Πέρασαν πέντε χρόνια από την εκτέλεση δύο μελών της περιφρούρησης των γραφείων του Βόρειου Τομέα της Χρυσής Αυγής. Λίγο καιρό μετά η οργάνωση μετακόμισε στο Μαρούσι όπου σήμερα τα γραφεία της υπάρχουν μόνο ως σημείωση στον κατάλογο του ναζιστικού κόμματος. Ενάμιση μήνα μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από το Τάγμα Εφόδου της Νίκαιας και ένα μέρος της αγανάκτησης ξεσπά στους φρουρούς των γραφείων της Χρυσής Αυγής.
Από τα τέλη του Σεπτέμβρη έχουν ξεκινήσει οι μαζικές συλλήψεις στελεχών των ναζί και το ξεδόντιασμα των Ταγμάτων Εφόδου προχωρά με γοργούς ρυθμούς. Όπως βγαίνουν και από τις παρακολουθήσεις των τηλεφώνων όλα τα γραφεία και σπίτια «ξεφορτώνονται» όλο τον οπλισμό που μαζεύουν το προηγούμενο διάστημα. Αντίστοιχα οι περιπολίες και οι φρουρές τους αφοπλίζονται. Τα Τάγματα Εφόδου μέχρι τότε είχαν μια τριπλή προστασία: α) το πρώτο επίπεδο ήταν τα παλούκια και οι ασπίδες της περιφρούρησης β) το δεύτερο επίπεδο ήταν η ομάδας ΔΙΑΣ όπου φρόντιζαν να δημιουργούν ασπίδα προστασίας απέναντι σε αντιφασιστικές περιφρουρήσεις, και γ) μισθωμένοι ένοπλοι μπράβοι που παρακολουθούσαν διακρατικά έτοιμοι να επέμβουν σε περίπτωση που η κατάσταση «δυσκόλευε» ακόμα και για την αστυνομία. Αντίστοιχα οι πολυμελείς ομάδες φύλαξης γραφείων ήταν εξοπλισμένες με «πολύπλευρο» παράνομο οπλισμό.
Η θεσμική επίθεση που αναγκάζεται να εξαπολύσει ο κρατικός μηχανισμός μέσα από τις πιέσεις του αντιφασιστικού κινήματος, πιάνει τη Χρυσή Αυγή ανέτοιμη. Οι προσβάσεις στο «βαθύ κράτος» ήταν τεράστιες αλλά όχι ικανές για ένα επιτυχημένο πραξικόπημα. Στις 2 Οκτώβρη σε μια επίδειξη δύναμης, ομόφωνα ανακριτής και εισαγγελέας δεν προφυλακίζουν Κασιδιάρη – Παναγιώταρο – Μίχο οι οποίοι αποχωρούν τραμπουκίζοντας δημοσιογράφους. Για την επόμενη μέρα ο Μιχαλολιάκος συγκαλεί έκτακτη ολομέλεια της κοινοβουλευτικής ομάδας στην Παλιά Βουλή με σκοπό να βγάλει διάγγελμα μετά την απολογία και την (αναμενόμενη) μη-σύλληψή του. Η προφυλάκιση του, όμως, δίνει το συντριπτικό χτύπημα και το μήνυμα πάει προς όλες τις κατευθύνσεις.
Από την επόμενη μέρα τελειώνει η θεσμική ασυλία που είχαν τα Τάγματα Εφόδου. Απλές, συνηθισμένες τακτικές που εφαρμόζονται στην τελευταία συνοικιακή ομάδα διαλύουν το «αξιόμαχο» των τραμπούκων. Απλές προσαγωγές «παρελάσεων» και ομάδων περιφρούρησης είναι αρκετές να διαλύσουν το φρόνημα και την οργανωτικότητα των «φοβερών και τρομερών» Ταγμάτων Εφόδου. Η εκτέλεση των δύο από τη θλιβερή τριμελή ομάδα περιφρούρησης των γραφείων στο Νέο Ηράκλειο σφραγίζει το οριστικό τέλος αυτής της περιόδου.
Πλέον τα Τάγματα Εφόδου της Χρυσής Αυγής αποτελούν σκιά του παρελθόντος τους. Πέρα από μια σαφή εμπειρία και τεχνογνωσία ενός μικρού σκληρού πυρήνα τίποτα δεν θυμίζει το όχι – και – τόσο μακρινό παρελθόν. Οι λίγες δεκάδες τραμπούκων περισσότερο προσπαθούν να διαχειριστούν τη φήμη τους παρά υλοποιούν ένα νικηφόρο, αποτελεσματικό σχέδιο. Έχουν στραφεί στις απρόσωπες ενέδρες «νύχτας» με σκοπό να στρατολογήσουν νέο δυναμικό και να μεγαλώσουν το δίκτυο. Απελπισμένα μεταφέρουν τον σκληρό πυρήνα τους, πότε στη Μυτιλήνη και πότε στη Θεσσαλονίκη μήπως και δημιουργήσουν ένα τεχνητό κλίμα ρατσιστικής βίας που θα τους επιτρέψει να ξαναβγούν στον αφρό της πολιτικής σκηνής.
Όσες φορές έχουν «παρασυρθεί» να εμφανιστούν με εμφαντικό τρόπο έχουν στοιχίσει σημαντικά στην αίγλη των ναζί. Η συνδυασμένη επίθεση δυο Ταγμάτων Εφόδου με την καθοδήγηση Κασιδιάρη – Λαγού και τη συνδρομή διμοιριών ΜΑΤ τον Απρίλη 2016 στην αντιφασιστική συγκέντρωση της ΟΡ.Μ.Α. μαζί με την ΚΕΕΡΦΑ στην πλατεία Κοραή στον Πειραιά, σηματοδότησε το οριστικό τέλος της τρομοκρατίας της Χρυσής Αυγής στην πόλη. Από τότε δεκάδες πολιτικές συγκεντρώσεις γίνονται ομαλά στο κέντρο της πόλης ενώ έχουν ξεπηδήσει στέκια και τοπικές ομάδες. Η προκλητική συγκέντρωση στις 20 Σεπτέμβρη 2017 στο Πέραμα, ο στρατηγικός αποκλεισμός της πόλης, η προσπάθεια τρομοκράτησης των κατοίκων από το κοινό σχέδιο αστυνομίας – Χρυσής Αυγής και η προσπάθεια διάλυσης της αντιφασιστικής συγκέντρωσης που στήθηκε από την ΟΡ.Μ.Α. με τη συνδρομή της ΑΣΥΚΑΜΟ ήταν το φινάλε της τοπικής οργάνωσης. Τέσσερις μήνες μετά τα γραφεία της Χρυσής Αυγής έκλεισαν οριστικά. Έτσι λοιπόν και η νέα επίθεση των τραμπούκων του φασιστικού «σωματείου» στο Πέραμα τον περασμένο Μάη, δεν αποτελεί τίποτα άλλο από το κύκνειο άσμα αυτής της σφηκοφωλιάς που προσπάθησε να δημιουργήσει λακέδικο θύλακα στους εργαζόμενους.
Φυσικά και δεν εφησυχαζόμαστε παρά την τεράστια αποστράτευσή που κυριαρχεί στο ναζιστικό μόρφωμα. Το κράτος και η παραδοσιακή δεξιά συνεχίζει να πριμοδοτεί την ύπαρξη ενός χαλιναγωγημένου ακροδεξιού σχήματος. Οι κερκόπορτες για να νομιμοποιηθεί η ρατσιστική και εθνικιστική βία έχουν ανοίξει και διάφορα φασιστικά σχήματα ελπίζουν σε οργανωτική ανάταση. Οι νυχτερινές ενέδρες «ανώνυμων» ναζί απέναντι σε μεμονωμένους αγωνιστές, σε μετανάστες, σε μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας θα συνεχίζουν να υπάρχουν και η λύση βρίσκεται στη διάλυση του πολιτικού κέντρου των ναζί.
Η βία, λοιπόν, του δικού μας ταξικού στρατοπέδου, δεν είναι αντίστοιχη βία του αντίθετου άκρου. Δεν υπάρχει μια καθημερινή νομιμότητα που διαταράσσεται από φασιστική ή «αναρχομπολσεβίκικη» βία. Η φασιστική βία αποτελεί ένα συνδυασμένο σχέδιο του κράτους, των αφεντικών, ων ΜΜΕ και των ακροδεξιών πολιτικών επιτελείων με σκοπό τη βίαια διάλυση όλων των φιλεργατικών συλλογικοτήτων και κοινωνικών κατακτήσεων. Η βία των βιαστών, της απόλυσης, της πείνας δεν είναι ισότιμη με την ΑΝΑΓΚΑΙΑ αμυντική βία του βιαζόμενου και του απολυμένου.
Η ύπαρξη ενός οργανωμένου μηχανισμού αυτοάμυνας δεν βασίζεται στην αυτοδικία του όχλου. Δεν αναμοχλεύει συγκινησιακά τον κοινωνικό αυτοματισμό ούτε, απλά, να αναδείξει το ηθικό δίκαιο του. Χρειάζεται για να αντιμετωπίσει μια καλοκουρδισμένη εγκληματική μηχανή. Χρειάζεται για να αντιμετωπίσει την γκαιμπελική προπαγάνδα που διαβρώνει τις συνειδήσεις των αγωνιστών του εργατικού κινήματος. Χρειάζεται για να κρατάει το φρόνημα ψηλά και να αποτελεί σημείο αναφοράς και ανασύνταξης του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος.
Όσο ο κρατικός μηχανισμός «χαϊδεύει» τις φασιστικές συμμορίες, όσο οι θεσμοί αποδιοργανώνουν τον κοινωνικό ιστό και φτωχοποιούν βίαια τις λαϊκές τάξεις, όσο τα δικαστήρια μέσα από τον «τυφλό» γραφειοκρατικό μηχανισμό νομιμοποιούν την ναζιστική βία μέσα από σερνόμενες για χρόνια δίκες και ποινές – χάδια στη ρατσιστική βία, τόσο θα πρέπει να χτίζουμε ένα μαζικό, μηχανισμό που να αποτελεί αντίβαρο στη συνδυασμένη επίθεση φασιστών – αφεντικών.