Μία από τις μεγαλύτερες εμμονές της αστικής τάξης είναι η διαρκής προσπάθειά της να παρουσιάζεται ως εκείνη η οποία όχι μόνο έφερε τη δημοκρατία και έδωσε απλόχερα δικαιώματα στον λαό, αλλά και ως η μοναδική υπεύθυνη για την προστασία της και την εξέλιξή της.
Στην περίπτωση της Ελλάδας οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης θελήσανε να διασφαλίσουν την εικόνα ενός επιτυχημένου δημοκρατικού καθεστώτος, προπαγανδίζοντας ότι αυτές ήταν που τσάκισαν τη χούντα του 1967-1974 φέρνοντας έτσι μία κοινωνία γεμάτη ελευθερία, δικαιοσύνη και ισότητα και δείχνοντας ότι είναι διατεθειμένες να τσακίσουν τον οποιονδήποτε κακό εξτρεμιστή που τολμάει να αμφισβητεί το γεγονός αυτό. Από την κυβέρνηση Καραμανλή του 1974 ως και την κυβέρνηση Μητσοτάκη του 2019 ο μύθος καταρρέει.
Καμία αστική τάξη ποτέ δεν ενδιαφέρεται να προχωρήσει στην εφαρμογή δημοκρατικών δικαιωμάτων παρά μόνο προσπαθεί να βρει διαρκώς τρόπους να εμποδίσει την υλοποίησή τους, είτε προσποιείται ότι εφαρμόζει μία τύπου δημοκρατική αναβάθμιση προκειμένου να καθησυχάσει τον λαό όταν η αγανάκτησή του ξεσηκώνει κλίμα εξέγερσης που φοβίζει τους καπιταλιστές ότι θα αποσταθεροποιηθεί η εξουσία τους.
Η χούντα στην Ελλάδα δεν ήταν ένα αποτέλεσμα κάποιων “κακών” που αποφασίσανε μία μέρα να κάνουν το πραξικόπημα που θα καταλύσει την αστική δημοκρατία όπως παρουσιάζεται από όλες τις κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης, αντίθετα ήταν ένα αποτέλεσμα των ίδιων των κυβερνήσεων.
Το καθεστώς των συνταγματαρχών εφαρμόστηκε για να σταματήσει το ταξικό κίνημα που γίνονταν όλο και ισχυρότερο. Η ελληνική αστική τάξη είχε αντιληφθεί την αποτυχία της να κάνει τον λαό να ασπαστεί την αντικομμουνιστική της προπαγάνδα που προσπαθούσε να ισχυροποιήσει με κάθε τρόπο. Μπορεί η αστική τάξη να πανηγύριζε με την ήττα των κομμουνιστών το 1949, αλλά παρ’ όλη την καταστολή που δέχτηκε το ταξικό κίνημα με εξορίες, φυλακίσεις και εκτελέσεις αγωνιστών, δεν έμοιαζε να είχε τσακιστεί πλήρως και να είχε αφανιστεί από την ελληνική κοινωνία. Ιδιαίτερα από το 1960 και μετά η αγανάκτηση του λαού οδηγούσε στην όλο και μεγαλύτερη αμφισβήτηση του καθεστώτος. Το ταξικό κίνημα ενώ βρισκόταν στην παρανομία είχε αρχίσει να προσεγγίζει όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του λαού. Οι εξαθλιωτικές συνθήκες εργασίες, η φτώχεια, οι χαμηλοί μισθοί και η έλλειψη βασικών αγαθών, οδήγησαν σε μία σειρά εργατικών κινητοποιήσεων και απεργιών με τους οικοδόμους να πρωτοστατούν σε αυτές με απεργίες διαρκείας που ξεκίνησαν στα μέσα του 1960, δίνοντας το έναυσμα να ακολουθήσουν και άλλοι κλάδοι της εργατικής τάξης. Την ίδια περίοδο το ταξικό κίνημα αναζωπυρώνονταν σε διεθνές επίπεδο με αγώνες να τροφοδοτούν ο ένας τον άλλο, από τον αντιαποικιοκρατικό αγώνα στις χώρες της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, ως και την δημιουργία νέων αριστερών κινημάτων στη Δύση.
Το μεγάλο ξέσπασμα ήρθε με τα Ιουλιανά το 1965 να πυροδοτούν μεγάλες κινητοποιήσεις σε όλη την Αθήνα δημιουργώντας μία συνθήκη όπου οι αστοί φοβόντουσαν για μία ακόμη φορά την λαϊκή εξέγερση που θα διατάρασσε την τάξη και την ασφάλεια. Ο λαός όχι μόνο αμφισβητούσε την πολιτική της δεξιάς που μετά τον εμφύλιο πόλεμο παρουσιαζόταν ως μία επιτυχημένη πολιτική οικονομικής ανάπτυξης που έσπρωχνε την Ελλάδα στο θαύμα του δυτικού πολιτισμού, αλλά και την πολιτική των ρεφορμιστικών κομμάτων και αναζητούσε την λύση προς την επαναστατική αριστερά. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα ήταν που οι αστοί έπρεπε να βρουν μία λύση να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους. Έτσι το 1967 εφαρμόστηκε το καθεστώς της χούντας προκειμένου να τσακίσει την λαϊκή αντίδραση και το ταξικό κίνημα εφαρμόζοντας σκληρή και βίαιη καταστολή, μέχρι η πλουτοκρατία να βεβαιωθεί ότι δεν θα υπάρξει ξανά κίνδυνος να εμφανιστεί στην ελληνική κοινωνία η αριστερά
Η αστική τάξη επιθυμούσε την ύπαρξη της χούντας μέχρι να εξαλειφθεί ο κίνδυνος της αντικαπιταλιστικής ανατροπής και έπειτα να επιστρέψει στο καθεστώς του αστικού κοινοβουλευτισμού χωρίς όμως τον κίνδυνο της κομμουνιστικής επιρροής στα λαϊκά στρώματα. Δεν έφερε όμως τα αποτελέσματα που περιμένανε. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 ήρθε για να βάλει τέλος στο όνειρο της μετάβασης σε μία κοινωνία με ελεγχόμενη αριστερά. Σε αντίθεση με άλλα κράτη όπως η Ισπανία όπου μετά τον θάνατο του Φράνκο οι στρατιωτικοί δικτάτορες παραδίδουν την εξουσία στα αστικά κόμματα και έπειτα ψηφίζεται εκ νέου ένα αστικό σύνταγμα σαν να μην πέρασε ποτέ από την Ισπανία μία χούντα τεσσάρων δεκαετιών, μάλιστα πολιτικοί της κυβέρνησης Φράνκο συνέχισαν να διατηρούν αξιώματα και θέσεις στο καινούργιο κοινοβούλιο. Στην Χιλή επίσης έγινε μία παρόμοια διαδοχή. Ο στρατηγός Πινοσέτ που ξεκίνησε την χούντα ανατρέποντας τον Αλιέντε το 1973, συνέχισε να είναι αρχηγός του στρατού και μετά την ομαλή διαδοχή του καθεστώτος στον κοινοβουλευτισμό. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου προερχόμενη από τη νεολαία και την εργατική τάξη στην Ελλάδα δεν επέτρεψε την ομαλή διαδοχή του καθεστώτος και ανάγκασε την αστική τάξη να διαλύσει την χούντα. Στην Πορτογαλία επίσης η επαναστατική αριστερά με ακόμη πιο δυναμικό τρόπο κατάφερε το 1974 να ανατρέψει την πολύχρονη χούντα που κρατούσε από το 1926, με την Επανάσταση των Γαρυφάλλων, σπέρνοντας τον τρόμο και την αγωνία στην αστική τάξη της Ευρώπης. Και η Εξέγερση του Πολυτεχνείου και η Επανάσταση των Γαρυφάλλων αποτελούν σταθμούς για την επαναστατική αριστερά και είναι επηρεασμένες από την εποχή του Μάη του 1968 και την αναβίωση της αριστεράς τη δεκαετία του ‘60.
Η ανατροπή της χούντας έφερε μία εποχή που δεν υπολογίζονταν μέσα στα σχέδια των αστών με την εργατική τάξη να ξετυλίγει μία σειρά μαχητικών αγώνων με απεργίες, με την ίδρυση νέων συνδικάτων , με τις μεγάλες διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας, με την ανάπτυξη φοιτητικών κινηματικών διαδικασιών και με την μαζική πολιτικοποίηση των φοιτητών στα πανεπιστήμια να δημιουργούν μία κοινωνία με έντονα πολιτικοποιημένη εργατική τάξη.
Η “δημοκρατική” κυβέρνηση του Καραμανλή τότε προσπάθησε να εξαπολύσει επίθεση στον λαό με την ίδρυση των ΜΑΤ για την καταστολή των διαδηλώσεων και με νέους νόμους που αφορούσαν την λογοκρισία και τον περιορισμό της πολιτικής έκφρασης, με τον μεγαλύτερο αριθμό από αυτούς να καταργούνται σύντομα ή να συνεχίζουν να υπάρχουν αλλά στην πράξη να έχουν απονομιμοποιηθεί μέχρι να καταργηθούν και αυτοί. Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής αποτέλεσε η δολοφονία του Ιάκωβου Κουμή, 26χρονου φοιτητή και της Σταματίνας Κανελλοπούλου, 21χρονης εργάτριας και ο βίαιος ξυλοδαρμός χιλιάδων άλλων διαδηλωτών από τα ΜΑΤ, κατά τη διάρκεια σπασίματος της απαγόρευσης της πορείας προς την αμερικανική πρεσβεία της επετειακής διαδήλωσης του Πολυτεχνείου το 1980. Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, έκοψε τον ομφάλιο λώρο με τις «ελεγχόμενες» δημοκρατίες της δεξιάς. Ο καπιταλισμός για πρώτη φορά περνά μια περίοδο αστικής, θεσμικής ενσωμάτωσης της αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων ως συνδιαχειριστές της εξουσίας.
Μάταια η ελληνική πλουτοκρατία και η δεξιά πολιτική προσπαθεί εδώ και μισό αιώνα να παρουσιάσει την Εξέγερση του Πολυτεχνείου σαν μία γιορτή και μία αργία, ευελπιστώντας να καλύψει την σαπίλα της και τα αντιλαϊκά της κίνητρα υπό τον μανδύα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και μάταια προσπαθεί να περάσει στον λαό πως πλέον ζει στο τέλειο δημοκρατικό καθεστώς και πως κάθε μορφή καταπίεσης ανήκει στο παρελθόν. Μέσω της προπαγάνδας της εθνικής ενότητας προσπαθεί να πουλήσει το παραμύθι ότι στο Πολυτεχνείο βρισκόντουσαν και δεξιοί που εναντιώθηκαν στο καθεστώς της 21ης Απριλίου και ότι όλοι μαζί ρίξαμε τη χούντα. Από την άλλη όλα τα φασιστοειδή της κυβέρνησης διαρκώς θα αμφισβητούν τους νεκρούς του Πολυτεχνείου ξεπλένοντας την χούντα. Η «γιορτή της δημοκρατίας» είναι μια συνειδητή προσπάθεια του αστισμού να εξαλείψει το «άθλιο» Πολυτεχνείο και να επιβάλλει μια ειρηνική συνύπαρξη εθνικής ενότητας κάτω από την αστική νομιμότητα.
Φτάνοντας στην τελευταία δεκαετία υπό τον μανδύα της οικονομικής κρίσης κάθε δικαίωμα έχει πάει “δημοκρατικά” περίπατο. Η παγκόσμια οικονομική κρίση εκθέτει όλο και περισσότερο το αντιδημοκρατικό πρόσωπο τη αστικής τάξης. Η ανεργία, η φτώχεια, η εξαθλίωση, η ακρίβεια , ο περιορισμός των ατομικών ελευθεριών, η ενίσχυση της καταστολής για την αντιμετώπιση κάθε προβλήματος, η διαρκής μιντιακή τρομοκρατία, η ενίσχυση του κοινωνικού κανιβαλισμού με πρόσχημα πότε τον κόβιντ πότε τον πόλεμο στην Ουκρανία, πότε το οτιδήποτε άλλο που μπορεί να σχεδιάσει η κυβέρνηση, συγκροτούν ένα καθεστώς που είναι κάθε άλλο παρά δημοκρατικό.
Η όποια διεκδίκηση δικαιωμάτων έγινε μέσα στη μεταπολίτευση, οφείλεται στους λαϊκούς αγώνες και στις κινηματικές διαδικασίες της επαναστατικής αριστεράς και δεν οφείλεται σε καμία δεξιά και σε καμία αστική τάξη που το μόνο που κάνει είναι να στέκεται πάντα απέναντι στον λαό με καταστολή και εκμετάλλευση. Οι μόνες φορές που έγινε οποιαδήποτε δημοκρατική διεκδίκηση ήταν όταν η εργατική τάξη έβαλε εμπρός το σχέδιο για το τέλος των καταπιεστών της.
του Γ.Α.