχουμε την οριακή, μεν, αλλά υπαρκτή κατοχύρωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με εκλεγμένους συνδικαλιστές και δημοτικούς συμβούλους και την εμφάνιση του ΣΥΡΙΖΑ· η επιβίωση του ΚΚΕ, δεν είναι ακριβώς και τρομερή επιτυχία. Για δεκαετίες το ΚΚΕ περιμένει τη διάλυση του βασικού ρεφορμιστικού φορέα για να γίνει η κυρίαρχη πολιτική δύναμη της αριστεράς. Η Ένωση Κέντρου διαλύθηκε μετά τη χούντα αλλά τη μαζική διαμεσολάβηση την κέρδισε το ΠΑΣΟΚ. Το 2012 διαλύθηκε το ΠΑΣΟΚ και το αντικαθιστά ο ΣΥΡΙΖΑ. Από το 2013 το ΚΚΕ έχει γίνει ρεφορμιστικό κόμμα χωρίς πρόταση εξουσίας. Μέχρι τότε έψαχνε την «Αλλαγή» με το ΠΑΣΟΚ ή την κυβέρνηση «κάθαρσης» με τη ΝΔ. Η εγκατάλειψη της ρεαλιστικής κυβερνητικής πρότασης το έχει φέρει σε αδιέξοδο. Από το 1949 έχει ξεκόψει από οποιαδήποτε εκδοχή ένοπλης – επαναστατικής πάλης, οπότε μετακυλύει σε κόμμα ήττας. Η κρίση του την περασμένη δεκαετία ερχόταν από την τους χώρους ΣΥΡΙΖΑ – Αντικαπιταλιστική Αριστερά και Αναρχία και απλά δείχνει τις αντοχές του. Όμως αυτό γίνεται μέσα από την υπεράσπιση της απαισιοδοξίας. Το ΚΚΕ αποτελεί το αριστερό κόμμα που νομιμοποιεί πολιτικά και με μαζικούς όρους την αδυναμία νίκης απέναντι στον καπιταλισμό. Φυσικά, επειδή αποτελεί τον ιστορικό πόλο της μεταρρυθμιστικής αριστεράς δεν είναι εύκολο να εξαφανιστούν οι πολιτικές πιέσεις για ένα ρεαλιστικό κυβερνητικό πρόγραμμα. Η πειθαρχία στην καραντίνα, η υπερψήφιση των επιδομάτων των μπάτσων, η αποδοχή των ψηφιακών μεταρρυθμίσεων στα σωματεία είναι ένα μέρος της αποδοχής. Το ΚΚΕ έχει τον Δήμο της Πάτρας αλλά και πολλά εργατικά κέντρα. Ο Δήμος Πάτρας αποτελεί υπόδειγμα «κυβερνώσας αριστεράς» μιας και πειθαρχεί σε όλους τους μνημονιακούς νόμους, ενώ τα Εργατικά Κέντρα που ελέγχει δεν δοκιμάζουν να παίξουν κανέναν ρόλο συντονισμού και υπέρβασης της ανυπαρξίας της ΓΣΕΕ. Ο νόμος Χατζηδάκη και η ψηφιοποίηση των σωματείων περνά χωρίς αντιδράσεις. Το ΚΚΕ δεν ψηφίζει, μεν, τους μνημονιακούς νόμους αλλά τους εφαρμόζει επειδή «δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς».
Οι δυνάμεις που αναφέρονται στην αντικαπιταλιστική αριστερά συνεχίζουν να επιμένουν στα αποτυχημένα πειράματα του πρόσφατος παρελθόντος. Είτε μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ (ως τάση) είτε εκτός ΣΥΡΙΖΑ (πχ η συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ) δεν μπόρεσαν να προτάξουν σχέδιο εξουσίας. Εξαντλήθηκαν στη δυναμική παρουσία τους τη διετία 2011 – 2012 και παρέμειναν ως κινηματική δύναμη από τα κάτω χωρίς στρατηγική ανατροπής. Στην τετραετία διακυβέρνησης της ΝΔ ακολούθησαν συμπληρωματική τακτική κριτικής σε ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ, χωρίς ποτέ να πιστέψουν και να οργανώσουν μια υπέρβαση του στραγγαλισμού της εργατικής αριστοκρατίας της ΓΣΕΕ.
Οι καταλήψεις των σπουδαστών θεατρικών σχολών στα θέατρα, που έσπασαν τη ρουτίνα των 24ωρων συμβολικών απεργιών, αποτέλεσαν το καύσιμο υλικό για τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις της δολοφονίας των Τεμπών και την οργάνωση δύο 24ώρων απεργιών. Δύο μήνες πριν τις εκλογές υποτιμούσαν την ανάγκη της πτώσης της κυβέρνησης. Το μότο «θα τα πούμε στο δρόμο από Δευτέρα μετά τις εκλογές» μετέθετε την καθημερινό αγώνα κλιμάκωσης ΠΡΙΝ τις εκλογές για μετά. Η νίκη της ΝΔ τον Μάιο ανέδειξε με τον χειρότερο τρόπο αυτές τις μεγαλοστομίες. Οι εκατοντάδες δολοφονίες μεταναστών στην Πύλο δεν αρκούσαν στην αντικαπιταλιστική αριστερά για να βάλει κύκλο κινητοποιήσεων όπως στα Τέμπη ή/και να πιέσει για απεργία.
Τα προγράμματα εκλογικών κατεβασμάτων στις δύο κοινοβουλευτικές εκλογές και τη μία αυτοδιοικητική δεν είχαν σπέρμα πολιτικής στρατηγικής πρότασης. Απέναντι στη βάρβαρη καπιταλιστική επίθεση η απάντηση ήταν η συρραφή κοινωνικών κινημάτων – αιτημάτων χωρίς να υπάρχει η λέξη σοσιαλισμός, είτε με βίαιο είτε με ειρηνικό δρόμο.
Η κρίση Κασελάκη στο ΣΥΡΙΖΑ αντί να τροφοδοτήσει επιθετικές λογικές ανασυγκρότησης, αναπαράγει σεχταρισμό, δεξιόστροφες προσαρμογές και αυτοαναφορικά σχέδια. Οι κινητοποιήσεις για τον προϋπολογισμό είναι ένα κάκιστο δείγμα για το μέλλον της αριστεράς. Η απουσία της ΓΣΕΕ είναι γνωστή. Όμως αντί να υπάρξει μια επιθετική μαζική συσπείρωση για να υπάρξει χώρος ανασύνθεσης του κινήματος, η κάθε μια δύναμη επέλεξε μικροκομματικά κατεβάσματα για να μαζέψει «τους δικούς μας». Το ΚΚΕ κάλεσε μια τυπική απογευματινή συγκέντρωση την Παρασκευή και δεν συγκεντρώθηκαν ούτε χίλια άτομα. Από αυτή απείχε όλη η εξωκοινοβουλευτική αριστερά καταγγέλλοντάς τη σαν «ρεφορμιστική»! Η ΑΔΕΔΥ κάλεσε στάση εργασίας την προηγούμενη το πρωί, ενώ το ΣΕΚ κάλεσε σε απεργιακή συγκέντρωση (χωρίς απεργία!) την Παρασκευή το πρωί μαζεύοντας καμιά σαρανταριά αγωνιστές. Το ΝΑΡ και ο συντονισμός πρωτοβάθμιων σωματείων δεν φιλοτιμήθηκε να συμμετάσχει σε καμιά από αυτές, αλλά ούτε να καλέσει μια συγκέντρωση πχ την Κυριακή απόγευμα.
Οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς ενώ υποστηρίζουν τα κινήματα και την απάντηση «από τα κάτω», ήδη ετοιμάζουν εκλογικά προγράμματα και συμμαχίες. Καταγγέλλουν τη διαμεσολάβηση αλλά αναζητούν μια έδρα που θα δημιουργήσει, τάχα, νέες συνθήκες. Ο χώρος που στήριξε την πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (Rproject, Αναμέτρηση κλπ) συνεχίζει να αναζητεί ένα γνήσιο, αριστερό και μαζικό ρεφορμιστικό κόμμα ώστε να δημιουργήσει μέσα του μια επαναστατική τάση. Οι δυνάμεις που δεν ήταν ΣΥΡΙΖΑ αναζητούν ένα ρεφορμιστικό κόμμα είτε για να κάνουν «ενιαίο μέτωπο» είτε κριτική.
Οι δυνάμεις που αναφέρονται στην αντικαπιταλιστική αριστερά δυσκολεύονται να φανταστούν μια αριστερά της σοσιαλιστικής εξουσίας και της νίκης απέναντι στις καπιταλιστικές δυνάμεις.
Τέλος, οι δυνάμεις της αναρχίας βρίσκονται σε μια επικίνδυνη φάση εσωστρέφειας. Στην καραντίνα για πρώτη φορά στην ελληνική πραγματικότητα δεν μπορούσε να ενοποιηθεί ως χώρος και αυτό λειτουργεί ως βαρίδι μέχρι σήμερα. Ο βαθύτατος στρατηγικός αντι-οργανωτισμός που τη διακατέχει δεν έχει επιτρέψει να γίνουν με συλλογικό και πολιτικό τρόπο οι αποτιμήσεις για την εξέγερση του Γρηγορόπουλου και το αντιμνημονιακό κίνημα, το δημοψήφισμα του 2015 και τις καταλήψεις προσφύγων, αλλά και τη στάση στην καραντίνα, συσσωρεύοντας με εκρηκτικό τρόπο στρατηγικές διαφωνίες.
Αυτό το περιβάλλον, όσο δύσκολο και να φαίνεται αποτελεί την πηγή ανασυγκρότησης. Ο ελλαδικός πολιτικός χώρος διατηρεί κόμματα και οργανώσεις με ιστορική αναφορά στην αριστερά και στον σοσιαλισμό, στοιχείο που είναι υπό εξαφάνιση σε πολλές χώρες του πλανήτη.
Αρκεί μόνο η λογική συντήρησης; Οι οργανώσεις που αναφέρονται στην αντικαπιταλιστική αριστερά συνεχίζουν και διατηρούν την ίδια τακτική και οργανωτική οικοδόμηση εδώ και τουλάχιστον τριάντα χρόνια. Μπορεί μια επαναστατική οργάνωση να έχει τον ίδιο λόγο και συγκρότηση είτε σε περίοδο αστικής κυριαρχίας είτε σε περίοδο κρίσης;
IV. Για τη συγκρότηση μαζικής κομμουνιστικής οργάνωσης
1. Επανάσταση και ρεφορμισμός
Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ και η ηττοπάθεια του ΚΚΕ διαμορφώνουν ένα πολιτικό κενό που δεν θα μείνει για πάντα. Μπορεί να προκύψει ένας νέος ρεφορμιστικός φορέας ή μια διαμεσολάβηση τύπου Δημοκρατικών και να καλυφθεί ο χώρος της «κυβερνώσας αριστεράς». Μπορεί και να υπάρξει μια δεξιά επίθεση «βαλκανοποιώντας» το πολιτικό περιβάλλον και περιθωριοποιώντας κάθε εκδοχή αριστεράς.
Ο μαζικός αριστερός πολιτικός φορέας δεν χρειάζεται να είναι «ρεφορμιστικός» ώστε η επαναστατική πτέρυγα να προκύψει από μέσα του ή στο πλάι του. Είναι τρομακτική αντιστροφή της ιστορίας πως τα επαναστατικά κόμματα αποτελούν διάσπαση ή τμήμα ρεφορμιστικών. Το αντίθετο συμβαίνει! Ο πολιτικός ρεφορμισμός αποτελούσε δεξιά εκδοχή επαναστατικών ρευμάτων. Η γερμανική σοσιαλδημοκρατία προέκυψε το 1875 ως ενιαίος σοσιαλιστικός χώρος με την ύπαρξη του Ένγκελς. Στα τέλη του 19ου αιώνα, μετά τη συντριβή της Παρισινής Κομμούνας, αρχίζουν και διαμορφώνονται μόνιμα ρεφορμιστικά χαρακτηριστικά που αναζητούσαν εναλλακτικό, πασιφιστικό δρόμο. Αντίστοιχα τα σταλινικά ΚΚ είναι η συνθηκολόγηση της Κομιντέρν μέσα από την πολιτική των σταδίων και των λαϊκών μετώπων και προήλθαν από την ήττα της σοβιετικής επανάστασης. Στη σημερινή εποχή τα κόμματα που δεκάδες χρόνια συγκροτούν τον πολιτικό ρεφορμισμό και τη συγκρότηση της εργατικής αριστοκρατίας, έχουν βαθιές στρατηγικές και οργανωτικές διαφορές με την κομμουνιστική πτέρυγα. Έτσι οι τακτικές συνεργασίες μαζί τους δεν αποτελούν καν «ενιαίο μέτωπο» με τον τρόπο που αντιλαμβάνονταν οι επαναστάτες στον μεσοπόλεμο δηλαδή ενότητα με συντρόφους που ήμασταν στα ίδια γραφεία και με την ίδια ιδεολογική αναφορά.
Η αντίσταση, λοιπόν, στην αστική επιθετικότητα δεν είναι ανάγκη να χτιστεί από έναν ρεφορμιστικό φορέα. Σήμερα, ίσως ακούγεται πιο ρεαλιστικό «να πάρουμε τα όπλα» παρά «ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει τις εκλογές». Το ποιος και με πιο πολιτικό πρόγραμμα και όραμα θα δοκιμάσει να συγκροτήσει τις πληβείες τάξεις είναι το ζητούμενο.
2. Για την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής επανάστασης
Η ΟΡ.Μ.Α. δεν υποτιμά την ανάγκη συνεργασιών και μαζικού φορέα. Την ώρα που καταρρέει ο βασικός αριστερός πυλώνας δεν θα θεωρήσουμε «επιτυχία» το μεγάλωμα μας με 10 ή 100 στελέχη του εργατικού κινήματος. Ο κίνδυνος εξαφάνισης της αριστεράς είναι υπαρκτός με πολλαπλούς τρόπους. Ο ένας είναι μέσα από τη συρρίκνωση και την περιθωριοποίησή της. Ο δεύτερος είναι με τη μετάλλαξή της σε άθροισμα κινημάτων. Η μονοδιάστατη οικοδόμηση θεματικών κινημάτων και ακτιβισμού θα εκτρέψει την αριστερά από δυνητική δύναμη εξουσίας σε δίκτυο αγωνιστών. Η σοσιαλιστική πτέρυγα εμφανίστηκε με την πρόταση στο εργατικό κίνημα να καταλάβει την πολιτική εξουσία και όχι να χτίσει συνδικάτα και δίκτυο σουφραζέτων.
Δεν αναζητούμε μια «δική μας» επαναστατική καθαρότητα, ένα ιδιαίτερο μοντέλο επανάστασης που διαφέρει από τα άλλα. Κρίνουμε πως την ώρα που η αριστερά υποχωρεί και προσαρμόζεται σε δεξιόστροφα «κινηματικά» προγράμματα αναζητούμε μια μίνιμουμ συμφωνία στην ανάγκη προώθησης της επαναστατικής σοσιαλιστικής ανατροπής του καπιταλισμού. Θεωρούμε πως δεν μπορεί να υπάρξει ανασυγκρότησης της αριστεράς αν δεν προταχθεί η πρόταση διαφορετικής πρότασης εξουσίας. Δεν θέλουμε «να λογαριαστούμε στον δρόμο»! Θέλουμε να οργανώσουμε τη ζωή μας έξω και κόντρα στο καπιταλιστικό κέρδος και στους εθνικιστικούς πολέμους και αυτό θα γίνει μόνο ξεριζώνοντας το αστικό κράτος ώστε να μην μείνει πέτρα πάνω στην πέτρα.
3. Για τους κομμουνιστικούς πυρήνες
Ο στόχος έχει οριστεί από την προηγούμενη Οργανωτική Ολομέλεια αλλά περισσότερο «προπαγανδιστικά» παρά με υπαρκτούς, υλικούς όρους. Η Οργάνωσή μας έβγαινε από μια δύσκολη περίοδο μετά το τέλος της αντιφασιστικής μάχης και η συγκρότηση κομμουνιστικής Οργάνωσης συνέπεσε σε μια περίοδο αστικής επιθετικότητας και συμβιβασμού της αριστεράς. Η μάχη ενάντια στην κυβέρνηση της ΝΔ και στην καραντίνα ήταν σημαντική αλλά συνδυάστηκε με πολλαπλή ήττα. Έπρεπε να φτάσουμε στην εξέγερση της Νέας Σμύρνης για να αντιμετωπιστούν οι απαγορεύσεις, ενώ οι υγειονομικοί ενάντια στην υποχρεωτικότητα επέστρεψαν ηττημένοι και αποκομμένοι από τη μαζική αριστερά. Η πλειοψηφία της αριστεράς και της αναρχίας ποτέ δεν κόντραρε την καραντίνα. Ακόμα και οι φοιτητικές παρατάξεις της πειθαρχούσαν στο υγειονομικό έλεγχο και πάσο στις σχολές.
Ο τελευταίος χρόνος ήταν αποκαλυπτικός για την ΟΡ.Μ.Α.. Από το φθινόπωρο του 2022 άρχισαν να υπάρχουν τα πρώτα σημαντικά δείγματα. Η πανεπιστημιακή αστυνομία πετιέται στο καλάθι των αχρήστων και αποτελεί την πρώτη και μεγαλύτερη ήττα της κυβέρνησης. Η ΟΡΜΑ καταθέτει πρόταση ανασυγκρότησης του ευρύτερου λαϊκού κινήματος. Θεωρούμε πως αυτή η νίκη υπερβαίνει το φοιτητικό κίνημα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όχημα ανάτασης φρονήματος στο ευρύτερο ταξικό κίνημα. Προτείνουμε να οργανωθούν ευρύτερες παλλαϊκές δράσεις (πχ μαζικές λαϊκές συναυλίες) από τους φοιτητικούς συλλόγους για να γιορτάσει το σύνολο της κοινωνίας τη νίκη και να σπάσει η εικόνα της ανίκητης κυβέρνησης.
Λίγους μήνες μετά, δίκτυο σπουδαστών δραματικών σχολών προχωρά στην κατάληψη του Τσιλέρ, κόντρα στις συμβολικές κινητοποιήσεις του ΣΕΗ. Γρήγορα οι καταλήψεις επεκτείνονται και σε άλλα θέατρα. Η ΟΡΜΑ βρίσκεται καθημερινά σε όλες τις καταλήψεις προτείνοντας να ανοιχτούν στο μαζικό κίνημα και να αποτελέσουν κέντρα αγώνα «ανοίγοντας» προς το αντιφασιστικό, εργατικό, LGBTQ+ κίνημα με πολιτικές εκδηλώσεις. Με το έγκλημα των Τεμπών προτείνουμε τη μετατροπή των καταλήψεων σε πολιτικά κέντρα για την ανατροπή της κυβέρνησης των δολοφόνων. Μετέχουμε σε συσκέψεις Εργατικών Κέντρων και προτείνουμε κοινές απεργιακές φρουρές. Στη σύσκεψη των Πρωτοβάθμιων Σωματείων – διαβλέποντας την υποχωρητικότητα των ρεφορμιστών – προτείνουμε να συνεχίσουμε τις Κυριακάτικες συγκεντρώσεις ενάντια στο ομαλό κλίμα προεκλογικού διαλόγου.
Οι δύο κύκλοι εκδηλώσεων για τα 50 τεύχη Αντιφασιστικής Φρουράς και τα 50 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου μας φέρνουνε σε επαφή με δεκάδες αγωνιστές που αγωνιούν για το μέλλον της αριστεράς. Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και η άνοδος Κασελάκη στην προεδρία έχουν απελευθερώσει ένα μεγάλο αριστερό δυναμικό στην περιφέρεια της αριστεράς. Το είχαμε δει και στις προηγούμενες διαδηλώσεις αλλά με διαθέσεις αποστασιοποίησης. Αυτό το αριστερό δυναμικό δεν ψάχνει την επανάσταση. Έχει μεγαλώσει με «ρεαλισμό» και λίγες προσδοκίες αλλά, όμως, στα πλαίσια άσκησης εξουσίας. Δεν του αρκεί η έντιμη αλλά χαμένη μάχη, αλλά μια μικρή, έστω, αλλαγή συσχετισμών.
Κάποιες πολιτικές δυνάμεις θα προσπαθήσουν να διαμορφώσουν ρεαλισμό «αντιπολίτευσης». Να συνηθίσει το κίνημα να παλεύει αλλά να συνηθίσει να χάνει. Έντιμα, ηθικά και «αριστερά» αλλά να αποδεχτεί πως κυβερνάνε οι «άλλοι» κι αυτό δεν μπορεί να αλλάξει. Κάποιοι άλλοι θα του προτείνουν έναν άλλο προγραμματικό ρεαλισμό, με ή χωρίς υπουργεία.
Εμείς θέλουμε να αναβαπτίσουμε την έννοια του κομμουνιστικού πυρήνα. Σύντροφοι και συντρόφισσες να δεθούν με τους υπαρκτούς αγώνες της γειτονιάς, των εργασιακών και εκπαιδευτικών χώρων. Δεν θα προτείνουμε κάποιο αγωνιστικό μαξιμαλισμό. Δεν πιστεύουμε πως μια 24ωρη απεργία παραπάνω ή 100 ευρώ περισσότερα ως «αίτημα αύξησης» είναι επαναστατικό πρόγραμμα. Ούτε είμαστε οι πιο αγωνιστές κόντρα στους συμβιβασμένους. Θέλουμε να χτιστεί ένα δίκτυο επαναστατών που να αντιλαμβάνονται την κίνηση της τάξης και να αρπάξουμε μαζί τις επόμενες ευκαιρίες.
4. 10 χρόνια ΟΡ.Μ.Α. – Να προετοιμάσουμε το πολιτικό δυναμικό της εξέγερσης
Η κρίση θα γεννήσει νέα απορρύθμιση και θα προκύψει δυνατότητα απονομιμοποίησης της αστικής πολιτικής εξουσίας. Θέλουμε να υπάρξει μια νέα γενιά που δεν θα πιέζει, δεν θα διαμαρτύρεται αλλά θα αυτοοργανώνεται χτίζοντας μια άλλη κοινωνία. Το ελληνικό εργατικό κίνημα μπορεί να παίξει πρωτοπόρο ρόλο στην ανασυγκρότηση της διεθνούς αριστεράς.
Μια σύγχρονη κομμουνιστική οργάνωση πρέπει να φύγει από το επίπεδο της αφηρημένης προπαγάνδας. Η οργάνωση των καθημερινών μαχών της τάξης με το κεφάλαιο πρέπει να οικοδομούν θύλακες κομμουνιστών που να βλέπουν τον εαυτό τους ως συλλογικό υποκείμενο, εν δυνάμει επαναστατικής εξουσίας. Η μετεξέλιξη της εργατικής τάξης σε «επαναστατικό προλεταριάτο» δεν θα προκύψει αυθόρμητα αλλά αποτελεί πολιτικό στόχο της κομμουνιστικής οργάνωσης.
Όταν το λίθιο (από το οποίο προκύπτουν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές) παράγεται στη Βολιβία, συναρμολογούνται στην Κίνα, οι δορυφόροι είναι γαλλικοί, το πετρέλαιο αραβικό, το φυσικό αέριο στη Ρωσία και όλα πωλούνται σε αμερικάνικα δολάρια· η στρατηγική απάντηση δεν μπορεί να είναι η αυτοδιαχείριση κτημάτων ή καφενείων ούτε μια άλλη «εθνική» οικονομία. Η συνθηκολόγηση μέσα από αυτούς τους δρόμους θα γίνει μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Μόνο μια επαναστατική μηχανή που χτίζεται, ξεχαρβαλώνοντας κάθε ίχνος από το αστικό κράτος, μπορεί να φέρει στο προσκήνιο ξανά το όραμα του Κομμουνισμού και αυτό να αποτελέσει ελπίδα και φάρο για το παγκόσμιο εργατικό κίνημα.
Για τη Νίκη!